Συγκλονίζει ο πατροκτόνος της Ζακύνθου: “Ήταν τόσο βίαιος που όταν μου μιλούσε έτρεμα”
Ο 27χρονος Αλέξης Μίχος συγκλόνισε το πανελλήνιο με τη δολοφονία του πατέρα του στη Ζάκυνθο. Μίλησε στην Ελεονώρα Μελέτη για τη συστηματική κακοποίηση του ίδιου, της μητέρας του και των αδελφών του και το πώς οδηγήθηκε στο έγκλημα.
- 03 Οκτωβρίου 2019 06:13
Τον Μάιο του 2018 ο Αλέξης Μίχος σκότωσε τον πατέρα του στην Ζάκυνθο, συγκλονίζοντας, όχι μόνο την τοπική κοινωνία, αλλά και ολόκληρο το πανελλήνιο. Ο 27χρονος υποστήριξε πως οδηγήθηκε στην πράξη του εγκλήματος, λόγω της συστηματικής κακοποίηση του ιδίου, της μητέρας του και των αδελφών του από τον πατέρα του.
Το δικαστήριο του επέβαλε, αρχικά, ποινή κάθειρξης οχτώ ετών, η οποία μετατράπηκε αργότερα σε επτά χρόνια. Οι συνήγοροί του άσκησαν έφεση, η οποία είχε ανασταλτική ισχύ και έτσι, αφέθηκε ελεύθερος μέχρι την εκδίκασή της, με περιοριστικούς όρους την εμφάνισή του στο αστυνομικό τμήμα κάθε 15 ημέρες και την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
Ο πατροκτόνος της Ζακύνθου μίλησε για τη ζωή του και για τα βασανιστήρια που δεχόταν ο ίδιος, αλλά και όλη του η οικογένεια από τον πατέρα του, στην Ελεονώρα Μελέτη και την εκπομπή “Μετά τα μεσάνυχτα” το βράδυ της Τρίτης, συγκλονίζοντας τους τηλεθεατές με την προσωπική του εξομολόγηση για όσα πέρασε.
Μίλησε για τα παιδικά του χρόνια και την κακοποίηση που δέχτηκε, για τις καταγγελίες που είχαν γίνει πολλές φορές στο παρελθόν, ενώ αναφέρθηκε στην ασέλγεια του πατέρα του στην αδελφή του και στο πώς οδηγήθηκε στο να σκοτώσει τον πατέρα του. Είπε χαρακτηριστικά:
“Απ’ όταν άρχισα να καταλαβαίνω τη ζωή μου έχω μνήμες με βασανιστήρια από τον πατέρα μου. Η μητέρα μου έφυγε από το σπίτι μετά από ένα καυγά με τον πατέρα μου και έμεινα μονός μαζί του. Η μητέρα μου φοβόταν πάρα πολύ τον πατέρα μου. Ήταν τόσο βίαιος που όταν μου μιλούσε έτρεμα. Έζησα τον απόλυτο εξευτελισμό όταν ένα πρωί ο πατέρας μου, μου έσκισε τα ρούχα και με έβαλε να ζητιανέψω.
Η μητέρα μου κλειδωνόταν συνεχώς στις τουαλέτες για να γλιτώσει το ξύλο από τον πατέρα μου. Η μητέρα μου τον κατήγγειλε στην αστυνομία, όταν ασέλγησε στη μεγάλη μου αδελφή, αλλά δεν έγινε τίποτα. Είχαν γίνει πολλές καταγγελίες στο “Χαμόγελο του παιδιού”, στην Πρόνοια, στην αστυνομία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Τον πατέρα μου τον έτρεμα μέχρι το τέλος. Εύχομαι κανένα παιδί να μην νιώσει έτσι. Ένα βράδυ έφυγα κρυφά από το σπίτι, αφήνοντας ένα σημείωμα στον πατέρα μου. Δεν έχω να θυμάμαι τίποτα κάλο από τον πατέρα μου. Τα ετεροθαλή αδέρφια μου έκλαιγαν κάθε φορά που έφευγα και με ρωτούσαν αν θα ξαναπάω.
Μακάρι να μην είχα φτάσει ποτέ στο σημείο να σκοτώσω τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου είχε έμμονη με τη μεγάλη μου αδελφή και μου ζητούσε να την πάω στο σπίτι του. Μόνος μου πήγα και ομολόγησα την πράξη μου στην αστυνομία. Το πρώτο βραδύ μέσα στη φυλακή έκλαιγα σαν μωρό παιδί. Στο δικαστήριο έβγαλα όλα αυτά που είχα μέσα μου και ένιωσα ότι λυτρώθηκα.Σε καμία περίπτωση δεν στηρίζω την αυτοδικία. Όλα αυτά τα χρόνια ζούσα μια κόλαση και τώρα νιώθω ότι θέλω να φτιάξω τη ζωή μου.”