Εκρηκτικό κοκτέιλ πληθωρισμού και φτώχειας – Στα “όρια” 3 εκατ. Έλληνες
Ο συνδυασμός του υψηλού πληθωρισμού με την εικόνα των εισοδημάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι περίπου 3 εκατομμύρια Έλληνες αντιμετωπίζουν το φάσμα του κοινωνικού αποκλεισμού.
- 26 Σεπτεμβρίου 2022 06:49
Σε ασφυκτικό κλοιό κινδυνεύει να βρεθεί σχεδόν το ⅓ των πολιτών, λόγω της εκρηκτικής πορεία των τιμών, που οδηγεί σε διαρκή συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης, αλλά και των χαμηλών εισοδημάτων χιλιάδων νοικοκυριών. Ειδικά, οι πλέον αδύναμοι που καλούνται σε ποσοστιαία βάση να δαπανήσουν συγκρικτικά πιο μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους, για βασικά αγαθά, σε σχέση με τους πιο εύπορους που ανάλωση εισοδήματος γίνεται και σε άλλους τομείς πέραν της διατροφής (ψυχαγωγία, υπηρεσίες κτλ), αντιμετωπίζουν οξύτατο πρόβλημα.
Ήδη, ο πληθωρισμός σταθερά παραμένει πάνω από το 11% ενώ υπενθυμίζεται ότι τον Αύγουστο, οι τιμές των τροφίμων και των μη αλκοολούχων ποτών αυξήθηκαν 13,2%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής μεγάλες ανατιμήσεις καταγράφονται σε σχέση με τον Αύγουστο του 2021 σε ψωμί και στα δημητριακά (+18,5%), σε κρέατα (+17,1%), σε αυγά και στα γαλακτοκομικά (+18%), σε έλαια και λίπη (25,5%), σε καφέ-κακάο-τσάι (12,5%), αλλά και σε φρούτα και λαχανικά 1,7% και 7,9% αντίστοιχα. Και βέβαια, ήδη, με βάση πληροφορίες από στελέχη της αγοράς υπάρχει πίεση από προμηθευτές για ανατιμήσεις σε βασικά είδη, (χαρτικά, τυροκομικά,άλευρα κτλ) που ξεπερνούν το 20% και σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν και το 35% σε συγκεκριμένους κωδικούς. Βασικά, δηλαδή, είδη κοστίζουν περισσότερο την ώρα που οι δείκτες φτώχειας στην Ελλάδα το 2021 έχουν πάρει την ανιούσα.
Η φτώχεια
Συγκεκριμένα με βάση την έκθεση Β΄ Τριμήνου 2022 που έδωσε την περασμένη εβδομάδα το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή αναφέρει ότι το ποσοστό του πληθυσμού της Ελλάδας που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2021 (με βάση τα εισοδήματα του 2020) ήταν 28,3% (περίπου 3 εκατ. άτομα), αυξημένο κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020 (27,4%), παρουσιάζοντας αύξηση για πρώτη χρονιά μετά το 2015 (32,4%).
Η αναφορά αυτή, μάλιστα, έγινε με βάση την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών της ΕΛΣΤΑΤ. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τις καταγραφές της Αρχής από το 2015 που ον δείκτης ήταν στο 32.4% καταγράφηκε μια σημαντική αποκλιμάκωση μέχρι το 2020, οπότε και έφτασε στο 27,4% του πληθυσμού.
Ο δείκτης
Να σημειωθεί ότι ο δείκτης κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι σύνθετος δείκτης που περιλαμβάνει το σύνολο των ατόμων που είτε βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας (ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα χαμηλότερο από το 60% του εθνικού διάμεσου) είτε αντιμετωπίζουν δριμεία υλική στέρηση, είτε διαβιούν σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας (τα ενήλικα μέλη εργάζονται έως 20% του συνολικού δυνητικού χρόνου εργασίας). Και βέβαια, τα στοιχεία αυτά βασίζονται στον αναθεωρημένο ορισμό για το Δείκτη Φτώχειας του πληθυσμού.
Όπως αναφέρθηκε ο δείκτης φτώχειας είναι σχετικός δείκτης και υπολογίζεται ως προς το 60% του διάμεσου ισοδύναμου συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος του νοικοκυριού, όπως αυτό προσδιορίζεται από την κλίμακα του ΟΟΣΑ, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των ενήλικων και ανήλικων μελών κάθε νοικοκυριού.
Το μέσο εισόδημα στην Ελλάδα
Υπενθυμίζεται ότι το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα για το 2021 (εισοδήματα του 2020) εκτιμήθηκε σε 17.089 ευρώ (17.263 ευρώ το 2020), ενώ το διάμεσο συνολικό ισοδύναμο διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών εκτιμήθηκε σε 8.752 ευρώ (8.781 ευρώ το 2020), επομένως, το κατώφλι της φτώχειας είναι 5.251 (5.269 ευρώ το 2020) ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και 11.028 ευρώ (11.064 ευρώ το 2020) για νοικοκυριά με 2 ενήλικες και 2 εξαρτώμενα ανήλικα παιδιά.
Επίσης, ο δείκτης υλικής και κοινωνικής στέρησης υπολογίζεται, σύμφωνα με τον αναθεωρημένο ορισμό στο πλαίσιο του προγράμματος “Ευρώπη 2030”, ως το ποσοστό ατόμων με σοβαρές υλικές και κοινωνικές στερήσεις, μετρώντας το ποσοστό του πληθυσμού που στερείται τουλάχιστον 7 από έναν κατάλογο 13 τυποποιημένων αγαθών και υπηρεσιών (Σύμφωνα με τον μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενο ορισμό του προγράμματος “Ευρώπη 2020” ο δείκτης μετρούσε το ποσοστό του πληθυσμού που στερούνταν τουλάχιστον 4 από 9 αγαθά και υπηρεσίες.).
Οι 13 τυποποιημένες υπηρεσίες και αγαθά είναι:
- πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως ενοίκιο, δόση δανείου ή λογαριασμοί ρεύματος/νερού κ.λπ.,
- πληρωμή μιας εβδομάδας διακοπών,
- διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας,
- αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών,
- δυνατότητα να διαθέτουν ΙΧ αυτοκίνητο,
- δυνατότητα για ικανοποιητική θέρμανση το χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι,
- δυνατότητα αντικατάστασης επίπλων που έχουν φθαρεί ή καταστραφεί,
- πρόσβαση στο διαδίκτυο,
- δυνατότητα αντικατάστασης φθαρμένων ρούχων με καινούρια,
- δυνατότητα να έχει δύο ζευγάρια υποδήματα,
- δυνατότητα να ξοδεύει χρήματα κάθε εβδομάδα για τον εαυτό του,
- δυνατότητα να συναντιέται με φίλους ή συγγενείς για καφέ/ποτό/γεύμα στο σπίτι τουλάχιστον μια φορά τον μήνα και
- δυνατότητα να συμμετέχει τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής με πληρωμή αντιτίμου.
Πιο ψηλά από την ΕΕ
Σε κάθε περίπτωση, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (28,3% με βάση τον αναθεωρημένο ορισμό στην Ελλάδα έναντι 22,0% στην Ευρωζώνη το 2021) και αυξάνεται το 2021 συγκρινόμενο με το 2020 (κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, από 28,9% το 2020 σε 29,5% το 2021 με βάση τον παλαιό ορισμό, ή κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες από 27,4% σε 28,3% με βάση τον νέο ορισμό).
Η “γεωγραφία” και οι αιτίες
Η αύξηση αυτή μπορεί να αποδοθεί στην κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε χαμηλή ένταση εργασίας (από 11,8% το 2020 σε 13,6% το 2021) και στην κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας (από 17,7% το 2020 σε 19,6% το 2021).
Στο επόμενο διάγραμμα παρουσιάζεται η εξέλιξη του ποσοστού του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη[2] από το 2015 (εισοδήματα του 2014) μέχρι το 2021 (εισοδήματα του 2020) υπολογισμένο με βάση τον ορισμό των προγραμμάτων “Ευρώπη 2020” και “Ευρώπη 2030”.
Ο ρόλος των κοινωνικών δαπανών και των συντάξεων
Ειδικά για τον κίνδυνο φτώχειας, που μετράει το ποσοστό των ατόμων με ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα χαμηλότερο από 60%, του εθνικού διάμεσου εισοδήματος, μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ πριν και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις.
Πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα) το ποσοστό είναι 48,2%, ελαφρώς βελτιωμένο σε σχέση με το προηγούμενο έτος (48,3%). Μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις το ποσοστό γίνεται 19,6% (17,7% το 2020), δηλαδή μειώνεται κατά 28,6 ποσοστιαίες μονάδες από τις οποίες, 5,1 οφείλονται στην καταβολή κοινωνικών επιδομάτων και 23,5 ποσοστιαίες μονάδες στις συντάξεις.
Τον χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι με 13,5% (13,0% για την ηλικιακή ομάδα 65+ το 2020) και τον υψηλότερο τα παιδιά με 23,7% (20,9% στις ηλικίες 0-17 το 2020), ενώ για την ηλικιακή ομάδα 18-64 το ποσοστό φτώχειας είναι 20,6% (18,4% το 2020).
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις