Πότε έκανε λάθος ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Καραμανλή; Τώρα ή πριν;

Πότε έκανε λάθος ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Καραμανλή; Τώρα ή πριν;
MotionTeam

Αν η σημερινή σκληρή κριτική της κυβέρνησης στον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή είναι ορθή, τότε η στάση της το προηγούμενο διάστημα απέναντί του δεν μπορεί παρά να είναι... λανθασμένη.

Την αξία του συμβιβασμού για την επίτευξη πολιτικών στόχων τη δίδασκε ο Λένιν με μεγάλο ζήλο, τονίζοντας ότι υπάρχουν διαφόρων ειδών συμβιβασμοί και συμφωνίες, που μπορεί να κάνει ένα (προλεταριακό) κόμμα. Οι οδηγίες του έχουν εφαρμογές και στα μη προλεταριακά, αρκεί να διαβαστούν σωστά.

Η αντιμετώπιση ενός συμβιβασμού με άλλα κόμματα και ομάδες, θα έπρεπε να γίνεται, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική συγκυρία, τον συσχετισμό δυνάμεων και των πραγματικών δυνατοτήτων πάλης. Έθετε όμως και κάποιους όρους και προϋποθέσεις, ανεβάζοντας τον πήχη δυσκολίας για όσους θα ήθελαν να ακολουθήσουν τις συμβουλές του. 

Έλεγε ότι το κόμμα, κάνοντας όλους τους συμβιβασμούς και τις συμφωνίες, που υπαγορεύονται από τις περιστάσεις, “πρέπει να παραμένει πιστό στις αρχές του, στην τάξη του, στον τελικό του σκοπό”.

Αρχές, τάξη, τελικός σκοπός. Βγάλτε αυτές τις λέξεις από την τακτική των συμβιβασμών και αυτό που μένει είναι ευκαιριακές συμφωνίες, τακτικισμοί με ορίζοντα λίγων μηνών, μικροπολιτική, διευθετήσεις, μπόλικος θόρυβος και πρωτοβουλίες που δεν καταλήγουν πουθενά.

Αν λάβουμε υπόψη μας τα παραπάνω, η όψιμη κριτική, που δέχεται ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής από την σημερινή κυβέρνηση, ίσως έχει κάποια εξήγηση. 

Είχε προηγηθεί ερήμην του πρώην πρωθυπουργού, ένα φλερτ από μια ομάδα εντός του ΣΥΡΙΖΑ με πρόσωπα που εμφανίζονταν ως “καραμανλικοί”, χωρίς να είναι ξεκάθαρο τι ακριβώς επετεύχθη με αυτό το φλερτ και πόσο προχώρησε. Ήταν ένας πολιτικός συμβιβασμός, που όμως έμεινε στη σκιά ενός ακόμα μεγαλύτερου: Τη σύμπραξη με τον Πάνο Καμμένο, σύμπραξη η οποία μέχρι τον Αύγουστο του 2018, ήταν αιτιολογημένη στα πλαίσια του στρατηγικού στόχου για την έξοδο από τα μνημόνια.

Ποιοι υποστήριξαν εντός του ΣΥΡΙΖΑ, το φλερτ με όσους παρουσιάζονταν ως “καραμανλικοί”, καταφέροντας ένα ακόμη πλήγμα στον ριζοσπαστισμό με τον οποίο ήρθε στην εξουσία η σημερινή κυβέρνηση; Αν η σημερινή κριτική είναι ορθή, δεν έχουν ευθύνη για το φλερτ; Ποια ήταν η στόχευση; Να μπολιάσουν την τότε κυβέρνηση με κάποιους που υποτίθεται είχαν το know how σε διάφορους τομείς; Να προκαλέσουν πρόβλημα στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας; Να καθησυχάσουν όσους, φοβούνταν ότι “οι νεοκομμουνιστές θα μας πάρουν τα σπίτια”; Γιατί ωθούσαν την κυβέρνηση να βάλει νερό στο κρασί της;

Σε όλα τα παραπάνω, δύσκολα θα βρει κανείς σαφή πολιτική στόχευση. Αν αυτού του είδους οι τακτικισμοί είχαν κάποιον στρατηγικό στόχο, τότε η σημερινή μεταστροφή και η επιθετικότητα απέναντι στον Καραμανλή όχι μόνο με όξυνση της πολιτικής κριτικής, αλλά και με διαρροή εγγράφων, είναι λάθος. 

Το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί και το φλερτ των προηγούμενων ετών και η σημερινή επιθετικότητα να είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν το ένα είναι σωστό, το άλλο είναι λάθος. Εκτός αν αποτελεί έναν τακτικισμό της στιγμής, μια αεριτζίδικη προσέγγιση της πολιτικής, με προσδοκία για πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη.

Τι πραγματικά προσφέρουν στον ΣΥΡΙΖΑ αυτές οι όψιμες επιθέσεις στον Καραμανλή, λίγες μέρες πριν τις εθνικές εκλογές;

Η πολιτική κριτική στα πεπραγμένα της διακυβέρνησής του, είναι θεμιτή. Έχει ως πρωθυπουργός μεγάλες ευθύνες για το ότι η χώρα έφτασε στη χρεοκοπία, όπως και κάθε πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης πριν μπούμε στα μνημόνια. Γιατί όμως η κριτική αυτή ακούγεται τώρα και δεν έγινε νωρίτερα; 

Αν επίσης η στάση του στο Βουκουρέστι, αποτέλεσε κεκτημένο πάνω στο οποίο πάτησε η κυβέρνηση για να φτάσει στην ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών, γιατί το θέμα ανακινείται; Είναι αυτή επωφελής εθνικά στάση;

Η όλη υπόθεση, είναι ίσως ένα ακόμα παράδειγμα του τι συμβαίνει όταν κάποιοι μπερδεύουν την παραπολιτική με την πολιτική και τον τακτικισμό με τη στρατηγική.

Δεν είναι η πρώτη φορά, που η κυβέρνηση ταλαιπωρείται από τακτικισμούς ή που διορθώνει άγαρμπα καταστάσεις που συγκεκριμένα στελέχη προκάλεσαν με τις φαεινές ιδέες τους. Μια ματιά στις υποθέσεις που ξεκίνησαν με τυμπανοκρουσίες, για να καταλήξουν στο πουθενά αρκεί.

Το ερώτημα είναι γιατί αυτοί, που έβλαψαν την εικόνα του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης περισσότερο και από την αψάδα του γνωστού υπουργού, περισσότερο ακόμα και από την εφαρμογή πολιτικών λιτότητας, εξακολουθούν όπως φαίνεται να καθορίζουν την τακτική. Γιατί για στρατηγική, αφήγημα και τελικούς στόχους, ούτε λόγος.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα