Η δυστυχία του να είσαι νέος Έλληνας
Διαβάζεται σε 5'
Οταν ο δημόσιος λόγος είναι κενός ή μόνο καταγγελτικός, οι νέοι λογικά θα πάρουν τις αποστάσεις τους. Ναι, εντάξει, φταίνε οι πολιτικοί, το «σύστημα», τα πάντα. Μόνο που όταν αυτή η γενιά κάνει τη ψυχανάλυση της, ξέρετε που θα καταλήξει. Εκεί που καταλήγουν οι περισσότερες ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις. Φταίνε οι γονείς.
- 18 Μαρτίου 2025 11:18
Ο Ομπάμα συνήθιζε να λέει, επί των ημερών του, ότι αν κάποιος μπορούσε να διαλέξει τη στιγμή που θα γεννηθεί, τότε η εποχή μας θα ήταν η πρώτη επιλογή. Δεν είχε άδικο, τουλάχιστον με τη γλώσσα των αριθμών. Από καταβολής πολιτισμού, η ανθρωπότητα ζει τις καλύτερες στιγμές της. Το προσδόκιμο ζωής είναι στο υψηλότερο, ιστορικά, σημείο, όπως και το βιοτικό επίπεδο.
Κάθε χρόνο πεθαίνουν όλο και λιγότεροι άνθρωποι από την ασιτία, την έλλειψη νερού και την ελονοσία. Και στον ανεπτυγμένο κόσμο οι αριθμοί μας λένε ότι η επόμενη γενιά ζει καλύτερα από την προηγούμενη. Ωστόσο δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι αυτός ο κανόνας εφαρμόζεται οριζόντια και στη νεότερη, ενήλικη, γενιά που κυκλοφορεί ανάμεσα μας. Μπορεί η γενιά Ζ (1997-2012) να μεγάλωσε με τη μεγαλύτερη δυνατή υποστηρίξη από τους γονείς της, να μορφώθηκε καλύτερα, όμως τσαλαβουτάει μέσα στην ανασφάλεια, υποφέρει από burnout, δεν βγαίνει το νοίκι της χωρίς το χαρτζιλίκι από τους γονείς.
Ομως, εδώ χρειάζεται μία μικρή παρένθεση. Πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στους γονείς. Στο βιβλίο του «Παράδοξη χώρα», ο καθηγητής Τάκης Παππάς παρατηρεί το εξής: Το 1974, τρεις οικογένειες με εισόδημα ίσο με τον εθνικό μέσο όρο των χωρών τους ‒μία στην Αθήνα, η δεύτερη στο Δουβλίνο και η τρίτη στη Λισαβόνα‒ απέκτησαν από ένα παιδί. Τα τρία παιδιά σήμερα είναι μεσήλικες και καλά στην υγεία τους, ζουν πάντα στις πόλεις όπου γεννήθηκαν, με εισόδημα που συμπορεύεται με τον εθνικό μέσο όρο των χωρών τους.
Ωστόσο, αν και οι τρεις απολαμβάνουν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από εκείνο των γονιών τους, τα μεταξύ τους επίπεδα ζωής διαφέρουν σημαντικά. Ο Ιρλανδός ζει 3,4 φορές καλύτερα από τους γονείς του το ’74 και ο Πορτογάλος ζει 2,3 φορές καλύτερα από τους δικούς του γονείς. Το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα, όμως, είναι μόλις 1,2 φορές υψηλότερο από εκείνο των γονιών του πριν από μισό αιώνα. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Κατά τον συγγραφέα ευθύνεται η πολιτική πόλωση που δεν επιτρέπει τολμηρές και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, αν στα ‘90ς είχαμε συναινέσει στην αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος, δεν θα βρίσκαμε μπροστά μας τη χρεοκοπία. Κλείνει η παρένθεση για τους γονείς των σημερινών νέων.
Το Ινστιτούτο Gallup έκανε μία έρευνα στις 30 χώρες του ΟΟΣΑ, εστιάζοντας στους νέους της γενιάς Ζ. Οι Ελληνες 15-29 ετών εμφανίζονται ως οι πιο απογοητευμένοι και δύσπιστοι. Σχεδόν στο σύνολο τους δεν έχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, ενώ, με στιβαρή πλειοψηφία, δυσπιστούν απέναντι στη Δικαιοσύνη, στην Αστυνομία, στους οικονομικούς θεσμούς. Επίσης σε μεγάλο ποσοστό αισθάνονται ανασφάλεια όταν κυκλοφορούν στο δρόμο -και δεν εννοούν μόνο τα τροχαία δυστυχήματα. Περισσότεροι από τους μισούς αμφισβητούν τη σημασία των εκλογών, ενώ σχεδόν το 50% δηλώνει ότι δεν μπορεί να επιλέξει ελεύθερα τι θα κάνει στη ζωή του.
Αυτά είναι εφιαλτικά για μία χώρα που έχει υποστεί μεγάλη αφαίμαξη ανθρώπινου δυναμικού, ενώ αντιμετωπίζει τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα. Και ασφαλώς, όταν αποτυπώνονται στο πολιτικό σύστημα, δημιουργούν πρωτόγνωρες συνθήκες που, καμιά φορά, για μας τους μεγαλύτερους δείχνουν ακατανόητες ως επικίνδυνες. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, μία άλλη έρευνα έδειξε ότι οι νέοι δεν θα είχαν πρόβλημα αν μία αυταρχική διακυβέρνηση αναλάμβανε τις τύχες της χώρας. Αλλά κάτι τέτοιο δεν μας δείχνει και η εκλογή Τραμπ;
Το Ινστιτούτο Gallup επισημαίνει ότι αυτές οι τάσεις εκπορεύονται από την κοινωνική δικτύωση, τον χυλό με τις πληροφορίες που διοχετεύεται καθημερινά στα μυαλά των νέων και την, αναπόφευκτη, πόλωση του πολιτικού σκηνικού. Και εμείς εδώ τσεκάρουμε σχεδόν όλα τα κουτάκια με τις παθογένειες. Οι νέοι έχουν κάθε λόγο να απορρίπτουν ή να αμφισβητούν βασικούς πυλώνες του συστήματος, «χάνονται» στα social media, ενώ δεν διαθέτουν και την απαραίτητη ιστορική μνήμη, αλλά και παιδεία. Και όταν έχεις τριανταρίσει και ζεις με τους γονείς σου, όλα τα παραπάνω υψώνονται στο τετράγωνο, ενώ το πολιτικό σύστημα παρακολουθεί σε συνθήκες πόλωσης για τη διεκδίκηση της εξουσίας. Και η Ελλάδα είναι ένα κράτος που, για ευνόητους λόγους, η εξουσία αξίζει περισσότερο σε σχέση με άλλες χώρες. Ο έλεγχος είναι καχεκτικός και η αυθαιρεσία θεωρείται περίπου αναπόφευκτο κακό.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, μεγάλη συζήτηση το γκελ που κάνει η Ζωή ή η Λατινοπούλου στη νεολαία, ούτε και το μεγάλο ποσοστό αποχής από τις εκλογές. Και όταν ο δημόσιος λόγος είναι κενός ή μόνο καταγγελτικός, οι νέοι λογικά θα πάρουν τις αποστάσεις τους. Ναι, εντάξει, φταίνε οι πολιτικοί, το «σύστημα», τα πάντα. Μόνο που όταν αυτή η γενιά κάνει τη ψυχανάλυση της, ξέρετε που θα καταλήξει. Εκεί που καταλήγουν οι περισσότερες ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις. Φταίνε οι γονείς.