ΔΝΤ: Προειδοποιήσεις για χρηματιστηριακά “κραχ” από τις εμπορικές εντάσεις

Διαβάζεται σε 3'
A trader has his head in his hand on the floor of the New York Stock Exchange, Thursday, March 12, 2020. The stock market had its biggest drop since the Black Monday crash of 1987 as fears of economic fallout from the coronavirus crisis deepened. The Dow industrials plunged more than 2,300 points, or 10%. The vast majority of people recover from the new coronavirus. According to the World Health Organization, most people recover in about two to six weeks, depending on the severity of the illness. ()
Wall Street 2025 Richard Drew/AP Photo

Βαθαίνουν οι ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομία μετά την έκθεση – καμπανάκι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις καταστροφικές συνέπειες των εμπορικών εντάσεων, που μπορούν να οδηγήσουν σε κατάρρευση των αγορών.

Γεγονότα σημαντικού γεωπολιτικού κινδύνου, περιλαμβανομένων εμπορικών εντάσεων, μπορεί να προκαλέσουν μεγάλες διορθώσεις στις τιμές των μετοχών, αναφέρει σήμερα σε έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Αυτό με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει αστάθεια στις αγορές η οποία μπορεί να απειλήσει την οικονομική σταθερότητα, αναφέρει σε ένα κεφάλαιο από την επικείμενη έκθεσή του για την Παγκόσμια Οικονομική Σταθερότητα.

Το ΔΝΤ δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα γεγονότα, όπως οι σαρωτικοί δασμοί που ανακοίνωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ τις τελευταίες εβδομάδες. Σημειώνει ωστόσο πως μέτρα κινδύνου με βάση ειδήσεις, περιλαμβανομένων συγκρούσεων, πολέμων, τρομοκρατικών επιθέσεων, στρατιωτικών δαπανών και εμπορικών περιορισμών έχουν αυξηθεί απότομα από το 2022.

Σε ένα συνοδευτικό μπλογκ, το ΔΝΤ καλεί τους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς να κρατήσουν αρκετά κεφάλαια και ρευστότητα ώστε να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες απώλειες λόγω γεωπολιτικών κινδύνων, και να χρησιμοποιήσουν ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) και άλλες αναλύσεις προκειμένου να ταυτοποιήσουν και να διαχειριστούν τέτοιους κινδύνους.

Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ αναφέρει ότι η έρευνά του έδειξε πως γεγονότα μεγάλου κινδύνου όπως οι πόλεμοι, οι διπλωματικές εντάσεις ή η τρομοκρατία οδήγησαν σε πτώση μίας ποσοστιαίας μονάδας μηνιαίως κατά μέσο όρο των τιμών των μετοχών σε όλες τις χώρες, με τη μέση πτώση στις αναδυόμενες οικονομίες να φθάνει τις 2,5 ποσοστιαίες μονάδες.

Διεθνείς στρατιωτικές συγκρούσεις, όπως η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, ήταν τα πιο σημαντικά γεγονότα κινδύνου, ωθώντας προς τα κάτω τις αποδόσεις των μετοχών κατά μέσο όρο πέντε ποσοστιαίες μονάδες μηνιαίως, δύο φορές το επίπεδο άλλων γεγονότων γεωπολιτικού κινδύνου.

Το ΔΝΤ αναμένεται να δημοσιοποιήσει την πλήρη έκθεσή του κατά την εαρινή σύνοδο με την Παγκόσμια Τράπεζα την εβδομάδα που ξεκινάει στις 21 Απριλίου. Οι ανακοινώσεις του Τραμπ για δασμούς είναι πολύ πιθανό να κυριαρχήσουν στις εαρινές συναντήσεις.

H έκθεση αυτή έρχεται μία εβδομάδα μετά τις πιο σφοδρές αναταράξεις που είδε η Wall Street μετά την πανδημία της COVID-19 το 2020. Ο δείκτης ορόσημο Standard & Poor’s 500 έπεσε πάνω από 10% αφότου ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου, ενώ ο χρυσός έφθασε σε υψηλά ρεκόρ.

Έρευνα για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ έδειξαν ότι οι φόβοι για τον πληθωρισμό έφθασαν στο πιο υψηλό επίπεδο από το 1981, ενώ οικονομικοί θεσμοί προειδοποιούν για τον αυξανόμενο κίνδυνο ύφεσης.

Το ΔΝΤ αναφέρει επίσης ότι η οικονομική αβεβαιότητα αυξάνει τους λεγόμενους κινδύνους market tail -την πιθανότητα ακραίων, απρόβλεπτων απωλειών σε ένα επενδυτικό χαρτοφυλάκιο- που με τη σειρά τους ενισχύουν τον κίνδυνο κατάρρευσης των αγορών (χρηματιστηριακό “κραχ”).

Ανέφερε πως οι αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι ωθούν επίσης προς τα πάνω τα ασφάλιστρα κρατικού κινδύνου — τις τιμές για πιστωτικά παράγωγα που προστατεύουν από τη χρεοκοπία– και μπορούν να έχουν αντίκτυπο και σε άλλες οικονομίες μέσω του εμπορίου και οικονομικών συνδέσεων.

Στο συνοδευτικό μπλογκ, το ΔΝΤ εξέτασε τον αντίκτυπο των δασμολογικών ενεργειών ΗΠΑ-Κίνας από το 2018 έως το 2024, σημειώνοντας πως ορισμένες μεγαλύτερης κλίμακας ανακοινώσεις ώθησαν τις μετοχές σε χαμηλότερα επίπεδα και στις δύο χώρες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα