ΤΟ DÉJà VU ΤΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΚΑΙ Η “ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ” ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80…

Ορισμένα ιστορικά γεγονότα που οφείλει να θυμάται ο σημερινός Πρωθυπουργός από τη δεκαετία που έφερε μεγάλες αλλαγές στην χώρα.

Σε μια αποστροφή του λόγου του, κατά τη συνέντευξη που έδωσε στη ΔΕΘ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε: «Ξέρετε εγώ -όπως ενδεχομένως και κάποιοι από τους παρευρισκόμενους- έχουμε ενηλικιωθεί πολιτικά τη δεκαετία του ΄80. Λες και βλέπω ένα déjà vu ως προς την ένταση του λόγου. Μόνο που ο χρόνος, ξέρετε, δεν γυρνάει προς τα πίσω. Προς τα μπροστά πρέπει να πηγαίνουμε. Άρα νομίζω ότι αυτές οι εντάσεις και οι φραστικές υπερβολές και η αναζήτηση φαντασμάτων και ενός πολιτικού εχθρού που παραπέμπει στο παρελθόν δεν νομίζω ότι ταιριάζουν σε έναν νέο πολιτικό».

Ο πρωθυπουργός μιλούσε για τον Νίκο Ανδρουλάκη και για «την απόλυτη, κατηγορηματική, έντονη κριτική» που ασκεί στην κυβέρνηση. «Οι ψηφοφόροι του είναι πιο μπροστά από τον ίδιο», πρόσθεσε.

Αλήθεια, τι είναι αυτό που έκανε τον κ. Μητσοτάκη να κάνει ένα άλμα σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών, προσπαθώντας να «συνετίσει» τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ώστε να μην είναι τόσο «απόλυτος» στην κριτική του; Και γιατί τον «προειδοποιεί» ότι οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ δεν συμφωνούν μαζί του;

Για να απαντήσουμε, πρέπει να θυμίσουμε τι ήταν και τι δεν ήταν η δεκαετία του ’80:

  1. ‘Ηταν η δεκαετία που άλλαξε ο ρους των πολιτικών πραγμάτων στην Ελλάδα. Η συντηρητική μονοκρατορία, με κάποια ανούσια «διαλείμματα», έλαβε τέλος. Ένα κόμμα με μικρή ιστορία, μόλις εφτά ετών(1974-1981), ανέτρεψε τα έως τότε δεδομένα και έφερε στο πολιτικό και κοινωνικό προσκήνιο το «άλλο μισό» του ελληνικού λαού.

  2. Ναι, έχει δίκιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τότε είχαμε και «ένταση του λόγου» και «φραστικές υπερβολές». Αλλά δεν ήταν αυτά που καθόρισαν την πρωτοφανή επιτυχία εκείνου του εγχειρήματος του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου.

  3. Η επιτυχία αυτή -και η διάρκειά της- οφείλεται σε δύο παράγοντες. Πρώτον, στην επιθυμία της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος να ξεμπερδεύουμε, οριστικά και αμετάκλητα, με την, επί πολλές δεκαετίες μετά τον πόλεμο, μονοκομματική άσκηση της εξουσίας, με σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της Δεξιάς. Και, δεύτερον, η διάρκεια της επιτυχίας του ΠΑΣΟΚ οφείλεται και στο πολιτικό και κοινωνικό έργο που παρήχθη από τις κυβερνήσεις του.

  4. Στη δεκαετία του ’80 είχαμε(ενδεικτικά) ουσιαστική αναδιανομή του εισοδήματος, έτσι ώστε οι κατώτερες τάξεις «να δουν Θεού πρόσωπο». Είχαμε τον τερματισμό του ανώμαλου μετεμφυλιακού καθεστώτος με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, την οποία η ΝΔ χαρακτήριζε σαν «συγχωροχάρτι στα εγκλήματα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ». Είχαμε πλήθος (πραγματικών) μεταρρυθμίσεων και όχι σαν αυτές που κάνουν σήμερα η κυρία Κεραμέως και ο κ. Χατζηδάκης. Το εισόδημα προστατευόταν από τον πληθωρισμό, καθιερώθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, η ισότητα και ισονομία απέκτησαν ουσιαστικό περιεχόμενο, το Οικογενειακό Δίκαιο αναμορφώθηκε.

Τι δεν ήταν η δεκαετία του ’80;

. Δεν ήταν άχρωμη πολιτικά. Οι πολιτικές αντιθέσεις ήταν πραγματικές, υπήρχαν και οι περίφημες «διαχωριστικές γραμμές».

. Τότε ήταν αδιανόητο οι βασικοί πολιτικοί αντίπαλοι, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, να συγκυβερνήσουν συμφωνώντας στις βασικές αρχές της πολιτικής, όπως έγινε το 2011-2014.

.Τότε ήταν αδιανόητο ένας υπουργός να πει κυνικά «όσοι δεν προσαρμόζονται πεθαίνουν» και να εξακολουθεί να υπουργεύει, όπως σήμερα ο κ. Πέτσας.

Όλα αυτά εξηγούν γιατί στη συλλογική μνήμη η δεκαετία του ’80 έχει καταγραφεί ως η καλύτερη της Μεταπολίτευσης.

Α, λοιπόν, ο Κυριάκος Μητοτάκης μιλώντας για «déjà vu» της δεκαετίας του ’80, εννοεί μόνο την «ένταση του λόγου», δεν έχει σχεδόν τίποτα να φοβάται. Μπορεί ο κ. Τσίπρας να αποκαλεί τη διακυβέρνησή του «εφιάλτη» και ο κ. Ανδρουλάκης να καταγγέλλει το «παρακράτος» των παρακολουθήσεων, αλλά από μόνα τους αυτά δεν αρκούν. Ουδείς θα τον καταψηφίσει(μόνο)γι’ αυτά, ψηφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ ή ΠΑΣΟΚ.

Αν ο πρωθυπουργός εννοεί ότι, πέρα από τον οξύ πολιτικό λόγο, μπορεί να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων μέσω(νέων) συμμαχιών, τότε υπάρχει πραγματικός λόγος να ανησυχεί.

Τι συμβαίνει τα τελευταία χρόνια; Το κόμμα που κυριάρχησε στη δεκαετία του ’80, το ΠΑΣΟΚ, έχασε τον πολιτικό του μπούσουλα. Το 2009 φορτώθηκε μόνο του όλο το βάρος της χρεοκοπίας. Και στη συνέχεια συγκυβέρνησε με τον άλλοτε βασικό πολιτικό του αντίπαλο, τη ΝΔ(2011-2014), γεγονός που το οδήγησε σε εκλογικές συντριβές με μονοψήφια ποσοστά. Έκτοτε έδινε την εντύπωση-πάντως έτσι το έβλεπαν στη ΝΔ-ότι ο μόνος ρόλος που του έχει απομείνει είναι να αποτελέσει ξανά κυβερνητικό εταίρο για τη ΝΔ, αν ο κ. Μητσοτάκης δεν καταφέρει να πάρει αυτοδυναμία.

Τι συμβαίνει εδώ κι μερικούς μήνες; Η αποκαλυφθείσα παρακολούθησή του από την ΕΥΠ υποχρέωσε τον κ. Ανδρουλάκη να κόψει τις γέφυρες με τη ΝΔ. Γι’ αυτό και σήμερα ο κ. Μητσοτάκης φοβάται-και το δείχνει- ότι δεν θα έχει κυβερνητικό συνεταίρο μετά τις εκλογές, αν χρειαστεί. Και γι’ αυτό «προβοκάρει» τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, λέγοντας στους ψηφοφόρους του ότι «συμπορεύεται με τον Τσίπρα». Ο κ. Ανδρουλάκης αμύνεται με το σύνθημα «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας».

Εδώ είναι η ειδοποιός διαφορά του σήμερα με τη δεκαετία του ’80. Τότε θα ήταν αδιανόητο ακόμα και να σκεφθεί κανείς να σκεφθεί το ενδεχόμενο το ΠΑΣΟΚ να συγκυβερνήσει με τη ΝΔ. Ακόμα και μετά την πολιτική θύελλα του ’89, όταν η ΝΔ και ο ενιαίος Συνασπισμός παρέπεμψαν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, ο Ανδρέας έκανε «μονομέτωπο»(κατά της ΝΔ) αγώνα. Γνώριζε ότι για να επανέλθει στην κυβέρνηση χρειαζόταν να πάρει μαζί του και μεγάλο κομμάτι της ευρείας Αριστεράς. Και το κατάφερε πάλι στις εκλογές του 1993. Λίγο πριν γίνουν oι εκλογές αυτές, σε συνέντευξη που μου είχε δώσει για την «Ελευθεροτυπία», είχε πει χαρακτηριστικά: «Εγώ βάζω το ’89 στην μπάντα».


Τέτοιο déjà vu σήμερα δεν υπάρχει. Ο κ. Ανδρουλάκης προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Αν το σκάνδαλο των υποκλοπών επιδράσει τόσο καταλυτικά ώστε ο σημερινός «διμέτωπος» να γίνει «μονομέτωπος», τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ανησυχήσει πραγματικά.

Μολονότι έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια, η δεκαετία του ’80 μπορεί να είναι μια «επικίνδυνη» δεκαετία, αν κάποιοι από τους «κανόνες» που έφερε επανέλθουν την πολιτική ζωή…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα