Τα πρώτα θύματα του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας
Διαβάζεται σε 4'
Οι πρώτοι που θα πληρώσουν το τίμημα του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας και οι “κερδισμένοι” της υπόθεσης.
- 13 Απριλίου 2025 18:55
Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει νέους, εξαντλητικούς δασμούς 145% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές κλιμακώνει ξανά τη σύγκρουση Ουάσινγκτον–Πεκίνου, επαναφέροντας το σενάριο ενός πλήρους εμπορικού πολέμου.
Πρώτοι που πληρώνουν το τίμημα: οι Αμερικανοί αγρότες.
Παρά το γεγονός ότι την περασμένη εβδομάδα ο Τραμπ πάγωσε την επιβολή αντίστοιχων «ανταποδοτικών» μέτρων σε άλλες χώρες, η Κίνα βρέθηκε στο στόχαστρο της εμπορικής του στρατηγικής. Η απάντηση του Πεκίνου ήταν άμεση, καθώς ανακοίνωσε ότι θα “πολεμήσει μέχρι τέλους”, ενώ την Παρασκευή προχώρησε σε σημαντική αύξηση των δασμών για αμερικανικές εισαγωγές.
Για να αναλυθεί ποια χώρα θα υποχωρήσει πρώτη, το CNN εστίασε στο βασικότερο εξαγωγικό προϊόν των ΗΠΑ προς την Κίνα, τη σόγια, με στόχο να διαπιστώσει εάν και πώς η ζήτηση αυτή θα μπορούσε να καλυφθεί από άλλες αγορές, τι κινδυνεύουν να χάσουν οι Αμερικανοί αγρότες και ποιες είναι οι ευρύτερες επιπτώσεις.
Οι δύο χώρες είναι βαθιά αλληλοεξαρτώμενες στον τομέα του εμπορίου, αν και η Κίνα εξάγει περίπου τριπλάσια προϊόντα στις ΗΠΑ σε σχέση με αυτά που εισάγει. Αυτό οδηγεί σε ένα σημαντικό εμπορικό έλλειμμα για τις ΗΠΑ, που αγγίζει σχεδόν τα 300 δισεκατομμύρια δολάρια υπέρ της Κίνας — ένα χάσμα που ο Τραμπ προσπαθεί να περιορίσει μέσω της επιβολής δασμών.
Πρόκειται για προϊόν στρατηγικής σημασίας για την κινεζική αγορά, κυρίως για ζωοτροφές. Ωστόσο, η αγορά αυτή φαίνεται να κλείνει και πάλι για τους Αμερικανούς αγρότες.
Η σόγια στο επίκεντρο
Η Κίνα εισάγει κυρίως αγροτικά προϊόντα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αιχμή τη σόγια, τους ελαιούχους σπόρους και τα δημητριακά. Η σόγια, που χρησιμοποιείται κυρίως για ζωοτροφή, είχε ήδη δεχθεί σοβαρό πλήγμα κατά την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, όταν ΗΠΑ και Κίνα συγκρούστηκαν σε προηγούμενο εμπορικό πόλεμο.
Τότε, το Πεκίνο επιχείρησε να διευρύνει τις πηγές προμήθειας αγροτικών προϊόντων, στρεφόμενο σε άλλες χώρες. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και σήμερα, καθώς το Πεκίνο επέβαλε νέο δασμό 125% σε όλα τα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα, μέτρο που αναμένεται να μειώσει σχεδόν στο μηδέν τις εισαγωγές σόγιας από τις ΗΠΑ.
Οι εξαγωγές σόγιας από τις ΗΠΑ προς την Κίνα υπόκεινται πλέον σε συνολικό δασμό 135% — 10% από τον Μάρτιο, συν το νέο 125% της Παρασκευής.
Η Βραζιλία κερδίζει έδαφος
Η Βραζιλία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σόγιας παγκοσμίως, είχε αναδειχθεί σε μεγάλο ωφελημένο του πρώτου εμπορικού πολέμου, με τις εξαγωγές της προς την Κίνα να αυξάνονται κατά 280% από το 2010. Αντίθετα, οι αμερικανικές εξαγωγές σόγιας έμειναν στάσιμες.
Τον Νοέμβριο του 2023 ο Σι Τζινπίνγκ επισκέφθηκε τη Βραζιλία, ενισχύοντας περαιτέρω τις διμερείς σχέσεις. Το 2024, πάνω από το 73% των εξαγωγών σόγιας της Βραζιλίας κατευθύνθηκε στην κινεζική αγορά.
Με τη φετινή σοδειά να αναμένεται σε επίπεδα-ρεκόρ, η Κίνα πιθανόν θα ενισχύσει τις εισαγωγές της τόσο από τη Βραζιλία όσο και από την Αργεντινή, η οποία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός σόγιας στον κόσμο — μετά τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία.
Οι επιπτώσεις για τους Αμερικανούς αγρότες
Κατά τον προηγούμενο εμπορικό πόλεμο, οι ζημιές στον αμερικανικό αγροτικό τομέα έφτασαν τα 27 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Σόγιας, με το 71% των απωλειών να αφορά αποκλειστικά τη σόγια.
Ακόμη και σήμερα, οι συνέπειες παραμένουν έντονες.
Οι περισσότεροι αγρότες που πλήττονται ζουν σε πολιτείες που στήριξαν τον Τραμπ στις εκλογές του 2024. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως από τις πολιτείες που παράγουν σόγια, μόνο το Ιλινόις (πρώτος παραγωγός σόγιας) και η Μινεσότα (τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός) τάχθηκαν υπέρ της Καμάλα Χάρις στις τελευταίες εκλογές.
Η Κίνα αναζητά νέους συμμάχους
Πάντως μετά και τις τελευταίες εξελίξεις η Κίνα προσπαθεί να διευρύνει τις εμπορικές της σχέσεις, πέρα από τη Νότια Αμερική.
Την Πέμπτη ανακοίνωσε πρόθεση συνεργασίας με τις χώρες της Ένωσης Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) για ενίσχυση της επικοινωνίας και του εμπορίου.
Παράλληλα, η κινεζική ηγεσία ήρθε σε επαφή με αξιωματούχους της ΕΕ, σε μια προσπάθεια επανεκκίνησης διαπραγματεύσεων για δασμούς, ανακούφιση στην εμπορική πίεση και συνεργασία σε τομείς όπως τα ηλεκτρικά οχήματα.