Οι καταλήψεις είχαν τη δική τους ιστορία- Ο συγγραφέας του βιβλίου “Κάτσε καλά Γεράσιμε” στο News 24/7

Οι καταλήψεις είχαν τη δική τους ιστορία- Ο συγγραφέας του βιβλίου “Κάτσε καλά Γεράσιμε” στο News 24/7
Πορεία μαθητών, τέλη της δεκαετίας του 1970, αρχές της δεκαετίας του 1980. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"

Ο Δημήτρης Σκλαβενίτης, Δρ. Ιστορίας, ερευνητής και συγγραφέας του μοναδικού συγγράμματος που καταγράφει την πορεία των καταλήψεων στα σχολεία, μιλά για τη γέννηση, την ωρίμανση και την πορεία των μαθητικών κινητοποιήσεων μετά τη μεταπολίτευση.

Οι φετινές καταλήψεις των μαθητών με σωρεία αιτημάτων που -ως επί το πλείστον- σχετίζονται με την πανδημία του κορονοϊού, επαναφέρουν στο προσκήνιο το ενδιαφέρον ενός βιβλίου του 2016 και αποτελούν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να το ανασύρουμε από τα ράφια των βιβλιοπωλείων.

Το “Κάτσε καλά Γεράσιμε” αποτελεί το μοναδικό βιβλίο που καταπιάνεται με την ιστορική καταγραφή των μαθητικών καταλήψεων μετά τη μεταπολίτευση και για την ακρίβεια από το 1974 μέχρι το 2000. Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό σύγγραμα, “προϊόν” επεξεργασίας της διδακτορικής διατριβής του Δημήτρη Σκλαβενίτη, μετά από ενδελεχή και πολυετή δική του έρευνα σε πλούσιο αρχειακό υλικό, σχετικό με τις μαθητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις της μεταπολιτευτικής περιόδου, μέχρι και την ολοκλήρωση της πρότερης χιλιετίας.

Τη μακρόσυρτη βιβλιογραφία, με αποδελτιώσεις εντύπων, αναζητήσεις στα “κιτάπια” βιβλιοθηκών, μαθητικές εφημερίδες και περιοδικά, προκηρύξεις και πρακτικά της Βουλής, συνόδευσαν 29 βιογραφικές συνεντεύξεις μαθητών, καθηγητών-μελών της ΟΛΜΕ, δημοσιογράφων και γονέων. Μεταξύ αυτών, ένα από τα πρόσωπα των ημερών, ο Δημήτρης Κουσουρής, αλλά και ένας δημοτικός υπάλληλος, αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας Τεμπονέρα.

Πορεία μαθητών Τεχνικού Λυκείου την περίοδο 1980-1, με αιτήματα την αναβάθμιση των σπουδών τους και την έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"

Στο “επιστημονικό” αυτό σύγγραμα, ο Δημήτρης Σκλαβενίτης πραγματοποιεί μία στοιχειοθετημένη καταγραφή των μαθητικών καταλήψεων, με αφετηρία τα άγουρα χρόνια των κινητοποιήσεων, προτού ακόμη τα “λουκέτα” στα σχολεία γίνουν το καθιερωμένο μέσο διαμαρτυρίας των μαθητών μέχρι την κορύφωσή τους στη δεκαετία του 1990: Από τη δημιουργία των πρώτων μαθητικών παρατάξεων, ως αποτέλεσμα της ανάγκης για πολιτικοποίηση μεταξύ των σχολικών διαδρόμων, μέχρι τις πρώτες καταλήψεις που έγιναν αισθητές στα Πολυκλαδικά Λύκεια του 1986 και τις μεγάλες καταλήψεις του 1991 (με συμμετοχή 1.800 σχολείων) και του 1999 με το “Κάτσε καλά Γεράσιμε”. Το σύνθημα με το οποίο τιτλοφορείται το βιβλίο, χωρίς όμως να περιορίζει την έρευνα και συγγραφή στην περίοδο όπου ακούστηκε, σηματοδοτώντας μία από τις δύο μεγαλύτερες μαθητικές κινητοποιήσεις μέχρι σήμερα.

Η ιδέα της κατάληψης, η ωρίμανση και γιγάντωσή της στο πέρασμα των χρόνων, περιγράφονται αναλυτικά από τον συγγραφέα, σε μία παράλληλη διαδρομή με τα πολιτικά δρώμενα στη χώρα, με τον ευνόητο συσχετισμό τους να αποτυπώνει την αντιμετώπιση που είχαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Συνάμα, γίνονται σημαντικές αναφορές και σε φοιτητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις, από την εμφάνισή τους μέχρι και τη δολοφονία του Μιχάλη Καλτεζά (1985), όχι τόσο ως μέτρο σύγκρισης, αλλά κυρίως κατάδειξης του ερεθίσματος που άντλησαν οι μαθητές, από τέτοιας μορφής διαμαρτυρίες, με εμβληματική απαρχή φυσικά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Μολονότι η αναδρομή σταματά στην τελευταία μεγάλη κατάληψη του 1999, ο αναγνώστης συναντά σημαντικά σημεία της ιστορίας που δίνουν απαντήσεις στις σημερινές πρακτικές της κυβέρνησης, σε ένα καθεστώς “τρομοκρατίας” και εκδικητικής διάθεσης προς τους μαθητές, δαιμονοποίησης των καταλήψεων και υποβάθμισης της συγκεκριμένης μορφής διαμαρτυρίας τους. Μίας ιδέας με βαθύ ιστορικό υπόβαθρο, η οποία πολιτικά αντιμετωπίστηκε με διγλωσσία, ενώ κοινωνικά ερμηνεύτηκε με αμφισημία στη συνείδηση των προηγούμενων γενιών.

Ο συγγραφέας του βιβλίου, Δημήτρης Σκλαβενίτης, που μάλιστα βίωσε τις καταλήψεις του 1999 ως μαθητής, μιλά στο News247.gr, απαντώντας σε ερωτήσεις για το τότε και το τώρα των καταλήψεων.

Στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης, όπως αναφέρετε, να κρατήσει τις όποιες πολιτικές δραστηριότητες μακριά από τα σχολεία, εμφανίστηκαν οι μαθητικές παρατάξεις. Ποια ήταν η επιρροή τους στις μαθητικές κινητοποιήσεις και η πορεία τους στο διάστημα που ακολούθησε;

Οι δεξιές κυβερνήσεις των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης δεν θα μπορούσαν να μην αφουγκραστούν την καταπιεσμένη πολιτική έκφραση της ελληνικής κοινωνίας και την δυναμική διεκδικήσεων που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται στις τάξεις της μαθητικής νεολαίας. Έτσι, το 1975 η κυβέρνηση της Ν.Δ. προχώρησε στην επανασύσταση των μαθητικών κοινοτήτων με στόχο να κατευνάσει το αγωνιστικό πνεύμα που είχε δημιουργηθεί στις τάξεις των μαθητών και να ικανοποιήσει έστω και προσχηματικά το αίτημα για ελεύθερο μαθητικό συνδικαλισμό. Από την πλευρά τους οι μαθητές άρχισαν να οργανώνονται σε κομματικές παρατάξεις, στις οποίες έβρισκαν ευρύ πεδίο δράσης για να ανακαλύψουν την πολιτική τους ταυτότητα και σε συνδυασμό με τη συμμετοχή τους στις μαθητικές κοινότητες να προσδιορίσουν τους στόχους και να θέσουν τις βάσεις για την συγκρότηση μιας συλλογικής διαμαρτυρίας.

Μαθητές της περιόδου 1998-9 σε πορεία εναντίον της μεταρρύθμισης Αρσένη. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"

Όπως ήταν αναμενόμενο, τα κόμματα της Αριστεράς –μικρότερα και μεγαλύτερα– ήταν τα πρώτα που δημιούργησαν τις θυγατρικές μαθητικές τους παρατάξεις, αποσκοπώντας στο να αποκτήσουν αυριανούς ψηφοφόρους και να δημιουργήσουν μελλοντικά στελέχη. Την ίδια τακτική ακολούθησε όμως και η Ν.Δ., ιδρύοντας την δική της μαθητική παράταξη (ΜΑΚΙ), περισσότερο ως αντίπραξη των αριστερών μαθητικών παρατάξεων για να κρατήσει τους μαθητές μακριά από την πολιτική δράση εις βάρος της κυβέρνησης. Επιπλέον, μέσω της αυστηροποίησης των μαθητικών κανονισμών στα σχολεία, το υπουργείο Παιδείας επιχειρούσε να ανακόψει την ραγδαία πολιτικοποίηση των μαθητών που έπαιρνε τη μορφή συνδικαλιστικής δράσης για ζητήματα όπως ο εκδημοκρατισμός της εκπαίδευσης, η συμμετοχή των μαθητών στον εορτασμό του Πολυτεχνείου, η στροφή προς την τεχνική εκπαίδευση κ.ά.

Με τον ερχομό του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 υπήρξε ένα δημοκρατικό άνοιγμα των σχολείων, το οποίο εκφράστηκε μέσω του νέου μαθητικού κανονισμού ο οποίος ευνοούσε την πολιτική ενασχόληση και τον μαθητικό συνδικαλισμό. Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη να αφήσει ανεξέλεγκτη τη δράση των πολιτικών δυνάμεων που θα επιχειρούσαν να αναπτυχθούν εντός των σχολών για να αντιταχθούν στην πολιτική της. Ο έντονος κομματισμός της εποχής της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ (1981-1989) θα έχει αντίκτυπο και στα σχολεία, με τους μαθητές-μέλη των κομματικών παρατάξεων να διαγκωνίζονται ποια παράταξη θα λάβει τις περισσότερες ψήφους στις μαθητικές εκλογές. Από το 1990 κι έπειτα οι μαθητικές παρατάξεις αρχίζουν να εκλείπουν, με μόνο αυτές των μεγάλων κομμάτων να συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται, έχοντας ωστόσο διαρκώς μειούμενο αντίκτυπο στο χώρο των σχολείων”.

Τελευταία ακούμε διαρκώς το κυβερνητικό αφήγημα της κομματικής υποκίνησης των καταλήψεων. Στο βιβλίο σας γίνεται συχνά αναφορά σε υποστήριξη των καταλήψεων από κομματικές και νεολαιίστικες παρατάξεις. Πόσο αισθητός ήταν αυτός ο συσχετισμός στις δύο μεγάλες καταλήψεις του 1990-91 και του 1999 και πόσο αισθητός είναι τελικά σήμερα;

“Η «καχεκτική» δημοκρατία μεταπολεμικά έδωσε την σκυτάλη μεταπολιτευτικά στην «κομματική», με τα κόμματα να αποτελούν τους πρωταγωνιστές της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Πώς θα μπορούσε όλο αυτό να μείνει αποκομμένο από το χώρο των σχολείων; Εξ άλλου, οι μαθητές ήταν εν δυνάμει ψηφοφόροι. Τα κόμματα πάντα επιχειρούσαν να κατευθύνουν ή να αποτρέψουν μαθητικές κινητοποιήσεις ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Φυσικά, η υποκίνηση-στήριξή τους δεν ήταν η μοναδική –αν και σίγουρα αναγκαία– συνθήκη για την εκδήλωση μαζικών σχολικών καταλήψεων. Το 1990-91 το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το ΝΑΡ λειτούργησαν προτρεπτικά και έως ένα βαθμό καθοδηγητικά για τις τότε καταλήψεις.

Μαθητές κατά τη δεκαετία του 1980 έξω από το κατειλημμένο 1ο Τεχνικό Λύκειο Αθήνας. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"

Όσο για την περίοδο 1998-1999, το μαθητικό τμήμα της ΚΝΕ δημιούργησε το «Συντονιστικό Αγώνα Σχολείων Αθήνας», το οποίο ηγήθηκε των μαθητικών κινητοποιήσεων, ενώ δημιουργήθηκε και ένα ακόμα συντονιστικό με την ονομασία «Πρωτοβουλία Μαθητών Κατειλημμένων Σχολείων» από αριστεριστές και αναρχικούς μαθητές, οι οποίοι αντιδρούσαν στο «καπέλωμα» της ΚΝΕ. Σήμερα το αποτύπωμα των κομμάτων στα σχολεία είναι πολύ πιο ισχνό. Απ’ όσο γνωρίζω μαθητές προσκείμενοι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΚΚΕ και από το χώρο της αναρχίας στηρίζουν τις καταλήψεις”.

Η στάση της κυβέρνησης απέναντι στις τωρινές καταλήψεις απέχει από αυτή που είχε η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση στις μαθητικές κινητοποιήσεις του 2018 για τη Συμφωνία των Πρεσπών κι ακόμη περισσότερο από αυτή που είχε ξανά ως κυβέρνηση σε εκείνες του 1992 για το Μακεδονικό. Τότε, όπως αναφέρετε στο βιβλίο σας, υπήρξε «θερμή παρότρυνση της κυβέρνησης στις καταλήψεις». Θα μπορούσατε να μας σχολιάσετε αυτή την επιλεκτική αντιμετώπιση;

Πράγματι, και το 1992 και το 2018 σε σχέση με το «Μακεδονικό ζήτημα», η ΝΔ άλλαξε τη στάση της απέναντι στη μορφή δράσης «κατάληψη», δίνοντας της κατ’ εξαίρεση θετική νοηματοδότηση. Οι λόγοι είναι προφανείς και έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση της πολιτικής της στόχευσης: την ενίσχυση δηλαδή του παλλαϊκού μετώπου για ένα εθνικό ζήτημα. Ειδικά για τις πρώτες χρονικά κινητοποιήσεις, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρούσε με την στήριξη των καταλήψεων να ανακτήσει εμμέσως την εμπιστοσύνη των μαθητών προς αυτήν, επιδοκιμάζοντας μάλιστα τη γενιά τους όταν μόλις λίγο καιρό πριν, με αφορμή τις κινητοποιήσεις της περιόδου 1990-91, αρκετοί κυβερνώντες αμφισβητούσαν τα ιδανικά και τις αξίες τους”.

Από την αρχή της καταγραφής των μαθητικών καταλήψεων, η ιστορική διαδρομή είναι παράλληλη με αυτή των φοιτητικών, όπως για παράδειγμα αυτή του 1978 για τον νόμο 815. Πόσο επηρεάστηκαν οι μαθητές από τα φοιτητικά κινήματα και δη από την εξέγερση του Πολυτεχνείου;

Οι μαθητές σαφώς και ακολούθησαν στους δικούς τους αγώνες τις μορφές διαμαρτυρίας των φοιτητικών κινητοποιήσεων της μεταπολιτευτικής περιόδου: το συλλαλητήριο και την κατάληψη. Ειδικά μετά την κατάληψη-εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973, η πράξη της κατάληψης συνδέθηκε με δημοκρατικές και προοδευτικές αξίες που πάνω τους θα ήταν δομημένη η πολιτεία της Μεταπολίτευσης, ενώ –χάρη στον ριζοσπαστισμό της– ανακηρύχθηκε στη συνείδηση των εκάστοτε διαμαρτυρόμενων ως η πλέον αποτελεσματική μορφή δράσης.

Μαθητική διαδήλωση στην πλατεία Συντάγματος εναντίον των αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα που επιχειρούσε ο υπουργός Β. Κοντογιαννόπουλος. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"


Παρ’ όλα αυτά, η συμβολοποίηση της κατάληψης του Πολυτεχνείου αποδείχθηκε σε πολλές περιπτώσεις τροχοπέδη για τις μετέπειτα νεολαιίστικες κινητοποιήσεις, καθώς η συγκεκριμένη μορφή διαμαρτυρίας έμοιαζε να έχει ταυτιστεί με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, με αποτέλεσμα πολλοί να θέτουν προϋποθέσεις και περιχαρακώσεις για την εκδήλωση της. Για παράδειγμα, στις φοιτητικές καταλήψεις για το Ν. 815/1978, οι καταληψίες μαθητές έγιναν αποδέκτες επικριτικών σχολίων από αριστερούς πολιτικούς, οι οποίοι με σημείο αναφοράς το Πολυτεχνείο τούς κατηγόρησαν για κατάχρηση της κατάληψης. Σε σημαντικό βαθμό, το ίδιο συνέβη και με τις μαθητικές καταλήψεις της περιόδου 1990-91, όταν οι μαθητές, στην αρχή τουλάχιστον, αποδοκιμάστηκαν από τις παλιότερες και πιο πολιτικοποιημένες γενιές οι οποίες αντιπαρέβαλαν την διαμαρτυρία τους με αυτήν του Πολυτεχνείου το 1973.

Η πρώτη καταγεγραμμένη μεγάλη κατάληψη όπως γράφετε ήταν αυτή των πολυκλαδικών του 1986. Έπειτα, οι καταλήψεις έγιναν ετήσιο φαινόμενο, αλλά η κορύφωσή τους ήρθε το 1990-91. Πόσο σημαντική ήταν εκείνη η χρονιά για τη γιγάντωσή τους τη δεκαετία του 1990 και τι ρόλο έπαιξε η δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα;

“Οι μαθητικές κινητοποιήσεις της περιόδου 1990-91 είναι σημείο τομής στις μαθητικές διαμαρτυρίες κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Τότε, η μαθητική διαμαρτυρία έλαβε τη μορφή κινήματος, περιλαμβάνοντας όλα τα στοιχεία που συνθέτουν ένα κίνημα, δηλαδή: μαζική συμμετοχή, παρατεταμένη διάρκεια, συγκεκριμένο ρεπερτόριο δράσης (καταλήψεις και συλλαλητήριο), διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης των διαμαρτυρομένων, συμμαχίες και δικτύωση με άλλους φορείς (κόμματα, ομοσπονδίες γονέων και καθηγητών).

Η δολοφονία Τεμπονέρα μαζί με τον θάνατο τεσσάρων ακόμα ανθρώπων στο κέντρο της Αθήνας στα επεισόδια που ακολούθησαν πυροδότησαν εκ νέου το κίνημα, που λόγω και των εορτών των Χριστουγέννων ήταν σε ύφεση, και εξάλειψαν τις όποιες πιθανότητες τερματισμού της μαθητικής διαμαρτυρίας χωρίς την δικαίωσή της. Άμεσα ο υπουργός Παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλος παραιτήθηκε και η κυβέρνηση αποφάσισε να ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα των μαθητών, ώστε να κατευνάσει τους μαθητές αλλά και μεγάλο μέρος της κοινωνίας που ήταν σε αναβρασμό εξαιτίας του νεοφιλελεύθερου προγράμματος που επιχειρούσε να εφαρμόσει”.

Οι καταλήψεις του 1999 με υπουργό Παιδείας τον Γεράσιμο Αρσένη και το μνημειώδες «Κάτσε καλά Γεράσιμε» με τον οποίο τιτλοφορείται και το βιβλίο σας, μαζί με αυτές του 1991, συνθέτουν μία πολύ ισχυρή δεκαετία για τις μαθητικές «φωνές». Γιατί η συνέχεια των μαθητικών καταλήψεων έφθινε στα χρόνια που ακολούθησαν;

Το τέλος της εποχής των καταλήψεων και ευρύτερα των μεγάλων κινητοποιήσεων στα σχολεία, τουλάχιστον όπως φανερώνει η ιστορία μέχρι σήμερα, σηματοδοτήθηκε από την αυστηροποίηση της νομοθεσίας απέναντι στους καταληψίες μαθητές το 2000. Σίγουρα όμως δεν συντέλεσε μόνο αυτό το γεγονός στην μη εμφάνιση μαζικών και εκτεταμένων καταλήψεων εδώ και μια εικοσαετία, με μοναδική ίσως εξαίρεση αυτών της περιόδου 2006 ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Για να απαντήσει επομένως κανείς σε αυτό το ερώτημα πρέπει να εξετάσει τι συνέβη στη χώρα σε εκπαιδευτικό αλλά κυρίως σε πολιτικό-κοινωνικό επίπεδο κατά τις δύο πρώτες και τόσο αντιφατικές δεκαετίες του αιώνα που διανύουμε.

Μαθητές σε υπό κατάληψη σχολείο κατά την περίοδο 1990-1, κρατώντας πανό με αναφορά στο εμβληματικό τραγούδι της εποχής «Φοβάμαι». Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"


Επιγραμματικά, νομίζω ότι οι απαντήσεις στο ερώτημα πρέπει να αναζητηθούν γύρω από δύο καίρια σημεία και όσα απορρέουν από αυτά. Το πρώτο είχε να κάνει με την πλάνη της υλικής ευημερίας και της συνεχούς οικονομικής και κοινωνικές ανέλιξης που διαπερνούσε μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας μετά και την είσοδο της Ελλάδας στην ΟΝΕ το 2001, γεγονός που δεν άφησε ανεπηρέαστους τους μαθητές, συμπαρασύροντας στου σε ένα κλίμα εφησυχασμού. Το δεύτερο σχετίζεται με την έλευση των Μνημονίων, που αντίθετα απ’ ότι ίσως θα περίμενε κανείς δεν έστρεψαν μεγάλη μερίδα των μαθητών προς την πολιτική ούτε πυροδότησαν κάποια μαθητική διαμαρτυρία με εκπαιδευτικά ή και άλλα αιτήματα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι παλιές μαθητικές κομματικές παρατάξεις, τροφοδότες και συνάμα υπονομευτές των μαθητικών κινητοποιήσεων της δεκαετίας του ’80 και του ’90, είχαν πλέον εξαφανιστεί. Επιπλέον η επανάληψη αντίστοιχων μαθητικών κινητοποιήσεων δεν προσέκρουε μόνο στη δυσκολία εύρεσης αιτημάτων, αλλά και στον προσδιορισμό των αποδεκτών τους, με γνώμονα ότι οι αποφάσεις πλέον δεν εναπόκεινταν αποκλειστικά στην εγχώρια εξουσία”.

Πόσο απειλούνται τελικά οι κυβερνήσεις από τέτοιες εκφράσεις διαμαρτυρίας όπως οι καταλήψεις και τα συλλαλητήρια και τι ρόλο παίζει η “νομιμοποίηση” και “θεσμοποίησή” τους που αναφέρετε στο βιβλίο;

Έναν τρόπο διαμαρτυρίας δεν μπορούμε να τον εξετάσουμε ανεξάρτητα από τα αιτήματα των συλλογικών υποκειμένων που πραγματοποιούν αυτή την διαμαρτυρία. Παρ’ όλα αυτά, μια συλλογική δράση όταν μπαίνει σε φάση θεσμοποίησης, τότε καθίσταται ατελέσφορη και συνήθως διακόπτεται από τους ίδιους τους δρώντες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σχολικές καταλήψεις μπήκαν σε φάση θεσμοποίησης, όταν η άκριτη ετήσια επανάληψη τους επέφερε την τυποποίησή-«ρουτινοποίηση» τους, δίνοντας έτσι στις αρχές τη δυνατότητα να τις αντιμετωπίζουν χωρίς να τις καταπνίγουν. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις επιδίωξαν οι ίδιες την θεσμοποίηση των μαθητικών κινητοποιήσεων, είτε μέσω δημιουργίας θεσμών όπως η Βουλή των Εφήβων, είτε μέσω προσχηματικού διαλόγου με τους μαθητές αφού έχουν πρώτα τερματίσει τις καταλήψεις τους, αποσκοπώντας να μετατρέψουν την συγκρουσιακή έκφραση των τελευταίων σε συμβατικό μέσο διεκδίκησης. Αυτή η διαχρονική τακτική είναι φανερή και στις τωρινές καταλήψεις: από τη μία πλευρά η υπουργός Παιδείας καλεί τους μαθητές σε διάλογο με την προϋπόθεση να σταματήσουν τις καταλήψεις, ενώ από την άλλη δηλώνει έμμεσα ή άμεσα ότι δεν δύναται να εκπληρώσει τα βασικά τους αιτήματα για μικρότερα τμήματα και περισσότερους καθηγητές.

Κατειλημμένο σχολείο της περιόδου 1990-1. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"


Στο άλλο σκέλος του ερωτήματος, από τη στιγμή που οι καταλήψεις αποτελούν αδιαμφισβήτητα παράνομες πράξεις, για να έχουν συνέχεια πρέπει να νομιμοποιηθούν. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην έγκρισή τους μέσω ψηφοφορίας από την πλειοψηφία των μαθητών, αλλά και στην ανεκτική στάση που θα επιδείξει η κοινωνία και το κράτος απέναντι τους. Αυτή τη στιγμή, πολύ αμφιβάλω αν η κοινωνία είναι ευνοϊκή απέναντι στις καταλήψεις των μαθητών, χωρίς φυσικά αυτό να ισχύει και για τα δίκαια αιτήματά τους.

Τα αιτήματα των μαθητών ήταν διαχρονικά συνυφασμένα με μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν από την ποδιά και τον διαχωρισμό σε αρρένων-θηλέων μέχρι τις εισαγωγικές εξετάσεις και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Φέτος έχουμε να κάνουμε και με αιτήματα διαφορετικής φύσης. Ακούσαμε ότι εντάσσονται μερικά με πολιτικοοικονομικό υπόβαθρο, όπως η εναντίωση στην αγορά των Rafale. Ποιο είναι το κυρίαρχο αίτημα των μαθητών όλα αυτά τα χρόνια και πόσο συχνό είναι το φαινόμενο να ξεφεύγουν από τα στενά εκπαιδευτικά όρια;

Δεν θα έλεγα ότι τα φετινά αιτήματα δεν έχουν να κάνουν με την εκπαίδευση, καθώς παρά το γεγονός ότι εκπορεύονται από την υγειονομική κρίση δεν παύουν να αφορούν το χώρο του σχολείου. Όσον αφορά τα πάγια αιτήματα των μαθητικών καταλήψεων διαχρονικά, είναι κυρίως οικονομικής φύσεως έχοντας ως επίκεντρο την αύξηση των δαπανών για την παιδεία, την βελτίωση των σχολικών εγκαταστάσεων, τους διορισμούς καθηγητών κ.ά.

Κανένα όμως από αυτά δεν αποτέλεσε το κυρίαρχο αίτημα των μεγάλων μαθητικών κινητοποιήσεων της Μεταπολίτευσης. Το 1990-91 ήταν το επαπειλούμενο νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου που θα επέφερε την ιδιωτικοποίηση της παιδείας, καθώς και τα αναχρονιστικά Π.Δ. για ευπρεπή εμφάνιση, κατάργηση των αδικαιολόγητων απουσιών, έπαρση σημαίας κ.ά. Το 1998-99 ήταν η περίφημη μεταρρύθμιση Αρσένη που έφερνε ένα νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και σύμφωνα με τους μαθητές εντατικοποιούσε ακόμα περισσότερο τις σπουδές τους.

Συνάντηση της «παναττικής» επιτροπής μαθητών με τον υπουργό Παιδείας Βασίλη Κοντογιαννόπουλο. Διακρίνεται δεξία με το κόκκινο πουλόβερ ο Αλέξης Τσίπρας. Βιβλίο "Κάτσε καλά Γεράσιμε"

Βέβαια, στις λίστες με τα αιτήματα των μαθητών υπήρχαν και άλλου είδους –μη εκπαιδευτικά αλλά όχι ασήμαντα– αιτήματα, όπως ας πούμε η μη αποστολή στρατιωτικής δύναμης στον Περσικό Κόλπο το 1991, που κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με την αγορά των Rafale. Δεν έλειπαν όμως και άλλα, που μόνο με χιούμορ μπορεί κανείς να τα αντιμετωπίσει, όπως το τι σχήμα θα έχουν οι τυρόπιτες του κυλικείου –το αντίστοιχο σημερινό είναι να μπει ο ΠΑΟΚ στο Champions League. Όπως γίνεται αντιληπτό, όλα αυτά τα δευτερεύοντα αιτήματα λειτουργούσαν συμπληρωματικά και εμφανίζονταν τις περισσότερες φορές όταν ουσιαστικά η κινητοποίηση είχε κλείσει τον κύκλο της ή αποσκοπούσε εξ αρχής στο χάσιμο μαθήματος’.

Παρά το γεγονός ότι οι καταλήψεις δεν ακολουθούν την οδό της νομιμότητας ως μέσο αντίδρασης, ποτέ, καμία κυβέρνηση δεν έφτασε στην έσχατη λύση παρέμβασης της πολιτείας της εισαγγελικής παρέμβασης. Από την άλλη, βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες να εντείνεται η δαιμονοποίησή τους με εκδικητικές πρακτικές. Ακούσαμε να αποκαλούνται ακόμη και «γάγγραινα της κοινωνίας» ή «φίδι στον κόρφο των σχολείων». Μπορείτε να σχολιάσετε αυτή τη μέθοδο, εν συγκρίσει και με τα πρότερα χρόνια;

Όπως ανέφερα και προηγουμένως, σημαντικό ρόλο στην έκβαση των καταλήψεων ή όποιων άλλων κινητοποιήσεων αποτελεί η στάση που θα κρατήσει απέναντί τους το κράτος και η κοινωνία. Στις τωρινές μαθητικές κινητοποιήσεις παρατηρούμε κατασταλτικά μέτρα που δεν μας είναι άγνωστα: εισαγγελικές παρεμβάσεις, επιθέσεις αγανακτισμένων –εντός και εκτός εισαγωγικών– γονέων, απειλές για απουσίες και μαθήματα τα Σάββατα. Αυτά τα φαινόμενα δεν είναι καινοφανή, υπήρχαν και στις μεγάλες κινητοποιήσεις των περιόδων 1990-91 και 1998-99. Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά είναι ότι τα αντανακλαστικά της σημερινής κυβέρνησης ενεργοποιήθηκαν αρκετά νωρίτερα από παλαιότερα, πιθανότατα γιατί δεν θα ήθελε εν μέσω πανδημίας και των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία να έχει ένα ακόμα ανοικτό μέτωπο που θα δημιουργούσε μείζον ζήτημα στην καθημερινότητα όλων των πολιτών”.

Το βιβλίο σας έχει μία πρωτοποριακή σημειολογία, τόσο ως σύγγραμμα όσο και ως διατριβή. Γιατί οι μαθητικές κινητοποιήσεις τυγχάνουν τέτοιας ασθενικής αντιμετώπισης και καταγραφής; Αναφέρετε πως δυσκολευτήκατε ακόμη και στην (αν)εύρεση αρχειακού υλικού.

Μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω πάνω σε αυτό. Φαντάζομαι ότι το να δει κανείς τους μαθητές μέσα από το πρίσμα των πολιτικών υποκειμένων σκοντάφτει σε παράγοντες όπως η ηλικία τους και η απουσία δικών τους θεσμικών συνδικαλιστικών οργάνων, όπως ας πούμε έχουν οι φοιτητές. Από την άλλη, τα ερευνητικά μου ερωτήματα αφορούσαν μία χρονική περίοδο που για αρκετούς θεωρείται πρώιμη προς έρευνα. Η απουσία βιβλιογραφίας, ελληνικής και ξένης, και μελετών αναφορικά με τις μαθητικές δράσεις σίγουρα δυσκόλεψε τον εντοπισμό των δεδομένων μου, όμως αποτελούσε μια πρόκληση να εντοπίσω ένα υλικό που σίγουρα υπήρχε, αλλά παρέμενε ανεξερεύνητο και ανεκμετάλλευτο.

"Κάτσε καλά Γεράσιμε: Μαθητικό κίνημα και καταλήψεις 1974-2000.


Έπειτα από σχολαστική αναζήτηση των πηγών σε Βιβλιοθήκες, Αρχεία, Ερευνητικά Ιδρύματα, ακόμα και ιδιωτικές συλλογές, σχηματίστηκε ένας σημαντικός όγκος πληροφοριών που αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά του ερευνητικού υλικού μου. Αυτό το υλικό εμπλουτίστηκε με τις προφορικές μαρτυρίες 29 μαθητών, καθηγητών και γονιών που βίωσαν ενεργά τις μαθητικές κινητοποιήσεις της ερευνώμενης περιόδου (1974-2000). Η ανάκληση της συλλογικής μνήμης των συγκεκριμένων προσώπων προσέφερε μια εναλλακτική αφήγηση για το παρελθόν, η οποία έδρασε αυτόνομα αλλά και συμπληρωματικά με την εξιστόρηση των γεγονότων”.

Αν διαβάσει το βιβλίο σας ένας μαθητής που συμμετέχει στις φετινές καταλήψεις, ποια πιστεύετε ότι θα είναι η επιρροή που θα μπορούσε να έχει; Πού θα του προτείνατε εσείς να εστιάσει;

Αν το αντιμετωπίσει ως εγχειρίδιο καταλήψεων, τότε μάλλον θα απογοητευτεί. Ούτε πιστεύω ότι πρέπει να επηρεαστεί από κάτι σε εργαλειακό επίπεδο. Η ιστορία, απαγωγικά και το συγκεκριμένο βιβλίο, δεν επιχειρεί να συνδέσει αιτιακά γεγονότα διαφορετικών περιόδων, αλλά να παράγει κριτική σκέψη και να αντλήσει αναλογίες του χθες με το σήμερα. Εξ άλλου, αυτό που συντελείται στο παρόν δεν μπορεί να είναι πιστή αντανάκλαση κάποιου γεγονότος που συνέβη στο παρελθόν.

Το βιβλίο, ως επεξεργασία της διδακτορικής μου διατριβής, έχει γραφτεί με ακαδημαϊκούς όρους, ωστόσο δεν θα προτάξω την όποια συμβολή του στο συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο και στην εν γένει μελέτη της χρονικής περιόδου με την οποία καταπιάνεται. Από τη στιγμή που λίγο-πολύ όλοι όσοι πήγαμε σχολείο μετά το 1974 έχουμε ζήσει τις μαθητικές κινητοποιήσεις, προσδοκία μου είναι ο αναγνώστης να συναντήσει κάπου ανάμεσα στις σελίδες του τον εαυτό του. Ίσως μέσω αυτής της διαδικασίας να μάθει κάτι για τον ίδιο και τον ρόλο που μπορεί να έπαιξε –ή όχι– η πρακτική των καταλήψεων στην περαιτέρω διαμόρφωση του. Τουλάχιστον αυτό συνέβη σε μένα”.

*Τις φωτογραφίες του άρθρου μας τις παραχώρησε ο συγγραφέας του βιβλίου, Δημήτρης Σκλαβενίτης από το αρχειακό υλικό που συνέλεξε για τη συγγραφή του “Κάτσε καλά Γεράσιμε”.

Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα