Τράπεζες: Μονόδρομος τα ομολογιακά Α/Κ για τους καταθέτες

Διαβάζεται σε 3'
Φωτογραφία αρχείου
Φωτογραφία αρχείου ISTOCK

Οι αποταμιευτές στρέφονται πλέον στα ομόλογα καθώς με την συγκεκριμένη επιλογή κλειδώνουν μία συγκεκριμένη μέση ετήσια απόδοση στη λήξη ανεξάρτητα από τι θα πράξει στο μέλλον η ΕΚΤ στο ζήτημα των επιτοκίων.

Στην επιλογή των ομολογιακών Αμοιβαίων Κεφαλαίων στρέφονται πλέον μαζικά οι καταθέτες καθώς συνειδητοποιούν ότι οι υψηλές αποδόσεις μέσω των προθεσμιακών καταθέσεων αποτελούν πλέον παρελθόν.

Τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν ότι «υπό τις παρούσες συνθήκες χαμηλών επιτοκίων το μόνο προϊόν με γνωστή εξ αρχής απόδοση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είναι τα ομόλογα. Οι αποταμιευτές, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, στρέφονται στα ομόλογα καθώς με την συγκεκριμένη επιλογή κλειδώνουν μία συγκεκριμένη μέση ετήσια απόδοση στη λήξη ανεξάρτητα από τι θα πράξει στο μέλλον η ΕΚΤ στο ζήτημα των επιτοκίων».

Στην αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων για τις καταθέσεις τους, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, προτείνουν στους πελάτες τους την λύση των ομολογιακών αμοιβαίων κεφαλαίων καθορισμένης διάρκειας, καθώς εμφανίζουν χαμηλό ρίσκο.  Με τα συγκεκριμένα καταθετικά – επενδυτικά προϊόντα οι αποταμιευτές μπορούν να επιλέξουν από ένα «μπουκέτο» ομολογιακών τίτλων οι οποίοι διακρατούνται μέχρι τη λήξη τους και έτσι μπορούν να υπολογίσουν με σχετική ασφάλεια την υπεραξία και την απόδοση της συγκεκριμένης επιλογής.

Το πόσο δημοφιλή έχουν καταστεί τους τελευταίους μήνες τα αμοιβαία κεφάλαια επιβεβαιώνεται και από τα ποσά που έχουν μεταφερθεί στο ενεργητικό τους από τους τραπεζικούς αποταμιευτικούς λογαριασμούς. Έτσι με την ολοκλήρωση του 2024  οι καθαρές εισροές σε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια ξεπέρασαν τα 4,5 δισ. ευρώ, ενώ στο πρώτο τετράμηνο της τρέχουσας χρήσης έχουν ήδη φτάσει τα 1,6 δισ. ευρώ.

Το ιστορικό

Μέχρι και τα μέσα της περυσινής χρονιάς οι τράπεζες προσέφεραν στις καταθέσεις προθεσμίας επιτόκια τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνούσαν ακόμη και το 2%. Επίσης διέθεταν προνομιακά προγράμματα για διάστημα μεγαλύτερο του έτους, με προσυμφωνημένη διάρκεια έως και 24 μήνες.

Ωστόσο, η ΕΚΤ από τον περασμένο Ιούνιου έχει μειώσει επτά φορές τους παρεμβατικούς της δείκτες, γεγονός που «βύθισε» τις αποδόσεις που μπορούν να κερδίσουν, χωρίς ρίσκο, οι αποταμιευτές. Αναπόφευκτα στο σύνολό τους οι τράπεζες προχώρησαν στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων που πρόσφεραν στους καταθέτες μέσω λογαριασμών προθεσμίας, ενώ αντίστοιχη πορεία κατέγραψε και το ετησιοποιημένο όφελος στα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου, καθιστώντας τους δύο πιο δημοφιλείς τύπους αποταμίευσης αποθαρρυντικούς.

Κάτω από 2% οι αποδόσεις των εντόκων

Ακόμη μεγαλύτερη είναι η υποχώρηση που έχει σημειωθεί στις αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων κρατικών τίτλων, που αποτέλεσαν την τελευταία διετία βασική επιλογή των καταθετών για την εξασφάλιση μίας υψηλής απόδοσης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις νέες εκδόσεις από το δεύτερο μισό του 2023 έως και την άνοιξη του 2024 οι αποδόσεις τους προσέγγισαν ακόμη και το 4%, επίπεδα πολύ κοντά στο επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ.

Πλέον όμως έχουν μειωθεί κατά 50% περίπου, με τις τάσεις να παραμένουν πτωτικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το Σεπτέμβριο του 2024 χάθηκε και το όριο του 3%, ενώ στις δημοπρασίες από τον περασμένο Φεβρουάριο, οι αποδόσεις κινήθηκαν λίγο πάνω από το 2%.

Η «κατηφόρα» συνεχίστηκε και στην τελευταία δημοπρασία εξάμηνου τίτλου αυτήν την εβδομάδα, όπου η απόδοση υποχώρησε κάτω και από το 2% καθώς διαμορφώθηκε σε 1,90%, σε συνέχεια της νέας μείωσης των δεικτών της ΕΚΤ στα μέσα Απριλίου.

Όπως μάλιστα επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη είναι η πρώτη φορά από το Σεπτέμβριο του 2022, που η απόδοση εντόκου γραμματίου υποχωρεί σε αυτά τα επίπεδα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα