Τσίπρας για Συμφωνία των Πρεσπών: Θα ήταν έγκλημα αν πετούσαμε την ευκαιρία στα σκουπίδια
"Δεν χρειαζόμαστε το Νόμπελ Ειρήνης. Η επιβράβευση αφορά τους λαούς μας” ανέφερε σε τηλεοπτική του συνέντευξη στη Βόρεια Μακεδονία ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ερωτηθείς για τη στάση της ΝΔ στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών σημείωσε ότι "ο καθένας κρίνεται γι’ αυτά που λέει διαχρονικά".
- 30 Σεπτεμβρίου 2019 23:02
Για όλους και για όλα μίλησε ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή «360 degrees» και τον δημοσιογράφο Vasko Popetrevski. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, που βρίσκεται στη Βόρεια Μακεδονία, στο πλαίσιο ημερίδας του Economist για τα Δυτικά Βαλκάνια ξεκαθάρισε ότι αυτό που έπραξαν με τον Ζόραν Ζάεφ δεν ήταν έγκλημα. “Έγκλημα, θα ήτανε αν μας δινόταν η ευκαιρία μετά από 25 χρόνια, και εγώ μαζί με τον Ζόραν, αντί να αρπάξουμε αυτή την ευκαιρία, να λύσουμε το πρόβλημα, την πετούσαμε στα σκουπίδια. Αυτό θα ήταν έγκλημα. Και θα ήταν έγκλημα διότι θα βυθίζαμε τη Βόρεια Μακεδονία, τη γειτονική σε εμάς χώρα, τη χώρα σας, στην πολιτική αστάθεια, πράγμα το οποίο θα πυροδοτούσε εξελίξεις αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου για τη στάση της ΝΔ στο θέμα της Συμφωνίας της Πρεσπών ανέφερε πως νιώθει δικαιωμένος καθώς η κυβέρνηση “δηλώνει και διαδηλώνει ότι θα τηρήσει και θα τιμήσει τη Συμφωνία αυτή. Και μάλιστα δηλώνει ότι θα φροντίσει να τηρηθεί μέχρι τελευταίας γραμμής, άρα αυτό για μένα είναι, ούτως ή άλλως, μια δικαίωση. Από εκεί και πέρα ο καθένας κρίνεται γι’ αυτά που λέει διαχρονικά, είτε είναι στην αντιπολίτευση, είτε είναι μετά στην κυβέρνηση” ανέφερε ο κ. Τσίπρας.
Ειδικότερα, σε ερώτηση για το ταξίδι του στα Σκόπια που ορισμένοι έχουν χαρακτηρίσει ως «επιστροφή στον τόπο του εγκλήματος», ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε:
«Νομίζω ότι έγκλημα ήτανε αυτό που γινόταν τα τελευταία 25 χρόνια στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Έγκλημα ήταν ότι δεν μπορέσαμε από την αρχή να βρούμε έναν συμβιβασμό, μια λύση στο ζήτημα της ονομασίας προκειμένου να φέρουμε τους δύο λαούς πιο κοντά. Είμαστε δυο χώρες γειτονικές, δεν έχουμε πράγματα να χωρίσουμε, έχουμε πολλά που μας ενώνουν. Έγκλημα, λοιπόν, θα ήτανε αν μας δινόταν η ευκαιρία μετά από 25 χρόνια, και εγώ μαζί με τον Ζόραν, αντί να αρπάξουμε αυτή την ευκαιρία, να λύσουμε το πρόβλημα, την πετούσαμε στα σκουπίδια. Αυτό θα ήταν έγκλημα. Και θα ήταν έγκλημα διότι θα βυθίζαμε τη Βόρεια Μακεδονία, τη γειτονική σε εμάς χώρα, τη χώρα σας, στην πολιτική αστάθεια, πράγμα το οποίο θα πυροδοτούσε εξελίξεις αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, που όλοι γνωρίζουμε πόσο εύθραυστη περιοχή είναι. Συνεπώς, αντιθέτως, δεν πιστεύω ότι επιστρέφω στον τόπο του εγκλήματος, αλλά επιστρέφω στον τόπο όπου καταφέραμε να βρούμε κοινό τόπο και να προχωρήσουμε μπροστά αφήνοντας πίσω μας εγκληματικές πολιτικές».
Ερωτηθείς για τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στη Συμφωνία των Πρεσπών, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε πως:
«Δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Μπορεί κάποιος τρίτος να το βλέπει εύκολο, διότι πολλοί λένε “μα εντάξει δεν κάνατε και πολύ μεγάλα βήματα, διότι ένα όνομα είχατε να βρείτε”, αλλά στην πραγματικότητα πίσω από το όνομα υπήρχαν πάρα πολλές λεπτομέρειες που έπρεπε να επιλυθούν. Ζητήματα που είχαν να κάνουν με την πολιτισμική κληρονομιά, που είχαν να κάνουν με τις διμερείς σχέσεις – μια σειρά από δυσκολίες που έπρεπε να λυθούν. Και πιστεύω ότι δουλέψαμε πάρα πολύ εντατικά και μεθοδικά και φτιάξαμε μία συμφωνία η οποία είναι εξαιρετικά επεξηγηματική και δίνει απαντήσεις σε όλα αυτά τα σύνθετα προβλήματα. Δεν ήταν εύκολο, όμως, να βρούμε συναίνεση σε όλα τα κεφάλαια της Συμφωνίας. Πράγματι υπήρξε μια στιγμή, ένα Σαββατοκύριακο πριν την τελική συμφωνία, που σηκώσαμε τα μολύβια. Και εγώ και ο Ζόραν, και ο Νίκος ο Κοτζιάς και ο κ. Ντιμιντρόφ είπαν ότι δεν μπορούμε να βρούμε κοινό τόπο. Επικράτησε η λογική. Αυτό ήτανε λίγες ημέρες πριν καταλήξουμε στην τελική συμφωνία, ήταν στο τέλος μιας πολύ δύσκολης διαδρομής. Και στο τέλος της διαδρομής πάντοτε υπάρχει κούραση. Πάντοτε η κάθε μια πλευρά νιώθει ότι έχει εξαντλήσει τις κόκκινες γραμμές της και τις δυνατότητές της. Μια βδομάδα σχεδόν πριν γίνει το τηλεφώνημα από την πλευρά του Ζόραν που καταλήξαμε με κάποιες επιμέρους διορθώσεις και με κάποιες, αν θέλετε, υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές, μια βδομάδα πριν είχαμε σηκώσει τα μολύβια και είχα κι εγώ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία. Θέλω να πω, όμως, ότι αυτή η Συμφωνία είναι μια Συμφωνία που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης σε διπλωματικό πεδίο στο μέλλον, από τους διπλωμάτες του μέλλοντος, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, γιατί δεν είναι μια Συμφωνία, η οποία ταπεινώνει κάποιον και δικαιώνει κάποιον άλλον. Είναι μία Συμφωνία με συμβιβασμούς και από τις δύο πλευρές, αλλά και με ουσιαστική βούληση και των δύο πλευρών να κοιτάξουμε μπροστά και να βρούμε λύσεις, δίνοντας προοπτική για τους λαούς μας».
Σε ερώτηση για τη στάση της ΝΔ που τότε ήταν αξιωματική αντιπολίτευση και σήμερα κυβέρνηση στην Ελλάδα, ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε:
«Δεν συνηθίζω όταν δίνω συνεντεύξεις στο εξωτερικό να ασκώ κριτική στους πολιτικούς μου αντιπάλους στο εσωτερικό. Αυτό που έχει σημασία, ανεξάρτητα από τη θέση που είχε η αξιωματική αντιπολίτευση τότε, είναι ότι σήμερα που είναι στην κυβέρνηση, δηλώνει και διαδηλώνει ότι θα τηρήσει και θα τιμήσει τη Συμφωνία αυτή. Και μάλιστα δηλώνει ότι θα φροντίσει να τηρηθεί μέχρι τελευταίας γραμμής, άρα αυτό για μένα είναι, ούτως ή άλλως, μια δικαίωση. Από εκεί και πέρα ο καθένας κρίνεται γι’ αυτά που λέει διαχρονικά, είτε είναι στην αντιπολίτευση, είτε είναι μετά στην κυβέρνηση. Και μάλιστα ίσως έχει μεγαλύτερη σημασία να κρίνεται γι’ αυτά τα οποία κάνει και λέει όταν είναι στην κυβέρνηση. Εγώ όμως θα ήθελα να σας μιλήσω γενικότερα και να πω ότι υπάρχει ένα ρεύμα στροφής στην Ευρώπη προς τον εθνικισμό, ένα ρεύμα Ακροδεξιάς. Αυτό το ρεύμα το ζείτε και στη χώρα σας, το ζήσαμε κι εμείς, το ζούμε. Νομίζω, λοιπόν, ότι αυτό που έχει σημασία είναι να καταλάβουμε πως οι λαοί δεν μπορούν να προχωρήσουν μπροστά σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία και ιδιαίτερα στην Ευρώπη, αν δεν συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να συνεργαστούν. Και οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να δείξουν γενναιότητα. Εγώ είμαι 100% πεπεισμένος ότι όλα όσα κάναμε, κατά την διάρκεια της διακυβέρνησής μας αναφορικά με την επίλυση του ονοματολογικού, την επίλυση δηλαδή και την ονομασία της Βόρειας Μακεδονίας αλλά και όλο το πλέγμα των διμερών σχέσεων που μπήκε σε μια σειρά θετική, όλα όσα κάναμε ήταν ακριβώς οι θέσεις της χώρας τουλάχιστον τα τελευταία 15 χρόνια.
Συνεπώς είναι απολύτως δεδομένο ότι αυτή η θέση και η στάση πρέπει να τηρηθεί, οι χώρες πρέπει να έχουν συνέχεια και πιστεύω ότι η σημερινή κυβέρνηση ανεξάρτητα από το τί έλεγε ο σημερινός πρωθυπουργός όταν ήταν στην αντιπολίτευση , θα συνεχίσει αυτή την εθνική γραμμή. Από εκεί και πέρα ο καθένας από εμάς κρίνεται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό από τις πράξεις του.
Σε ερώτηση για το κατά πόσο η Συμφωνία των Πρεσπών επηρέασε το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουλίου, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε:
«Νομίζω ότι είχε επίδραση, και το γνώριζα από την πρώτη στιγμή όταν ανέλαβα την δύσκολη αυτή απόφαση να κάνω πράξη αυτά που πίστευα εγώ, αυτό που πίστευα και πιστεύω ότι ήταν σωστό για την χώρα μου και την περιοχή, για τους λαούς μας. Ήξερα ότι θα αναλάβω πολιτικό κόστος, κυρίως γιατί ήξερα ότι στο εσωτερικό πολλές πολιτικές δυνάμεις και η αντιπολίτευση τότε θα κινηθούν με κριτήριο, όχι την αλήθεια, αλλά το πολιτικό κέρδος από την άλλη πλευρά. Δεν το μετανιώνω όμως αυτό. Και δεν το μετανιώνω διότι πιστεύω ότι σε κρίσιμα θέματα εξωτερικής πολιτικής αυτό που έχει σημασία είναι να κάνεις αυτό που είναι ωφέλιμο για τον λαό, ωφέλιμο για την χώρα. Το πολιτικό κέρδος ή το πολιτικό κόστος, στις μέρες μας ιδίως, είναι κάτι πρόσκαιρο, έρχεται και παρέρχεται. Όταν είσαι σταθερός στις αρχές και στις αξίες σου, αυτό κάποια στιγμή εκτιμάται και κυρίως όταν καταφέρνεις πράγματα που μένουν στην ιστορία. Και η συμφωνία αυτή είναι μια ιστορική συμφωνία.
Σε ερώτηση για το ενδεχόμενο να δοθεί στον ίδιο και τον Ζόραν Ζάεφ το Νόμπελ Ειρήνης με αφορμή την Συμφωνία των Πρεσπών, ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε:
«Από την πρώτη στιγμή, που υπήρξε αυτή η πολύ τιμητική πρόταση, είχα δηλώσει κάτι το οποίο ασπάστηκε και ο Ζόραν, ότι εμείς ως πρόσωπα δεν χρειαζόμαστε κάποιο βραβείο ή κάποιου τέτοιου είδους κίνητρο για να κάνουμε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι σωστό για τους λαούς μας. Συνεπώς αν χρειάζεται μια επιβράβευση, η επιβράβευση πρέπει να είναι απέναντι στους λαούς μας, που πρέπει από εδώ και μπρος να δουλέψουν για να μάθουν να αγωνιούν ο ένας για το καλό του άλλου, να ζουν ειρηνικά και να παλέψουν σε μια δύσκολη περιοχή για την κοινή πρόοδο. Να παλέψουν για την ευημερία και την ειρήνη».
Σε ερώτηση για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ και την επικείμενη συζήτηση του Ευρωπαικού Συμβουλίου τον Οκτώβριο, ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε:
«Είναι αλήθεια ότι προσπάθησα να πείσω τους εταίρους, τους συναδέλφους μου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι η θετική απόφαση για την Βόρεια Μακεδονία έπρεπε να είχε ληφθεί από τον περασμένο Ιούνιο. Πιστεύω ότι η ΕΕ πρέπει να τηρεί τους κανόνες που η ίδια θέτει. Και πράγματι στον βαθμό που έγιναν πολύ σημαντικά και γενναία βήματα προς τα μπρος, έπρεπε να ξεκινήσει, να υπάρξει αυτό το θετικό βήμα από τον Ιούνιο. Άλλωστε δεν μιλάμε για ένταξη αλλά για έναρξη μιας διαδικασίας και πιστεύω πραγματικά, ανεξάρτητα από το πόσο σημαντικά βήματα έχει κάνει η Βόρεια Μακεδονία, ότι συνολικά για τα δυτικά Βαλκάνια οι λαοί των Βαλκανίων έχουνε μόνο να κερδίσουν μέσα από μια διαδικασία, από μια προοπτική, που θα τους φέρνει κοντά στην Ευρώπη. Μια δύσκολη διαδικασία όμως, που απαιτεί μεταρρυθμίσεις και η ΕΕ πρέπει να δείξει ότι βάζει τους κανόνες αλλά την ίδια στιγμή που απαιτεί υψηλά στάνταρ, όταν υπάρχουν θετικές κινήσεις προς τα μπρος , όταν τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα, όταν γίνονται μεταρρυθμίσεις πρέπει να δίνει το πράσινο φως, να δίνει το κίνητρο στους λαούς να συνεχίσουν. Η Ευρώπη πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι αν δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα της γειτονιάς της δεν θα έχει σοβαρό ρόλο στη εξωτερική πολιτική, στον κόσμο δεν θα την παίρνει κανείς στα σοβαρά. Και η άμεση γειτονιά της είναι τα Δυτικά Βαλκάνια. Ήμουν λοιπόν και παραμένω υπέρμαχος της άποψης ότι πρέπει να υπάρξει θετική κατάληξη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τον Ιούνιο πήραμε μια αναβολή, αυτή ήταν η απόφαση, δεν ήταν ακύρωση, ήταν αναβολή. Πιστεύω λοιπόν και θέλω να ελπίζω ότι στα μέσα του Οκτώβρη θα έχουμε θετικές εξελίξεις».