ERRI DE LUCA: ΤΑ “ΑΓΡΑΦΑ” ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ, Η ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ “ΠΕΛΑΤΗΣ”
"Το να είσαι μόνος σε μια απεραντοσύνη κάνει καλό στην υγεία. Το να βρίσκεσαι χωρίς εγγυήσεις και βεβαιότητα κάνει καλό στο μυαλό". Μια συνέντευξη με τον σπουδαίο λογοτέχνη, Erri de Luca.
Πριν από σχεδόν μια δεκαετία, ένας συγγραφέας καλούσε σε κινητοποιήσεις για να μην κατασκευαστεί η γραμμή του τρένου υψηλής ταχύτητας που ενώνει Τορίνο και Λυών. Η γαλλική εταιρεία πίσω από το έργο, η Lyon Turin Ferroviaire, μήνυσε τον Erri De Luca και οι Ιταλοί εισαγγελείς απήγγειλαν κατηγορίες, αναφέροντας πως “υποκίνησε δημόσια τη διάπραξη εγκλημάτων και παραβιάσεων”.
Το έργο σιδηροδρομικής σύνδεσης βρήκε απέναντί του κατοίκους των περιοχών απ’ όπου θα περνούσε η γραμμή, οι οποίοι ανησυχούσαν για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις (σε αντιστοιχία με κινητοποιήσεις που έχουμε δει και σε άλλες χώρες της ΕΕ). Δεκάδες διανοούμενοι και δημοσιογράφοι, τοποθετήθηκαν υπέρ του de Luca και υπέρ του δικαιώματός του στην ελευθερία της έκφρασης. Η όλη υπόθεση, γιγάντωσε τη φήμη του. Παράλληλα, μαζί με τη δίωξη του συγγραφέα, ήρθε και η καταστολή εναντίον του κινήματος των ακτιβιστών για τη διάσωση των δασών. Τελικά, ο Erri De Luca αθωώθηκε. “Θα ήμουν παρών σε αυτή την αίθουσα, ακόμη κι αν δεν ήμουν εγώ ο συγγραφέας που κατηγορείται για υποκίνηση βίας. Πέραν από την αμελητέα προσωπική μου υπόθεση, θεωρώ την κατηγορία που διατυπώθηκε ως μια προσπάθεια φίμωσης των αντίθετων απόψεων. Επαναλαμβάνω τη θέση μου. Η γραμμή High Speed πρέπει να σταματήσει και να παρεμποδιστεί με κάθε τρόπο”, δήλωνε ο ίδιος ενώπιον της Δικαιοσύνης. Σύμφωνα δε με τον Ιταλικό Τύπο, την ώρα που είχαν αναβληθεί οι εκδικάσεις 6.000 άλλων υποθέσεων, η δίκη του de Luca και άλλων περιβαλλοντικών ακτιβιστών, έγιναν ως “πρώτη προτεραιότητα”.
Το κίνημα υποστήριξης που συγκροτήθηκε υπέρ του, φαίνεται πως έπαιξε ρόλο για την αθώωσή του. Το έργο που θεωρητικά θα ολοκληρωνόταν το 2030, έχει “κολλήσει”, με το κίνημα No Tav να συσπειρώνεται και να ετοιμάζεται για τις επόμενες μάχες, τις οποίες άλλωστε δίνει εδώ και 30 χρόνια. Για τη συγκεκριμένη γραμμή, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, σε έκθεση που δημοσιεύθηκε το 2020, προειδοποιούσε άλλωστε οπως οι εκπομπές CO₂ θα αντισταθμιστούν μόνο 25 χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας της εν λόγω γραμμής, και υπό την αίρεση ότι θα μειωνόταν παράλληλα η κυκλοφορία των οχημάτων (κάτι που δεν είναι δεδομένο). Για τα παραπάνω μιλούσε και μιλάει ο Erri De Luca, ένας συγγραφέας που δεν έχει αποσυνδέσει τον εαυτό του ποτέ, από την ταυτότητα του αλπινιστή και του ακτιβιστή (τη δεκαετία του ’90 οδηγούσε οχήματα ανθρωπιστικής βοήθειας κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στα Βαλκάνια). Η φύση άλλωστε, και η εξύμνηση της απλότητας, αποτελούν κεντρικό θέμα των βιβλίων του.
Στο τελευταίο του βιβλίο, “το Αδύνατο” που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κέλευθος, ένας έμπειρος ορειβάτης, που έχει τιμωρηθεί με πολυετή φυλάκιση για τη συμμετοχή του σε αντιεξουσιαστική οργάνωση, βρίσκεται στο ίδιο ορειβατικό μονοπάτι με τον πρώην συναγωνιστή του και καταδότη του. Και συμβαίνει το αδύνατο: Ο “προδότης” ανασύρεται νεκρός από το βάθος του γκρεμού.
Μέσα από τη διαδικασία μιας ανάκρισης ξεδιπλώνονται δύο διαφορετικές οπτικές της ηθικής, του αγώνα, της προδοσίας. Ανακριτής και κατηγορούμενος μάχονται καθένας για το δικό του Δίκαιο. Το Αδύνατο αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά έργα του Erri De Luca, διότι συνδυάζει την ιδιαίτερη λογοτεχνική γραφή του με τον πολιτικό του λόγο, κάτι που διέπει όλα τα έργα του. Τα αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι προφανώς, παραπάνω από εμφανή. Η υπόθεση του 2015, διαπερνά τις σελίδες του συγκεκριμένου βιβλίου, που θεωρείται ένα από τα πλέον ώριμα της σπουδαίας του καριέρας.
Μάλιστα, ένας Γερουσιαστής από την Ιταλική Κεντροαριστερά, είχε χαρακτηρίσει τον de Luca ως “απολίθωμα” μιας άλλης εποχής, εκείνης της βίας και τρομοκρατίας του 1970-80 όταν και είχε δολοφονηθεί ο Aldo Moro. Για τον de Luca όμως, δεν υπάρχει νοσταλγία. Υπάρχουν μόνο βασικές πεποιθήσεις, στις οποίες εδράζεται συλλήβδην η έννοια της Δημοκρατίας. Γι’ αυτό και το βιβλίο του είναι μια διαχρονική αλληγορία, ή αν θέλετε μια άχρονη αλληγορία, αφού θα μπορούσε να συμβεί στο παρελθόν, στο παρόν ή στο άμεσο μέλλον. Ο νεαρός δικαστής έρχεται σε αντιπαράθεση με τον ηλικιωμένο επαναστάτη με αιτία, αλλά έρχεται και αντιμέτωπος με τα δικά του στεγανά και στερεότυπα. Μέσα από τη Δίκη, προσπαθεί να κατανοήσει τα κίνητρα και να ανακατασκευάσει μια εποχή όχι και τόσο μακρινή. Η αμφισβήτηση της Δικαιοσύνης και του τρόπου λειτουργίας της, του συστήματος και των κυρίαρχων αντιλήψεων, βρίσκονται εδώ, ενώ οιι αναφορές στη φύση διανθίζουν τις αφηγήσεις.
Το Magazine συνομίλησε με τον βραβευμένο με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας συγγραφέα, λίγες ημέρες μετά την άνοδο της Τζόρτζια Μελόνι στην εξουσία της Ιταλίας. Το τέλειο timing, θα έλεγε κανείς.
“Σήμερα, οι πολιτικές δυνάμεις στην Ιταλία αδιαφορούν για το περιβάλλον. Η προεκλογική εκστρατεία δεν το θεώρησε θέμα επείγουσας σημασίας. Υπάρχει επομένως άρνηση του προφανούς και κλείσιμο στον δικό μας στενό τοπικό χώρο. Η πολιτική του κυριαρχισμού, η αποστασιοποίηση από τις παγκόσμιες θύελλες είναι πράξεις που δηλώνουν ανικανότητα κατανόησης και θέλησης, είναι εθελοτυφλία”, μας λέει ο ίδιος σχολιάζοντας την ιδεολογική δίωξη που υπέστη αλλά και τις τάσεις της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και τις προτεραιότητες που εκείνη θέτει.
Τον ρωτάμε αν νοσταλγεί την εποχή της Lotta Continua (ακροαριστερή ομάδα στην οποία μετείχε). “Δεν έχω το αίσθημα της νοσταλγίας. Δεν επιθυμώ να επιστρέψω σε κάποια προηγούμενη εποχή. Έχω παραμείνει πιστός στις αιτίες εκείνης της στράτευσης και έχω την πεποίθηση ότι η Συνέλευση είναι η έδρα της δημοκρατίας”, μας λέει.
Στο βιβλίο σας “Το αδύνατο” έχετε αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, τα οποία φαντάζομαι πως διαπερνούν και τις σελίδες άλλων έργων σας. Η συγγραφή είναι τελικά για εσάς μια αυτοψυχαναλυτική διαδικασία; Ποιες ανάγκες σας καλύπτει μέσα στο πέρασμα των χρόνων;
“Γράφω μετά από ξαφνικές ριπές της μνήμης. Δεν μπορώ να τη συμβουλευτώ όπως ένα αρχείο, αλλά συμβαίνει να θυμάμαι ξαφνικά κάποιον, κάτι. Τότε αρχίζω να γράφω για να δώσω διάρκεια σ’ αυτήν την ανάμνηση. Οι ιστορίες μας προέρχονται από τα γεγονότα της ζωής που διαδραματίστηκαν και μετά ξεχάστηκαν”.
Τα έργα σας αρκετές φορές διαδραματίζονται στα βουνά. Τι σας γοητεύει στον αλπινισμό και τη φύση των βουνών;
“Ανεβαίνω στο βουνό για να απομακρυνθώ από ένα σημείο εκκίνησης και να φτάσω στη μέγιστη απόσταση για εκείνη την ημέρα. Είναι μια μορφή απομόνωσης σ’ ένα περιβάλλον όπου η παρουσία μου είναι ασήμαντη. Το να είσαι μόνος σε μια απεραντοσύνη κάνει καλό στην υγεία. Το να βρίσκεσαι χωρίς εγγυήσεις και βεβαιότητα κάνει καλό στο μυαλό”.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα βιβλία του Ιταλού συγγραφέα έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες ενώ ο ίδιος έχει μάθει αρχαία ελληνικά, ρωσικά, αρχαία εβραϊκά κ.α. Τον ρωτάμε σχετικά με το τι τον έκανε να ασχοληθεί με την εκμάθηση τόσων γλωσσών.
Υπάρχει κάτι πανανθρώπινο που βγαίνει ως συμπέρασμα μέσα από το να μαθαίνει κανείς πολλές ξένες γλώσσες;
“Έμαθα γλώσσες από θαυμασμό προς κάποιους συγγραφείς. Μελέτησα τα ρωσικά για να διαβάσω τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα και τον Ισαάκ Μπάμπελ, τα γίντις για να διορθώσω το άδικο ενός αιώνα που τα καταδίκασε στη σιωπή με την εξόντωση. Τα αρχαία εβραϊκά για να ανατρέξω απ’ ευθείας στην πηγή του μονοθεϊσμού, τα σουαχίλι για εθελοντική εργασία στην Αφρική. Τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά τα μελέτησα στο σχολείο κι αυτό μου παρείχε τα εφόδια για να μάθω μόνος μου άλλες γλώσσες. Όπως για τον μουσικό που μαθαίνει διάφορα όργανα, οι νότες είναι οι ίδιες, η μουσική διαφέρει”.
Στο βιβλίο σας “Τα ψάρια δεν κλείνουν τα μάτια”, το αγόρι περιγράφει την αγάπη ως “επικίνδυνη”. Πώς μπορεί αν επιβιώσει ο άνθρωπος στον σύγχρονο κόσμο χωρίς αληθινή αγάπη; Μήπως η νίκη του συστήματος είναι αυτή η απομάκρυνσή μας από τον αλτρουισμό;
“Στις μέρες μας ο πολίτης έχει καταντήσει πελάτης. Ο πολίτης συμμετέχει σε μια κοινωνία, ο πελάτης είναι ένα κομμάτι της αγοράς που η αξία του υπολογίζεται με βάση την αγοραστική του δύναμη. Σήμερα, η υγεία και η δικαιοσύνη έγιναν υπηρεσίες που επιχορηγούνται από οργανισμούς. Όποιος λοιπόν έχει αγοραστική δύναμη μπορεί να τις απολαύσει, οι άλλοι δεν μπορούν. Κι όμως πρόκειται για την ισότητα των δικαιωμάτων πάνω στην οποία βασίζεται η δημόσια ζωή. Σήμερα υπάρχει ένα έλλειμμα του ανήκειν στην κοινωνία, ο ένας αισθάνεται απομονωμένος και χωρίς σύνδεση με τους άλλους όμοιούς του. Η αγάπη είναι ένα συναίσθημα που ενώνει τα άτομα αλλά δεν αρκεί για να αντικαταστήσει το αίσθημα του ανήκειν στο ευρύτερο σύνολο των συμπολιτών”.
Στο βιβλίο “Το Βάρος της Πεταλούδας” αφηγείστε τη μάχη ζωής ανάμεσα σε έναν γέρο κυνηγό και ένα γέρικο ζώο. Τη μάχη ανάμεσα στη ζωή και τη φθορά. Προσωπικά φοβάστε τη φθορά; Και πώς ξορκίζετε την υπαρξιακή αγωνία;
“Στην ηλικία μου με απασχολεί μόνο η κάθε μια μέρα και αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για κάθε μέρα που ξυπνάω. Ο φόβος δεν υπάρχει στα συναισθήματά μου. Ό,τι κι αν συμβεί καλούμαι να το αντιμετωπίσω και να αποδιώξω κάθε φόβο. Και από τη φύση μου δεν είμαι άνθρωπος αγχώδης, διαφορετικά δεν θα μπορούσα να σκαρφαλώσω σε πλαγιές και να παίξω με το κενό”.
Πώς κρίνετε τις βραβεύσεις της Ακαδημίας ως προς τα Νόμπελ Λογοτεχνίας; Θα ονειρευόσασταν μια δική σας αντίστοιχη βράβευση κάποια στιγμή;
“Τις επιλογές της ακαδημίας τις θεωρώ προτάσεις για ανάγνωση. Μερικές τις εκτίμησα γιατί μου έδωσαν την ευκαιρία να διαβάσω συγγραφείς που διαφορετικά θα αγνοούσα”.
Και μια τελευταία ερώτηση. Εδώ στην Ελλάδα συνηθίζουμε να λέμε πως μοιάζουμε πολύ με τους Ιταλούς. Εσείς τι λέτε; Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές έχουμε ως λαοί;
“Είμαστε μεσογειακοί λαοί. Εμείς πήραμε από εσάς τεράστια πολιτισμικά εναύσματα, για να αναφερθώ ενδεικτικά στη φιλοσοφία, το θέατρο, τη γλυπτική, τον γλωσσικό πλούτο, τη μυθολογία. Άλλωστε εγώ προέρχομαι από μια πόλη Νάπολη (Νέα Πόλη) που εσείς θεμελιώσατε. Χωρίς την Ελλάδα δεν νοείται η ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού”.
Ο συγγραφέας
Ο Έρρι ντε Λούκα γεννήθηκε στη Νάπολη το 1950. Συνιδρυτής της ακροαριστερής πολιτικής οργάνωσης Λότα Κοντίνουα (Συνεχής Αγώνας), συγγραφέας, μεταφραστής, ποιητής, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός. Βιοπορίστηκε κάνοντας διάφορα επαγγέλματα: οδηγός φορτηγού, εργάτης στη Φίατ, οικοδόμος, κ.ά.
Αλπινιστής με πολλές πρωτιές στην αγωνιστική αναρρίχηση, μεταφέρει στα βιβλία του το πάθος του για τα βουνά και τη φύση. Αυτοδίδακτος σε διάφορες γλώσσες: αρχαία εβραϊκά, σουαχίλι, ρωσικά, γίντις.
Έχει εκδώσει πάνω από 60 βιβλία, που έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Από τις εκδόσεις Κέλευθος κυκλοφορούν τα βιβλία του: Aceto Arcobaleno, Το βάρος της πεταλούδας, Τα ψάρια δεν κλείνουν τα μάτια, Είσαι δικός μου, εσύ, Φύση γυμνή, Η ιστορία της Ειρήνης και Το παιχνίδι της Χήνας. Το 2013 του απονεμήθηκε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας και χαρακτηρίστηκε από τον ιταλικό Τύπο «συγγραφέας της δεκαετίας».