HIV: Ο ένας στους δύο ασθενείς δυσκολεύεται να κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις
Σημαντικά εμπόδια στην πρόσβαση σε εξετάσεις για την διαχείριση της hiv λοίμωξης αναδεικνύει έρευνα σε Έλληνες λοιμωξιολόγους και άτομα που ζουν με hiv.
- 30 Σεπτεμβρίου 2020 11:32
Σημαντικά εμπόδια αντιμετωπίζει ο ένας στους δύο συμπολίτες μας που ζει με HIV λοίμωξη όσον αφορά στην εξέταση ελέγχου του ιικού φορτίου κατά τη φάση της παρακολούθησης, ενώ περίπου 1 στα 4 άτομα δεν έχει καθόλου πρόσβαση. Αυτό αποτελεί το κύριο συμπέρασμα έρευνα που έγινε σε Λοιμωξιολόγους και άτομα που ζουν με τον ιό. Ο Καθηγητής Πολιτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Κυριάκος Σουλιώτης ανακοίνωσε τα αποτελέσματα έρευνας, η οποία διεξήχθη με την συνδρομή της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Αντιμετώπισης του AIDS (Ε.Ε.Μ.Α.Α.) και του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδας ΘΕΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Σύμφωνα με την έρευνα, η πρόσβαση στις απαραίτητες εξετάσεις για την διαχείριση της HIV λοίμωξης είναι δυσχερής και αποκλίνει από τις διεθνείς Κατευθυντήριες οδηγίες.
Η έρευνα απέδειξε επίσης ότι περισσότερα από 1 στα 3 άτομα που ζουν με HIV δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν εμπόδια ως προς τη διενέργεια της εξέτασης για τον έλεγχο του ιικού φορτίου, με τα άτομα που έχουν διαγνωστεί μετά το 2015 να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα εμπόδια έναντι όσων διαγνώστηκαν πριν από το 2015 (33,9% έναντι 21,51% αντίστοιχα). Η πρόσβαση στην εξέταση φαίνεται να επηρεάζεται και από τον τόπο διαμονής, καθώς το 30,2% των ατόμων που διαμένουν εκτός Αττικής δηλώνουν ότι δεν πραγματοποίησαν την εξέταση μετά την διάγνωσή τους (έναντι 14,4% που διαμένουν στην Αττική), ενώ 1 στα 4 άτομα έχουν να πραγματοποιήσουν την εξέταση περισσότερο από 1 χρόνο.
Τέλος, όσον αφορά την εξέταση γονοτυπικής αντοχής, οι Λοιμωξιολόγοι εκτιμούν ότι το 54% των πρωτοθεραπευμένων και το 48% των προθεραπευμένων δεν έχουν καθόλου πρόσβαση, ενώ περιορισμένη πρόσβαση έχουν το 37,5% και 44% των ασθενών τους αντίστοιχα. Τέλος, περίπου 1 στους 2 λοιμωξιολόγους δηλώνει ότι διαθέτει δεδομένα γονοτυπικής αντοχής μόλις για το 15% των ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με HIV μετά το 2015.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, ο Καθηγητής Πολιτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Κυριάκος Σουλιώτης, ανέφερε: «Παρότι η διαχείριση της HIV λοίμωξης στην Ελλάδα συνιστά, σε βάθος χρόνου, ένα υπόδειγμα βέλτιστης πρακτικής, στον τομέα της πρόσβασης των ασθενών στις απαραίτητες εξετάσεις, φαίνεται ότι υπάρχουν σημαντικά εμπόδια. Η έλλειψη καθολικής πρόσβασης στις εν λόγω εξετάσεις έχει σημαντικές επιπτώσεις στην επιδημιολογική επιτήρηση και, τελικά, στη διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Τα αποτελέσματα της έρευνας τεκμηριώνουν την αναγκαιότητα άμεσης επίλυσης των εμποδίων στην πρόσβαση των ατόμων που ζουν με HIV».
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Αντιμετώπισης του AIDS (Ε.Ε.Μ.Α.Α.) κ. Μάριος Λαζανάς ανέφερε σχετικά με την έρευνα: «Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν τα εμπόδια στην πρόσβαση των απαραίτητων εξετάσεων για την ορθή διαχείριση και παρακολούθηση της νόσου. Έχουμε επισημάνει επανειλημμένως την αναγκαιότητα, βάσει άλλωστε και των κατευθυντήριων οδηγιών, για καθολική πρόσβαση των ασθενών στις εξετάσεις και φαίνεται ότι η έλλειψη αντιδραστηρίων τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα δυσχεραίνει την πρόσβαση αυτή».
O Πρόεδρος του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδας Θετική Φωνή κ. Νίκος Δέδες αναφερόμενος στα αποτελέσματα της έρευνας, σχολίασε: «Είναι γεγονός ότι τα άτομα με HIV αντιμετωπίζουν διαχρονικά σημαντικά προβλήματα πρόσβασης στις εξετάσεις που είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου τους. Οι ασθενείς αφενός δεν γνωρίζουν την κατάσταση του ιικού τους φορτίου και κατ’ επέκταση τη μεταδοτικότητα του ιού και αφετέρου καλούνται να επωμιστούν το κόστος της εξέτασης, προσφεύγοντας συχνά σε ιδιωτικά εργαστήρια. Παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του Υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ, μία πενταετία δεν ήταν αρκετή για την άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων. Οι δύο πλευρές οφείλουν επιτέλους να πάψουν να αποτελούν μέρος του προβλήματος και να καταστούν μέρος της λύσης, προστατεύοντας την υγεία των ασθενών και ασφαλώς τη δημόσια υγεία».