IAEA: Το Ιράν αυξάνει το απόθεμα εμπλουτισμένου ουρανίου
Η Τεχεράνη έχει ανακοινώσει ότι θα αυξάνει σταδιακά τα επιτρεπτά όρια που είχε θέσει η ΚΣΟΔ για τις πυρηνικές της δραστηριότητες, αντιδρώντας στην μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ και στην επαναφορά των αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων εις βάρος της.
- 30 Αυγούστου 2019 20:23
Το Ιράν αύξησε περαιτέρω το απόθεμα εμπλουτισμένου ουρανίου και τη διύλισή του σε υψηλότερη καθαρότητα πάνω από τα επιτρεπτά όρια της διεθνούς συμφωνίας του 2015 (ΚΣΟΔ), συνεχίζοντας να παραβιάζει τη συμφωνία που σύναψε το 2015 η Ισλαμική Δημοκρατία με την Ομάδα 5+1 και από την οποία αποχώρησε μονομερώς το 2018 η Ουάσινγκτον, ανακοίνωσε σήμερα ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA).
Η Τεχεράνη έχει ανακοινώσει ότι θα αυξάνει σταδιακά τα επιτρεπτά όρια που είχε θέσει η ΚΣΟΔ για τις πυρηνικές της δραστηριότητες, αντιδρώντας στην μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ και στην επαναφορά των αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων εις βάρος του Ιράν.
Ο IAEA, που επιβλέπει την τήρηση της ΚΣΟΔ, είχε ανακοινώσει τον Ιούλιο ότι το Ιράν είχε υπερβεί το όριο των 202,8 κιλών σε αποθέματα ουρανίου και το όριο του 3,6% σχάσιμου υλικού στο οποίο επιτρέπονταν να εμπλουτίζει ουράνιο.
Σχεδόν δύο μήνες μετά, η Τεχεράνη έχει συσσωρεύσει 241,6 κιλά σε αποθέματα εμπλουτισμένου ουρανίου και τον εμπλουτισμό σε 4,5%, υπογράμμισε η τετραμηνιαία έκθεση του Οργανισμού προς τα κράτη μέλη.
Η έκθεση περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου Reuters
Το απόθεμα εμπλουτισμένου ουρανίου του Ιράν εξακολουθεί να είναι κατά πολύ μικρότερο από εκείνο που κατείχε πριν την υπογραφή της συμφωνίας του 2015. Το επίπεδο εμπλουτισμού του έχει επίσης μειωθεί από το 20% που είχε φτάσει πριν την ΚΣΟΔ και το σχεδόν 90% που είναι απαραίτητο για την κατασκευή όπλων.
Οι ιρανικές παραβιάσεις της συμφωνίας δεν έχουν ως εκ τούτου μεγάλη σημασία για το χρονικό διάστημα που θα χρειαζόταν να αποκτήσει αρκετό σχάσιμο υλικό για την κατασκευή μιας πυρηνικής βόμβας, αν αυτή ήταν η επιδίωξη της Τεχεράνης.
Ωστόσο η συνέχιση των παραβιάσεων από την Ισλαμική Δημοκρατία εντείνει την πίεση προς τα ευρωπαϊκά μέρη της συμφωνίας – Γαλλία, Βρετανία και Γερμανία – που διατείνονται ότι είναι αποφασισμένοι να την διασώσουν.