Η αέναη προσπάθεια για την ισότητα των φύλων στην Ελλάδα – Εμπόδια και αντιστάσεις δύο αιώνων
Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση της κατάταξης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον Δείκτη Ισότητας των Φύλων του EIGE (Εuropean Institute for Gender Equality).
- 28 Ιουνίου 2021 11:39
Mε την πλήρη ισότητα των φύλων να υπολογίζεται στο 100, η Ελλάδα έχει δείκτη 52.5 έναντι 67,9 της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικά. Ο δείκτης περιλαμβάνει συγκρίσιμα ποσοτικά στοιχεία σε 6 τομείς, τον χρόνο, την εργασία, την εξουσία, την γνώση, την υγεία και το χρήμα (Στην Ελλάδα οι χαμηλότερος δείκτης είναι αυτός που αφορά στην εξουσία (27%) και ο μεγαλύτερος αυτός που αφορά στην υγεία (84%).
Η κατάσταση αυτή δεν είναι άσχετη από την πορεία της συγκρότησης της χώρας ως σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους στην οποία εντάχθηκαν και οι διεκδικήσεις των γυναικών ιστορικά για χειραφέτηση, ισοτιμία, ισοπολιτεία, απελευθέρωση και ουσιαστική ισότητα των φύλων κατά τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση μέχρι σήμερα. Η ιστορία των διεκδικήσεων είναι γεμάτη από ποικίλα ιδεολογικά και κοινωνικά εμπόδια και σθεναρές αντιστάσεις των πολιτικών δυνάμεων, κυρίως λόγω του εκκλησιαστικού σκοταδισμού και των έμφυλων ιεραρχιών που διατηρούσαν και αναπαρήγαν σεξιστικές πρακτικές στο αναπτυσσόμενο ελληνικό κράτος.
Ας ανατρέξουμε στα βασικά στοιχεία της πορείας της νομικής και ουσιαστικής ισότητας των φύλων στην χώρα μας, όχι μόνον για να εξηγήσουμε την κατάσταση αλλά, κυρίως, για να δείξουμε το έλλειμμα δημοκρατίας, τη δυσλειτουργία της οικονομίας και την κοινωνική ανισότητα που συνδέονται με τις συνεχιζόμενες ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών. Θα αναφερθούμε σχηματικά σε έξι σταθμούς της μακράς διάρκειας επιδίωξης της ισότητας των φύλων στην Ελλάδα, αναζητώντας τις κινητήριες δυνάμεις της.
Α. Η ιστορική έρευνα για τον 19ο αιώνα, κυρίως της Ελένης Βαρίκα «Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα 1833-1907», μας έδειξε με τον καλύτερο τρόπο την θέση των γυναικών ως πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στην οπισθοδρόμηση και τον εξευρωπαϊσμό κατά τον 19ο αιώνα, αλλά και τη γένεση της συνείδησης του φύλου και του φεμινισμού στο γύρισμα του αιώνα. Οι πρώτες διεκδικήσεις των Ελληνίδων αφορούσαν στην πρόσβαση στην εκπαίδευση και αργότερα στην άσκηση επαγγελμάτων που δεν έτυχε να συνάδουν με την «φύση» των γυναικών μέχρι τότε. Οι πρώτες δασκάλες, αλλά και οι φοιτήτριες στη Φιλοσοφική και την Ιατρική Σχολή αποτελούσαν τις «επαναστάτριες» της εποχής αφού αμφισβητούσαν τα άκαμπτα όρια του φύλου ανάμεσα στην οικογένεια και την αμειβόμενη εργασία.
Β. Ενώ στην Γαλλία και την Αγγλία τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών διατυπώθηκαν στο τέλος του 18ου αιώνα (Olympe de Gouges και Mary Wollstonecraft), στην Ελλάδα τα αίτημα της ψήφου των γυναικών διατυπώθηκε με καθυστέρηση σχεδόν 100 ετών. Όπως μας έδειξε με εύγλωττο τρόπο η ιστορικός Δήμητρα Σαμίου στο έργο της «Τα πολιτικά δικαιώματα των Ελληνίδων 1864-1952. Ιδιότητα του πολίτη και καθολική ψηφοφορία», τα πολιτικά δικαιώματα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι απονεμήθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση παρά τις επίπονες προσπάθειες των γυναικείων οργανώσεων κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα . Οι πολιτικές και κομματικές διαμάχες ενεπλάκησαν με τις διεκδικήσεις των γυναικών για δεκαετίες, εργαλειοποιώντας τες σε συγκρούσεις και συμμαχίες. Ιδιαίτερα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η ψήφος των γυναικών αποτέλεσε διαδοχικά αντικείμενο πλειοδοσίας και στις δύο κατευθύνσεις. Καταρχάς, η αριστερά υποστήριξε την ψήφο των γυναικών, γεγονός που απέτρεψε την δεξιά να την θεσμοθετήσει φοβούμενη ότι οι γυναίκες θα ψηφίσουν αριστερά. Στην συνέχεια, στο μετεμφυλιακό κράτος της δεξιάς (και αφού δεν είχε επιβεβαιωθεί ο φόβος αυτός στις δημοτικές εκλογές που διενεργήθηκαν εν τω μεταξύ), το αίτημα βρήκε μεγαλύτερη ανταπόκριση στην κυβερνητική παράταξη, αλλά τότε οι αριστερές δυνάμεις εναντιώθηκαν εντάσσοντάς το αίτημα στην γενικότερη καταγγελία της αντιδημοκρατικής λειτουργίας του κράτους. Τελικά η καθολική ψήφος των γυναικών θεσμοθετήθηκε το 1952 λόγω των πιέσεων του ΟΗΕ και των διεθνών συμβάσεων στο πλαίσιο της προσπάθειας του κράτους εκείνου να δείξει ότι είναι δημοκρατικό.
Γ. Χρειάστηκε το γυναικείο κίνημα της μεταπολίτευσης και το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση για να εκσυγχρονισθεί το οικογενειακό δίκαιο (Ν.1329/1983) (άκρως πατριαρχικό από τη δεκαετία του 1940), να νομιμοποιηθεί η άμβλωση (Ν.1609/1986) και να ποινικοποιηθεί ο βιασμός (Ν.1419/1984). Οι αντιστάσεις της εκκλησίας μείωσαν το εύρος πολλών διατάξεων (π.χ. πολιτικός γάμος), ενώ οι αντιστάσεις του ανδροκρατούμενου πολιτικού συστήματος (συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ) παρέπεμψαν στις καλένδες την ποινικοποίηση της ενδοοικογενειακής βίας. Πάντως η δεκαετία του 1980 σήμανε την έναρξη των δημόσιων πολιτικών ισότητας των φύλων με τη δημιουργία της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και του Κέντρου Έρευνας για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ).
Δ. Η Συνταγματική αναθεώρηση του 2001 έδειξε ότι στην Ελλάδα μπορούμε, αν θέλουμε, να νομοθετήσουμε υπέρ της ισότητας των φύλων, ακόμα και υπερβαίνοντας τις διεθνείς υποχρεώσεις μας. Η απάλειψη των εξαιρέσεων στην ισότητα των φύλων του άρθρου 116.παρ. 2 του Συντάγματος όχι μόνον νομιμοποίησε, αλλά και ενθάρρυνε την εφαρμογή θετικών μέτρων, «ιδίως υπέρ των γυναικών». Αυτό έδωσε προβάδισμα στην Ελλάδα έναντι της ΕΕ για πρώτη φορά στην ιστορία, αφού το Ελληνικό Σύνταγμα πλέον «προωθεί» τις θετικές δράσεις για την ουσιαστική ισότητα, ενώ η Συνθήκη της ΕΕ απλά τις «επιτρέπει». Μπορεί η τελική ευνοϊκή διατύπωση της διάταξης να οφείλεται στην ενεργοποίηση της Αλίκης Γιωτοπούλου -Μαραγκοπούλου και στον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, είχε, όμως, προετοιμασθεί με σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ε. Με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο περιορισμένης εμβέλειας και οικογενειοκεντρικής προσέγγισης νόμος Ν.3500/2006 ποινικοποίησε την ενδοοικογενειακή βία, ενώ ακόμα αργότερα, το 2011, δημιουργήθηκαν οι πρώτες δημόσιες δομές για τα θύματα βίας, η τηλεφωνική γραμμή SOS, οι ξενώνες και τα συμβουλευτικά κέντρα. Οι πολιτικές αυτές καθυστέρησαν πολλές δεκαετίες παρά το γεγονός ότι ο ΟΗΕ, δια της επιτροπής CEDAW, πίεζε συστηματικά από τη δεκαετία του 1980 βασιζόμενος σε πρωτογενή πληροφόρηση από τις παράλληλες εκθέσεις (shadow reports) των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Ο νόμος για την καταπολέμηση της βίας ψηφίσθηκε τελικά το 2018 (Ν.4531/2018) ως κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης (Κωνσταντινούπολης) μετά από 7 χρόνια από την υπογραφή της από την Ελλάδα.
ΣΤ. Ο νόμος για την ουσιαστική ισότητα των φύλων του 2019 (Ν.4604/2019) είναι σημαντικός γιατί επεκτείνει την εφαρμογή της ισότητας στον δημόσιο τομέα και στις δημόσιες πολιτικές. Όμως, η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων, ο δημόσιος φορέας/θεματοφύλακας της ισότητας εξέλιπε λίγους μήνες μετά, τον Ιούλιο του 2019, με την κατάργηση της αυτοτέλειας της ισότητας των φύλων ως κρατικής πολιτικής.
Η παραπάνω τηλεγραφική αναφορά στις βασικότερες φάσεις της μετ’ εμποδίων πορείας προς την ισότητα των φύλων, στο βαθμό που εξαρτιόταν από το εγχώριο πολιτικό σύστημα, μπορεί μόνον να προϊδεάσει για την ύπαρξη πολλών εμποδίων, ρητών ή άρρητων, θεσμικών ή γραφειοκρατικών, σε κάθε περίπτωση, εμποδίων που οφείλονται στις πατριαρχικές ιεραρχίες και στα άκαμπτα στερεότυπα του φύλου που παρά τις αλλαγές, παραμένουν ακόμα πολύ ισχυρά.
Θετική επίδραση στην ισότητα των φύλων είχε η ένταξη στην ΕΟΚ το 1981 με την οποίαν δρομολογήθηκαν σημαντικές πολιτικές για την ισότητα των φύλων και την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου στην αγορά εργασίας. Η Μαρία Καραμεσίνη μας έδειξε στο πρόσφατο βιβλίο της «Γυναίκες, φύλο και εργασία στην Ελλάδα» την συμβολή της ΕΕ στην αύξηση της απασχόλησης των γυναικών και στις ίσες ευκαιρίες πρόσβασης μέσα από προγράμματα θετικών δράσεων και συμφιλίωσης εργασίας και οικογένειας. Οι ευρωπαϊκές οδηγίες για την ίση μεταχείριση, την ίση αμοιβή, την ίση πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, την επέκταση των γονικών αδειών στους πατέρες και την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας ως διάκρισης λόγω φύλου, οδήγησαν στον εκσυγχρονισμό του ελληνικού δικαίου δημιουργώντας ένα πλέγμα νομικών ρυθμίσεων ισότητας των φύλων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έπαιξε τον ρόλο του επιταχυντή μειώνοντας τις εγχώριες αντιστάσεις στην εξίσωση π.χ. των συντάξεων, των αμοιβών και άλλων εργασιακών δικαιωμάτων για άνδρες και γυναίκες.
Ποιες λοιπόν θα μπορούσαν να θεωρηθούν κινητήριες δυνάμεις της πορείας της ισότητας των φύλων στη χώρα μας;
1. Οι διεθνείς υποχρεώσεις, είτε των πολιτικά επιβεβλημένων διεθνών είτε των δεσμευτικών ευρωπαϊκών, παρά τις καθυστερήσεις, ήταν η βασική κινητήρια δύναμη σε μια χώρα που παρόλο που ή ένταξή της στη Δύση αποτέλεσε βασικό ζητούμενο διαχρονικά, η διατήρηση της παράδοσης ήταν συχνά κεντρικό στοιχείο των πρακτικών των θεσμών και των πολιτών.
2. Το γυναικείο κίνημα, είτε με την μορφή του αυτόνομου φεμινιστικού ριζοσπαστικού κινήματος της δεκαετίας του 1980 είτε με την μορφή των πιέσεων των γυναικείων οργανώσεων για θεσμικές αλλαγές αποτέλεσε κομβική κινητήρια δύναμη αλλαγών σε νόμους και συνειδήσεις.
3. Η πολιτική βούληση των κομμάτων έπαιξε και αυτή, οριακά ίσως, τον ρόλο της. Και το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 και η πρόσφατη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ έδειξαν θετική πολιτική βούληση και προχώρησαν σε νομοθετικές αλλαγές στην κατεύθυνση των αιτημάτων των οργανώσεων.
Και στις τρεις αυτές κινητήριες δυνάμεις της ισότητας των φύλων, η παρουσία των φεμινιστριών μπροστά ή πίσω από την πολιτική σκηνή ήταν καθοριστική. Σε σχετικά νέες και άνισες ως προς το φύλο δημοκρατίες, όπου το πολιτικό σύστημα και τα πολιτικά κόμματα είναι παντοδύναμα και ανδροκεντρικά, οι παρεμβάσεις που βελτιώνουν την καθημερινή ζωή των γυναικών, μπορούν να προωθηθούν μόνον μετά από την κινητοποίηση των ίδιων των ενδιαφερομένων, δηλαδή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
Σήμερα στην Ελλάδα, μετά τις απανωτές κρίσεις (οικονομική και υγειονομική) η ισότητα των φύλων παραμένει εύθραυστη, αφού δεν έχει ακόμα επιτευχθεί ούτε ως στατιστική απεικόνιση, ούτε ως ουσιαστική πραγματικότητα, αλλά και ούτε έχει εδραιωθεί στην συνείδηση του ευρέος κοινού ως ύψιστη αρχή της δημοκρατίας, αλλά και της καθημερινότητας όλων των πολιτών. Ενώ η εμβέλεια του στόχου της ισότητας επεκτείνεται (τουλάχιστον ρητορικά) στα άτομα ΛΟΑΤΚΙ + και στα άτομα με διαφορετική εθνική και φυλετική καταγωγή, η ισότητα γυναικών και ανδρών κλονίζεται από την παλινόρθωση της πατριαρχίας, του συντηρητισμού και του λαϊκισμού.
Ο στόχος της ουσιαστικής ισότητας των φύλων παρά τις έξωθεν πιέσεις βρίσκεται εγκλωβισμένος στις ντόπιες αντιστάσεις και δοκιμάζει τις αντοχές του στην πορεία για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Άραγε πόσος χρόνος θα απαιτηθεί ακόμα για να απολαύσουν οι γυναίκες στην Ελλάδα πλήρη πολιτικά, κοινωνικά, αναπαραγωγικά και σεξουαλικά δικαιώματα, ή τουλάχιστον όσα απολαμβάνουν οι γυναίκες στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
- Η Μαρία Στρατηγάκη είναι Αν. Καθηγήτρια Κοινωνικής Πολιτικής στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών.