Άνδρος: Η προέλευση του ονόματός της
Ο εγγονός του Απόλλωνα, η σοδειά της θάλασσας και ο Ανδρέας Εμπειρίκος
- 17 Οκτωβρίου 2018 07:26
Η Άνδρος είναι το δεύτερο σε έκταση νησί των Κυκλάδων και αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, φυσική συνέχεια της Εύβοιας. Μιλάμε για το “Βράχο”, όπως το λένε καμιά φορά οι ντόπιοι, ή για την Υδρούσα, τη Λαγρία, τη Νωναγρία ή την Επαγρίδα, όπως ήταν επίσης γνωστή στην αρχαιότητα, κυρίως για τα πολλά νερά και την πυκνή βλάστηση που είχε.
Μιλάμε για το νησί που πήρε, κατά μία εκδοχή, το όνομά του από τον πρώτο οικιστή του, τον Άνδρο ή Ανδρέα, που κρατούσε από ψηλή γενιά: ο εκ πατρός παππούς του ήταν ο Απόλλωνας, ενώ ο προπάππους του, από τη μεριά της μάνας του, ήταν ο Διόνυσος… Οι Ανδριώτες από τότε, από την εποχή του Κυκλαδικού πολιτισμού, θεωρούσαν εαυτούς απογόνους του Διονύσου και τον λάτρευαν ευλαβικά…
Η ιστορική ψυχή της Άνδρου είναι ασφαλώς η μεγάλη ναυτιλιακή της παράδοση, που έφερε πλούτο στο νησί, από τον οποίο πλούτο, όλοι επωφελήθηκαν. Βεβαίως, πρώτα και κύρια οι εφοπλιστές, όπως οι Γουλανδρήδες και οι Εμπειρίκοι, μετά η ναυτοσύνη, και εν τέλει ο τόπος: φιλανθρωπικά και κοινωφελή ιδρύματα, υποδομές πολιτισμού, πρόνοια: το Εμπειρίκειο Γηροκομείο και Νοσοκομείο Άνδρου, που λειτούργησε το 1899, πριν από 117 χρόνια, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, που έχει παγκόσμια ακτινοβολία, το Μουσείο Ιδρύματος Κυδωνιέως, η Καΐρειος Βιβλιοθήκη… Όλα αυτά ήταν παράγωγα της «σοδειάς της θάλασσας», της ευημερίας από την εμπορική ναυτιλία της Άνδρου, που το 1939 ήταν δεύτερη, μετά τον Πειραιά, σε αριθμό νηολογημένων σκαφών.
Να πούμε πως η ευμάρεια άρδευε και τους αγρούς των γραμμάτων και της τέχνης. Παραδειγματικά αναφέρουμε τον Θεόφιλο Καΐρη, τον κορυφαίο διαφωτιστή, φιλόσοφο, διδάσκαλο του γένους και πολιτικό που έζησε τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Για τον Ανδρέα τον Εμπειρίκο, αυτόν τον απαστράπτοντα υπερρεαλιστή ποιητή της γενιάς του ’30, τι να πρωτοπούμε… Ας κλείσουμε με τον ίδιο να γράφει για το νησί του:
“Δεν είναι ανάγκη πλέον να κρυφθώ / Eίμαι στην Άνδρο.
Kρατώ στο χέρι μου ένα κογχύλι και λέγω μέσα μου Aνδρος-Yδρούσα. […] Eίμαι ταξιδευτής και επιστροφεύς. Φέρνω στην Άνδρο το παιδί μου. Tο όνομά του είναι Λεωνίδας. Eίναι γερό και πράο. H ημέρα είναι πανηγυρική. O ήλιος λάμπει. O αήρ μυρίζει από ανθούς πορτοκαλιάς και λεμονιάς. Tο πέλαγος φρικιά. Kορυδαλλοί διασχίζουν τον αιθέρα. H νήσος αγάλλεται. H καρδιά μου σκιρτά. Eις την ψυχήν μου τρίζουν και ηχούν βοερά πτερά μεγάλων αρχαγγέλων. Aίφνης από τα σπλάχνα μου ανέρχεται μια φωνή και μέσα σε φως απόλυτον κραυγάζω: “Άνδρος-Yδρούσα, Xαίρε””
Από πού κρατάει η σκούφια μας
Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.