Κορονοϊός: Πολύ σπάνια λοίμωξη “θεριεύει” στην Ινδία και προκαλεί ακρωτηριασμούς

Κορονοϊός: Πολύ σπάνια λοίμωξη “θεριεύει” στην Ινδία και προκαλεί ακρωτηριασμούς
Ασθενείς με κορονοϊό σε νοσοκομείο στο Νέο Δελχί 2021 AP

Τι είναι η βλεννομυκητίαση ή "μαύρη μούχλα", με ποσοστό θνησιμότητας 50%, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίζεται στην Ινδία όλο και συχνότερα σε όσους αναρρώνουν από κορονοϊό ή νόσησαν στο παρελθόν.

Από το κακό στο χειρότερο πηγαίνει η κατάσταση στην Ινδία, με τον κορονοϊό να “θερίζει” την δεύτερη μεγαλύτερη χώρα σε πληθυσμό στον κόσμο. Οι αρχές, ωστόσο, δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο την έλλειψη οξυγόνου, φαρμάκων, νοσοκομειακών κλινών κτλ αλλά και μια σπάνια λοίμωξη, η οποία τον τελευταίο καιρό παρουσιάζει αυξημένα περιστατικά.

Πρόκειται για την βλεννομυκητίαση, που λέγεται και “μαύρη μούχλα”, η οποία εμφανίζεται σε ασθενείς που αναρρώνουν από κορονοϊό ή νόσησαν στο παρελθόν κάποια στιγμή.

Τι είναι η βλεννομυκητίαση

Η βλεννομυκητίαση είναι μια πολύ σπάνια λοίμωξη. Προκαλείται από την έκθεση στη μούχλα μούκορ που βρίσκεται συνήθως στο έδαφος, τα φυτά, την κοπριά και τα αποσυντιθέμενα φρούτα και λαχανικά. “Είναι πανταχού παρούσα και βρίσκεται στο έδαφος και στον αέρα, ακόμη και στη μύτη και τη βλέννα των υγιών ανθρώπων”, δήλωσε στο BBC ο Δρ. Akshay Nair, χειρουργός οφθαλμίατρος στη Μουμπάι.

Επηρεάζει την ρινική κοιλότητα, τον εγκέφαλο και τους πνεύμονες και μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή διαβητικών ή ατόμων σε ανοσοκαταστολή, όπως καρκινοπαθείς ή άτομα με HIV / AIDS.

Ο γιατρός πιστεύει ότι η βλεννομυκητίαση, η οποία έχει συνολικό ποσοστό θνησιμότητας 50%, μπορεί να προκαλείται από τη χρήση στεροειδών, μια σωτήρια θεραπεία για ασθενείς κορονοϊού που είναι σε σοβαρή ή κρίσιμη κατάσταση.

Τα στεροειδή μειώνουν τη φλεγμονή στους πνεύμονες από τον κορονοϊό και φαίνεται να βοηθούν στον περιορισμό μερικών βλαβών που μπορεί να συμβούν όταν το ανοσοποιητικό σύστημα μπαίνει σε υπερβολική κίνηση για την καταπολέμηση του ιού. Αλλά μειώνουν επίσης την ανοσία και αυξάνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τόσο στους διαβητικούς όσο και στους μη διαβητικούς ασθενείς Covid-19.

Πιστεύεται ότι αυτή η μείωση της ανοσίας μπορεί να προκαλεί αυτές τις περιπτώσεις βλεννομυκητίασης.

Ο Δρ Nair δήλωσε ότι έχει ήδη δει περίπου 40 ασθενείς που πάσχουν από αυτή την μυκητιασική λοίμωξη τον Απρίλιο. Πολλοί από αυτούς ήταν διαβητικοί που είχαν αναρρώσει από το Covid-19 στο σπίτι τους. Σε 11 από αυτούς έπρεπε να αφαιρεθεί χειρουργικά ένα μάτι.

Μεταξύ Δεκεμβρίου και Φεβρουαρίου, μόνο έξι από τους συναδέλφους του σε πέντε πόλεις – Μουμπάι, Μπανγκαλόρ, Χαϊντεραμπάντ, Δελχί και Πούνε – ανέφεραν 58 περιπτώσεις μόλυνσης. Οι περισσότεροι από τους ασθενείς την εμφάνισαν από 12 έως 15 ημέρες μετά την ανάρρωση από τον κορονοϊό.

Οι γιατροί λένε ότι εκπλήσσονται από τη σοβαρότητα και τη συχνότητα αυτής της μυκητιασικής λοίμωξης κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος, σε σύγκριση με ορισμένες περιπτώσεις κατά το πρώτο κύμα πέρυσι.

Οι ασθενείς που πάσχουν από βλεννομυκητίαση έχουν συνήθως συμπτώματα βουλωμένης και αιμορραγικής μύτης, πρήξιμο και πόνο στα μάτια, θολή όραση και, τέλος, απώλεια της. Μπορεί, επίσης, να εμφανιστούν μαύρες κηλίδες γύρω από τη μύτη.

Οι γιατροί λένε ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς τους φτάνουν αργά, όταν έχουν ήδη χάσει την όραση και οι γιατροί πρέπει να αφαιρέσουν χειρουργικά το μάτι για να σταματήσουν τη μόλυνση πριν πάει στον εγκέφαλο.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, λένε οι γιατροί στην Ινδία, οι ασθενείς έχουν χάσει την όρασή τους και στα δύο μάτια. Και σε σπάνιες περιπτώσεις, οι γιατροί πρέπει να αφαιρέσουν χειρουργικά το οστό της γνάθου για να εμποδίσουν την εξάπλωση της νόσου.

Μια αντιμυκητιακή ενδοφλέβια ένεση που κοστίζει 3.500 ρουπίες (48 δολάρια) η δόση και πρέπει να χορηγείται κάθε μέρα έως και οκτώ εβδομάδες, είναι το μόνο αποτελεσματικό φάρμακο κατά της νόσου.

Ένας τρόπος για να σταματήσει η πιθανότητα της μυκητιασικής λοίμωξης είναι να διασφαλιστεί ότι οι ασθενείς με Covid-19 – τόσο στη θεραπεία όσο και μετά την ανάρρωση – έχουν τη σωστή δόση και διάρκεια στεροειδών, τόνισε ο Δρ Rahul Baxi, διαβητολόγος.

Δήλωσε ότι αντιμετώπισε περίπου 800 διαβητικούς ασθενείς Covid-19 τον περασμένο χρόνο και κανένας από αυτούς δεν εμφάνισε μυκητιασική λοίμωξη. “Οι γιατροί θα πρέπει να φροντίζουν τα επίπεδα σακχάρου μετά την έξοδο των ασθενών”, είπε ο Δρ Baxi.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα