ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΙΓΛΗ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ;
Ολυμπιακοί αγώνες και TV, μια παράλληλη πορεία γεμάτη συμφωνίες εκατομμυρίων και τεχνολογικές καινοτομίες. Διαβάστε στο Magazine την εξέλιξη των "ολυμπιακών" τηλεοπτικών μεταδόσεων τα τελευταία 85 χρόνια, από το 1936 και το Βερολίνο, μέχρι το 2021 και το Τόκιο.
Η 32η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων βρίσκεται εδώ και μέρες σε εξέλιξη και μεταδίδεται μέσα από το τηλεοπτικό σήμα σε κάθε γωνιά του πλανήτη, με αριθμούς τηλεθεατών που μετριούνται σε δις. Το σημαντικότερο αθλητικό ραντεβού στον κόσμο έχει αναπτύξει εδώ και πολλές δεκαετίες μια άρρηκτη σχέση δέσμευσης με την τηλεόραση, η οποία εξελίχθηκε σε μια αμφίδρομη πραγματικότητα πολλαπλών απαιτήσεων, που με τη σειρά τους οδήγησαν στην τεχνολογική απογείωση των μεταδόσεων, με συνεχείς προσθήκες και καινοτομίες σε κάθε πιθανό επίπεδο, σε μια αέναη προσπάθεια βελτίωσης του τηλεοπτικού προϊόντος, το οποίο στην ουσία έχει γίνει ένα και το αυτό με την ίδια την έννοια των αγώνων.
Η αμφίδρομη αυτή σχέση, είναι ιδιαζόντως απλή και λειτουργική. Από τη μία, τα τηλεοπτικά δικαιώματα, τα οποία διαχειρίζεται η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, αποτελούν τη μεγαλύτερη φανερή πηγή εσόδων για τους αγώνες. Τα ποσά είναι τεράστια και συνεχώς αυξάνονται. Οπότε, από την άλλη, η απαίτηση είναι μια και απολύτως ξεκάθαρη: όσο το δυνατόν πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα στην ποιότητα και την ποικιλία τρόπων προσέγγισης και αξιοποίησης της τεχνολογίας, έτσι ώστε η παρουσίαση του προϊόντος να είναι η καλύτερη δυνατή. Δε θα ήταν καθόλου υπερβολικό λοιπόν, να υποστηρίξει κάποιος ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε βάθος σχεδόν εννιά δεκαετιών (από το 1936 μέχρι σήμερα), έχουν αποτελέσει το μεγαλύτερο “υποχρεωτικό κίνητρο” συνεχούς βελτίωσης και αναβάθμισης στη γενικότερη έννοια της τηλεοπτικής μετάδοσης.
TV & ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ, ΜΙΑ ΑΜΦΙΔΡΟΜΗ ΣΧΕΣΗ
Είναι δε, τόσες πολλές και διαφορετικές οι εφαρμογές των καινοτομιών που κάνουν όλα αυτά τα χρόνια την εμφάνισή τους σε κάθε καινούργια διοργάνωση, που άνετα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κάθε ξεχωριστή Ολυμπιάδα (κάθε τετραετία δηλαδή που μεσολαβεί ανάμεσα στους αγώνες) αποτελεί εγγύηση για ακόμα περισσότερες – στην πλειοψηφία τους εντυπωσιακές – αλλαγές ή προσθήκες στην έρευνα, τον σχεδιασμό, την αποτύπωση, την ολοκλήρωση και τελικά την εφαρμογή στο αγωνιστικό δεκαπενθήμερο των Ολυμπιακών. Και βέβαια, όλο αυτό το τεχνολογικό “know how”, γίνεται με τη σειρά του πυξίδα για το γενικότερο τηλεοπτικό τοπίο σε έναν ορίζοντα τόσο μεγάλο, που καθιστά αυτόματα τη σχέση τηλεόρασης και Ολυμπιακών Αγώνων τη σημαντικότερη σε ό,τι αφορά την ίδια την εξέλιξη.
Η τεχνολογία βέβαια προχωράει με τέτοιους αλματώδεις ρυθμούς, που είναι ικανή να προσπεράσει ακόμα και αυτή την ίδια τη σχέση που δημιούργησε ανάμεσα στους αγώνες και την τηλεόραση, αφού οι δυνατότητες παρακολούθησης των Ολυμπιακών (και όχι μόνο) ξεπερνούν τις ίντσες της παραδοσιακής τηλεοπτικής οθόνης και μπορούν να χωρέσουν πλέον σε άλλες, πιο μικρές, αλλά και πιο εύχρηστες, όπως αυτές ενός κινητού, ενός tablet ή ενός laptop. Παρόλα αυτά, τουλάχιστον προς το παρόν (και σίγουρα στο άμεσο μέλλον), η ναυαρχίδα σε παγκόσμια κλίμακα, σε ό,τι αφορά έναν συμπαγή και οπωσδήποτε τεράστιο πυρήνα όσων βλέπουν τους αγώνες, παραμένει η τηλεόραση, οπότε εκεί εστιάζεται και η μεγαλύτερη προσοχή κάθε εταιρείας που ψάχνει καινούργιους τρόπους για να συνδυάσει το εντυπωσιακό με το πρακτικό, με έναν όλο και πιο εξειδικευμένο τρόπο τηλεοπτικής κάλυψης, ικανοποιώντας παράλληλα κάθε πιθανή επιθυμία του τηλεθεατή για άμεση, ποιοτική και περιεκτική ενημέρωση.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ
Σε όλη αυτή την πορεία των ογδονταπέντε χρόνων, οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν, είναι αμέτρητες σε κάθε επίπεδο. Οι κάμερες, οι ταχύτητες, οι εικόνες, τα καρέ, τα μηχανήματα, οι κονσόλες, οι γνώσεις του ανθρώπινου δυναμικού, τα μικρόφωνα, τα μεγάφωνα, οι φακοί, τα χρονόμετρα, οι λήψεις, οι τρόποι της μετάδοσης, η μεταφορά του υλικού, όλα αυτά και πολλά περισσότερα, εξελίχθηκαν με μια πρωτόγνωρη λογική βελτίωσης, που βασικός της μοχλός κίνησης ήταν απλά και μόνο οι απαιτήσεις των αγώνων και της ΔΟΕ. Αυτό από μόνο του, μας λέει πάρα πολλά για την ευεργετική επίδραση που είχαν (και συνεχίζουν να έχουν) οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην τελειοποίηση και ανάπτυξη της ποιότητας στον χώρο της τηλεόρασης.
Όχι μόνο ως τεχνολογική προσπάθεια (της οποίας τα αποτελέσματα έτσι κι αλλιώς είναι τουλάχιστον εντυπωσιακά), αλλά και ως συνολικότερη θεώρηση της τεχνικής υποστήριξης και της δημοσιογραφικής παρουσίας πίσω και μπροστά από τις κάμερες. Πριν την εμφάνιση της τηλεόρασης, το βασικό τρίπτυχο πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η ενημέρωση των Ολυμπιακών, ήταν το ραδιόφωνο, οι φωτογραφίες και ο γραπτός τύπος. Κανένα όμως από αυτά τα τρία μέσα δεν μπορούσε να αποδώσει πιστά την αίσθηση της κίνησης ενός αθλητή. Μόνο ο κινηματογράφος είχε αυτή την “πολυτέλεια” και αν και πρόκειται για απλή σύμπτωση, το σινεμά και οι πρώτοι σύγχρονοι αγώνες “γεννήθηκαν” ακριβώς την ίδια εποχή (1895 το σινεμά, 1896 οι Ολυμπιακοί της Αθήνας).
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ 1936
Η παρθενική φορά όμως που στην εξίσωση εμφανίστηκε η τηλεόραση, σε τελείως πειραματική μορφή, ήταν το 1936. Χρησιμοποιήθηκαν τρεις εικονοσκοπικές κάμερες και ένα κλειστό κύκλωμα προβολής σε 25 αίθουσες, στις οποίες προβλήθηκαν 138 συνολικά ώρες από το πρόγραμμα των αγώνων και τις οποίες παρακολούθησαν 138.000 θεατές. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν Ζέπελιν τα οποία μετέφεραν τις μπομπίνες με τα φιλμ στις Ηνωμένες Πολιτείες! Πάντως, οι Ολυμπιακοί του ’36 έγιναν πλατιά γνωστοί μέσα από το φιλμ “Olympia” της Λένι Ρίφενσταλ. Οι τηλεοπτικές μεταδόσεις του 1936 εμπλουτίστηκαν και με τα αποτελέσματα των αγώνων επί της οθόνης. Από το 1928, στο Άμστερνταμ, είχαμε μετρήσεις μέσα από κινηματογραφικές μηχανές που η ανάλυσή τους έφτανε μέχρι το 1/100 του δευτερολέπτου.
Οι Γερμανοί τεχνικοί κατάφεραν να ενσωματώσουν στην εικόνα τους τελικούς χρόνους, δίνοντας έτσι μια ολοκληρωμένη παρουσίαση στον τηλεθεατή, ο οποίος πλέον δε χρειαζόταν να ψάξει τα αποτελέσματα στον γραπτό τύπο ή να περιμένει να τα ακούσει από το ραδιόφωνο. Το Τόκιο, που είχε αναλάβει τη διοργάνωση του 1940, δούλεψε πολύ πάνω στη βελτίωση της τηλεοπτικής κάλυψης, όμως τελικά οι αγώνες αυτοί δεν έγιναν ποτέ λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Φτάνοντας στο 1948 και το Λονδίνο, βρίσκουμε την πρώτη σοβαρή προσπάθεια για τηλεοπτική μετάδοση σε Ολυμπιακούς. Ήδη μέσα στη δεκαετία του ’40, η τεχνολογία της τηλεόρασης είχε αναπτυχθεί γρήγορα.
ΤΟ “HIGH DEFINITION” ΤΟΥ 1948
Οι εικονοσκοπικές κάμερες είχαν αντικατασταθεί από τις σαφώς πιο εξελιγμένες CPS Emitron (ένα είδος σούπερ-εικονοσκοπικής), οι οποίες διέθεταν βάσεις με τρεις ενσωματωμένους φακούς, κάτι που διευκόλυνε πολύ τη δουλειά των χειριστών της, αν και συνέχιζαν να είναι πολύ βαριές. Οι Βρετανοί χρησιμοποίησαν ένα σύστημα που είχε κατασκευάσει η ΕΜΙ και το οποίο ονομαζόταν 405-line για μονοχρωματική, αναλογική τηλεόραση. Το BBC είχε χρησιμοποιήσει το εν λόγω σύστημα για πρώτη φορά το 1936 και ήταν το “high definition” της εποχής. Το τηλεοπτικό δίκτυο του BBC αριθμούσε το 1948 περίπου 80.000 δέκτες , οι μεταδόσεις που έγιναν ήταν μαγνητοσκοπημένες και υπολογίζεται ότι τις παρακολούθησαν πάνω από μισό εκατομμύριο τηλεθεατές, προφανώς μόνο εντός Μεγάλης Βρετανίας.
Το ίδιο σύστημα με εκείνο του 1948, χρησιμοποιήθηκε και στις δυο επόμενες διοργανώσεις, στο Ελσίνκι το 1952 και στη Μελβούρνη το 1956. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις, οι μεταδόσεις περιορίστηκαν εντός συνόρων, με μια όμως σημαντική καινοτομία. Ποια ήταν αυτή; Οι διοργανωτές έφτιαχναν αντίγραφα από τις μπομπίνες που γύριζαν, μόνο με την εικόνα και τις έστελναν στο εξωτερικό, όπου οι τοπικές τηλεοράσεις είχαν τη δυνατότητα να γράψουν πάνω στις αυθεντικές ταινίες τη δική τους περιγραφή και να τις παρουσιάσουν στο δικό τους κοινό. Παράλληλα, τόσο στο Ελσίνκι, όσο και στη Μελβούρνη, είχαμε τις πρώτες προσπάθειες διαπραγμάτευσης με μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα σε Ευρώπη και Αμερική, για την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων.
Η OMEGA ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ PHOTO-FINISH
Οι συζητήσεις ναυάγησαν λόγω διαφωνιών στα ποσά που ζητούσαν οι διοργανώτριες χώρες, όμως μπήκαν οι βάσεις για μια καινούργια “φιλοσοφία” που ξεκινούσε να αναπτύσσεται δειλά, αλλά κάνοντας απόλυτα φανερές τις προθέσεις της: η τηλεοπτική μετάδοση μετέτρεπε τους αγώνες σε προϊόν, άρα έπρεπε να ξεκινήσει η εμπορική του διάθεση, κάτι που επέβαλλε ακόμα περισσότερο τη βελτίωσή του, με σκοπό να κερδηθούν όσο το δυνατόν πιο συμφέροντες όροι. Ήδη πάντως, οι καινοτομίες διαδέχονταν η μια την άλλη. Από το Λονδίνο, το 1948, είχαμε τη συνεργασία των τηλεοπτικών μεταδόσεων με την OMEGA, μέσα από την οποία προέκυψε ένας “σταθμός” στην ιστορία των τηλεοπτικών μεταδόσεων των Ολυμπιακών αγώνων.
Η ελβετική εταιρεία συνέδεσε το πιστόλι του αφέτη με ηλεκτρικό αισθητήρα (για τις άκυρες εκκινήσεις) και εισήγαγε για τους τερματισμούς ένα περίπλοκο για την εποχή του σύστημα φωτογράφησης των αθλητών με πολλαπλά καρέ και μεγάλη ανάλυση, το γνωστό μας photo-finish. Στη Μελβούρνη (1956) είχαμε για πρώτη φορά έγχρωμα φιλμ, αν και οι εφαρμογές για την τηλεόραση περιορίζονταν ακόμα στο ασπρόμαυρο με τις περίφημες κάμερες Arriflex. Εν τω μεταξύ, πέρα από τον τηλέγραφο και το τηλέφωνο, έκανε την εμφάνισή του το τέλεξ, το οποίο διευκόλυνε πολύ τις επικοινωνίες και είχε άμεση σχέση με την εξέλιξη της μεταφοράς των εικόνων, αφού τα συστήματα του photo-finish συνδέθηκαν μαζί του, μεταφέροντας μαζί με τις εικόνες, και την τελική κατάταξη, την οποία τα ξένα τηλεοπτικά δίκτυα ενσωμάτωναν στις δικές τους μπομπίνες.
ΔΕΚΑΕΤΙΑ ’60, Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Μπαίνοντας στη δεκαετία του ’60, συνέβη μια μεγάλη αλλαγή, η οποία άλλαξε σε τεράστιο βαθμό τα τεχνολογικά δεδομένα και μοιραία συμπαρέσυρε μαζί της και την τηλεοπτική κάλυψη αρχικά των Ολυμπιακών αγώνων και στη συνέχεια όλων των ζωντανών μεταδόσεων, είτε αθλητικών, είτε όχι. Η αλλαγή αυτή ήταν η είσοδος στην ηλεκτρονική εποχή. Τα επακόλουθα ήταν άμεσα και οριοθέτησαν το πραγματικό ξεκίνημα της αμφίδρομης και απόλυτα εξαρτώμενης σχέσης των Ολυμπιακών με την τηλεόραση. Η υλικοτεχνική υποστήριξη έλυσε αμέτρητα πρακτικά προβλήματα και πρόσφερε ποικίλες λύσεις στο ανθρώπινο δυναμικό, που πλέον άρχιζε να νιώθει πρωταγωνιστής μέσα σε ένα περιβάλλον τεχνολογικής υπεροχής, το οποίο μπορούσε άνετα να πετύχει τα δυο βασικά ζητούμενα: ταχύτητα και ποιότητα.
Σε ό,τι αφορά την παραγωγή τηλεοπτικών μεταδόσεων, το μαγνητοσκόπιο αντικατέστησε το κινητοσκόπιο, κάτι που ουσιαστικά σήμαινε ότι η μετάδοση μπορούσε πλέον να είναι 100% ζωντανή. Οι εταιρίες κατασκευής τηλεοράσεων εκμεταλλεύθηκαν τη νέα τεχνολογία των τρανζίστορ και μπόρεσαν να κατασκευάσουν νέους δέκτες, σαφώς πιο λειτουργικούς από τους παλιούς και – το κυριότερο – πιο φτηνούς σε μια πρωτόγνωρη μαζική παραγωγή, που αύξησε κατακόρυφα των αριθμό των συσκευών σε παγκόσμια κλίμακα, κυρίως όμως στην Αμερική και την Ευρώπη. Έτσι λοιπόν, το 1960, στη Ρώμη, όλα ήταν έτοιμα για ένα σημαντικό βήμα προς τα μπροστά. Για πρώτη φορά οι τηλεοπτικές μεταδόσεις ξεπέρασαν τα εθνικά σύνορα, αφού οι αγώνες μεταδόθηκαν ζωντανά σε 18 ευρωπαϊκές χώρες (και μαγνητοσκοπημένα στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ιαπωνία).
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΑΛΥΨΗ ΤΟ 1964 ΣΤΟ ΤΟΚΙΟ
Και τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1964 στο Τόκιο, είχαμε τη διπλή επανάσταση: ζωντανή κάλυψη πλέον σε ολόκληρο τον κόσμο, λόγω της χρήσης για πρώτη φορά δορυφόρων για τη σύνδεση του σήματος και παρθενική εμφάνιση της έγχρωμης εικόνας! Δεν είναι τυχαίο ότι η διοργάνωση του Τόκιο πήρε την προσωνυμία “TV Olympics”. Οι αγώνες μεταδόθηκαν ζωντανά στις ΗΠΑ μέσω του Syncom 3 (τεχνητού δορυφόρου γεωσύγχρονης τροχιάς) και αντίστοιχα στην Ευρώπη μέσω του Relay 1. Οκτώ από τα αθλήματα μεταδόθηκαν με έγχρωμη εικόνα (αν και μόνο εντός Ιαπωνίας), ανάμεσά τους το τζούντο, το βόλεϊ και η γυμναστική, χρησιμοποιώντας ένα νέο έγχρωμο σύστημα μετάδοσης της Toshiba.
Ήταν και η πρώτη φορά που μεταδόθηκαν με χρώμα οι τελετές έναρξης και λήξης, ενώ οι αγώνες του 1964 σηματοδότησαν μια ακόμα πολύ σημαντική αλλαγή, που με τη σειρά της επηρέασε σε τεράστιο βαθμό και την ίδια την τηλεόραση. Το πλαίσιο της θεματολογίας των Ολυμπιακών έπαψε να είναι αυστηρά ενημερωτικό και άρχισε να αποκτάει ψυχαγωγική ταυτότητα. Η στροφή αυτή ολοκληρώθηκε και επίσημα το 1968 στο Μέξικο Σίτι. Την πρώτη διοργάνωση όπου όλη η κάλυψη έγινε δορυφορικά και με έγχρωμη εικόνα, πλέον σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν το σημείο-καμπή που οριοθέτησε τη νέα εποχή των τηλεοπτικών μεταδόσεων, έτσι όπως τις ξέρουμε μέχρι σήμερα στο γενικό τους περίγραμμα (αφού οι αλλαγές συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια όπως θα δούμε παρακάτω).
ΖΩΝΤΑΝΗ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΘΟΝΗ
Η διοργάνωση του 1968 έφερε πολλές καινοτομίες και δημιούργησε νέα ρεκόρ. Για πρώτη φορά ο συνολικός αριθμός όσων παρακολούθησαν τους αγώνες, ξεπέρασε το μισό δις, ενώ άρχισε να κλείνει φανερά η ψαλίδα ανάμεσα στις χώρες που εκπροσωπούνταν στους Ολυμπιακούς και στις χώρες που τους μετέδιδαν. Δηλαδή, στο Μεξικό, είχαμε συμμετοχές αθλητών από 112 κράτη και τηλεοπτικό σήμα σε 70 από αυτά. Αυτή η διαφορά, από εκείνο το χρονικό σημείο και μετά, θα μειωνόταν συνεχώς, μέχρι να φτάσουμε στην πλήρη αντιστροφή. Το σύστημα που χρησιμοποιήθηκε το 1968, ήταν το Intelsat, με τον πειραματικό δορυφόρο της NASA, ATS-3. Για πρώτη φορά το σήμα μετατράπηκε σε PAL, ώστε να εξυπηρετηθούν οι ευρωπαϊκές χώρες.
Επίσης, ήταν οι πρώτοι αγώνες, στους οποίους κάθε αθλητής μετρήθηκε ή χρονομετρήθηκε αυτόματα και ηλεκτρονικά. Η OMEGA με το καινούργιο της σύστημα, Omegascope, έδωσε την ευκαιρία στους τηλεθεατές να βλέπουν ζωντανά στην οθόνη τους την εξέλιξη του χρόνου, συγχρόνως με την εξέλιξη της κούρσας. Το Omegascope, τελείως επαναστατικό για την εποχή του, αποτελείτο από ένα ειδικό πιστόλι για τον αφέτη, μια βάση με φωτοκύτταρα στον τερματισμό, ένα φωτογραφικό χρονόμετρο, ένα συγχρονισμένο ρολόι και ένα ψηφιακό χρονόμετρο συνδεδεμένο με μια κάμερα για την αναπαραγωγή των εικόνων στην τηλεόραση.
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ ΣΤΟ REPLAY
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Μόναχο, είχαμε για πρώτη φορά τη χρήση της φορητής έγχρωμης κάμερας, που με το μικρό της βάρος (σε σχέση πάντα με τις σταθερές ασπρόμαυρες, ασήκωτες κάμερες) έκανε πολύ πιο εύκολη τη μετακίνηση των κάμεραμεν στη διάρκεια του αγώνα, είτε μέσα στα στάδια, είτε έξω από αυτά, σε οποιοδήποτε άλλο ανοιχτό χώρο διεξάγονταν αγωνίσματα. Άλλη μια πολύ σημαντική τεχνολογική προσθήκη, ήταν η παρουσία της κάμερας-ρομπότ, ειδικά στις περιπτώσεις που αυτές κινούνταν πάνω σε ράγες στη διάρκεια των σπριντ. Το 1972 αλλά και το 1976 στο Μόντρεαλ, τελειοποιήθηκαν οι συνδέσεις μέσω δορυφόρου, που ήταν σίγουρα το σημαντικότερο βήμα, ώστε το σήμα να φτάνει αμέσως και δίχως προβλήματα σε κάθε άκρη του κόσμου.
Μέχρι το 1980 είχε ολοκληρωθεί το σύστημα σύζευξης του τηλεοπτικού σήματος μέσω μιας σειράς από δορυφόρους, που πλέον κάλυπταν τον Ατλαντικό, τον Ειρηνικό και τον Ινδικό ωκεανό, ενώ είχαν τη δυνατότητα να συνδέονται αυτόματα και με μια σειρά από μικρότερους δορυφόρους που εξυπηρετούσαν μόνο συγκεκριμένα κράτη. Όμως το 1972 στο Μόναχο, είχαμε ένα ακόμα καινούργιο στοιχείο, το οποίο ναι μεν δεν είχε καμία σχέση με τα αθλητικά, αλλά αποτέλεσε μια νέα αφετηρία στην αντίληψη περί ενημέρωσης και στη δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας σε αυτό που ονομάζουμε ζωντανή μετάδοση.
Η τρομοκρατική επίθεση του Μαύρου Σεπτέμβρη στο ολυμπιακό χωριό και η δολοφονία έντεκα Ισραηλινών αθλητών, κυριολεκτικά σε απευθείας σύνδεση επί 48 ώρες μέσω του τηλεοπτικού δέκτη, έθεσε τη βάση μιας εντελώς νέας προσέγγισης για τη δυνατότητα “συμμετοχής” του τηλεθεατή στο “πεδίο της δράσης”, ανοίγοντας ανεξερεύνητους μέχρι τότε δημοσιογραφικούς δρόμους και εγείροντας μια σειρά από πολύ λεπτά ερωτήματα σχετικά με τα όρια της ελευθερίας της εικόνας σε σχέση πάντα με το θέμα που αυτή μεταφέρει στο τηλεοπτικό κοινό. Μια ακόμα νέα τεχνολογία που έκανε δειλά την εμφάνισή της το 1968, βελτιώθηκε σημαντικά το 1972 και το 1976 και τελειοποιήθηκε το 1980 στη Μόσχα και ακόμα περισσότερο το 1984 στο Λος Άντζελες, ήταν το περίφημο replay, η δυνατότητα δηλαδή του τηλεθεατή να δει σε επανάληψη την προσπάθεια ενός αθλητή ή μια ολόκληρη κούρσα κλπ.
Όσο περνούσαν τα χρόνια, το replay εμπλουτίστηκε με την αργή κίνηση, το γνωστό σε όλους μας slow motion. Οι Αμερικανοί έκαναν ένα ακόμα βήμα παραπάνω, παρουσιάζοντας το 1984 το super slow motion, στην αρχική του μορφή φυσικά, η οποία δεν είχε την παραμικρή σχέση με την αντίστοιχη σημερινή. Στην ίδια διοργάνωση είδαμε ακόμα μικρότερες σε μέγεθος κάμερες, εξοπλισμένες με το σύστημα CCD (Charged-coupled device), “διάταξη συζευγμένου φορτίου” στα ελληνικά, που έδινε πλέον τη δυνατότητα ψηφιακής επεξεργασίας, με αποτέλεσμα ακόμα υψηλότερη ποιότητα στην εικόνα. Το 1988 στη Σεούλ τελειοποιήθηκαν και τα γραφικά από τους υπολογιστές, κάτι που έκανε ακόμα πιο πλήρη την παρακολούθηση των αγώνων από την τηλεόραση.
ΤΟ ΖΕΝΙΘ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΣΤΑ 80s ΚΑΙ ΤΑ 90s
Παράλληλα, αυξανόταν συνεχώς και ο αριθμός των τηλεθεατών, ο οποίος το 1984 πλησίασε για πρώτη φορά το ένα δις (900 εκατομμύρια), για να φτάσει οκτώ χρόνια αργότερα, το 1992 στη Βαρκελώνη, τα τριάμισι δισεκατομμύρια! Στο Λος Άντζελες έγινε και η περίφημη αντιστροφή αυτού που αναφέραμε λίγο πιο πάνω, είχαμε δηλαδή για πρώτη φορά περισσότερες χώρες που μετέδωσαν τηλεοπτικά τους Ολυμπιακούς, από αυτές που πήραν μέρος στους αγώνες (156-140 με 14 να απέχουν λόγω του μποϊκοτάζ). Οι αγώνες του 1984 απέφεραν σημαντικά κέρδη για τους διοργανωτές (για πρώτη φορά μεταπολεμικά), κυρίως λόγω της σωστής διαχείρισης των τηλεοπτικών δικαιωμάτων αλλά και της μαζικής εμφάνισης ιδιωτικών χορηγών.
Η εμπορευματοποίηση σε τόσο μεγάλο βαθμό έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της και από εκείνο το σημείο και μετά είχαμε μια κατακόρυφη άνοδο στα ποσά που ζητούσε η ΔΟΕ από τα τηλεοπτικά κανάλια για να παραχωρήσει τα δικαιώματα, κάτι που πολύ γρήγορα οδήγησε στο άλλο άκρο, δηλαδή στην υπερβολή και τον άκρατο πλουτισμό, με τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή να κρατάει για λογαριασμό της πάνω από το 50% των εσόδων, ενώ μέχρι το 1980 περιοριζόταν στο 2% με 4%! Με το πέρασμα των διοργανώσεων, οι καινοτομίες δε σταμάτησαν να κυριαρχούν σε ένα πεδίο που όσο υπερβολικό και αν ακούγεται, έμοιαζε κυριολεκτικά “ανεξερεύνητο”.
Το 1988 στη Σεούλ, άρχισαν να εφαρμόζονται ευρέως οι οπτικές ίνες για τη μεταφορά του τηλεοπτικού σήματος, ενώ το 1992 στη Βαρκελώνη, οι σχολιαστές της τηλεόρασης είχαν για πρώτη φορά στη διάθεσή τους το περίφημο CIS (download information system), με το οποίο μπορούσαν να έχουν πρόσβαση μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα σε πληροφορίες που χρειάζονταν για τη ζωντανή μετάδοση (λίστα συμμετεχόντων, προσωπικές επιδόσεις, στατιστικά, ρεκόρ κλπ). Στην τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων του 1992, οι γραφίστες-προγραμματιστές είχαν καταφέρει πλέον να προσθέσουν, πέρα από τις ζωντανές εικόνες, επαναλήψεις σε αργή και σούπερ αργή κίνηση, χρονομέτρηση, τα ονόματα των συμμετεχόντων, τη σημαία και τα αρχικά της κάθε χώρας, τα αποτελέσματα και τα ολυμπιακά και παγκόσμια ρεκόρ.
ΚΑΛΩΔΙΑΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ & ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Παρ’ όλες όμως αυτές τις επιτυχίες, ο “κίνδυνος” παραμόνευε και δεν άργησε καθόλου να βγει στην επιφάνεια με τη μορφή δυο “εχθρών”. Ποιοι ήταν αυτοί οι “εχθροί” που σταμάτησαν την ανοδική πορεία της τηλεοπτικής κυριαρχίας στους Ολυμπιακούς; Ο πρώτος ήταν ο άνισος – όπως αποδείχθηκε – ανταγωνισμός από τις καλωδιακές τηλεοράσεις και ο άλλος – πολύ πιο επικίνδυνος – το διαδίκτυο. Το 2000 στο Σίδνεϊ, το αμερικανικό NBC κατέγραψε τους χαμηλότερους αριθμούς τηλεθέασης από το 1968! Πτώση όμως στη συγκεκριμένη διοργάνωση παρουσίασε η συντριπτική πλειοψηφία των ελεύθερων καναλιών που μετέδιδαν τους αγώνες.
Η ολοένα και μεγαλύτερη παρουσία των ιδιωτικών σταθμών που διαχειρίζονταν καλωδιακά κανάλια με συνδρομή, έστειλε τον ανταγωνισμό σε δυσθεώρητα ύψη, αφού έτσι κι αλλιώς, τα ποσά που απαιτούσε πλέον η ΔΟΕ για την παραχώρηση των δικαιωμάτων, είχαν ξεφύγει από κάθε λογική, όριο και μέτρο. Οι “αθάνατοι”, με μοναδικό γνώμονα την απληστία τους, αδιαφορούσαν για όλα τα υπόλοιπα, αρκεί να συσσώρευαν κέρδη στην Ελβετία. Από την άλλη μεριά, η παρουσία του διαδικτύου, στο οποίο οι ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να μαθαίνουν τα αποτελέσματα, αλλά και να έχουν εικόνα σε πραγματικό χρόνο, έκανε τα πράγματα ακόμα δυσκολότερα. Το πανίσχυρο όμως τηλεοπτικό λόμπι των ΗΠΑ, κατάφερε να βρει λύσεις και να βγει από το αδιέξοδο.
Η πίεση που άσκησε στη ΔΟΕ υπήρξε συνεχής και αφόρητη. Και οι “αθάνατοι”, συνειδητοποιώντας ότι η ισορροπία πάνω στην οποία έχτιζαν τις δικές τους – οικονομικές – φιλοδοξίες, είχε σαφώς διασαλευτεί, προχώρησαν σε συγκεκριμένες παραχωρήσεις, οι οποίες βοήθησαν στην επανάκαμψη της τηλεοπτικής κυριαρχίας στη μετάδοση των Ολυμπιακών αγώνων. Οι αλλαγές που έγιναν στο πρόγραμμα των αγώνων, όπως η αύξηση των αγωνιστικών ημερών αρκετών δημοφιλών αθλημάτων όπως η κολύμβηση και η γυμναστική, αλλά και το προνόμιο του NBC να αποφασίζει (ή ακόμα καλύτερα να επιβάλλει) αυτό στην ουσία την ώρα διεξαγωγής συγκεκριμένων αγωνισμάτων (των πιο δημοφιλών προφανώς, όπως για παράδειγμα ο τελικός των 100 μέτρων), έτσι ώστε η ζωντανή τους μετάδοση να συμπίπτει με το τηλεοπτικό “prime time” των ΗΠΑ, έφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Η τηλεθέαση από το 2004 και μετά παρουσίασε αύξηση μεγαλύτερη του 20% τόσο στην Αθήνα όσο και στο Πεκίνο, ενώ οι αγώνες του 2012 στο Λονδίνο είχαν τη μεγαλύτερη συνολική τηλεθέαση (στις ΗΠΑ αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο) στην ιστορία του θεσμού. Φυσικά όλο το “κόλπο” ήταν η εκ νέου προσέλκυση των διαφημιζόμενων εταιρειών και προϊόντων, που βλέποντας μεγαλύτερη σε διάρκεια παρουσία των δημοφιλών αθλημάτων και μετάδοση των σημαντικότερων τελικών στην ώρα αιχμής, δε δίστασαν να γεμίσουν ξανά τα τηλεοπτικά κανάλια με υπέρογκα ποσά, κλείνοντας με αυτόν τον τρόπο την “τρύπα” που είχε κάνει την εμφάνισή της τα προηγούμενα χρόνια.
Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
Πλέον η “ισορροπία” έχει επανέλθει και οι ίδιοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί, με τις τσέπες και πάλι γεμάτες, μπορούν να “συνεργαστούν” χωρίς ανησυχία (προς το παρόν τουλάχιστον) με τον άλλο “εχθρό” που όπως είπαμε, προέκυψε τα τελευταία χρόνια. Η τηλεόραση, από τη στιγμή που δε γίνεται ούτε να αψηφήσει, ούτε να πολεμήσει το ίντερνετ, είναι έτοιμη να το αφομοιώσει και να το εκμεταλλευτεί με κάθε δυνατό τρόπο, ανοίγοντας μια νέα, παράλληλη πορεία συνύπαρξης μαζί του. Έτσι κι αλλιώς, οι νέες τεχνολογίες έχουν ήδη ενσωματωθεί στις λεγόμενες έξυπνες τηλεοράσεις (smart TV) και οι απώλειες με αυτόν τον τρόπο ελαχιστοποιούνται, αφού η “συνεργασία” ανάμεσα στο παραδοσιακό και το καινοτόμο είναι μια πραγματικότητα.
Έτσι λοιπόν, οι συνδυασμένες δυνατότητες που προσφέρουν οι σύγχρονοι τηλεοπτικοί δέκτες, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από ένα κινητό, ένα tablet ή ένα laptop (εξαιρώντας μόνο την πρακτική πλευρά του μεγέθους). Το 2016, στους Ολυμπιακούς του Ρίο, είδαμε την εφαρμογή ακόμα περισσότερων νέων τεχνολογιών: μέρος των αγώνων – ανάμεσά τους και οι τελετές έναρξης και λήξης – μεταδόθηκε για πρώτη φορά σε εικόνα υψηλότατης ευκρίνειας (ultra high definition, 8K UHD), καθώς και μέσω πανοραμικών βίντεο εικονικής πραγματικότητας. Η συνολική τηλεοπτική διάρκεια των αγώνων (που πλησίασε τις 7.000 ώρες), μεταδόθηκε παγκοσμίως σε εικόνα HD, 1080p και ήχο surround 5.1 καναλιών.
Φέτος, στο Τόκιο, όλοι οι δείκτες πηγαίνουν προς τα πάνω. Στην Ιαπωνία, η τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων θα είναι σχεδόν διπλάσια από εκείνη του Ρίο. Στις ΗΠΑ, η NBCUniversal θα προσφέρει περισσότερες από 7.000 ώρες μεταδόσεων (τηλεόραση και ψηφιακές πλατφόρμες), ολυμπιακό ρεκόρ για τη χώρα. Στην Ευρώπη, το Discovery Eurosport θα ξεπεράσει τις 4.000 ώρες ζωντανών συνδέσεων με τηλεοράσεις και ψηφιακές πλατφόρμες 50 διαφορετικών κρατών, κάτι που επίσης αποτελεί ρεκόρ για την ήπειρό μας. Η OBS (Olympic Broadcasting Services), η αρμόδια δηλαδή εταιρεία παραγωγής, έχει δημιουργήσει μια σειρά ψηφιακών “εργαλείων” ως μέρος του πρότζεκτ “Share the Passion”, τα οποία επιτρέπουν στους αθλητές να έχουν επαφή με τους φίλους τους και τις οικογένειές τους, αλλά και στους φίλαθλους από όλον τον κόσμο να υποστηρίζουν ενεργά τα αθλητικά είδωλά τους.
Το “Fan Video Matrix”, το “Cheer Map” και το “Athlete Moment – Family & Friends” είναι τα σημαντικότερα από αυτά. Η OBS θα ξεπεράσει φέτος τις 9.000 ώρες συνολικής τηλεοπτικής παραγωγής, περίπου 30% περισσότερες από το Ρίο. Για πρώτη φορά στην Ολυμπιακή ιστορία, ολόκληρη η κάλυψη μεταδίδεται σε εικόνα υψηλότατης ευκρίνειας (ultra high definition, 4K, HDR) και ήχο Immersive Audio 5.1.4 καναλιών. Το τηλεοπτικό κοινό θα έχει στη διάθεσή του για πρώτη φορά λήψεις από ατελείωτες διαφορετικές γωνίες, replay 360 μοιρών, πολυκάμερες ζωντανής Virtual Reality (εικονικής πραγματικότητας) κάλυψης και πολύ περισσότερα αναλυτικά δεδομένα από κάθε προηγούμενη διοργάνωση, επεξεργασμένα από AI (Artificial Intelligence, τεχνητή νοημοσύνη). Καθόλου άσχημα για μια ιστορία που άρχισε να εξελίσσεται εδώ και μόλις 85 χρόνια, δε συμφωνείτε;