Καθηγητής Ρούσσος στο Νews 24/7: Ο Ερντογάν δεν είναι απρόβλεπτος
Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Πολιτικής Επιστήμης Σωτήρης Ρούσσος αναλύει την κατάσταση γύρω από τη Διάσκεψη του Βερολίνου και τις συνέπειες για την Ελλάδα.
- 19 Ιανουαρίου 2020 08:49
Η διάσκεψη του Βερολίνου για το λιβυκό πρόβλημα μονοπωλεί δικαίως το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης τα τελευταία 24ωρα. Πριν οι ηγέτες των χωρών που θα πάρουν μέρος (η Ελλάδα δεν προσκλήθηκε και θα είναι απούσα) ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και συντονιστής του Κέντρου Μεσογειακών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων Σωτήρης Ρούσσος ξεμπλέκει το κουβάρι των εξελίξεων για λογαριασμό των αναγνωστών του News24/7.
Θα έπρεπε, κ. καθηγητά, να πάρει μέρος στη διάσκεψη του Βερολίνου η Ελλάδα, ήταν επιβεβλημένη η παρουσία της εκεί;
Σαφώς δεν ήταν επιβεβλημένη η παρουσία μας στο Βερολίνο. Δεν είμαστε μέρος της σύγκρουσης που λαμβάνει χώρα στη Λιβύη, δεν συμμετέχουμε ακολουθώντας τη μία ή την άλλη πλευρά, δεν έχουμε στείλει υλικό, στρατιωτικό ή μη στη χώρα, ούτε τη βοηθάμε οικονομικά.
Επίσης, δεν είμαστε μεταξύ των κρατών που θα μπορούσαν να έχουν υποσχεθεί βοήθεια και, τουλάχιστον μέχρι να έρθει ο στρατηγός Χαφτάρ στην Αθήνα δεν είχαμε γνωστοποιήσει την πρόθεσή μας να συμμετάσχουμε σε ειρηνευτικές δυνάμεις.
Ακόμα, δεν μας έχει ζητήσει κανείς να είμαστε μεσολαβητές αφού έτσι και αλλιώς έχουμε διακόψει τις σχέσεις με το ένα μέρος της σύγκρουσης. Δεν υπήρχε κοντολογίς καμία από τις προδιαγραφές για τη συμμετοχή μας.
Το δικό μας θέμα, εννοώ αυτό των θαλασσίων ζωνών και των μνημονίων που υπέγραψαν Λιβύη και Τουρκία, είναι σοβαρό αλλά αν έμπαινε στη διάσκεψη του Βερολίνου θα είχε ως αποτέλεσμα να πάρει η συζήτηση μία άλλη τροπή, ανώφελη για τους συμμετέχοντες”.
Μπορούμε παρόλα αυτά να περιμένουμε κάτι θετικό;
Αμεσο θετικό αποτέλεσμα δεν μπορούμε να περιμένουμε. Θετική εξέλιξη για την Ελλάδα θα ήταν η σταθεροποίηση της χώρας, η λήξη της σύγκρουσης και η δρομολόγηση ενοποιητικής διαδικασίας. Οσο πιο πολύ η Λιβύη ξεφεύγει από την κατάσταση του εμφυλίου και οδεύει προς αυτή της σταθεροποίησης, τόσο πιο κοντά θα έρχεται στη διεθνή κοινότητα. Τότε θα μπορέσουμε να μιλάμε χωρίς πολέμαρχους και τοπάρχες.
Αν αυτό δεν συμβεί, σίγουρα δεν μας συμφέρει γιατί η Ελλάδα δεν είναι η δύναμη που μπορεί να πάρει μέρος σε εμφύλια σύγκρουση όπως αυτή της Λιβύης. Η Τουρκία, για παράδειγμα, μπορεί.
Επρεπε, κατά τη γνώμη σας, να έρθει ο Χάφταρ στην Αθήνα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε όλες τις λεπτομέρειες της συνάντησης, έχουμε τις πληροφορίες που δίνουν τα μέσα. Από την εικόνα που δίνεται, πρόκειται για μία υπερεκτιμημένη επίσκεψη. Δεν λέω ότι υπάρχει πρόβλημα να μας επισκεφθεί ένας από τους διεκδικητές της εξουσίας στη Λιβύη, καλώς να έρθει.
Το πρόβλημα είναι οι υπερβολικές προσδοκίες. Και επίσης το να δεχθεί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός τον Χάφταρ με δόξα και τιμή. Θα έπρεπε να περιορίσουμε τη συνάντηση σε ένα πιο χαμηλό επίπεδο, όπως θα έπρεπε να περιορίσουμε και τις προσδοκίες.
Επειτα, υπάρχει και το εξής στοιχείο. Η σχέση Αθήνας-Χάφταρ δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή της Αγκυρας με τον Σάρατζ. Χωρίς την Τουρκία, ο Σάρατζ εξαφανίζεται. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον Χάφταρ. Η Αθήνα εξαρτάται από τον Χάφταρ και την καλή του θέληση, όχι το αντίθετο.
Πιστεύετε ότι ο Ερντογάν και η Τουρκία θα κάνουν πράξη την απειλή τους και θα αρχίσουν γεωτρήσεις σε θαλάσσιο χώρο που η Ελλάδα θεωρεί δικό της;
Θεωρώ ότι θα κάνει κάποιες αναγνωριστικές κινήσεις στην περιοχή, είμαστε όμως σε πρώιμο στάδιο, ακόμα δεν έχουν βγει τα σεισμογραφικά σκάφη. Ο Ερντογάν θέλει να καταστήσει σαφές ότι η Τουρκία είναι μία ηγεμονική δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και θα το κάνει με κάθε τρόπο. Αρα, θα συνεχίσει τις προκλητικές ενέργειες, κυρίως στην Κύπρο που είναι ο βασικός αδύναμος κρίκος μετά τη Συρία και τη Λιβύη.
Δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε έρευνες στις περιοχές που έχουν “τσεκαριστεί” στη συμφωνία Λιβύης-Τουρκίας. Πρέπει, όπως και να έχει, να συνειδητοποιήσουμε το εξής: Ο Ερντογάν δεν είναι απρόβλεπτος. Οι Τούρκοι γενικότερα δεν είναι απρόβλεπτοι. Αυτά που κατά καιρούς διαβάζουμε, τα εννοούν. Οταν λέει, πχ, ο Τσαβούσογλου ότι υπάρχουν νησιά στο Αιγαίου που δεν ξέρουμε σε ποιον ανήκουν, το εννοεί, δεν το λέει για πλάκα ούτε για να χαϊδέψει τα αυτιά του εσωτερικού ακροατηρίου.
Η Ελλάδα, ως απειλή για την Τουρκία, βρίσκεται πολύ κάτω από το θέση Νο 10. Προηγούνται άλλοι. Φοβούνται, ας πούμε, τις ΗΠΑ, το Ιράν, το Ισραήλ. Οι απειλές κατά της Ελλάδας δεν γοητεύουν τόσο το εσωτερικό ακροατήριο και ο Ερντογάν δεν έχει να κερδίσει πολλά σ’ αυτό το μέτωπο.
Ποιος είναι ο τελικός στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής;
Ο Ερντογάν θέλει να καταστήσει την Τουρκία ηγεμονική δύναμη, όπως ήταν επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, θέλει ένα νεοθωμανισμό, αυτό δεν έχει σταματήσει. Η Τουρκία, κατά τον πρόεδρό της, πρέπει να παίζει κυρίαρχο ρόλο σε Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή. Η εποχή, έτσι και αλλιώς, ευνοεί την ανάδειξη περιφερειακών ηγεμόνων όπως η Τουρκία. Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, δεν έχουν ξεκαθαρίσει πλήρως τις προθέσεις τους ενώ οι Γάλλοι και οι Βρετανοι δεν έχουν τις ανάλογες δυνάμεις για να επέμβουν καθοριστικά. Ο Ερντογάν καλύπτει αυτό το κενό.
Συν τοις άλλοις, περιφερειακές δυνάμεις όπως η Αίγυπτος και το Ιράκ έχουν αποδυναμωθεί. Η Σαουδική Αραβία, παρά την οικονομική ισχύ της, δεν μπορεί να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο. Ολα τα παραπάνω η Τουρκία τα εκμεταλλεύεται.