Σαν σήμερα ανακαλύπτεται η στρεπτομυκίνη
Ο σοσιαλιστής γιος του Ρωσοεβραίου εμιγκρέ και το χτικιό.
- 19 Οκτωβρίου 2018 07:43
Στις 19 Οκτωβρίου του 1943 συμβαίνει ένα γεγονός που θα αλλάξει, προς το καλύτερο, τη ζωή των ανθρώπων όλου του κόσμου. Δεν γίνεται καμιά ιστορική μάχη, δεν είναι η ημέρα ενθρόνισης κανενός ενδόξου αυτοκράτορα ή βασιλιά, δεν χειροτονείται κανείς Πάπας, δεν κυριεύεται καμιά μεγαλούπολη από αλαλάζοντα πλήθη.
Απλώς, ο 23χρονος Αμερικανός μεταπτυχιακός φοιτητής μικροβιολογίας Άλμπερτ Ίσραελ Σατζ (Albert Israel Schatz) ανακαλύπτει τη στρεπτομυκίνη, ένα αντιβιοτικό που καταπολεμά αποτελεσματικά το βάκιλλο της φυματίωσης, ο οποίος ήταν ανθεκτικός στο διαδεδομένο αντιβιοτικό της εποχής, δηλαδή την πενικιλίνη. Απλώς!
Ο Σατζ θα ευεργετήσει την ανθρωπότητα, νικώντας οριστικά μια αρρώστια που για αιώνες είχε κάνει θραύση παντού, ακόμα και στην πατρίδα μας, τόσο πολύ μάλιστα, που έχει περάσει και στη λαϊκή παράδοση: το «χτικιό», και ο προσβεβλημένος από φυματίωση, ο «χτικιάρης», ο φθισικός που κάνει αιμοπτύσεις, έχουν παρουσιαστεί στη μεγάλη οθόνη, στη λογοτεχνία, αλλά και στο λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι: «Μάνα μου είμαι φθισικός», ήταν ο τίτλος του τραγουδιού του Γιώργου Κατσαρού που τραγούδησε ο Κώστας Σιδέρης.
Να πούμε πως ο Δόκτωρ Μικροβιολογίας Άλμπετ Σατζ ήταν γιος ενός φτωχού Ρωσοεβραίου εμιγκρέ και μιας Αγγλίδας, που κατάφερε να σπουδάσει μικροβιολογία στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς στο Νιου Τζέρσεϊ. Τα βιώματά του, κατά τη διάρκεια της οικονομικής Κρίσης στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’30, τον έκαναν σοσιαλιστή και ανθρωπιστή.
Είναι απογοητευτικό που ο Άλμπερτ Σατζ είναι σχεδόν άγνωστος στο ευρύ κοινό, αν και συνεισέφερε τόσο καθοριστικά στην παγκόσμια δημόσια υγεία. Αν δεν ήταν αυτός, μπορεί να είχαμε και άλλα τραγούδια, και άλλες θλιβερές ελεγείες για τη φυματίωση, όπως αυτή του Κατσαρού, που λέει:
«Μάνα μου είμαι φθισικός, έχω μεγάλη φθίση
φύλα τον άλλο μου ἀδερφό, μάνα να μην κολλήσει.
Μάνα μου διώξε τις γιατροὺς να μην με τυραννούνε,
αφού δεν είναι ικανοὶ τον πόνο μου να βρούνε.
Κλαίγω, καίνε τα μάτια μου, γεροπονεί η ψυχή μου,
με βάσανα τήνε περνώ στα ξένα τη ζωή μου.
Σ᾿ αραχνιασμένο σπήλαιο θα πάω να κατοικήσω,
ωσότου νά ῾ρθει η στιγμή, μάνα, να ξεψυχήσω.
Πολλὲς μανάδες κλάψανε, ας κλάψει κι ἡ δική μου
στης Αριζόνας τα βουνά, ας θάψει το κορμί μου»…
Από πού κρατάει η σκούφια μας
Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.