Τριαντάφυλλος Λιώτης: “Η διεθνής εμπειρία σε κάνει πιο ταπεινό”
Λίγες μέρες πριν ανέβει επί σκηνής για την εναρκτήρια συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για την καλλιτεχνική περίοδο 2020-2021, ο Τριαντάφυλλος Λιώτης μιλά στο News 24/7 για τη σχέση ζωής με τη μουσική.
- 04 Οκτωβρίου 2020 08:09
Τον γνωρίσαμε το 2008, όταν συνέπραξε ως νέος σολίστ με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και εντυπωσίασε το μουσικόφιλο κοινό με την ερμηνεία και δεξιότητά του στο Τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο του Μπετόβεν. Ο λόγος για τον Τριαντάφυλλο Λιώτη, έναν διεθνώς διακεκριμένο πιανίστα που ήδη καταμετρά στο βιογραφικό του συνεργασίες με σημαντικές ορχήστρες και μουσικά σύνολα στην Ελλάδα και μια μία αξιοθαύμαστη πορεία εκτός συνόρων, συμπράττοντας μεταξύ άλλων με την Baden Baden Philharmonie και την Detmolder Kammerorchester και έχοντας κερδίσει διεθνείς μουσικούς διαγωνισμούς (μεταξύ των οποίων το Βραβείο Bach, τo πρώτο Βραβείο στο “Virtuoso Vienna”, το 3ο Βραβείο του 39ου Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου “Μαρία Κάλλας” και το Βραβείο Albéniz).
Αναπτύσσει τα τελευταία χρόνια μια εξελισσόμενη συναυλιακή δραστηριότητα με ρεσιτάλ πιάνου, Lied και μουσικής δωματίου σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που αποσπούν εξαιρετικές κριτικές. Την Παρασκευή 9 Οκτωβρίου, επιστρέφει στην Αθήνα για μία ακόμα συνεργασία με την ΚΟΑ, στην εναρκτήρια συναυλία της Ορχήστρας για την καλλιτεχνική περίοδο 2020-2021, κατά την οποία θα ερμηνεύσει υπό τη μουσική διεύθυνση του Στέφανου Τσιαλή την Πέμπτη του Μπετόβεν καθώς και το Πρώτο Κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκυ.
Λίγες μέρες πρoτού ανέβει επί σκηνής, ο Τριαντάφυλλος Λιώτης μιλά στο News 24/7 για τη σχέση ζωής με τη μουσική:
«Η μουσική είναι σαν μια γλώσσα, μπορεί να κάνει όσα κάνει μια γλώσσα κι ίσως ακόμη παραπάνω. Και το πιο ωραίο είναι ότι δεν υπόκειται σε κανέναν από τους περιορισμούς άλλων γλωσσών, ούτε όσον αφορά αυτούς που τη μιλάνε ούτε αυτούς που την ακούνε. Είναι μια γλώσσα οικουμενική, που όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως μπορούν να μιλήσουν και να κατανοήσουν. Αρκεί φυσικά να έχουν ανοικτά αυτιά, μυαλό και καρδιά.» έχετε πει σε παλιότερη συνέντευξη. Μέσα από τις εμφανίσεις σας σε πολλά μέρη του κόσμου, πώς επιτυγχάνετε αυτή τη συνομιλία, η κατανόηση της μουσικής γλώσσας από το εκάστοτε κοινό;
«Πολύ απλά, με όσο το δυνατόν πιο άμεση και συγκεντρωμένη έκφραση και προσπαθώντας να απομακρύνω από τη “συνομιλία” οτιδήποτε θα μπορούσε να “ξενίσει”, να αποσπάσει το κοινό από την ουσία και το μήνυμα της μουσικής. Αυτό προϋποθέτει φυσικά πολλή δουλειά που δεν φαίνεται πάντα, από τη δουλειά με τον ίδιο τον εαυτό, τη σκηνική παρουσία και την αντιμετώπιση φόβων, ανησυχιών ή του φυσιολογικού στρες της εμφάνισης έως και την ουσιαστική εμβάθυνση στο έργο και την εξάσκηση της συγκέντρωσης, έτσι ώστε να λειτουργήσει ο καλλιτέχνης ως ένας ζωντανός δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στο συνθέτη και στο εκάστοτε κοινό. Όταν πετύχει αυτή η διαδικασία είναι κάτι το μαγικό, κάτι που μπορεί να το νιώσει ο κάθε άνθρωπος και να το πάρει μαζί του, ασχέτως αν μπορεί ή όχι να το εκφράσει καθαρά με λέξεις. Και αυτό δε γνωρίζει ούτε γεωγραφικά ούτε άλλα σύνορα.»
Μαθητεύσατε δίπλα στην Άννα Κατερίνη στο Ωδείο Βορείου Ελλάδος και τον Νικόλαο Τασόπουλο στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης. Ποια η βαρύτητα των πρώτων δασκάλων στην εξέλιξη ενός μουσικού;
«Τεράστια. Χρωστώ πάρα πολλά και στους δύο. Πέρα από τη σκληρή τεχνική και εξαιρετική παιδαγωγική τους δουλειά, είμαι βαθύτατα ευγνώμων για την μετάδοση της αγάπης τους για τη μουσική και για την πίστη τους σε αυτήν και σε μένα. Τι καλύτερο μπορεί να ευχηθεί ένας μουσικός από τους πρώτους του δασκάλους;»
Στα 24 σας φύγατε για σπουδές στη Γερμανία (αρχικά στην Ανωτάτη Σχολή Μουσικής του Detmold και μετέπειτα στην Ανωτάτη Σχολή Μουσικής της Karlsruhe). Πιστεύετε ότι είναι απαραίτητη η διεθνής εμπειρία για έναν μουσικό που επιδιώκει μια αξιόλογη καριέρα εντός αλλά και εκτός των τειχών;
«Το πιστεύω ακράδαντα, όχι επειδή “μόνο εκεί ξέρουν μουσική ή το όργανο”, όπως ισχυρίζονται κάποιοι δυστυχώς ακόμη και σήμερα. Η ίδια η διαδικασία της αναζήτησης του κατάλληλου περιβάλλοντος και δασκάλου, η τριβή μέσω της πολύ σκληρής διαδικασίας επιλογής και του ανταγωνισμού για μια θέση, οι συναναστροφές με καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, με διαφορετικά προτερήματα αλλά και προβλήματα, η ζωή η ίδια σε έναν άλλο τόπο και σε έναν άλλο πολιτισμό σε ωριμάζει σαν καλλιτέχνη και είναι ένα απαραίτητο στάδιο στην αναζήτηση της προσωπικής εξέλιξης. Επίσης, σε κάνει πιο ταπεινό».
Η πανδημία του κορονοϊού χτύπησε όλους τους κλάδους της οικονομίας, αλλά υπήρξε ακόμη πιο σκληρή για όσες/ους εργάζονται στην Τέχνη και τον πολιτισμό, καθώς οι μεγάλες αίθουσες συναυλιών ήταν από τις πρώτες που έκλεισαν. Ποιος ήταν ο αντίκτυπος για εσάς προσωπικά;
«Αναβλήθηκαν φυσικά και για μένα δυστυχώς πολλές σημαντικές συναυλίες, πολλά προγραμματισμένα επαγγελματικά ταξίδια και σεμινάρια. Ήταν όμως από την άλλη και ένας πολύτιμος χρόνος περισυλλογής, συνειδητού προβληματισμού και αυτοσυγκέντρωσης. Είναι δυστυχώς πρωτόγνωρο για το σύγχρονο κόσμο αυτό που έγινε. Θέλω να πιστεύω ότι από εδώ και μπρος η εμπειρία που έχουμε συλλέξει θα μας βοηθήσει να διαχειριστούμε πιο ψύχραιμα και αποτελεσματικά την κατάσταση. Κουράγιο και θετική σκέψη σε όλους τους συναδέλφους, είμαστε όλοι μας πολύ σημαντικοί για το σύστημα, ό,τι και αν λένε κάποιοι. Πιστεύω βαθιά ότι θα έρθουν ξανά σύντομα καλύτερες μέρες».
“From the heart, may it again go to the heart (Από καρδιάς, ξανά πίσω στην καρδιά)” λέγεται ότι είχε πει ο Μπετόβεν για τη μουσική. Πώς μπαίνει κάποιος στην καρδιά του ακροατή;
«Όντας ο εαυτός του, χωρίς να φοβάται να εκτεθεί. Και με ειλικρινή αγάπη και συνέπεια. Όλα τα άλλα φοβάμαι είναι τερτίπια που αργά ή γρήγορα θα προκαλέσουν αποστροφή».
Θα σκεφτόσασταν την επιστροφή σας στην Ελλάδα ή θεωρείτε την παραμονή στο εξωτερικό μονόδρομο για έναν μουσικό σε τόσο υψηλό επίπεδο;
«Ιδίως αυτή την εποχή δεν πιστεύω πως υπάρχουν μονόδρομοι. Αν υπήρχε κάποια εξαιρετική δυνατότητα να προσφέρω στη χώρα μου με το να επιστρέψω, πιστεύω θα το σκεφτόμουν πολύ σοβαρά».
Ποιοι οι συνθέτες που έχουν καθορίσει την πορεία σας, που θεωρείτε ιδιαίτερα ρηξικέλευθους;
«Θεωρώ ότι η “αναμέτρησή” μου με τον Μπαχ, τον Μπετόβεν και τον Σοπέν με έκανε και συνεχίζει να με κάνει πολύ καλύτερο μουσικό και πιανίστα. Η μουσική του Αλμπένιθ μπήκε στην καρδιά μου, από την πρώτη στιγμή που είχα την τύχη να την ακούσω. Επίσης η μουσική του Ριμ, ιδίως τα τραγούδια του, τα τραγούδια του Σούμπερτ και του Σούμαν. Και ιδιαίτερη θέση μέσα μου είχε και θα έχει πάντα ο Μπραμς».
Πληροφορίες
Εναρκτήρια συναυλία Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για την καλλιτεχνική περίοδο 2020-2021
Παρασκευή 9 Οκτωβρίου στις 20.30 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης)
Στις 19.45 θα γίνει μια δωρεάν εισαγωγική ομιλία για τους κατόχους εισιτηρίων.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
– ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770–1827)
Για την ονομαστική εορτή, Εισαγωγή έργο 115
– ΠΙΟΤΡ ΙΛΙΤΣ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΥ (1840–1893)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 1 σε σι ύφεση ελάσσονα, έργο 23
– ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ
Συμφωνία αρ. 5 σε ντο ελάσσονα, έργο 67
Σολίστ: Τριαντάφυλλος Λιώτης
Μουσική Διεύθυνση: Στέφανος Τσιαλής
Τιμές εισιτηρίων: 25€, 20€, 15€ και 8€ (εκπτωτικό)
Προπώληση ΕΔΩ
Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.