“Μπλόκο” στο παιχνίδι των μηνύσεων από αντιεμβολιαστές και αρνητές
Εγκύκλιο, η οποία αναφέρεται στους τρόπους με τους οποίους θα πρέπει να χειρίζονται μηνύσεις "αρνητών" και "αντιεμβολιαστών" οι ανακριτικοί υπάλληλοι, εξέδωσε η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
- 23 Σεπτεμβρίου 2021 12:10
Συγκεκριμένες οδηγίες, τις οποίες θα πρέπει να ακολουθούν απαρεγκλίτως όλα τα ανακριτικά όργανα που χειρίζονται μηνύσεις αντιεμβολιαστών κατά δημοσίων υπαλλήλων, που εφαρμόζουν την ισχύουσα νομοθεσία, επισημαίνει σε εγκύκλιό του ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Β. Πλιώτας, ο οποίος εφιστά “ιδιαίτερη προσοχή στο χειρισμό τέτοιων υποθέσεων, ήδη, από το πρώιμο στάδιο υποβολής, έγκλησης ή μήνυσης, προεχόντως, των προσχηματικών ή και κακόβουλων”.
Στο εισαγγελικό έγγραφο που κοινοποιείται σε όλους τους αρμόδιους φορείς, επισημαίνεται επίσης η «ανάγκη ελέγχου της δημιουργίας πυρήνων προπαγάνδας και δράσης από επιτήδειους υπαίτιους που με το περίβλημα αντιεμβολιαστικών θεωρήσεων και ιδεών, δρασκέλισαν ήδη το κατώφλι της νομιμότητας και εκδήλωσαν ή θα επιχειρήσουν να αναπτύξουν δραστηριότητες με συμπεριφορές απτόμενες των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα (πρβλ. άρθρα 169, 183, 186, 330, 386 κ.ά.), που μπορεί να κατευθύνονται, εκτός άλλων και στην οικονομική εκμετάλλευση ανυποψίαστων συνανθρώπων μας».
Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός τονίζει βέβαια πως όλες οι οδηγίες του θα πρέπει να εφαρμόζονται, ενώ παράλληλα θα πρέπει να θεωρείται «σεβαστή η ελευθερία και αναφαίρετο το δικαίωμα του καθενός να έχει τις προσωπικές απόψεις και ιδέες του για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού COVID-19». Ωστόσο, όπως αναφέρεται, «τούτο δεν σημαίνει ότι οι θεωρήσεις αυτές του παρέχουν, επ’ ουδενί, το δικαίωμα να τις εκδηλώνει με αντικοινωνική συμπεριφορά και να τις μετουσιώνει προβαίνοντας σε πράξεις που υπερβαίνουν τα όρια του νόμου και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κυρωτικών κανόνων του ποινικού δικαίου».
Οι οδηγίες
Σύμφωνα με τον Β. Πλιώτα, σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να ακολουθούνται τα εξής βήματα:
- Όταν ο ανακριτικός υπάλληλος λάβει έγκληση, μήνυση και εν γένει καταγγελία κατά εκπαιδευτικού λειτουργού, ιατρού, νοσηλευτή ή εργαζομένου σε δομή υγείας, με περιεχόμενο που άπτεται των προηγουμένων, πάραυτα θα ενημερώνει τηλεφωνικά τον αρμόδιο εισαγγελέα (εισαγγελέα υπηρεσίας – ποινικής δίωξης) και θα αναμένει τις συγκεκριμένες οδηγίες του, χωρίς στο μεταξύ να προβαίνει σε ενέργεια εναντίον του μηνυόμενου προσώπου, δηλαδή σε σύλληψη για αυτόφωρο αδίκημα ή και προσαγωγή του λόγω υπονοιών διάπραξης εγκληματικής ενέργειας (κατά τα άρθρα 74 § 1 εδ. θ και 95 ΠΔ 141/1991). Μετά τη λήψη των οδηγιών θα συμμορφώνεται απολύτως με το περιεχόμενο αυτών.
- Ο Εισαγγελέας, αφού ενημερωθεί για το επακριβές περιεχόμενο της καταμήνυσης, ζητώντας ενδεχομένως και πλείονες πληροφορίες για τις ιδιαίτερες περιστάσεις υπό τις οποίες αυτή υποβλήθηκε και την αφορμή που την προκάλεσε, θα αξιολογεί (σύμφωνα με το δικονομικό καθήκον και τη λειτουργική αποστολή του) την ύπαρξη ή μη ενδείξεων βασιμότητας και θα αξιοποιεί την εισαγγελική εμπειρία του για να διαγνώσει και, τον τυχόν, προσχηματικό χαρακτήρα της καταγγελίας, ώστε να δώσει τις προσήκουσες ανάλογες κατευθύνσεις για τον περαιτέρω χειρισμό της. Τονίζεται ότι και στην περίπτωση ακόμη που καταγγέλλεται φερόμενο ως επ΄ αυτοφώρω τελεσθέν πλημμέλημα, η ρύθμιση του άρθρου 417 ΚΠΔ παρέχει τη δικονομική δυνατότητα στον εισαγγελέα, να κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μη εφαρμοστεί η συνοπτική διαδικασία του αυτοφώρου και να διατάξει, συνακόλουθα, να μη συλληφθεί και να μη προσαχθεί ο μηνυόμενος, η δε υποβολή – διαβίβαση της μήνυσης ή έγκλησης να επακολουθήσει. Ο εισαγγελέας, ως οιονεί «κυρίαρχος της ποινικής προδικασίας», θα λάβει υπόψη του και θα συνεκτιμήσει, εκτός των άλλων, τα κίνητρα της συμπεριφοράς του μηνυτή, καθώς και την ανάγκη έννομης προστασίας του μηνυόμενου, πιστού στο καθήκον, δημόσιου λειτουργού της εκπαίδευσης ή της υγείας, εν μέσω προσπαθειών της πολιτείας και της κοινωνίας να αντιμετωπισθεί η πανδημία του κορονοϊού.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις