Πρόληψη: Ποια είναι τα βασικά μέτρα προστασίας έναντι των λοιμώξεων
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Δημήτρης Παρασκευής εξηγεί στο News247.gr πως μπορούμε να αποφύγουμε νοσήματα του αναπνευστικού και τι μας έχει διδάξει η πανδημία.
- 03 Μαρτίου 2021 16:05
Για τι περισσότερες λοιμώξεις του αναπνευστικού -και όχι μόνο-, όπου δεν υπάρχει θεραπεία, η καλύτερη αντιμετώπισή είναι η πρόληψη και η αποφυγή της έκθεσης σε ιούς. Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής, Εργαστήριο Υγιεινής Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρης Παρασκευής, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, περιγράφει στο news247.gr τις βασικές αρχές πρόληψης έναντι λοιμογόνων ιών.
Απαντώντας στο ερώτημα για το ποια είναι τα βασικά σημεία, τα μέτρα για τα νοσήματα του αναπνευστικού, σημειώνει: «Καταρχήν κατά το διάστημα της πανδημίας εξοικειωθήκαμε όλοι με τη χρήση της μάσκας. Είναι μια πολύ καλή αφορμή αυτό ώστε να παραμείνει μία καλή συνέχεια ως ένα σημαντικό προληπτικό μέτρο για όλους τους ιούς του αναπνευστικού. Προληπτικό μέτρο είναι ακόμη η τήρηση της απόστασης και η αποφυγή των χωρών που υπάρχει έντονος συγχρωτισμός ή όταν υπάρχει ανάγκη να βρισκόμαστε σε τέτοιους χώρους να τηρούμε και να κάνουμε σωστή χρήση της μάσκας».
Και τι θα πει σωστή χρήση της μάσκας; «Σημαίνει ότι η μάσκα εφαρμόζει ακριβώς στο πρόσωπο μας, σημαίνει ότι καλύπτουμε πλήρως τη μύτη και το στόμα. Το να φοράμε λοιπόν τη μάσκα υποτύπως στο πηγούνι μας ή να την έχουμε ως μέσο το οποίο θα το χρησιμοποιήσουμε μόνο αν υπάρχει έλεγχος, δεν μας προστατεύει ούτε εμάς αλλά ούτε το περιβάλλον μας. Υπάρχει επίσης κι ένα άλλο δεδομένο: η μάσκα μας προστατεύει όταν οι υπόλοιποι στο χώρο που βρισκόμαστε κάνουν επίσης σωστή χρήση της μάσκας. Αν λοιπόν κάποιος από εμάς φοράει την μάσκα του αλλά κάποιος ο όποιος νοσεί δεν τηρεί το μετρό αυτό και δεν την φοράει, η προστασία που μας προσφέρει η μάσκα είναι πολύ περιορισμένη. Επίσης αν φοράμε τη μάσκα μας, αλλά όχι με το σωστό τρόπο, επίσης και τότε η προστασία που μας παρέχει είναι περιορισμένη.
Ο καθηγητής συμπληρώνει ακόμη ότι «έχοντας υπόψη το τρίπτυχο: χρήση της μάσκας, τήρηση της φυσικής απόστασης, αποφυγή συγχρωτισμού και επιπλέον για τα νοσήματα που υπάρχουν εμβόλια και ανήκουμε σε πάθεις ομάδες να φροντίσουμε να εμβολιαζόμαστε, αυτό αποτελεί τον τρόπο να αποφύγουμε, να προλάβουμε και να μειώσουμε τον κίνδυνο έκθεσης και νόσησης. Αυτό διαπιστώνεται και κατά την τρέχουσα πανδημία όπου η χρήση των μέτρων πρόληψης για τον κορονοϊό λειτουργούν παράλληλα και για τα υπόλοιπα νοσήματα του αναπνευστικού. Μάλιστα ο αυξημένος εμβολιασμός για τη γρίπη αλλά και η τήρηση των μέτρων λόγω της πανδημίας έχουν οδηγήσει σχεδόν στην εξάλειψη της επιδημία γρίπης την τρέχουσα περίοδο».
Αναφορικά με το εμβόλιο της γρίπης αυτό πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο αναφέρει ο κ. Παρασκευής και συμπληρώνει ότι αφορά κυρίως τις ευπαθείς ομάδες, χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι κάποιος πους θέλει να το κάνει δεν μπορεί να το κάνει. «Το αντιγριπικό εμβόλιο δε συστήνεται σε εκείνους που δεν ανήκουν στις γνωστές ευπαθείς ομάδες, όπου ο κίνδυνος για σοβαρή νόσο είναι μεγάλος. Είναι επίσης διαφορετικό σε σχέση με τον εμβολιασμό στην παιδική ηλικία που δε χρειάζεται να επαναλαμβάνεται, καθώς για χρόνια μετά διατηρείται η ανοσία. Αντίθετα στη γρίπη τα στελέχη του ιού που κυκλοφορούν κάθε χειμερινή περίοδο, αλλάζουν».
Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι επισημάνσεις του καθηγητής σχετικά με τα χρόνια νοσήματα όπου εκεί οι περιπτώσεις είναι διαφορετικές.
«Ας αναφέρουμε το παράδειγμα του HIV. Εκεί δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα ένα αποτελεσματικό εμβόλιο άρα η χρήση προληπτικών μέτρων είναι το Α και το Ω σε ό,τι αφορά τον περιορισμό της διασποράς της νόσου. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει συστήσει 3 άξονες όσον αφορά την πρόληψη, την αντιμετώπιση και τον περιορισμό της διασποράς. Πρώτα την έγκαιρη διάγνωση, δηλαδή το να προσπαθήσουμε τόσο εμείς όσο και η κοινότητα να ευαισθητοποιηθεί έτσι ώστε να ελέγχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να μπορέσουμε να διαγνώσουμε το 90% του πληθυσμού όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα. Ο δεύτερος άξονας είναι η διασύνδεση με την φροντίδα και η έγκαιρη χορήγηση αντιρετροϊκής θεραπείας όπου η χώρα μας όπως και όλοι Δύση γενικότερα τα καταφέρνει πολύ καλά και ο τρίτος άξονας είναι η θεραπεία αυτή να είναι αποτελεσματική έτσι ώστε να επιτυγχάνουμε ένα διπλό σκοπό:
Την επιμήκυνση του προσδόκιμου επιβίωσης δηλαδή να έχει τα θεραπευτικά αποτελέσματα, αλλά από την άλλη επειδή η θεραπεία περιορίζει την συγκέντρωση του ιού στον οργανισμό λειτουργεί επιπλέον και ως μετρό πρόληψης. Δηλαδή ένας οροθετικός άνθρωπος που έχει μολυνθεί με τον HIV όταν λαμβάνει την θεραπεία του σύμφωνα με την συνιστώμενες δόσεις, με το συνιστώμενο τρόπο, τότε καθίσταται μη μολυσματικός. Δηλαδή το ιικο του φορτίο στα βιολογικά του υγρά είναι μη ανιχνεύσιμο. Να κάνουμε μία σημαντική σημείωση ότι δεν αρκεί μόνο η θεραπεία αλλά θα πρέπει να έχουμε αντίστοιχα και το αποτέλεσμα του εργαστηριακού ελέγχου που πιστοποιεί ότι η συγκέντρωση του ιού στα βιολογικά υγρά είναι μη ανίχνευση».
Όλοι μας μπορούμε να εκτεθούμε σε ένα λοιμώδες νόσημα
Άλλα προληπτικά μέτρα που σημειώνει ο κ. Παρασκευή αφορούν στην ενημέρωση των επαφών μας, δηλαδή αν τυχόν έχουμε κάποιες επαφές υψηλού κινδύνου και αν ως άνθρωποι έχουμε υποψία μόλυνσης, τότε πρέπει να δείξουμε μία συμπεριφορά η οποία θα προστατεύσει την κοινότητα μας, μία υπεύθυνη συμπεριφορά που θα μειώσει τον κίνδυνο έκθεσης των ατόμων στο στενό μας περιβάλλει. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή που κάνουμε και με τον κορονοϊό, όταν δηλαδή έχουμε μία υποψία νόσησης, προστατεύουμε στο οικογενειακό περιβάλλον. Εδώ όμως αφορά μια συμπεριφορά η οποία έχει μακροπρόθεσμη διάρκεια σε ό,τι αφορά το πως θα πρέπει να δούμε τα άτομα στο στενό μας περιβάλλον.
«Ένα άλλο θέμα που αξίζει να ειπωθεί είναι το θέμα του στίγματος» επισημαίνει ακόμη ο καθηγητής. «Πολύ συχνά για μολυσματικά, για λοιμώδη νοσήματα υπάρχει κοινωνικό στίγμα. Ότι δηλαδή κάποιος ο όποιος έχει μολυνθεί από χρόνιο νόσημα, από ένα λοιμογόνο παράγοντα, θεωρείται ότι είναι στιγματισμένος. Ότι αυτός ο άνθρωπος, έχει κάνει κάτι λάθος ότι είναι επικίνδυνος για την κοινότητα ότι έχει κάτι ξεχωριστό. Θα πρέπει λοιπόν να ξεφύγουμε λίγο από αυτές τις τακτικές, από αυτό τον τρόπο σκέψης. Όλοι μας ζούμε σε ένα σύνθετο περιβάλλον. Όλοι μας μπορούμε να εκτεθούμε σε ένα λοιμώδες νόσημα. Η συμπεριφορά μας δεν είναι απαραίτητα λανθασμένη αν τυχόν εκτεθούμε και μολυνθούμε από ένα παθογόνο. Κάθε άλλο. Μια τέτοιου είδους συμπεριφορά δυσκολεύει την αντιμετώπιση ενός προβλήματος. Το να αντιμετωπίσουμε λοιπόν τους συνανθρώπους μας ως στιγματισμένου, ότι έχουν θετικό πρόσημο, είναι κάτι που δεν ισχύει. Δυσκολεύει την αντιμετώπιση του προβλήματος γιατί δυσχεραίνει τους διαγνωστικούς ελέγχους. Δυσχεραίνει την αποδοχή του προβλήματος από την κοινότητα και όλα αυτά αποτελούν παραμέτρους που πραγματικά είναι εις βάρος της πρόληψης, εις βάρος της αντιμετώπισης και γενικότερα της κοινωνίας μας που θεωρεί ότι οι άνθρωποι μπορεί να ταξινομηθούν σε θετικούς και αρνητικούς αναφορικά με την κατάσταση ενός νοσήματος».