Ένα γαλλικό λογοτεχνικό νουάρ και οι καλύτερες ταινίες της χρονιάς ως τώρα
Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις ταινίες της εβδομάδας κάθε Πέμπτη. Σήμερα o “Κύριος Πικ” από τη Γαλλία προσφέρει ένα διασκεδαστικό συγγραφικό μυστήριο και, με αφορμή την επερχόμενη θερινή σεζόν, ξεδιαλέγουμε τις καλύτερες ταινίες του ‘19 ως τώρα.
- 09 Μαΐου 2019 14:11
Καθώς ετοιμοπόλεμοι ετοιμάζουμε βαλίτσες για το Φεστιβάλ Καννών, στις αίθουσες συνεχίζεται η αναμενόμενη αμηχανία της περιόδου. Πριν αρχίσει για τα καλά η μπλοκμπαστερική περίοδος του καλοκαιριού και έχοντας τελειώσει οριστικά με τις ταινίες της περσινής περιόδου (οσκαρικές αλλά και φεστιβαλικές) μες στους πρώτους μήνες του ‘19, περιμένουμε πλέον το νέο αίμα.
Γι’αυτό και ταξιδεύουμε στις Κάννες για να το βρούμε, μιας κι εκεί είναι που πέρσι ντεμπουτάρισαν μερικές από τις πιο πολύσυζητημένες ή/και οσκαρικές ταινίες της χρονιάς όπως οι “Κλέφτες Καταστημάτων”, ο “BlacKkKlansman”, o “Ψυχρός Πόλεμος”, ο “Ευτυχισμένος Λάζαρος” και φυσικά το “Burning”. Κάθε χρόνο αυτό είναι το Φεστιβάλ που δίνει τον τόνο της σινεφίλ σεζόν που θα ακολουθήσει, και φέτος θα είμαστε και πάλι εκεί με καθημερινή ανταπόκριση από Δευτέρα 13 Μαϊου, για να τα βρούμε μαζί.
Ώσπου όμως να δούμε για τι ταινίες θα μιλάμε του χρόνου, ας θυμηθούμε αυτές που ξεχώρισαν φέτος. Καθώς τα πρώτα θερινά ανοίγουν τις πόρτες τους και το πρώτο 4μηνο του ‘19 ολοκληρώθηκε, ξεχωρίζουμε σήμερα τις 12 καλύτερες ταινίες της χρονιάς ως τώρα, από εκείνες που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα μέσα στο πρώτο 4μηνο του 2019. Για να σας βρει προετοιμασμένους το καλοκαίρι.
Πάμε πρώτα εν συντομία στις κριτικές της εβδομάδας:
To Μυστήριο του Κυρίου Πικ
*****
(“Le Mystere Henri Pick”, Ρεμί Μπεζανσόν, 1ω40λ)
Καστ: Φαμπρίς Λουσινί, Καμίλ Κοτέν
Σε μια βιβλιοθήκη παρατημένων λογοτεχνικών ιδεών, κάπου στη Γαλλική επαρχία, εκεί όπου κατατίθεται χειρόγραφα βιβλίων που απορρίφθηκαν από τους εκδοτικούς οίκους, μια εκδότρια ανακαλύπτει το επόμενο μεγάλο λογοτεχνικό φαινόμενο. Ένα επικό ρομάντζο με φόντο τον θάνατο του Πούσκιν, γεμάτο βιβλιοφιλικές αναφορές, υπαρξιακή αγωνία και σαρωτικό συναίσθημα, εκδίδεται και μετατρέπεται κατευθείαν σε επιτυχία, με απόλυτη αναγνώριση από κοινό και κριτική. Το παράξενο του θέματος; Το βιβλίο είχε γραφτεί από έναν ντόπιο κατασκευαστή πίτσας, ο οποίος δε ζει πια, και κανείς από την οικογένειά του δεν είχε καν ιδέα πως στη διάρκεια της ζωής του διάβαζε, πόσο μάλλον έγραφε. Ένας τηλεκριτικός λογοτεχνίας αναλαμβάνει το ρόλο του ντετέκτιβ κι ορκίζεται να ξεσκεπάσει την αλήθεια για το χειρόγραφο και μυστηριώδη κύριο Πικ.
Ο Ρεμί Μπεζανσόν (“Η Πρώτη Μέρα της Υπόλοιπης Ζωής σου”) πάντοτε ήταν ένας σκηνοθέτης που κατάφερνε να φλερτάρει τη mainstream αφήγηση χωρίς να μοιάζει ποτέ παραδομένος στους μηχανισμούς της, κι εδώ κάνει εμπορικό σινεμά, ανάλαφρο, ενδιαφέρον, χωρίς να το κάνει να μοιάζει άτεχνο. Στήνει ένα κλασικό νουάρ whodunnit αλλά αντί για κάποιο πτώμα και ένα μάτσο χαρακτήρες με σκιώδη κίνητρα που αναλαμβάνει να ξετινάξει ένας δαιμόνιος Ηρακλής Πουαρώ, βάζει στο επίκεντρο ένα λογοτεχνικό χειρόγραφο και μια ντουζίνα περιφερειακούς ήρωες καθείς εκ των οποίων έχει τη δική του ή δική της σχέση με τη λογοτεχνική σκηνή- κι άρα διαφορετικά κίνητρα να θέλει να πετύχει μια τέτοια εκδοτική κίνηση εντυπωσιασμού.
Το μυστήριο κινείται ικανοποιητικά έστω κι αν σε κανένα σημείο το σενάριο δεν εμβαθύνει στα όσα αγγίζει, γύρω από την υπερπληθή λογοτεχνική της Γαλλίας, την σύγχρονη σχέση μάρκετινγκ και τέχνης ή τις κρυφές πτυχές της κάθε προσωπικότητας. Φλερτάρει με τα πάντα καθώς μεταπηδά από ύποπτο σε ύποπτο σε αυτό το διασκεδαστικό ντετέκτιβ ταξίδι με κεντρικό ήρωα τον κριτικό του έξοχου Φαμπρίς Λουκινί. Χωρίς να συναρπάζει στα αλήθεια, το φιλμ καταφέρνει πάντως κάτι σημαντικό: να κρατά το ενδιαφέρον από το πρώτο λεπτό ως την αποκάλυψη του φινάλε, παίρνοντας μαζί του τον θεατή σε ένα διασκεδαστικό, ικανοποιητικό ταξίδι χιούμορ και μυστηρίου. Ιδανικό για την έναρξη της θερινής σεζόν.
Επίσης προβάλλονται
Η Πιο Μεγάλη Απάτη
(“JT LeRoy”, Τζάστιν Κέλι, 1ω48λ)
Το έτερο λογοτεχνικό δράμα απατηλών ταυτοτήτων της εβδομάδας έχει για πρωταγωνίστρια της σπουδαία Λόρα Ντερν, στο ρόλο μιας συγγραφέως που γράφει υποδυόμενη πως είναι ένας νεαρός γκέι άντρας. Το ντεμπούτο της θα γίνει μπεστ σέλερ και εκεί δημιουργείται το πρόβλημα, καθώς προκειμένου να διατηρήσει την ανωνυμία της, θα αναζητήσει τρόπο να δώσει σάρκα και οστά στο πλασματικό της avatar. Θα προσεγγίσει την Σαβάνα (Κρίστεν Στιούαρτ) η οποία θα νιώσει πολύ συνδεδεμένη με τη φεμινιστική και περιθωριακή πλευρά της. Μαζί οι δυο τους, ακολουθώντας την ορμή ενός μεγάλου ψέματος, θα μπουν στον κόσμο της λογοτεχνικής ελίτ υποδυόμενες πως είναι κάτι άλλο.
Euforia
(Βαλέρια Γκολίνο, 1ω55λ)
Δύο αδέρφια εντελώς διαφορετικά. Ο ένας είναι τολμηρός επιχειρηματίας σε μια ζωή γεμάτη προκλήσεις, ο άλλος συνετός καθηγητής στο σχολείο της επαρχιακής πόλης όπου γεννήθηκαν. Σε μια κρίσιμη στιγμή της ζωής τους, θα έρθουν ξανά κοντά ανακαλύπτοντας ο ένας τον άλλον. Η νέα ταινία σε σκηνοθεσία της Βαλέγια Γκολίνο.
Μια Ιδιαίτερη Οικογένεια (“A Sort of Family”, Ντιέγκο Λέρμαν). Μια γυναίκα έχει κανονίσει να υιοθετήσει ένα νεογέννητο παιδί όταν όμως το παιδί γεννιέται οι βιολογικοί γονείς ζητάνε ξαφνικά περισσότερα χρήματα. Τότε εκείνη ξεκινά ένα αβέβαιο ταξίδι γεμάτο ηθικά διλήμματα: Πόσο μακριά θα φτάσει γι’αυτό που θέλει;
Ugly Dolls: Τα Ασχημογλυκούλικα (“UglyDolls”, Κέλι Άσμπουρι, 1ω30λ). Μετά τη συναρμολόγηση αλλά πριν το ράφι των παιχνιδάδικων βρίσκεται μια μαγευτική γη όπου ζουν όλες οι κούκλες. Στην Ασχημούπολη ζουν όλες οι αταίριαστες και παρατημένες κούκλες, γεμάτες κέφι και χαρούμενες με τις ιδιαιτερότητές τους. Παιδικό φιλμ κινουμένων σχεδίων.
Όλο Γελούσε (Θόδωρος Μαραγκός, 1ω1λ). Ντοκιμαντέρ για το στενό συνεργάτη και φίλο του σκηνοθέτη, Κώστα Τσάκωνα. Το πέρασμα του ηθοποιού μέσα από τις πολύ δύσκολες συνθήκες της ζωής του και το πώς έφτασε να κάνει τον κόσμο να γελάει.
Άκρα (Δήμητρα Μπαμπαδήμα, 52λ). Τον Οκτώβριο του 2018 ο Σπύρος Χρυσικόπουλος πέφτει στη θάλασσα για να διανύσει μια απόσταση 140 χιλιομέτρων κολύμβησης στο ανοιχτό Αιγαίο. Η ταινία ακολουθεί το ταξίδι του, μια εσωτερική και υπαρξιακή αναζήτηση του ίδιου αλλά και μια υπεράνθρωπη σωματική δοκιμασία.
BEST OF 2019
Και τώρα ας θυμηθούμε μερικές από τις καλύτερες ταινίες του 2019 ως τώρα.
Το Παιχνίδι με τη Φωτιά
(“Beoning / Burning”, Λι Τσανγκ-ντονγκ)
Διασκευή ενός σύντομου διηγήματος του Μουρακάμι με τίτλο ‘Barn Burning’, για έναν άντρα που έχει το περίεργο συνήθειο μία στο τόσο να βάζει φωτιά σε στάβλους και να τους βλέπει να καίγονται. Αυτό το παιχνίδι ψυχολογικής ισχύος είναι δομημένο ως ένα περίεργο ερωτικό τρίγωνο, για έναν άντρα που βλέπει το κορίτσι που του αρέσει να επιστρέφει από ένα της ταξίδι με έναν νέο φίλο (“μόνο φίλο!”) πριν μια εξαφάνιση αλλάξει τα δεδομένα.
Βραδυφλεγές, επιβλητικό δράμα με μερικές από τις εντυπωσιακότερες εικόνες που θα δούμε φέτος στη μεγάλη οθόνη. Διασκευάζοντας ένα αφαιρετικό, σύντομο διήγημα, ο Λι Τσανγκ-ντονγκ παίρνει σύμβολα και ιδέες προβάλλοντές τες σε ένα δυομισάωρο ψυχολογικό έπος συγκλονιστικά σκηνοθετημένο (αν αναζητά κανείς την καλύτερη magic hour σκηνή τσιγαριλικιού της χρονιάς, αυτό είναι ένα βραβείο που ήδη μπορούμε να το απονείμουμε) που αφήνει τους χαρακτήρες να αναπτύξουν στο τεράστιο εύρος του κάδρου όλα τα πάθη και τις ανασφάλειές τους, σε μια ιστορία που εξερευνά τα αυτοκαταστροφικά βάθη στα οποία μπορεί εύκολα να αφήσει κανείς τον εαυτό του να χαθεί μέσα από εμμονικές διαδικασίες απόδειξης μιας κάποιας ανούσιας ανωτερότητας. Τελικά, το μόνο που χρειάζεται για να κάνεις μια ταινία είναι τρεις άνθρωποι και οι ανασφάλειές τους.
ΔΙΑΒΑΣTΕ ΑΚΟΜΑ: Αποκλειστική συνέντευξη με τον Λι Τσανγκ-ντονγκ
Transit
(Κρίστιαν Πέτζολντ)
Προσπαθώντας να ξεφύγει από την κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία, ο Γκέοργκ κλέβει την ταυτότητα ενός πολιτικά ενεργού συγγραφέα που είναι τώρα νεκρός. Όταν ξεμείνει στη Μασσαλία, θα ερωτευτεί τη Μαρία, τη νεαρή χήρα του ανθρώπου του οποίου την ταυτότητα έχει αποσπάσει. Ο Πέτζολντ διασκευάζει το ομώνυμο βιβλίο του 1942 διατηρώντας τη δράση σε εκείνη την εποχή, μα επανατοποθετώντας την, με έναν τρόπο κυρίως οπτικό αλλά και ρυθμικό, στο σήμερα.
Το “Transit”, μια καθηλωτική ιστορία φαντασμάτων που πλέκει περίτεχνα και επιβλητικά στοιχεία κατασκοπικού θρίλερ και σαρωτικού ρομάντζου, καταλήγει μέσα από το μεγαλείο και την ακρίβεια της κατασκευής του να εκπροσωπεί κάτι το ανατριχιαστικά μόνιμο και επίμονο. Στην ταινία του Πέτζολντ τίποτα δεν είναι στη θέση του, παρά άνθρωποι και η ίδια η Ιστορία βρίσκονται σε διαρκή μετακίνηση, με μια ασαφή ελπίδα επιβίωσης ενάντια σε έναν εχθρό που απλώς, διαρκώς, υπάρχει. Μια από τις καλύτερες ταινίες της δεκαετίας.
H Ευνοούμενη
(“The Favourite”, Γιώργος Λάνθιμος)
Ταινία εποχής για τα παιχνίδι ισχύος γύρω από τον αγγλικό θρόνο στις αρχές του 18ου αιώνα, όταν η δούκισσα Σάρα (Ρέιτσελ Βάις) και ξαδέρφη της Άμπιγκεϊλ, ξεπεσμένη ευγενής (Έμμα Στόουν) αντιμάχονται για την εύνοια της βασίλισσας Άννας (Ολίβια Κόλμαν).
Η “Ευνοούμενη” είναι ένα φιλμ αστείο (όχι αστείο όπως είναι ‘αστείες’ οι περισσότερες Σημαντικές Κωμωδίες της σημερινής τηλεόρασης, αστείο όπως είναι αστείο το “Arrested Development” ή το “Seinfeld”) και επιτρέπει στον Λάνθιμο να επανατοποθετήσει τις αισθητικές του σταθερές σε ένα παντελώς νέο πλαίσιο. (Το δίδυμο των σεναριογράφων Ντέμπορα Ντέιβις και Τόνι ΜακΝαμάρα έχει προϋπηρεσία στην τηλεοπτική βρετανική κωμωδία.) Το σύνολο λειτουργεί κι αυτό το φαινομενικό παιχνίδι απέναντι στο προφανές βοηθάει και τις τρεις πρωταγωνίστριες να εκτοξευθούν σε αυτό δυναμικά ντελιριακό queer παιχνίδι σεξουαλικής ισχύος: Η Έμμα Στόουν σε κρυφά κόντρα ρόλο δείχνει στον Littlefinger πώς γίνεται και αποκαλύπτει πτυχές που πραγματικά δεν υποπτευόμουν πως διέθετε ως ερμηνεύτρια, η Κόλμαν παίρνει έναν αβανταδόρικο ρόλο και τον παίζει στα όριά του χωρίς να γίνεται χάρτινη, η Βάις κουβαλά μια συναρπαστική masculine ενέργεια μέσα στην αβεβαιότητά της.
«Πάμε να πυροβολήσουμε κάτι». Πράγματι.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ: Αναδρομή στην καριέρα του Γιώργου Λάνθιμου μέσα από τα λόγια του
Σκιά
(“Ying / Shadow”, Ζανγκ Γιμού)
Στη διάρκεια του γεμάτου πολιτικές δολοπλοκίες 3ου αιώνα μ.Χ., στο παλάτι του βασιλείου Πέι επικρατεί αναταραχή. Ο βασιλιάς προσπαθεί να διατηρήσει τη λεπτής ισορροπίας ειρήνη με το βασίλειο Γιν, το οποίο έχει καταλάβει μια πόλη που ανήκε αρχικά στο Πέι. Ένας αρχιστράτηγος θεωρεί καθήκον του να διεκδικήσει πίσω την πόλη, σε κόντρα με την επίσημη γραμμή του βασιλείου του. Κι αν δεν έχεις στη διάθεσή σου στρατιωτική ισχύ σε απόλυτα νούμερα, τότε θα πρέπει να προσεγγίσεις τη μάχη με διαφορετική στρατηγική.
Η ομορφότερη περιπέτεια της χρονιάς. Ο Γιμού ενορχηστρώνει ένα χρωματιστό έπος ασπρόμαυρων αποχρώσεων, όπου φαινομενικά κάθε ελάχιστο οπτικό στοιχείο δημιουργήθηκε με ένα απλό χτύπημα των δαχτύλων του. Ο κρυφός θρίαμβος είναι το πώς σε μια παραγωγή που τόσο αναπολογητικά προβάλει στην μεγάλη οθόνη τα μεγάλα, επιβλητικά της μεγέθη, η συναισθηματικά μελοδραματική ιστορία που κρύβει μέσα της αφορά -τελικά- έναν δούρειο ίππο, μια νίκη της στρατηγικής, της χάρης και της αισθητικής, απέναντι στο όποιο δυσθεώρητο μέγεθος. Η ομορφιά θα νικήσει- αφού μας κόψει πρώτα την ανάσα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Αποκλειστική συνέντευξη με τον θρυλικό Ζανγκ Γιμού
Εμείς
(“Us”, Τζόρνταν Πιλ)
Οικογένεια πηγαίνει για διακοπές σε εξοχικό σε παραλιακή κωμόπολη αλλά το πρώτο τους βράδυ εκεί απειλούνται από μια οικογένεια που προσπαθεί να εισβάλει στο σπίτι τους. Η οικογένεια είναι, βασικά, οι ίδιοι τους οι εαυτοί. Πρωταγωνιστεί η Λουπίτα Νιόνγκο του “12 Χρόνια Σκλάβος” ως η μητέρα της οικογένειας, η οποία χρόνια πριν ως παιδί είχε βρεθεί ξανά σε αυτή την παραλία, ερχόμενη αντιμέτωπη με ένα κορίτσι ίδιο με εκείνη.
Μια συμβολική ματιά στα καταπιεσμένα “εγώ” μας που απαιτούν τον πρώτο λόγο, και στη συλλογική, καταπιεσμένη ενοχή μιας ολόκληρης κοινωνίας, το “Εμείς” είναι η ταινία τρόμου που θα μπορούσε να έχει γράψει ο Ευθύμης Φιλίππου αν διέθετε μια αντίστροφη, πιο συμβατική αφηγηματική δομή. Πρώτο βιολί η Λουπίτα Νιόνγκο σε μια -χωρίς καμία υπερβολή- άμεσα εμβληματική ερμηνεία, μνημειώδη, σε ένα διπλό ρόλο για τον οποίο ανακαλύπτει βλέμματα, φωνές, εκφράσεις, τρόμο και πόνο, χαρτογραφώντας δύο διακριτές ηρωίδες-σύμβολα. Το “Εμείς” καταφέρνει -ίσως και άθελά του- την ίδια στιγμή να προσκαλεί αλλά και να απορρίπτει τις αναγνώσεις. Η τρίτη του πράξη, αποστομωτική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, αποτελεί την κορύφωση μιας ταινίας που τελικά ξέρει πολύ καλά τι θέλει από τους θεατές.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ: O Τζόρνταν Πιλ μας εξηγεί γιατί έκλαιγε γράφοντας το οσκαρικό “Get Out”
Ο Δρόμος του Κεραυνού
(“Thunder Road”, Τζιμ Κάμινγκς)
Ένας αστυνομικός παθαίνει υπαρξιακό αμόκ στη διάρκεια της κηδείας της μητέρας του, χάνει το θαυμασμό του παιδιού του, και προσπαθεί στο υπόλοιπο διάστημα του φιλμ να μαζέψει ξανά τα κομμάτια του εαυτού του βλέποντας τα πάντα υπό ένα τελείως νέο πρίσμα.
Δεν είναι απλά πως ο “Δρόμος του Κεραυνού” είναι μια ταινία αντικειμενικά δύσκολο εξ αρχής να υπάρξει, είναι πως πρόκειται για μια ταινία που δε θυμίζει ακριβώς κάτι άλλο που έχουμε ξαναδεί, αναμφίβολα ο #1 λόγος να θαυμάζει κανείς μια δημιουργία. Ο Κάμινγκς καταλύει προσδοκίες και φράγματα ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ, πετυχαίνοντας ένα συγκινητικό μίγμα προσωπικού γολγοθά γεμάτου με χιούμορ. Κάνοντας το παράλογο να μοιάζει οικείο και εγκάρδια. Ο πραγματικός ανεξάρτητος θρίαμβος της χρονιάς: Μια μοναδικού ύφους ταινία φτιαγμένη με τα ελάχιστα μέσα, που θα ανταμείψει τους θεατές που ζητούν κάτι διαφορετικό.
Αν η Οδός Μπιλ Μπορούσε να Μιλήσει
(“If Beale Street Could Talk”, Μπάρι Τζένκινς)
Ένας νεαρός μαύρος άντρας φυλακίζεται άδικα ενώ η κοπέλα του είναι έγκυος στο παιδί τους, και η οικογένειά της κάνει τα πάντα για να αποδείξει την αθωότητά του. Σινεμά συναισθηματικά σαρωτικό και φορμαλιστικά αψεγάδιαστο, όπου κάθε ανάσα, λέξη ή βλέμμα αποτελεί ένα μνημειώδες γεγονός από μόνο του, αλλά και ταυτόχρονα κάτι το ακραία συναισθηματικό.
Ο οσκαρικός Μπάρι Τζένκινς του “Moonlight” διασκευάζει τη νουβέλα του λογοτεχνικού ήρωά του, Τζέιμς Μπόλντουιν, χωρίς να ενδιαφέρεται ακριβώς για μια απολύτως ρεαλιστική και γραμμική καταγραφή ενός κάποιου αστυνομικού αινίγματος. Παραδίδει ένα κοινωνικά ρεαλιστικό ντοκουμέντο ειδωμένο μέσα από ένα φακό μελοδραματικού έπους, στο οποίο δύο άνθρωποι προσπαθούν επίμονα, απεγνωσμένα να αγαπηθούν μέσα σε μια κοινωνία που μοιάζει κατασκευασμένη για να τους διαλύσει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Ο Μπάρι Τζένκινς για τον Μπόλντουιν, την ομορφιά και εκείνη την βραδιά των Όσκαρ
To Μυστικό της Ασημένιας Λίμνης
(“Under the Silver Lake”, Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ)
Σλάκερ νουάρ στο Λος Άντζελες του 2011, με τον Σαμ του Άντριου Γκάρφιλντ να αναζητά μανιωδώς μια κοπέλα που ερωτεύτηκε ένα βράδυ στο οικιστικό του σύμπλεγμα, και η οποία μυστηριωδώς εξαφανίστηκε την επόμενη μέρα. Στην πορεία θα μπλέξει με περίπλοκες συνωμοσίες, κρυμμένα μηνύματα, βαριεστημένα πάρτυ στη σκιά της Αποκάλυψης.
Θα θυμίσει κάτι από “Inherent Vice” ή ένα πιο chill (αλλά περιέργως ακόμα πιο ειρωνικό) “Μεγάλο Λεμπόφσκι” στον τρόπο με τον οποίο ο ήρωας μοιάζει διαρκώς αποστασιοποιημένος από μια πλεκτάνη από την οποία δε μπορεί να ξεκολλήσει κι η οποία δε φαίνεται ποτέ να οδηγεί κάπου πολύ συγκεκριμένα. Είναι ένας αυτοαναφορικός λαβύρινθος χωρίς αρχή, τέλος, λογική ή νόημα, μια ταινία για την ίδια την ποπ κουλτούρα και το πώς σχηματίζει τις αντιλήψεις και τον κόσμο μας, την ίδια στιγμή που κλέβει το ίδιο μας το οξυγόνο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Ο Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ μισεί και λατρεύει την ποπ κουλτούρα
Ευτυχισμένος Λάζαρος
(“Lazzaro Felice / Happy as Lazzaro”, Αλίτσε Ρορβάκερ)
Στην επαρχιακή Ιταλία, μια πολυμελής οικογένεια μένει στιβαγμένη σε ένα σπίτι δουλεύοντας σε τραγικές συνθήκες για ένα πάμπλουτο αφεντικό της καπνοβιομηχανίας. Ένας σχεδόν απόκοσμα αγνός και καλοσυνάτος χωρικός θα φτάσει εκεί που δε μπόρεσε κανείς, αλλάζοντας τελείως τα δεδομένα, με έναν τρόπο οριακά μεταφυσικό.
H Ρορβάκερ κρατά στοιχεία από την παράδοση του ιταλικού σινεμά όμως το κάνει με φρέσκες ιδέες και με τρόπο που έναν κεντρικό προβληματισμό απόλυτα σημερινό, τον επαναπλαισιώνει ως κάτι σοκαριστικά αιώνιο. Εξετάζει το πώς οι φεουδαρχικές δομές και η απάνθρωπη ταξικότητα ζουν και βασιλεύουν επανατοποθετημένες μέσα σε νέα όρια και καταλαμβάνοντας νέα τμήματα γης καθώς ο πολιτισμός κινείται προς ένα μέλλον χτισμένο πάνω στις ίδιες ακριβώς προβληματικές δομές. Όλα μέσα από μια ιδιόμορφη ιστορία που συνδυάζει στοιχεία φαντασίας και νεορεαλιστικού παραμυθιού, όπου όμως ο ήρωας είναι μια οριακά μεσσιανική φιγούρα που ήρθε για να σώσει, για να δώσει ελπίδα, για να θυσιαστεί- και δεν έχει ιδέα πώς να το κάνει, παγιδευμένος μέσα σε ένα σύστημα αδυσώπητο και ανίκητο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Η Αλίτσε Ρορβάκερ μας εξηγεί για το πώς το καλό σινεμά δημιουργεί μνήμη
Vox Lux
(Μπρέιντι Κόρμπετ)
Μέσα από ένα φρικτό μακελειό λίγο πριν την αλλαγή του αιώνα, μια έφηβη κοπέλα (Ράφι Κάσιντι) παγιδεύει την καρδιά της Αμερικής και εξελίσσεται σε τεράστια ποπ σταρ (Νάταλι Πόρτμαν). Μέσα από την πορεία της διαγράφεται η πορεία της δημόσιας εικόνας στη Δύση του 21ου αιώνα. Ο Μπρέιντι Κόρμπετ επιστρέφει μετά τo φοβερά ενδιαφέρον “Childhood of a Leader” (κάτι σαν τη βιογραφία του Τραμπ αν ήταν γυρισμένη σαν ταινία εποχής από τον Κιούμπρικ).
Υπό την υπόκρουση των ορμητικών εγχόρδων του Σκοτ Γουόκερ, και καθώς η αυγή του 21ου αιώνα δίνει τη θέση της στα επόμενα χρόνια και την επόμενη δεκαετία, η ηρωίδα-ψυχή-σταρ-ελπίδα στο μέσον της ιστορίας ανταλλάζει ειλικρίνεια με αυτοματισμό, κοινωνικό πνεύμα με μοναξιά. Κάθε στάδιο απώλειας της αθωότητάς της συνδέεται με κάποια τρομοκρατική επίθεση-πληγή στο σώμα της Αμερικής, αλλά το τελικό αποκαλυπτήριο πλήγμα είναι μια απλή πράξη ρουτίνας για την ίδια, καθώς η ταινία μας κάνει μέρος του κοινού της Σελέστ, αφήνοντάς μας μετέωρους, κάπου ανάμεσα στην ξεγνοιασιά και την υπαρξιακή μαυρίλα.
Αλίτα: Ο Άγγελος της Μάχης
(“Alita: Battle Angel”, Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ)
Διασκευή διάσημου manga για ένα θηλυκό cyborg που αναγεννάται σε ένα μέλλον ακραίων ταξικών διαφορών (ακόμα πιο ακραίων δηλαδή) αλλά δε μπορεί να θυμηθεί τίποτα για το παρελθόν της και ξεκινά μια περιπέτεια για να ανακαλύψει την προέλευσή της. Πάθος του Τζέιμς Κάμερον για χρόνια, όταν ο σκηνοθέτης του “Avatar” αποφάσισε να εστιάσει στα 4 σίκουελ του θρυλικού του μπλοκμπάστερ, παρέδωσε τα ηνία του πρότζεκτ στον Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ.
Ο Ροντρίγκεζ στήνει εντυπωσιακές μάχες που παραπέμπουν στη σωματικότητα και την κίνηση του σινεμά δράσης του Χονγκ Κονγκ, και μαζί με τον Κάμερον μοιάζουν αληθινά διψασμένοι και κεφάτοι στον πειραματισμό πάνω στις δυνατότητες αυτής της χορευτικής μίξης ηθοποιών και CGI μέσα σε έναν κόσμο που μοιάζει πυκνός ακόμα κι αν δεν εξερευνάται ποτέ ικανοποιητικά. Περιπέτεια για ένα κορίτσι τραυματισμένο που, παίρνοντας δύναμη από τη σχέση με την πατρική της φιγούρα προσπαθεί να μάθει την προέλευσή της, να βρει τη θέση της στον κόσμο, και να τα βάλει με παντός είδους δυνάστες. Μες στις αδυναμίες της, η ταινία είναι κάπως τέλεια.
Ένας Ελέφαντας Στέκεται Ακίνητος
(“Da xiang xi di er zuo / An Elephant Sitting Still”, Χου Μπο)
Οι ζωές τεσσάρων ανθρώπων συνδέονται σε μια πόλη της Κίνας στη διάρκεια μιας μοιραίας μέρας. Θάνατος, αδιέξοδο και ελπίδα σε διαρκή διαπραγμάτευση, καθώς όλοι οι καθημερινοί ήρωες του φιλμ αναζητούν φως στο τούνελ, σε έναν κόσμο θρυμματισμένο, αποπνικτικό. Ακούγεται βαρύ, και είναι. Όμως στις σχεδόν 4 ώρες του, το Μπέλα Ταρ-ικών επιρροών φιλμ μετατρέπεται σε κάτι το σχεδόν ελεγειακό, μέσα από τα μακρά του μονοπλάνα παρατήρησης- μέσα από την υπομονετική του καταγραφή της παραμικρής συμπεριφοράς και αντίδρασης, νιώθεις στο πετσί σου την απεγνωσμένη προσπάθεια του σκηνοθέτη Χου Μπο να εντοπίσει κι ο ίδιος τα όσα αναζητούν οι ήρώες του, καθώς μιλάνε διαρκώς τόσο για απόδραση (σε μια επαρχιακή πόλη-ελπίδα) όσο και για συμβολικά θαύματα της φύσης (έναν ελέφαντα που στέκεται ακίνητος, χωρίς να αντιδρά στον μόνιμο πόνο της ύπαρξης).
Ο Χου Μπο, 29 χρονών την περίοδο δημιουργίας του φιλμ, αυτοκτόνησε αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, δίνοντας μια επιπλέον τραγική διάσταση και ανάγνωση στο έργο-κληρονομιά που άφησε πίσω. Ένα τεράστιο ντεμπούτο και ταυτόχρονο κύκνειο άσμα που δίχως αμφιβολία θα μνημονεύεται για πάρα πολλά χρόνια στο μέλλον.
Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη
(“Avengers: Endgame”, Τζο και Άντονι Ρούσο)
Οι ήρωες που έχουν απομείνει ζωντανοί μετά τον “Πόλεμο της Αιωνιότητας” (με κορμό της ομάδα των Iron Man, Κάπτεν Αμέρικα, Θορ, Black Widow, Hawkeye, Χαλκ, Κάπτεν Μάρβελ και Νέμπιουλα) προσπαθούν να σκεφτούν ένα σχέδιο αντιμετώπισης του Θάνος ώστε να αντιστρέψουν την καταστροφική επίδραση της πράξης του. Και, τότε, τα πάντα αλλάζουν. Πάλι. Η ταινία αρχίζει και τελειώνει απόλυτα αφοσιωμένη πάνω σε μισή ντουζίνα πρόσωπα, ακολουθώντας την ηρωική τους διαδρομή από το τότε ως το το σήμερα, κοιτάζοντας το πώς έχουν αλλάξει, τι χρειάστηκε για να το καταφέρουν, ποιοι είναι εκείνο το τελευταίο τους βήμα.
Συμπαγές στόρι, με σαφείς δραματικούς ιστούς, με μια action αφήγηση που συνδέει στιγμές, πρόσωπα και αναφορές με οργανικό και διασκεδαστικό τρόπο και, κυρίως, μια ταινία που βλέποντάς την, δεν μπορείς με τρομερή ευκολία να μαντέψεις πώς θα μοιάζει στο επόμενο 20λεπτο. Είναι ένας συγκινητικός γύρος θριάμβου, και ένα φινάλε που άξιζε για το μέγεθος και μόνο της φιλοδοξίας αυτού του προ 11ετίας εγχειρήματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Αποκλειστική συνέντευξη με τους σκηνοθέτες της μεγαλύτερης ταινίας της χρονιάς
*Από 13-25 Μαϊου, στο NEWS247 θα βρίσκετε καθημερινή ανταπόκριση για το Φεστιβάλ Καννών με κριτικές, άρθρα και συνεντεύξεις.