“ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ;”
Τρεις γενιές που γερνάνε, μεγαλώνουν κι ενηλικιώνονται σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας αναρωτιούνται εδώ και δέκα μέρες αν υπάρχει κι άλλη πίστα δράματος στον 21ο αιώνα.
Το «αστείο», που δεν είναι καθόλου «αστείο», γίνεται περισσότερο από αμηχανία παρά από εξυπνάδα. «Τι άλλο θα ζήσουμε;» – μια άσκηση μοιρολατρίας, συνήθως μπροστά στην οθόνη του κινητού, που συνοδεύεται από βαθιά ανάσα, emoticon «ανοιχτό στόμα», ίσως κι (εσωτερική) κραυγή απελπισίας.
Περάσαμε μια οικονομικά καταστροφική δεκαετία που άλλαξε δραματικά τη ζωή μας, απελευθερώνοντας το χειρότερο στην κοινωνία (πόσο πλάκα έχουν σήμερα κάτι TEDx-ικα mantra όπως «η κρίση είναι ευκαιρία», «θα βγούμε καλύτεροι απ’ όλο αυτό» που ψελλίζαμε το 2010;). Γιορτάσαμε, λέμε τώρα, την έξοδο από την κρίση απλά και μόνο για να την αποδεχθούμε ως νέα πραγματικότητα (δηλαδή εξακολουθούν να μην υπάρχουν λεφτά, ευκαιρίες και σταθερότητα, απλά δε λέμε πια τη λέξη «μνημόνια» και πληρώνουμε υψηλότερα ενοίκια). Πάνω που πήγαμε, λέμε τώρα, να ορθοποδήσουμε ψυχολογικά, έσκασε μια πανδημία που έφερε μέχρι κι απαγόρευση κυκλοφορίας (γίναμε δηλαδή σκηνή από κάποια αγαπημένη μας ταινία επιστημονικής φαντασίας), μετατρέποντας την απώλεια της ανθρώπινης ζωής σε ένα νούμερο που ξεπέρασε το 26.000. Και μόλις, ξαναλέμε τώρα, είδαμε λίγο φως και σε αυτό το τούνελ ήρθε πόλεμος. Όχι εκεί που κάνουμε πως δεν βλέπουμε βλ. Παλαιστίνη ή σε μακρινές χώρες με εξωτικά ονόματα, αλλά στην ευρύτερη «γειτονιά» μας. Μπορεί να πιστεύαμε ότι σε ευρωπαϊκό έδαφος δε θα ζούσαμε εισβολή σαν τη ρωσική στην Ουκρανία, αλλά εδώ και δέκα μέρες συζητάμε (έστω και για να το αποκλείσουμε) το ενδεχόμενο ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου – τελικά, η συζήτηση απείχε έναν αδίστακτο δικτάτορα, μερικούς ολιγάρχες, αρκετό φυσικό αέριο και μπόλικη δυτική εθελοτυφλία.
Οι περισσότεροι άνθρωποι, άρα και οι γενιές στις οποίες ανήκουν, παλεύουν ανεπιτυχώς να μη γίνουν στατιστική. Να ζήσουν ως αξιοσημείωτες μονάδες κι ως γραμμές στον κώδικα της ιστορίας. Εδώ και σχεδόν 15 χρόνια, όχι μόνο στη χώρα μας, τρεις διαφορετικές γενιές παλεύουν εξίσου μάταια να μη γίνουν memes. Σαν αυτό το πολύ δημοφιλές των τελευταίων δέκα ημερών που αναρωτιέται «πόσες once in a lifetime εμπειρίες έχουν ζήσει οι μιλένιαλς τα τελευταία πέντε χρόνια;».
Είμαστε οι 40ρηδες που υποδεχθήκαμε τις πρώτες άσπρες τρίχες με τον καημό ότι ξοδέψαμε τα παραγωγικά «καλύτερα μας χρόνια» σε μια χώρα που πήγαινε προς τα πίσω καταρρέοντας. Οι επιλογές ήταν «καταταγείτε» (όσοι μπορείτε) στο brain drain ή μείνετε εδώ ως επί το πλείστον κακοπληρωμένοι ιδιωτικοί υπάλληλοι/ ελεύθεροι επαγγελματίες-«εχθροί του κράτους»/ ευέλικτοι εργαζόμενοι παντός καιρού σε μια χώρα που στην Αθήνα το κόστος ζωής είναι διαρκώς αυξανόμενο και στην επαρχία οι δουλειές όλο και λιγότερες.
Είναι οι 30ρηδες που ενηλικιώθηκαν στην Κρίση, ίσως ευτυχώς δεν έχουν παραστάσεις ευημερίας από την εποχή των «παχιών αγελάδων». Μεγαλώνουν σε ένα καθεστώς επισφάλειας, με τις απαιτήσεις τους να συνθλίβονται σε ένα «πάλι καλά που έχετε δουλειά» (αν έχουν δουλειά) και τη «ντροπή» να μένουν ακόμα μαζί με τους γονείς (όχι μισή αλλά) ολόκληρη δική τους.
Είναι οι 20ρηδες, στα όρια με την Gen Z, «ψηφιακοί ιθαγενείς» που «τα έχουν δει όλα» χωρίς να έχουν δει ακόμα τίποτα. Μάλλον έχουν ξεπεράσει ότι μέχρι πριν λίγο καιρό θεωρούνταν περίπου υπεύθυνοι για την εξάπλωση της πανδημίας, σίγουρο είναι πάντως ότι πολλά διδακτορικά, μελέτες και ντοκιμαντέρ θα γίνουν πάνω τους. Είναι μια περίπου «καταραμένη γενιά» που διαμορφώνεται σε αυτό το περιβάλλον μόνιμης αβεβαιότητας χωρίς να έχει κανένα πάτημα στο παρελθόν.
Κι όλοι τους, όλοι αυτοί που γερνάνε, μεγαλώνουν ή ενηλικιώνονται στην τρικυμία του 21ου αιώνα, έχουν να αντιμετωπίσουν και τους μεγαλύτερους να τους αποκαλούν «μαλθακούς», «κακομαθημένους», «ψηφιακά ζόμπι όλη την ώρα στο κινητό». (Αναμενόμενο, η διαγενεακή ζήλεια είναι μια από τις λίγες σταθερές σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία.). Να τους υπενθυμίζουν ότι τα τελευταία 15 χρόνια δεν είναι η μοναδική στενωπός ακόμα και στην πρόσφατη ιστορία της ανθρωπότητας. Από τον Β’ Παγκόσμιο μέχρι το «τέλος της Ιστορίας» είχαμε ψυχρό πόλεμο («τον παλιό, τον ορθόδοξο»), ο μισός πλανήτης πέρασε σκληρές χούντες ενώ οι υπερδυνάμεις τον μοίραζαν μεταξύ τους, κάποια στιγμή ο πυρηνικός όλεθρος ήταν πιο απειλητικός από ένα καλαμπούρι «Κιμ, πάτα το».
Έχουν δίκιο, αλλά μάλλον τους είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουν [στους μεγαλύτερους] ότι η εποχή μας -με όλα τα απίθανα άλματα προόδου που έχουμε κάνει- έχει εξαφανίσει και την «ευλογία της άγνοιας». Ζούμε τις φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς – απ’ όλα έχουμε στην Ελλάδα) σαν να είμαστε εκεί, μέσα στις φλόγες ή τα συντρίμμια. Ποστάρουμε στα σόσιαλ τα θετικά μας τεστ και μόλις σβηστεί αυτό το στόρι έρχεται το επόμενο με έναν λογαριασμό της ΔΕΗ που μοιάζει με φουσκωμένη δόση στεγαστικού. Αναβάλλουμε (ενώ θα έπρεπε) να ανησυχήσουμε πραγματικά επειδή η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, γιατί έχουμε πληθωρισμό ρεκόρ 25ετίας και είναι εξαιρετικά πιθανό να μην την βγάλουμε και ειδικώς εκτός από γενικώς.
Θα τα ξεπεράσουμε όλα αυτά, έχουμε άραγε άλλη επιλογή; Μόνο που το κόστος είναι μεγάλο. Στην ανηδονία που μας κληροδοτεί όλη αυτή η κατάσταση σκοτώνοντας την ανεμελιά. Η εποχή μας είναι συναρπαστική, σαφώς πιο ενδιαφέρουσα από την εποχή που ζούσαμε στο συννεφάκι. Όμως παράγει περισσότερο άγχος από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε.
Να φανταστείτε, τις προάλλες, είδα στον ύπνο μου ότι πίναμε σφηνάκια σαμπούκα σε κάτι λευκούς καναπέδες, ενώ έπαιζε μια lounge συλλογή τύπου Buddha bar. Και δεν πετάχθηκα κάθιδρος από τον εφιάλτη…