Ο Μίκης Θεοδωράκης επίτιμος διδάκτορας στο πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ
"Για τη μουσική του στον κινηματογράφο, για τις πολυάριθμες συνθέσεις και τα τραγούδια του, όπως και για την πολιτική του δραστηριότητα, ο 93χρονος Μίκης Θεοδωράκης τιμάται στην Ελλάδα ως λαϊκός ήρωας", τονίζεται στην ανακοίνωση του Πανεπιστημίου
- 30 Μαΐου 2018 00:38
“Την αναγόρευση του Έλληνα συνθέτη, συγγραφέα και πολιτικού Μίκη Θεοδωράκη σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφίας, για την διαχρονική μουσική του και για τον αγώνα του για τα ανθρώπινα δικαιώματα” ανακοίνωσε σήμερα το Πανεπιστήμιο της αυστριακής πόλης Σάλτσμπουργκ.
Η αναγόρευση του κορυφαίου Έλληνα μουσικοσυνθέτη, θα γίνει σε ακαδημαϊκή τελετή την ερχόμενη Τετάρτη, 6 Ιουνίου, οπότε γιορτάζεται η “Ημέρα του Πανεπιστημίου”.
“Για τη μουσική του στον κινηματογράφο, για τις πολυάριθμες συνθέσεις και τα τραγούδια του, όπως και για την πολιτική του δραστηριότητα, ο 93χρονος Μίκης Θεοδωράκης τιμάται στην Ελλάδα ως λαϊκός ήρωας”, τονίζεται, μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση του Πανεπιστημίου, στην οποία γίνεται αναφορά στην “παγκοσμίου φήμης μουσική του για την ταινία Αλέξης Ζορμπάς”.
Όπως σημειώνεται σχετικά “στην Τριλογία του Μαουτχάουζεν και στην Καντάδα του Μαουτχάουζεν, σε κείμενα του Έλληνα συγγραφέα, Ιάκωβου Καμπανέλλη, ενός επιζώντα του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν, ο Θεοδωράκης κτίζει μία γέφυρα ανάμεσα στην τέχνη και στην πολιτική, και αυτό το έργο του παρουσιάζεται συχνά στο πλαίσιο επίκαιρων εκδηλώσεων σε επετείους μνήμης στην Αυστρία, συμβάλλοντας στην διαχείριση του εθνικοσοσιαλισμού και στην καλλιέργεια πολιτικής συνείδησης”.
Υπενθυμίζεται πως το μνημειώδες έργο του “Μαουτχάουζεν”, ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του εκλιπόντα το Μάρτιο του 2011, μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης – ο οποίος έχει δώσει τις τελευταίες δεκαετίες σειρά μεγάλων συναυλιών, τόσο στη Βιέννη όσο και σε άλλες αυστριακές πόλεις, ακόμη από την εποχή του αντιδικτατορικού του αγώνα – έχοντας δίπλα του τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, παρουσίασε τον Μάιο του 1988 σε παγκόσμια πρεμιέρα το “Μαουτχάουζεν” στον τόπο του μαρτυρίου, στην κεντρική τελετή μνήμης στις πρώην εγκαταστάσεις του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν.
Επρόκειτο για μία ιστορική συναυλία του, με ερμηνεύτριες την Μαρία Φαραντούρη, την Ελινόαρ Μοάβ-Βιντιάδη και την Ανατολικογερμανίδα Γκίζελα Μάι, παρουσία του τότε καγκελάριου της Αυστρίας Φραντς Βρανίτσκι και δεκάδων χιλιάδων προσκυνητών από όλη την Ευρώπη.
Μερικά χρόνια αργότερα, το Μάιο του 1995, με την ευκαιρία της 50ης επετείου από την απελευθέρωση των κρατουμένων του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, ακολούθησε η δεύτερη παρουσίαση του έργου από τον ίδιο το συνθέτη στην κεντρική τελετή μνήμης, επίσης με τη Μαρία Φαραντούρη και παρουσία πάλι του Αυστριακού τότε καγκελάριου Φραντς Βρανίτσκι, με πολλές χιλιάδες προσκυνητές.
Η τελευταία εμφάνιση του κορυφαίου Έλληνα μουσικοσυνθέτη στην Αυστρία ήταν τον Δεκέμβριο του 2012, στο ξακουστό Μέγαρο Συναυλιών της Βιέννης, όταν πάνω από 2.000 επισκέπτες – όρθιοι για πολλά λεπτά της ώρας, με φρενήρη χειροκροτήματα και επευφημίες θαυμασμού και σεβασμού – τον αποθέωσαν κατά την είσοδό του στην αίθουσα, για να παρακολουθήσει τη μεγάλη συναυλία προς τιμή του, με τα “κλασσικά” συμφωνικά έργα του.
Έπειτα από αρκετά χρόνια απουσίας του από την θεωρούμενη “πρωτεύουσα της μουσικής”, τη Βιέννη, με το κοινό της οποίας τον συνδέει μια στενή σχέση πολλών δεκαετιών, (προπάντων από τα χρόνια της Αντίστασης κατά της χούντας στην Ελλάδα) ο Μίκης Θεοδωράκης είχε δώσει τότε και πάλι το “παρών”, ανταμείβοντας το βιεννέζικο φιλόμουσο κοινό του, που ανέμενε με αγωνία τον ερχομό του.