Ο ΜΑΚΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΨΗΦΟΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ… ΠΙΟ ΙΣΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ
Απανωτές νομοθετικές πρωτοβουλίες από τον υπουργό Εσωτερικών το τελευταίο διάστημα. Δεν δυσκολεύεται να τις στηρίξει ακόμη και αν χρειαστεί να επικαλεστεί τα ακριβώς αντίθετα επιχειρήματα.
Τις τελευταίες εβδομάδες ο Μάκης Βορίδης, έχει καταφέρει να βρίσκεται συχνά στην επικαιρότητα. Σε μία περίοδο όπου η υγειονομική και η οικονομική κρίση παραμένουν τα βασικά προβλήματα της καθημερινότητας, στο νομοθετικό επίπεδο κυριαρχούν οι πρωτοβουλίες του υπουργείου Εσωτερικών στο οποίο προϊσταται. Εχοντας απρόσμενα αντικαταστήσει τον άλλοτε στενό συνεργάτη του Κυριάκου Μητσοτάκη, Τάκη Θεοδωρικάκο στον τελευταίο ανασχηματισμό.
Μόλις την προηγούμενη Τετάρτη στην Βουλή συζητήθηκε η πρόταση νόμου της κυβέρνησης για την ψήφο των απόδημων η οποία και απορρίφθηκε μια και το Σύνταγμα απαιτεί 200 ψήφους για τέτοιους είδους αλλαγές στο εκλογικό σώμα. Την ερχόμενη Τρίτη αναμένεται να ψηφιστεί στο κοινοβούλιο το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών που καταργεί την απλή αναλογική στους δήμους.
Είναι βέβαιο ότι ο υπουργός Εσωτερικών με τις νομοθετικές του πρωτοβουλίες, φέρνει εις πέρας δύο σημαντικές για την κυβέρνηση αποστολές.
- Με την (καταδικασμένη εκ των προτέρων) πρόταση νόμου για την ψήφο των απόδημων να εξευμενίσει τις αντιδράσεις όσων δυσαρεστήθηκαν με το νόμο του Τ.Θεοδωρικάκου που ψηφίστηκε το 2019. Μια συμβιβαστική νομοθεσία που από ότι φαίνεται θα «προσελκύσει» μερικές μόλις 10αδες χιλιάδες ψηφοφόρους, αντί για 500 και 800 χιλιάδες που φαίνεται ότι επιθυμούσαν κάποιοι στην Νέα Δημοκρατία.
- Με τον νέο νόμο που προβλέπει την κατάργηση της απλής αναλογικής στους δήμους φαίνεται πως δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ώστε οι «γαλάζιοι» δήμαρχοι (που δεν ήταν λίγοι) να ευελπιστούν ότι θα συνεχίσουν να κυριαρχούν. Δίχως τον φόβο μελλοντικών δημοτικών συμβουλίων στα οποία δεν θα έχουν την απόλυτη πλειοψηφία.
Αν και εξυπηρετεί τους σκοπούς και τους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής, ο συνδυασμός των δύο αυτών νομοθετικών πρωτοβουλιών, δημιουργεί μία μεγάλη αντίφαση: Στην πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία ο Μάκης Βορίδης βρέθηκε να υπερασπίζεται στην αναγκαιότητα για την ισοτιμία της ψήφου ανάμεσα στους έλληνες πολίτες. Στην δεύτερη να επιχειρηματολογεί υποστηρίζοντας ουσιαστικά ακριβώς το αντίθετο!
Ας τα δούμε αναλυτικά:
Απόδημοι: Πάνω από όλα η ισοτιμία της ψήφου
Στο νομοθέτημα υπέρ της αλλαγής του συστήματος ψήφου των απόδημων Ελλήνων, ο Μάκης Βορίδης τοποθετούμενος στην Ολομέλεια της Βουλής συνόψισε του δύο βασικούς πυλώνες της κυβερνητικής πρότασης. Όπως είπε «Δύο για εμάς είναι οι βασικές στρατηγικές προϋποθέσεις, στις οποίες θέλουμε συμφωνία. Δύο! Δεν έχουμε άλλες απαιτήσεις. Η μία είναι η άρση όλων των περιορισμών στον προσδιορισμό του εκλογικού σώματος, το οποίο θα διευκολυνθεί στην άσκηση του εκλογικού του δικαιώματος – και το δεύτερο το οποίο είπαμε, είναι ότι θέλουμε η ψήφος να μετρά ισότιμα»
Αναλύοντας το γιατί πρέπει ή ψήφος των απόδημων να είναι ισότιμη, μεταξύ άλλων επισήμανε πως με τον ισχύοντα νόμο «οι περιορισμοί είναι υπέρμετροι, είναι προσβλητικοί, εκφράζουν φόβο για την Ομογένεια, για τους Απόδημους». Απαντώντας στο επιχείρημα που επιστράτευσε το ΚΚΕ το οποίο λέει ότι όποιος ψηφίζει για την εκλογή ελληνικής κυβέρνησης πρέπει τουλάχιστον να έχει οργανική σχέση με την χώρα επισήμανε ότι αυτό αντιβαίνει στην έννοια της ισότητας των πολιτών. Συγκεκριμένα μιλώντας στην διαρκή επιτροπή της Βουλής όπου συζητήθηκε το νομοσχέδιο παρέθεσε το εξής παράδειγμα με την μορφή ερωτήματος: «Κάποιος Έλλην πολίτης διαβιών στην Ελλάδα που όμως δεν υποβάλλει φορολογική δήλωση θα του αφαιρέσουμε το δικαίωμα της ψήφου;». Συνέχισε λέγοντας «αυτός ο οποίος δεν συμμετέχει στο σύστημα υγείας, γιατί έχει ιδιωτική ασφάλιση, δεν συμμετέχει στο σύστημα παιδείας, γιατί στέλνει τα παιδιά του σε ιδιωτικά σχολεία, δεν κάνει φορολογική δήλωση, δεν έχει εισόδημα, θα του βάλετε και αυτού προϋποθέσεις;». Κατέληξε με βάση αυτά στο συμπέρασμα πως οι υποστηρικτές αυτής της θέσης επιβάλουν«ουσιαστικές προϋποθέσεις στην άσκηση ενός πολιτικού δικαιώματος το οποίο είναι συνδεδεμένο με την ιδιότητα του πολίτη, άρα αφαιρείτε από την ιδιότητα του πολίτη».
Στην ίδια συζήτηση ο Μάκης Βορίδης απάντησε και στα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα στην πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης η οποία προκρίνει την σύσταση ειδικών περιφερειών που θα ψηφίζουν οι απόδημοι για συγκεκριμένο αριθμό βουλευτών επικρατείας.
Στην άποψη αυτή ο υπουργός Εσωτερικών αντιτάχθηκε λέγοντας πως «δημιουργεί δύο ταχύτητες ψηφοφόρων». Εξήγησε ότι «ενώ πρόκειται για διευκόλυνση του εκλογικού δικαιώματος,θα μπορούσε να λέει ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο κατηγορίες ψήφων. Μία κατηγορία που θα εκλέγει τους 4 βουλευτές από τους τριακόσιους, το 1,2% και μία άλλη κατηγορία ψήφου που θα εκλεγεί τους υπόλοιπους 296. Μία σταθμισμένη με 1,2% επιρροή και μία σταθμισμένη με 98,8%».
Συνοπτικά, λοιπον, προκειμένου να στηρίξει την πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας ο Μάκης Βορίδης βασίστηκε στο ότι δεν πρέπει να υπάρχει διάκριση στο δικαίωμα των πολιτών και ταυτόχρονα θεώρησε μη αποδεκτό να θεσμοθετηθεί η ανισοτιμία της ψήφου. Έως εδώ καλά…
Εμπόδιο στην κυβερνησιμότητα η απλή αναλογική
Τα πράγματα όμως άλλαξαν άρδην στην επιχειρηματολογία της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εσωτερικών λίγες μέρες αργότερα: Όταν εισηγήθηκε στην Βουλή το νομοσχέδιο για την κατάργηση του συστήματος της απλής αναλογικής στις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Εκεί επιστρατεύθηκε η κεντρική πολιτική θέση της κυβέρνησης που είναι αρνητική στο σύστημα της απλής αναλογικής στο όνομα της κυβερνησιμότητας. Δηλαδή της δυνατότητας να εκλέγονται αυτοδύναμες κυβερνήσεις που να μπορούν να ασκήσουν την πολιτική τους με μειοψηφικά ποσοστά.
Όπως εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς η εισαγωγή ενός συστήματος διαφορετικού από την απλή αναλογική αυτόματα δημιουργεί ανισοτιμία στην ψήφο και μάλιστα σημαντική και καθοριστική. Η «αξία» της ψήφου του εκλογέα που θα επιλέξει στην κάλπη το πρώτο κόμμα (συνήθως ένα από τα λεγόμενα «κόμματα εξουσίας) έχει μικρότερο «βάρος» από την ψήφο του εκλογέα που θα επιλέξει το δεύτερο, το τρίτο κόμμα η κάποιο μικρότερο πολιτικό σχηματισμό.
Η επίκληση της αναγκαιότητας εκλογής δημάρχου/περιφερειάρχη με αυτοδυναμία στο δημοτικό/περιφερειακό συμβούλιο ήταν η βασική θέση που εξέφρασε, παρουσιάζοντας στο νομοθέτημα στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης της Βουλής, ό Μάκης Βορίδης.
Ανέφερε χαρακτηριστικά πως «σήμερα πράγματι, αποκαθιστούμε μία μεγάλη δυσλειτουργία που δημιούργησε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.. Δημιουργούμε τις προϋποθέσεις να επανέλθει η κυβερνησιμότητα στους δήμους». Αναφέρθηκε μάλιστα στο συγκεκριμένο ποσοστό που ορίζεται για την επίτευξη αυτοδυναμίας επισημάνοντας πως «το 43% που θεσπίζουμε έχει κριθεί συνταγματικά ότι δεν θίγει την Αρχή της αναλογικότητας και βεβαίως και η πριμοδότηση αυτή, επίσης έχει κριθεί, ότι δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα αναλογικότητας».
Παράλληλα ο Μάκης Βορίδης τάχθηκε υπέρ του πλαφόν της τάξης του 3% προκειμένου ένας συνδυασμός να εκλέξει σύμβουλο σε ένα δημοτικό συμβούλιο. Δήλωσε πως «ερχόμαστε και βάζουμε αυτό το 3%, ναι, ακριβώς γιατί δεν μπορεί να αφήνουμε φωνές οι οποίες δεν καταγράφουν ένα ελάχιστο ποσοστό, ένα ελάχιστο μέγεθος, να ακούγονται και να εκπροσωπούνται, γιατί σε τελευταία ανάλυση, αυτό το ελάχιστο μέγεθος είναι εκείνο που διαφυλάσσει και την αξιοπιστία και τη συγκρότηση και τη σοβαρότητα, σε επίπεδο ξαναλέω πολιτικών συσχετισμών. Εγώ δεν λέω κάποιος ο οποίος έχει μία απολύτως μειοψηφική φωνή, μπορεί να λέει και σοβαρά πράγματα, αλλά όχι σε επίπεδο πολιτικό. Πολιτικά δεν είναι αξιόλογο. Μπορεί να είναι με άλλους όρους. Μπορεί να είναι επιστημονικά αξιόλογο, μπορεί να είναι φιλοσοφικά αξιόλογο, αλλά πολιτικά δεν είναι αξιόλογο».
Όσον αφορά το ζήτημα των συναινέσεων, αυτό δηλαδή που επικαλέστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν επί υπουργίας Πάνου Σκουρλέτη στο ΥΠΕΣ θεσμοθέτησε την απλή αναλογική στους δήμους για τον Μάκη Βορίδη δεν είχε ιδιαίτερη αξία. Άλλωστε με κάθε ευκαιρία δηλώνει ότι δεν είναι οπαδός των συναινέσεων αλλά της εφαρμογής ολοκληρωμένων και «ανόθευτων» πολιτικών προγραμμάτων..
Αντιφάσεις
Στο παρόν άρθρο δεν μπορούν να εξαντληθούν τα σημαντικά ζητήματα της ισοτιμίας και της αναλογικότητας της ψήφου, ούτε να κριθούν τα «ενισχυμένα» και αναλογικά εκλογικά συστήματα. Στοχεύει κυρίως στο να καταγράψει την ουσία της «ζωηράδας» της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείο Εσωτερικών στο νομοθετικό πεδίο. Αναδεικνύοντας ταυτόχρονα το πώς ένας πολιτικός σαν τον Μάκη Βορίδη, αποδείχθηκε πρόθυμος να έχει έναν τόσο «εργαλειακό» ρόλο, Παρότι πρόκειται για ένα στέλεχος με σαφέστατο πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα..
Ας μην ξεχνάμε ότι στον Μάκη Βορίδη οφείλεται εν πολλοίς και μία ακόμη σημαντικό κυβερνητικό επίτευγμα: Ο διορισμός από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής των νέων μελών του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού. Ήταν ο υπουργός Εσωτερικών που εισηγήθηκε και «πέρασε» την διάταξη σύμφωνα με την οποία αίρεται το ασυμβίβαστο ανάμεσα στο αξίωμα του προέδρου και του μέλους της διοίκησης της ανεξάρτητης αρχής. Άνοιξε έτσι τον δρόμο για τον διορισμό του Αθανάσιου Παπαϊωάννου στην θέση του προέδρου του ΑΣΕΠ.
Μάλιστα αν πιστέψουμε τις καταγγελίες της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε και μία σημαντική συναίνεση ανάμεσα στην Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝ.ΑΛ αφού τα δύο αυτά κόμματα υπερψήφισαν το νέο ΑΣΕΠ. Επίσης ένα από τα μέλη του, ο Παναγιώτης Καρακατσούλης είναι ενεργό μέλος του Κινήματος Αλλαγής.
Ομολογουμένως συνιστά επιτυχία για έναν υπουργό με σκληρό δεξιό προφίλ που ταυτόχρονα δηλώνει πως …δεν τρελαίνεται για συναινέσεις.