Πέσιτς στο Sport24.gr: “Το brand name από μόνο του δεν φτάνει”

Πέσιτς στο Sport24.gr: “Το brand name από μόνο του δεν φτάνει”

Η Μπάγερν Μονάχου έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να κάνει δυναμικό μπάσιμο στην EuroLeague και να προσελκύσει σπουδαία ονόματα του ΝΒΑ. Ο GM της γερμανικής ομάδας, Μάρκο Πέσιτς, εξηγεί στο Sport24.gr τι και πώς.

Η πορεία της Μπάγερν Μονάχου τα τελευταία χρόνια είναι αξιοπρόσεκτη. Ο γερμανικός σύλλογος αποφάσισε να επενδύσει ξανά στο μπάσκετ το 2008, κι έκτοτε έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου. Άλματα για την ακρίβεια. Σε τέτοιο βαθμό που αποτελεί πλέον την κραταιά δύναμη της Bundesliga, αφήνοντας πιο πίσω την Μπάμπεργκ που τα προηγούμενα χρόνια είχε την πρωτοκαθεδρία.

Το brand name αποτελεί ένα μεγάλο “συν”, δεν είναι όμως ο μοναδικός λόγος για τον οποίο η Μπάγερν Μονάχου έχει καταφέρει να κεντρίσει το ενδιαφέρον και την προσοχή της EuroLeague Basketball, σε σημείο να θεωρείται από τους ιθύνοντες ως ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά για το μέλλον της διοργάνωσης.

Αυτή την εβδομάδα, στη δεύτερη “διαβολοβδομάδα” της σεζόν, η Μπάγερν Μονάχου θα υποδεχθεί κατά σειρά τον Ολυμπιακό (19/11) και τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ (22/11) στο Audi Dome των 6.700 θεατών. Λίγες ώρες πριν από τη μονομαχία με τους ερυθρόλευκους του Κεστούτις Κεμζούρα, ο GM της γερμανικής ομάδας, Μάρκο Πέσιτς, μίλησε στο Sport24.gr για τον προγραμματισμό που έχει γίνει το καλοκαίρι, τα σχέδια των επόμενων ετών και τη λογική του “εχθρός του καλού είναι το καλύτερο” με την οποία πορεύονται όλοι.

Ο έγκαιρος προγραμματισμός μπορεί να κάνει τη διαφορά

“Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν αλλάζουν ποτέ, όπως το ξεκάθαρο σχέδιο για αυτά που θέλουμε να γίνουν. Δεν πάμε στην τύχη, ούτε κοιτάζουμε μόνο το τώρα, πάντα δρούμε με βάση το καλό της ομάδας τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο χρόνο. Υπάρχουν σύλλογοι όπως η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ Μαδρίτης, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, η Φενέρμπαχτσε, ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός που μπορούν να υπογράψουν όποιον παίκτη θέλουν. Εμείς δεν έχουμε αυτή τη δυνατότητα, οπότε ο σωστός και έγκαιρος προγραμματισμός μπορεί να κάνει τη διαφορά στην περίπτωσή μας” ήταν η πρώτη τοποθέτηση του ανθρώπου που συμμετέχει ενεργά στη λήψη αποφάσεων.

Τι εννοεί με αυτά; “Είμαστε μια ομάδα που δεν μπορεί να έχει παίκτες σαν τον Τζίμερ Φρεντέντ, τον Νάντο Ντε Κολό, τον Φακούντο Καμπάσο, τον Νίκολα Μίροτιτς, τον Μάικ Τζέιμς. Πρέπει να πάρουμε κάποια ρίσκα και να δουλέψουμε πολύ για κάποιες περιπτώσεις. Ταυτόχρονα όμως, είναι σημαντικό να έχουμε καλές άκρες και επαφές με την αγορά, για να βρούμε ευκαιρίες πριν από άλλους. Έτσι λειτουργούμε και προσπαθούμε να κάνουμε τη δουλειά μας” εξηγεί. Κι εκεί έρχεται η αναφορά στο κομμάτι της γνώσης της αγοράς και των αναγκών που υπάρχουν.

Η Μπάγερν Μονάχου έκανε το “μπαμ” την περσινή σεζόν με την υπογραφή του Ντέρικ Γουίλιαμς, μια μεταγραφή που απέδωσε σημαντικά. Κάτι που επιβεβαιώθηκε από την πολύ μεγάλη πρόταση που κατέθεσε στον 28χρονο φόργουορντ η Φενέρμπαχτσε προκειμένου να τον εντάξει στο δυναμικό της, ως τον παίκτη που θα πρέπει να “μπει στα παπούτσια” του Νικολό Μέλι.

Ο Μάρκο Πέσιτς έχει μια ξεκάθαρη φιλοσοφία πίσω από μεταγραφές σαν αυτή του Ντέρικ Γουίλιαμς, ή του Γκρεγκ Μονρό που υλοποιήθηκε το φετινό καλοκαίρι: “Ποτέ δεν πρέπει να υποτιμάς έναν παίκτη. Δεν κοιτάνε όλοι μόνο τα λεφτά, εστιάζουν επίσης σε άλλα πράγματα. Ο Γκρεγκ Μονρό για παράδειγμα, έχει βγάλει αρκετά χρήματα στην καριέρα του. Αυτό που έψαχνε δεν ήταν μια τεράστια προσφορά για να μεγαλώσει κι άλλο τον λογαριασμό του, ήθελε μια ομάδα που θα του δώσει μια καλή ευκαιρία και θα τον κάνει να νιώσει πάλι σημαντικός”.

Η ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΓΚΡΕΓΚ ΜΟΝΡΟ

Πώς προέκυψε η περίπτωση του Γκρεγκ Μονρό και, κυρίως, πως η Μπάγερν Μονάχου έφτασε στο σημείο να έχει τη δυνατότητα να υπογράψει ένα τόσο μεγάλο όνομα; “Πριν σου απαντήσω σε αυτό, θα σε πάω λίγο πιο πίσω. Πέρσι είχαμε κατά βάση δύο παίκτες στο “5”, τον Ντέβιν Μπούκερ και τον Λέο Ραντόσεβιτς, μαζί με έναν νεαρό παίκτη, που ήταν η τρίτη επιλογή στο rotation. Όταν λοιπόν κάναμε την αξιολόγησή μας στη διάρκεια της off season, είδαμε ότι χρειαζόμαστε κάτι διαφορετικό, σε βασικά κομμάτια του παιχνιδιού, όπως είναι το ριμπάουντ και το παιχνίδι στο low post. Πέρσι, ο Ντέβιν Μπούκερ είχε προβλήματα τραυματισμών και αναγκαστήκαμε να βάλουμε στο “5” τον Ντέρικ Γουίλιαμς, γεγονός που περιόριζε σημαντικά το παιχνίδι με πλάτη στο καλάθι” απάντησε αρχικά και συνέχισε:

“Ψάχναμε λοιπόν για ένα μεγάλο κορμί στη θέση του σέντερ, έναν πολύ δυνατό παίκτη, που μπορεί να τελειώσει τις φάσεις από τη ρακέτα και να απειλήσει με πρόσωπο από τα πέντε μέτρα. Ενώ κοιτούσαμε λοιπόν διαφορετικές περιπτώσεις, προέκυψε η περίπτωση του Γκρεγκ Μονρό. Ο ατζέντης του πρότεινε τον παίκτη, κάτι που δεν σκεφτόμασταν ως πιθανότητα τότε”.

Κι από εκεί ήρθαν οι πρώτες συζητήσεις, που δεν κράτησαν πάντως πολύ, κι εν τέλει η υπογραφή των συμβολαίων: “Είχαμε την ίδια προσέγγιση με αυτή στη μεταγραφή του Ντέρικ Γουίλιαμς. Έβλεπε κι ο ίδιος ότι στο ΝΒΑ δεν έβρισκε τις συνθήκες που ήθελε σε μεγάλο βαθμό. Δεν αναφέρομαι μόνο στο κομμάτι του συμβολαίου, αλλά συνολικά. Είναι σε μια ηλικία που θέλει να παίζει, να έχει σημαντικό ρόλο σε μια ομάδα. Έψαχνε λοιπόν για έναν σύλλογο, που θα του δώσει τη δυνατότητα να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο και να έχει μεγάλη σημασία και αξία για το σύνολο. Οι διαπραγματεύσεις ήταν πολύ σύντομες, γιατί του είπαμε εξαρχής τι μπορούμε να δώσουμε σε οικονομικό επίπεδο. Ήμασταν ξεκάθαροι σε αυτό από την πρώτη στιγμή. Κι εκείνος έδειξε μεγάλη διάθεση να παίξει για την Μπάγερν Μονάχου. Πιστεύω ότι η εμπειρία του και η προοπτική του συλλόγου δημιούργησαν ένα μείγμα που βοήθησε αμφότερες πλευρές”.

ΤΟ BRAND NAME ΚΑΙ ΤΟ “ΑΛΛΑ”

Όσο ξεκάθαρο και ενδιαφέρον είναι το project μιας ομάδας, σίγουρα παίζει ρόλο το όνομα. Το brand name της Μπάγερν Μονάχου δεν είναι άγνωστο στο εξωτερικό -το κάθε άλλο. Ο γερμανικός σύλλογος είναι παγκοσμίως γνωστός χάρη στο ποδοσφαιρικό τμήμα του, κάτι που σε μεγάλο βαθμό βοηθάει τον Μάρκο Πέσιτς και τους διοικούντες την ομάδα να κάνουν αυτά που θέλουν. Παράλληλα όμως, υπάρχει κι ένα “αλλά” στην ίδια πρόταση.

“Σίγουρα, το όνομα… παίζει ρόλο, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό. Προφανώς κι όλοι ξέρουν ποια είναι η Μπάγερν Μονάχου. Από τη μία είναι κάτι καλό γιατί είναι τεράστιος σύλλογος και τον αναγνωρίζουν όλοι, από την άλλη είναι πρόβλημα γιατί θεωρούν ότι υπάρχουν αντίστοιχα οικονομικά δεδομένα με το ποδόσφαιρο (γελάει). Κάτι που δεν ισχύει. Είμαστε ο ίδιος σύλλογος, αλλά μιλάμε για διαφορετικά κομμάτια του. Δεν έχουμε κοινό ταμείο, ούτε αντλούμε χρήματα από τα έσοδα της ποδοσφαιρικής ομάδας. Είμαστε υποχρεωμένοι να βρούμε οι ίδιοι πώς θα χρηματοδοτηθεί η ομάδα και πώς θα είμαστε ανταγωνιστικοί” η απάντηση του GM της γερμανικής ομάδας, ο οποίος έχει ζήσει σχεδόν όλα τα χρόνια της καριέρας του στη χώρα. Παρένθεση. Ως αθλητής (γκαρντ) έκανε δύο διαλείμματα: ένα για χάρη του Ηρακλή (το 1999-’00) κι ένα για χάρη της Λοτομάτικα Ρόμα (2005-’06) και της Τέραμο (2006) στην Ιταλία. Κατά τα λοιπά… ψηφίζει γερμανικά. Αποτέλεσε άλλωστε μέλος της εθνικής ομάδας της χώρας στο παρελθόν, έχοντας την αντίστοιχη υπηκοότητα. Κλείνει η παρένθεση.

Όταν ρωτήθηκε για τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν στον γερμανικό σύλλογο προκειμένου να δελεάσουν τους στόχους τους, από την στιγμή που το πορτοφόλι δεν είναι τόσο γεμάτο όσο αυτό των ομάδων της… πρώτης γραμμής της EuroLeague, απάντησε:

“Προσπαθούμε κάθε φορά να βρούμε τον δικό μας τρόπο προκειμένου να προσφέρουμε σε κάθε αθλητή το κάτι παραπάνω, πέρα από το οικονομικό. Κι αυτό έχει να κάνει είτε με την ιατρική περίθαλψη, γιατί διαθέτουμε εξαιρετικούς επιστήμονες και γιατρούς, είτε με την ποιότητα ζωής εκτός του γηπέδου. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ξέρουμε αν σε πέντε ή δέκα χρόνια θα μπορούμε να έχουμε προϋπολογισμό εφάμιλλο της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, της Φενέρμπαχτσε ή της Μπαρτσελόνα. Δεν πιστεύω κιόλας ότι θα φτάσουμε σε αυτά τα επίπεδα. Πρέπει όμως να είμαστε έτοιμοι για να βρούμε άλλους τρόπους για να έχουμε μια ομάδα στο υψηλότερο επίπεδο και ανταγωνιστική. Βήμα – βήμα προχωράμε. Στην αρχή κάναμε λάθη, γιατί φτάσαμε στο σημείο να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλες ομάδες. Δεν μας έκανε καλό αυτό. Πλέον μάθαμε και κοιτάμε τον εαυτό μας, πώς θα βελτιώσουμε τις αδυναμίες μας και σιγά σιγά θα “χτίσουμε” κάτι καλό και παραγωγικό. Από το ρόστερ μέχρι το ιατρικό επιτελείο και το κομμάτι που αφορά τους χορηγούς. Δεν κοιτάζουμε τι κάνει η Μπασκόνια, ο Ολυμπιακός ή η Άλμπα Βερολίνου (σαν παράδειγμα στα αναφέρω αυτά), γιατί δεν μας βοηθάει. Εστιάζουμε στο τι μπορούμε να κάνουμε ως Μπάγερν Μονάχου και πώς να βελτιωθούμε σε κάθε επίπεδο. Δεν σταματάμε να κοιτάζουμε μπροστά”.

Τι έκαναν λοιπόν το φετινό καλοκαίρι στο Audi Dome; “Αφού αναλύσαμε όσα έγιναν την περσινή σεζόν, θέλαμε να κρατήσουν αναλλοίωτο τον κορμό των παικτών που υπήρχε. Ο στόχος ήταν να εντάξουμε νέα παιδιά, που θα μας βοηθήσουν να καλύψουμε κάποιες αδυναμίες που είχαμε ως σύνολο. Φυσικά, δεν είναι εφικτό πάντα τα πράγματα να λειτουργούν όπως θες, χάσαμε κάποιους σημαντικούς παίκτες. Δεν ήμασταν σε θέση να τους προσφέρουμε τα συμβόλαια που τους έδωσαν άλλες ομάδες. Οπότε άλλαξαν κάποια πράγματα στον αρχικό σχεδιασμό”.

Για καλό ή για κακό, θα φανεί στο τέλος της σεζόν. Προς το παρόν πάντως, η Μπάγερν Μονάχου μπορεί να καυχιέται πως έχει να παρουσιάσει ένα project που κεντρίζει την προσοχή. Δεν είναι ούτε πυροτέχνημα, ούτε της φτάνει η συμμετοχή στην EuroLeague. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή άλλωστε, στην γερμανική ομάδα πορεύονται με στόχο κάθε χρόνο να παρουσιάζονται καλύτεροι σε σχέση με τον προηγούμενο. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Από άποψη αποτελεσμάτων, εσόδων, προβολής της ομάδας, υπογραφής σπουδαίων παικτών. Τα παραδείγματα -έως τώρα- είναι πολλά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα