Madame Claude: Μέσα στον οίκο ανοχής της πιο διάσημης “Κυρίας”
Στο Παρίσι της δεκαετίας του '60, η επιρροή της μαντάμ Κλοντ ξεπερνά τα όρια της βιομηχανίας του σεξ, μέχρι που μια ευκατάστατη νεαρή γυναίκα απειλεί να αλλάξει τα πάντα. Η νέα ταινία για τη ζωή της έρχεται στις 2 Απριλίου από το Netflix.
- 26 Μαρτίου 2021 14:22
Ήταν η γυναίκα που που εφηύρε τον όρο call girl. Η ζωή της Madame Claude ήταν ένας πραγματικός μύθος που αναπτύχθηκε μεταξύ του ροζ και του γκρι.
Έξι χρόνια μετά τον θάνατό της, η ζωή της πιο διάσημης προαγωγού των οίκων ανοχής της Γαλλίας, γίνεται ταινία στο Netflix και κάνει πρεμιέρα στις 2 Απριλίου.
Η κατά κόσμον Φερνάντ Γκριντέ (Fernande Grudet) έφυγε από τη ζωή, πλήρης ημερών, στις 21 Δεκεμβρίου του 2015, φέροντας τον τίτλο της “βασίλισσας” στο ευρωπαϊκό κύκλωμα πορνείας. Στην κηδεία της, έδωσαν το “παρών” μόλις έξι άνθρωποι. Στη ζωή της δεν κάπνιζε, δεν έπινε, ενώ άρχισε να μαζεύει χρήματα πουλώντας Βίβλους, πόρτα-πόρτα.
“Οι άνθρωποι για δύο πράγματα πληρώνουν, το φαγητό και τον έρωτα. Εγώ δεν ήμουν ποτέ καλή στο μαγείρεμα” είχε δηλώσει άλλωστε, αναφέροντας μάλιστα πως προσωπικά δεν είχε σε μεγάλη υπόληψη το σεξ – “δεν θα έπρεπε να κάνουμε σεξ μετά τα 40”, διατυμπάνιζε. Γνωστή ήταν φυσικά, για το διάσημο και διεθνές πελατολόγιό της που αναπτύχθηκε ανάμεσα στο 1955 και το 1977, με τον θρύλο να τη θέλει να συνεργάζεται μέχρι και με τη CIA ως διαπραγματευτής, όντας κοντά στον Καντάφι, παρέχοντας γυναίκες για τους διπλωμάτες του.
Στις αποκαλύψεις που έχει κάνει στην αυτοβιογραφία της, συγκαταλέγεται και το ότι ήθελε να στρατολογήσει την Τζόαν Κόλινς, χωρίς να το γνωρίζει ο σύζυγός της, ή το ότι ο Κένεντι ζητούσε μια γυναίκα που να μοιάζει με τη Τζάκι “αλλά να είναι πιο θερμή”.
Η Γκριντέ συνήθιζε να στρατολογεί κορίτσια από όπου μπορούσε. Από την καλή κοινωνία και τη Σορβόννη και τις μεγάλες πασαρέλες, μέχρι τους δρόμους και τις γειτονιές. Οι “Claudettes” που μαζεύονταν στα κεντρικά της επιχείρησης, στη 18 Rue de Marignan στο Παρίσι, αποτελούσαν προτίμηση μελών της γαλλικής κυβέρνησης και διασήμων της εποχής. Η λίστα με τους πελάτες της φέρεται να περιείχε ονόματα όπως ο JFK, ο Μάρλον Μπράντο, ο Γκράουτσο Μαρξ, ο Ρεξ Χάρισον, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Πάμπλο Πικάσο και ο συνταγματάρχης Καντάφι της Λιβύης. Στη λίστα ήταν και ο Αριστοτέλης Ωνάσης, με τη “Μαντάμ” να λέει στο Vanity Fair πως “οι απαιτήσεις του ζεύγους Ωνάση-Κάλλας ήταν τόσο αρρωστημένες που με έκαναν να κοκκινίσω”. Βεβαίως τίποτα από αυτά δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί.
Αποκαλούσε τα κορίτσια της “κύκνους” και όσες έμπαιναν στους οίκους ανοχής και στο δίκτυό της, έπρεπε να έχουν το “τέλειο” σώμα. Γι’ αυτό και πολλές αναγκάζονταν να επισκεφθούν πλαστικό χειρουργό, κάτι που είχε κάνει και η ίδια η “Claude”, όταν ξεκινούσε τη “ροζ” καριέρα της το 1950 ως εκδιδόμενη. Μεταξύ άλλων, εκπαιδεύονταν στην υψηλή λογοτεχνία και ντύνονταν με ακριβά ρούχα. Συνολικά “εκπαίδευσε” πάνω από 500 γυναίκες, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν μοντέλα ή νεαρές ηθοποιοί που δεν μπόρεσαν να κάνουν καριέρα στον τομέα τους.
Όπως δήλωνε η Γκριντέ, τα κορίτσια της έφτασαν να πληρώνονται σε σημερινά λεφτά, μέχρι και 10.000 ευρώ για μία νύχτα, ενώ είχε αυξήσει την ταρίφα της εποχής από τα 40 γαλλικά φράγκα στα 500. Πολλές εξ αυτών έφευγαν από το “σπίτι”, για να ζήσουν με μεγιστάνες. Ο σάχης του Ιράν ζητούσε να του στέλνουν καινούργια κορίτσια στην Τεχεράνη κάθε εβδομάδα και ο βασιλιάς της Fiat, Τζιάνι Ανιέλι, είχε προσλάβει πολλά κορίτσια για τα όργιά του. Οι αστικοί μύθοι θέλουν και τη CIA να προσλαμβάνει κορίτσια της για να αναπτερώνουν το ηθικό τους.
Η Γαλλίδα δημοσιογράφος Elisabeth Antébi είχε καταφέρει να μπει στον κύκλο της Κλοντ, στα πλαίσια της έρευνας που έκανε το 1975 για την εφημερίδα Le Progrès de Lyon, μαζί με την Anne Florentin. Περιέγραφε πως τα κορίτσια έπρεπε να είναι γυμνασμένα, “έξυπνα, γύρω στο 1,65, μελαχρινές”. Ανέφερε ακόμη πως οι “Κλοντέτ” έπρεπε να ανταποκρίνονται στα παραπάνω κριτήρια για να είναι αρεστές στην “υψηλή κοινωνία”, σύμφωνα με τα πρότυπα που είχε στο κεφάλι της η “κυρία”. Η Antébi επιβεβαίωσε άλλωστε τις πλαστικές και τις επεμβάσεις τις οποίες έκαναν σχεδόν όλα τα κορίτσια που δούλεψαν για το δίκτυό της.
Η Daily Mail είχε γράψει πως πάνω από το μισό υπουργικό συμβούλιο της Γαλλίας είχε περάσει από τα κρεβάτια των Claudettes. Ίσως να είναι υπερβολή, ίσως και όχι, την αλήθεια δεν θα τη μάθουμε ποτέ καθώς η “Μαντάμ” δεν έδωσε ποτέ στη δημοσιότητα ονόματα Γάλλων υπουργών, παρά μόνο τους “φωτογράφιζε” μέσα από τις δηλώσεις της.
Σε μια βιογραφία της που εκδόθηκε στη Γαλλία το 1994 με τίτλο “Madam”, αναφέρεται ότι γεννήθηκε στην Κοιλάδα του Λίγηρα, πως μεγάλωσε σε ένα μοναστήρι όπου έδωσε όρκο αγνότητας και ότι για την αντιστασιακή της δράση στον Πόλεμο κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Είχε μάλιστα χαραγμένο και τον αριθμό της στο μπράτσο. “Ψέματα, όλα ψέματα”, ισχυρίστηκαν οι συντελεστές ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε το 2010 από τη γαλλική τηλεόραση. “Ολα από το μυαλό της τα ‘βγαλε”. Αλλά ο διαβόητος πλεϊμπόι Τάκι (Θεοδωρακόπουλος), άλλος ένας από τους πιστούς της πελάτες, ισχυρίζεται ότι το τατουάζ το έχει δει με τα μάτια του.
Δημοσιογράφοι που την γνώριζαν καλά ισχυρίζονται ότι είχε φυλακιστεί για την εβραϊκή καταγωγή της, και όχι για το ρόλο της στη Γαλλική Αντίσταση.
Οταν έγινε πρόεδρος της Γαλλίας ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν και άρχισε να κυνηγά την πορνεία πολυτελείας, η Μαντάμ Κλοντ κατέφυγε στο Λος Αντζελες το 1977. Οι απόπειρές της να δημιουργήσει νέο οίκο ανοχής στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, απέτυχαν. Το 1985, επί προεδρίας πλέον Φρανσουά Μιτεράν, ειδοποιήθηκε ότι μπορούσε να επιστρέψει. Συνελήφθη όμως για φοροδιαφυγή κι έμεινε στη φυλακή για τέσσερις μήνες. Επανήλθε στη παλιά δουλειά της, μέχρι που οδηγήθηκε στο δικαστήριο από καταγγελία υπαλλήλου της, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε εκ νέου για λίγους μήνες.
Η ζωή της έγινε ταινία το 1977 με την Φρανσουάζ Φαμπιάν στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Στη σκηνοθεσία της παραγωγής του Netflix είναι η Sylvie Verheyde, ενώ τη “Μαντάμ” την ενσαρκώνει η Karole Rocher. Μαζί της, παίζουν και οι δύο βιολογικές κόρες της.
Είναι χαρακτηριστικό πως η γαλλίδα σκηνοθέτιδα, Verheyde, δήλωσε στη Le Monde, πως ακόμη και η μητέρα της έβλεπε τη διάσημη προαγωγό, ως παράδειγμα επιτυχίας, παρά την άσχημη φήμη της. “Εκείνη την εποχή δεν τα κατάφερναν πολλές γυναίκες. Η Μαντάμ κατάφερε να ανελιχθεί σε έναν χώρο που κυριαρχούσαν οι άντρες και αυτό την έκανε πρότυπο επιτυχίας για πολλούς, παρά τη φήμη της”, έλεγε η ίδια, μιλώντας για την ταινία της.
Το νέο γαλλικό βιογραφικό δράμα παρουσιάζει την ιστορία των οίκων ανοχής της Madame Claude στη φάση της μεγαλύτερης δημοφιλίας τους, ενόσω η Μadame Claude δημιουργούσε το δικό της δίκτυο δημοσίων σχέσεων με την ελίτ της εποχής, αλλά και τον υπόκοσμο. Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν το 2019 στο Παρίσι και σε πολλές τοποθεσίες πέριξ του Παρισιού, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση της Sylvie Verheyde.
Στην ταινία περιλαμβάνεται και μια σοκαριστική σκηνή κακοποίησης από τρεις άνδρες, χωρίς να αποσαφηνίζεται αν ανταποκρίνεται σε αληθινά γεγονότα ή όχι.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις