Λάγιοβιτς: Η ανθρωπότητα έπρεπε να βιώσει κατακλυσμό για να κατανοήσει τη μουσική του Μάλερ
Πενήντα χρόνια μελέτης, επιτυχιών, διδασκαλίας. Ο 75χρονος αρχιμουσικός Ούρος Λάγιοβιτς που έχει αφοσιωθεί στο έργο του ιδιοφυούς Γκούσταβ Μάλερ, είναι μια από τις εξαιρετικές περιπτώσεις μαέστρων που θα παρουσιαστεί από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, την ερχόμενη Παρασκευή 2 Νοεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής.
- 27 Οκτωβρίου 2018 08:32
Αν κάποιος διαβάσει το βιογραφικό του Σλοβένου αρχιμουσικού Ούρος Λάγιοβιτς, δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί: Έχει διευθύνει 1.400 συναυλίες κι έχει συνεργαστεί με σχεδόν 100 ορχήστρες και εκατοντάδες σολίστ, ενώ εκτός από διευθυντής ορχήστρας μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεγάλος δάσκαλος που ήδη καταμετρά έναν τεράστιο αριθμό μαθητών.
Ο Λάγιοβιτς, ο οποίος εκτός από σύνθεση και μουσική διεύθυνση ξεκίνησε σπουδές και στη νομική, αν και δεν τις ολοκλήρωσε ποτέ, γεννήθηκε και γαλουχήθηκε στη Σλοβενία αλλά γρήγορα ξέφυγε από τα σύνορα της γενέτειρας και μετακόμισε στην Αυστρία. Θεωρεί ότι η επαφή με τη νομική επιστήμη τον βοήθησε πολύ στην πορεία του, οξύνοντας τη μνήμη, τη λογική και την ευφράδειά του. Ταυτόχρονα, πιστεύει ότι είναι πολύ σημαντικό για έναν μουσικό, και ιδιαίτερα μαέστρο, να έχει μελετήσει φιλοσοφία και ιστορία αφού όπως λέει: «Το να διευθύνεις σημαίνει να μπορείς να αποσυνθέσεις το κομμάτι, να διαβάσεις το υλικό μέχρι να φτάσεις στην αρχή, σε αυτό που ήθελε ο συγγραφέας, σε αυτό που εννοούσε».
Αυτή η πρωτοποριακή άποψη φαίνεται στις απαιτήσεις τόσο σε μαθητές όσο και σε συναδέλφους. Ο ίδιος άλλωστε δεν κρύβει ότι «Είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς τι σκέφτομαι και τι θέλω να εκφράσω ως μαέστρος την ώρα της συναυλίας. Για να το καταφέρω αυτό, οφείλω να έχω φοβερή γνώση και η γνώση αυτή δεν αποκτάται διαλέγοντας το συντομότερο και ευκολότερο δρόμο». Απ’ ό,τι φαίνεται, για τον Λάγιοβιτς η αδιάκοπη εκπαίδευση είναι που στηρίζει κάθε επιτυχημένο διευθυντή Ορχήστρας. Δεν κρύβει άλλωστε ότι ο αρχιμουσικός «οφείλει να έχει μια απάντηση για όλα, να μπορεί κάθε στιγμή να αιτιολογήσει ό,τι ζητά από τους μουσικούς του.» Λογικό, αφού θεωρεί ότι η ζωή του μουσικού είναι συνεχές βίωμα της μουσικής και όχι στείρο κυνήγι της διασημότητας και των χρημάτων, αν και παραδέχεται ότι «όλοι οι αρχιμουσικοί είμαστε ναρκισσιστές, αλλιώς δεν θα ανεβαίναμε στη σκηνή».
Η σχέση του με τους μουσικούς που διευθύνει δεν πιστεύει ότι πρέπει να είναι μια σχέση εξουσίας καθώς θεωρεί ότι «οι ρόλοι είναι απλώς διαφορετικοί. Ο μουσικός έχει το ρόλο του, τα κομμάτια του, και εγώ πρέπει να διευθύνω το σύνολο που προκύπτει από όλα και από κάθε κομμάτι ξεχωριστά. Έτσι, ο μουσικός έχει μερικές πληροφορίες ενώ εγώ πρέπει να είμαι στην κατοχή ολόκληρου του όγκου των πληροφοριών. Είναι σαν την αρχιτεκτονική. Ως ακροατής βλέπετε μόνο την πρόσοψη του μουσικού κτιρίου, αλλά κάτω από αυτή την πρόσοψη βρίσκεται ολόκληρη η κατασκευή που έχτισα, με τη βοήθεια πολλών μουσικών, φυσικά. Αλλά η κατασκευή είναι δική μου».
Ο πολύπειρος αρχιμουσικός κατανοεί ότι ο πολιτισμός δεν αποτελεί βιοτική ανάγκη αλλά τονίζει – με μια γερή δόση κυνισμού και αφοπλιστικής ειλικρίνειας- ότι είναι απολύτως απαραίτητη για «τον εξανθρωπισμό του τέρατος, που ονομάζεται άνθρωπος». Στους αγαπημένους του μαθητές επιχειρεί να δώσει την πρώτη ευκαιρία, που θεωρεί ότι δικαιούται ο καθένας στο ξεκίνημα της καριέρας του-αν και απαιτείται επιμονή και ευελιξία από την πλευρά τους. Το πιο σπουδαίο, όμως, για εκείνον δεν είναι οι γνώσεις που αποκομίζουν αλλά το γεγονός ότι μέσα στις πολυπολιτισμικές τάξεις που διδάσκει «το σημαντικότερο, ίσως, μάθημα που παίρνουν οι μαθητές μου είναι η ανεκτικότητα απέναντι στο διαφορετικό».
Ο Λάγιοβιτς θα ξαναβρεθεί στη χώρα μας για να διευθύνει την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ) στην Έβδομη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ, στο πλαίσιο του ομώνυμου Κύκλου, της φιλόδοξης δηλαδή προσπάθειας της αρχαιότερης συμφωνικής Ορχήστρας της χώρας να παρουσιάσει το σύνολο των συμφωνιών του ρομαντικού συνθέτη. Και η αλήθεια είναι ότι μεταξύ μαέστρου και συνθέτη υπάρχει μια ειδική σχέση καθώς ο Λάγιοβιτς επέστρεψε το 2011 στη γενέτειρά του, τη Λιουμπλιάνα, για να διευθύνει το φεστιβάλ- αφιέρωμα στον Μάλερ, με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννησή του αλλά και τα 130 χρόνια από την ανάληψη της θέσης του αρχιμουσικού στη –σημερινή- Φιλαρμονική της Σλοβενίας.
Ο Λάγιοβιτς χαρακτηρίζει τον Αυστριακό συνθέτη «διαρκή συνοδοιπόρο» από τότε που μπήκε στη ζωή του το 1973 και δανείζεται τη ρήση του Λέοναρντ Μπερνστάιν για να εξηγήσει την αρχική υποτίμηση του έργου του: «Η ανθρωπότητα έπρεπε να βιώσει κατακλυσμό για να κατανοήσει τη μουσική του Μάλερ. Και στην πραγματικότητα, η αντίληψη της μουσικής του Μάλερ άρχισε να εντείνεται μόνο στη δεκαετία του 1960 και ένας από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές αυτής της αλλαγής ήταν ο Μπερνστάιν. Σήμερα, βιώνουμε τη μουσική του ως αξία. Η μουσική του είναι “theatrum mundi”, ένα «θέατρο του κόσμου». Δεν μπορεί απλώς να ερμηνευθεί, χρειάζεται να κατανοηθεί βαθιά».
Το News 24/7 συνομίλησε με τον διάσημο μαέστρο για τη μακρά και δημιουργική πορεία του στον χώρο της συμφωνικής και κλασικής μουσικής, για τον Μάλερ καθώς και για την τέταρτη σύμπραξή του με την ΚΟΑ:
Έχετε πει ότι στο επάγγελμά σας δεν μπορούν να υπάρξουν παρακάμψεις όσον αφορά τις γνώσεις που απαιτούνται. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύετε ότι η προσπάθεια για ελαχιστοποίηση του απαιτούμενου κόπου είναι μια συνθήκη συχνή στο επάγγελμά σας;
«Έχω εξαιρετικά καλή γνώμη για πολλούς αρχιμουσικούς – οι παρατηρήσεις μου επικεντρώνονται μόνο σε όσους είναι πεπεισμένοι ότι η μελέτη της μουσικής διεύθυνσης δεν είναι απαραίτητη. ‘Εμαθα πρόσφατα ότι ένας εξαιρετικός πιανίστας, ο οποίος ξεκίνησε και να διευθύνει, δήλωσε ότι δεν έκανε ούτε ένα μάθημα! Υπάρχουν πολλοί εξαιρετικοί μουσικοί που είναι, όμως, πεπεισμένοι ότι δεν χρειάζονται μια τέτοια μελέτη και χρησιμοποιούν το όνομά τους, όχι τη γνώση τους, για την επιτυχία ως μαέστροι.»
Πιστεύετε ότι το ίδιο το επάγγελμά σας, καλλιεργεί τον εγωκεντρισμό ή είναι ένα έμφυτο χαρακτηριστικό που βοηθά ένα μαέστρο να αντέξει την πίεση επί σκηνής;
«Πιστεύω ότι το “χάρισμα” είναι ένα είδος δυνατότητας να πείσεις άλλους ανθρώπους για τις ιδέες σου. Τη στιγμή που κάποιος έχει πλήρη εποπτεία του θέματος που πρέπει να εξηγήσει μπορεί να πείσει τους άλλους. Κάποιος μπορεί να έχει αυτήν την δυνατότητα έμφυτη, αλλά χωρίς τη βαθιά γνώση του αντικειμένου δεν μπορεί να φτάσει μακριά.»
Θεωρείτε ότι ο μαέστρος σε κάθε συναυλία, σε κάθε στιγμή χρειάζεται να ξέρει ακριβώς τι ζητά από τους μουσικούς, να έχει επιχειρήματα για κάθε του κίνηση. Πώς αντιμετωπίζετε αυτή την τόσο πιεστική συνθήκη;
«Αρχικά, πρέπει να μελετήσω την παρτιτούρα με τόση ακρίβεια, ώστε να μπορώ να απαντήσω σε κάθε ζήτημα τεχνικού ή ερμηνευτικού χαρακτήρα. Με αυτό τον τρόπο πρέπει να προετοιμάσω ακόμη και τις χειρονομίες για κάθε λεπτομέρεια που θα ζητήσω από τους μουσικούς. Σκέφτομαι, λοιπόν, κάθε κίνηση των εγχόρδων ή των πνευστών γιατί από αυτό εξαρτάται το αν θα αποδοθούν οι φράσεις σωστά.»
Έχετε χαρακτηρίσει το έργο του Γκούσταβ Μάλερ ως «theatrum mundi», με την έννοια ότι πρέπει κανείς να το κατανοήσει και να το ερμηνεύσει ώστε να μπορέσει να το αποδώσει. Για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υλοποιεί το όραμα παρουσίασης όλων των Συμφωνιών του συνθέτη και εσείς θα διευθύνετε την έβδομη συναυλία αυτού του Κύκλου. Πώς αισθάνεστε σε σχέση με αυτή την προσπάθεια της ΚΟΑ;
«Ο Γκούσταβ Μάλερ ήταν προφήτης, μπορούσε σχεδόν να φανταστεί τι θα συμβεί στο μέλλον με την ανθρωπότητα. Και ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν είπε, μετά από δύο Παγκόσμιους Πολέμους, μπορούμε να καταλάβουμε τι ήθελε να εκφράσει ο Μάλερ με τη μουσική του. Με όλες αυτές τις εμπειρίες φρίκης του πολέμου μπορούμε να καταλάβουμε πλέον γιατί είναι “Θέατρο του Κόσμου”. Γνωρίζοντας την ποιότητα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτό το συμφωνικό έργο υπέροχα!»
Τι είναι αυτό που σας κάνει να επιστρέφετε στο πόντιουμ μιας Ορχήστρας; Αν δεν κάνω λάθος, αυτή είναι η τέταρτη φορά που θα διευθύνετε την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.
«Υπάρχει σεβασμός, εκτίμηση και αβίαστη αμοιβαία κατανόηση, με τους μουσικούς της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Πιστεύω ότι αυτή η ατμόσφαιρα φαίνεται και στο τελικό αποτέλεσμα και στον τρόπο που το κοινό απολαμβάνει τη συναυλία.»
Είστε διεθνώς καταξιωμένος και ως καθηγητής. Ποιες θεωρείτε ως τις μεγαλύτερες προκλήσεις ενός δασκάλου;
«Η προσωπική μου εμπειρία ως μαέστρος και ως δάσκαλος είναι ότι ο ερμηνευτής πρέπει να ταυτίζεται με το έργο, ενώ ο καθηγητής πρέπει να έχει απόσταση από το έργο και αυτό είναι δύσκολο. Συνήθως κάνω διαλέξεις για όσα έργα έχω διευθύνει πρόσφατα γιατί είναι στη μνήμη μου όλες οι δυσκολίες που αντιμετώπισα- αυτό είναι τεράστια βοήθεια για τους μαθητές. Επιπλέον, οι τάξεις μου είναι πολυπολιτισμικές. Ένα από τα πράγματα που είναι σημαντικό να μαθαίνουν οι μαθητές μου είναι η κατανόηση, η ανοχή απέναντι στο διαφορετικό και η ταπεινότητα.»
Ποια στοιχεία πρέπει να έχει κάποιος μαθητής ώστε να τον ξεχωρίσετε;
«Πρέπει να έχει ταλέντο – αυτή είναι μόνο η δυνατότητα να κατανοήσει τη μουσική – και στη συνέχεια θα πρέπει να δουλεύει, δουλεύει, να δουλεύει και να μελετά διαρκώς όχι μόνο τη μουσική αλλά και τη θεωρία της μουσικής, της ιστορίας, της κοινωνιολογίας- η εκπαίδευσή του πρέπει να είναι καθολική.»
Πληροφορίες
Γκουστάβ Μάλερ (1860–1911) – Συμφωνία αρ. 7
Μουσική διεύθυνση: Ούρος Λάγιοβιτς
Με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
Παρασκευή 2 Νοεμβρίου στις 19:45
Τιμές εισιτηρίων: 25€, 15€, 10€ και 5€ (εκπτωτικό)