Καναδάς: Ορκίστηκε ο νέος πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ – Ποιος είναι ο πρώην τραπεζίτης
Διαβάζεται σε 6'
Ο πρώην επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, ορκίστηκε ως πρωθυπουργός του Καναδά και καλείται να αντιμετωπίσει τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεκινήσει ο αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ.
- 14 Μαρτίου 2025 19:54
Ορκίστηκε ως νέος πρωθυπουργός του Καναδά ο Μαρκ Κάρνεϊ, που διαδέχεται τον Τζάστιν Τριντό. Ο πρώην επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας, καλείται να ηγηθεί της χώρας σε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της μέχρι σήμερα – έναν κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο με τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο, τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αμέσως μετά την ορκωμοσία του την Παρασκευή (14/3), ο Μαρκ Κάρνεϊ έκανε την πρώτη του σημαντική κίνηση ως επικεφαλής της κυβέρνησης του Καναδά, διορίζοντας ένα υπουργικό συμβούλιο αποτελούμενο από νέα πρόσωπα, σηματοδοτώντας και το επίσημο τέλος της εποχή Τριντό.
Αξιοσημείωτο είναι ότι από το νέο υπουργικό συμβούλιο απουσιάζουν 18 υπουργοί του Τριντό, είτε επειδή αποφάσισαν να μην είναι υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές, είτε επειδή ο Κάρνεϊ τους αντικατέστησε με νέα πρόσωπα.
Ο 59χρονος πρώην τραπεζίτης είπε ότι η δική του προσέγγιση θα είναι διαφορετική από αυτή του Τριντό. «Σεβόμαστε τον πρόεδρο Τραμπ. Έχει θέσει κάποια πολύ σημαντικά ζητήματα στην κορυφή της ατζέντας. Καταλαβαίνουμε την ατζέντα του», είπε στους δημοσιογράφους, υπενθυμίζοντας ότι είχε συνεργαστεί μαζί του σε διεθνείς συνόδους.
«Από πολλές πλευρές, η εμπειρία μου συμπίπτει με εκείνη του προέδρου. Και οι δύο θέλουμε το καλύτερο για τις χώρες μας. Αλλά ξέρει, όμως και εγώ ξέρω από τη μακρά εμπειρία μου, ότι μπορούμε να βρούμε αμοιβαίες λύσεις, επωφελείς και για τους δύο», είπε.
Ο Κάρνεϊ είπε ότι δεν είναι στα άμεσα σχέδιά του να μιλήσει με τον Τραμπ και χαρακτήρισε «τρελή» τη συζήτηση περί προσάρτησης του Καναδά στις ΗΠΑ.
Ο νέος πρωθυπουργός σκοπεύει να επισκεφθεί το Λονδίνο και το Παρίσι την επόμενη εβδομάδα.
Ποιος είναι ο πρώην τραπεζίτης που αναλαμβάνει την πρωθυπουργία
Ο Μαρκ Κάρνεϊ υπήρξε ο πρώτος που ανέλαβε τη θέση του κυβερνήτη της Τράπεζας της Αγγλίας, χωρίς να έχει βρετανική υπηκοότητα, όταν ανέλαβε το 2013.
Προτού αναλάβει αυτήν τη θέση, είχε καθοδηγήσει τη χώρα του στην περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης ως κυβερνήτης της Τράπεζας του Καναδά, της κεντρικής τράπεζας της χώρας, πριν τον «αρπάξει» η Βρετανία για την κορυφαία τραπεζική θέση.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τους περισσότερους υποψηφίους για την πρωθυπουργία, ο Κάρνεϊ δεν είχε ποτέ πολιτική θητεία. Παρόλα αυτά, κέρδισε εύκολα την εκλογή του ως διάδοχος του απερχόμενου πρωθυπουργού, Τζάστιν Τριντό. Τώρα, καλείται να ηγηθεί της χώρας σε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της μέχρι σήμερα – έναν κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο με τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο, τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η παραμονή του στη θέση του πρωθυπουργού θα είναι μια μάχη από μόνη της. Οι επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές του Καναδά είναι προγραμματισμένες για τον Οκτώβριο, αλλά πολλοί αναμένουν ότι ο Κάρνεϊ θα προκηρύξει εκλογές αμέσως μετά την ορκωμοσία του.
Παρά το γεγονός ότι ο Μαρκ Κάρνεϊ έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, εργαζόμενος για την Goldman Sachs σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Τόκιο, γεννήθηκε στην απομακρυσμένη βόρεια πόλη του Φορτ Σμιθ, στα Βόρεια Εδάφη του Καναδά.
Γιος ενός διευθυντή λυκείου, πήγε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ με υποτροφία, όπου έπαιξε το πιο καναδικό από τα αθλήματα, το χόκεϊ στον πάγο. Το 1995, απέκτησε το διδακτορικό του στην οικονομία από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Το 2003, άφησε τον ιδιωτικό τομέα για να ενταχθεί στην Τράπεζα του Καναδά ως αναπληρωτής κυβερνήτης και στη συνέχεια εργάστηκε στο Υπουργείο Οικονομικών ως ανώτερος αναπληρωτής υπουργός.
Το 2007, διορίστηκε κυβερνήτης της Τράπεζας του Καναδά, λίγο πριν από την κατάρρευση των παγκόσμιων αγορών που οδήγησε τη χώρα σε βαθιά ύφεση. Η ηγεσία του στην κεντρική τράπεζα επαινείται ευρέως για το γεγονός ότι βοήθησε τη χώρα να αποφύγει το χειρότερο της κρίσης.
Αν και οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι συνήθως πολύ προσεκτικοί, ο Κάρνεϊ ήταν ανοιχτός για τις προθέσεις του να διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλά τουλάχιστον για ένα χρόνο, αφού τα είχε μειώσει δραστικά.
Η κίνηση αυτή πιστώνεται ότι βοήθησε τις επιχειρήσεις να συνεχίσουν τις επενδύσεις τους, ακόμη και όταν οι αγορές κατέρρευσαν. Αυτή η προσέγγιση ακολουθήθηκε και όταν επιστρέφοντας στο Λονδίνο ανέλαβε τη θέση του κυβερνήτη της Τράπεζας της Αγγλίας.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Τράπεζα στην κεντρική της έδρα στην Threadneedle Street, εποπτεύσε σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της. Στην αρχή της θητείας του, η Τράπεζα ανέλαβε την ευθύνη για τη χρηματοπιστωτική ρύθμιση μετά την κατάργηση της Αρχής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών. Είναι αναγνωρισμένος για την εκσυγχρόνιση της Τράπεζας, καθώς εμφανιζόταν πολύ πιο συχνά στα ΜΜΕ από τον προκάτοχό του.
Σε αντίθεση με τους προηγούμενους κυβερνήτες που συνήθως κρατούσαν χαμηλό προφίλ, ο Κάρνεϊ έκανε αμφιλεγόμενες παρεμβάσεις πριν από δύο σημαντικά συνταγματικά δημοψηφίσματα. Το 2014 προειδοποίησε ότι μια ανεξάρτητη Σκωτία μπορεί να χρειαστεί να παραχωρήσει εξουσίες στο Ηνωμένο Βασίλειο αν ήθελε να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τη λίρα. Πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit, προειδοποίησε ότι η ψήφος υπέρ της εξόδου από την ΕΕ θα μπορούσε να προκαλέσει ύφεση.
Μετά την ψήφο υπέρ της εξόδου και την παραίτηση του Ντέιβιντ Κάμερον, καθώς και την κατακόρυφη πτώση της στερλίνας, απευθύνθηκε στο έθνος για να διαβεβαιώσει ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα λειτουργούσε κανονικά. Περιέγραψε εκείνη την ημέρα ως τη «σκληρότερη ημέρα» στη δουλειά του, αλλά ανέφερε ότι τα σχέδια έκτακτης ανάγκης που είχε θέσει σε εφαρμογή η Τράπεζα λειτούργησαν αποτελεσματικά.
Η τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου 2020 τον βρήκε να διαχειρίζεται την πιο έντονη φάση της πανδημίας COVID – η Τράπεζα μείωσε τα επιτόκια κατά 0,5% για να στηρίξει την οικονομία και ο Κάρνεϊ δήλωσε ότι το οικονομικό σοκ «θα είναι προσωρινό».
Ο Μαρκ Κάρνεϊ καλείται να διαχειριστεί μια σειρά από κρίσιμες προκλήσεις, με τη μεγαλύτερη να προέρχεται από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επιβάλλει δασμούς σε καναδικά προϊόντα και έχει απειλήσει ουκ ολίγες φορές με “οικονομικό εξαναγκασμό” με στόχο την προσάρτηση του Καναδά και τη μετατροπή του σε 51η πολιτεία των ΗΠΑ.