Οι πολλές ανηφόρες της σοσιαλδημοκρατίας
Ο πρώην υπουργός Οικονομίας, Νίκος Χριστοδουλάκης συμμετέχοντας στο αφιέρωμα "Η Ελλάδα στο μέλλον" γράφει στο NEWS 24/7 για το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας σε Ελλάδα και Ευρώπη. Οι μεγάλες προσδοκίες και τα εμπόδια.
- 05 Ιανουαρίου 2022 06:53
Τους τελευταίους μήνες η Ευρώπη έχει κατακλυσθεί από ένα κύμα νοσταλγίας και ελπίδας για την παλιά, καλή σοσιαλδημοκρατία. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα. Η αίγλη της σοσιαλδημοκρατίας ενισχύθηκε και από δύο ειδικότερα φαινόμενα, όπως η πρόσφατη επάνοδος αρκετών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην εξουσία, αλλά και η ανάδειξη νέας ηγεσίας στο ΚΙΝΑΛ αν μέσω του φορτισμένου συγκινησιακού κλίματος που είχε πυροδοτήσει η απώλεια της Φώφης Γεννηματά.
Οι δημοσκοπήσεις που έγιναν στο άψε-σβήσε έδειξαν ότι οι ελπίδες να επαναληφθεί και στην Ελλάδα το φαινόμενο της Ευρώπης αναζωπυρώνονται και το μόνο που απομένει είναι να το επιταχύνουμε. Οι δύο αλλεπάλληλες μεγάλες κρίσεις λόγω χρέους το 2010 και πανδημίας από το 2020 μέχρι σήμερα, έχουν οδηγήσει την οικονομία σε δυσλειτουργία και την κοινωνία σε εξουθένωση.
Η προσδοκία της κανονικότητας και οι προοπτικές βελτίωσης της οικονομίας έχουν πάρει μεσσιανικές διαστάσεις και εδώ έρχεται και κουμπώνει το τρένο της σοσιαλδημοκρατίας για να τις εκφράσει και να τις επιταχύνει. Όλα μοιάζουν τόσο αισιόδοξα …
Είναι όμως τα πράγματα τόσο εύκολα; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Η προοπτική για την σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα είναι μεν εφικτή, αλλά έχει μια σειρά από καθόλου εύκολες και αυτονόητες προϋποθέσεις, πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές.
Για να τις κατανοήσουμε καλύτερα, πρέπει να ξεκινήσουμε λίγο παλιότερα και να δούμε σε αδρές γραμμές τις διαδρομές που ακολούθησαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στις διάφορες χώρες της Ευρώπης. Και να σκιαγραφήσουμε μετά μερικές αναγκαίες προσαρμογές, αν θέλουμε το αντίστοιχο πείραμα στην Ελλάδα να είναι επιτυχές και διαρκείας.
Οι ρίζες του σύγχρονου φαινομένου της σοσιαλδημοκρατίας ξεκινούν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν τα κόμματα και οι παρατάξεις που το εξέφραζαν πρότειναν πολιτικές διανομής και αναδιανομής του εισοδήματος ώστε όλοι οι πολίτες τους να έχουν δικαίωμα συμμετοχής σε βασικά κοινωνικά αγαθά και να μην ξαναζήσουν τις διαιρέσεις και ανισότητες που επικρατούσαν προπολεμικά. Την ίδια στιγμή διαμόρφωσαν και εφάρμοσαν ένα πλαίσιο διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης, η οποία έκανε δυνατή την συμμετοχή των πολλών στο μεταπολεμικό θαύμα ευημερίας και τροφοδοτούσε τις φιλοδοξίες κοινωνικής ανόδου και ενσωμάτωσης στα μικρομεσαία στρώματα.
Σχεδόν σε όλες τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, τα πράγματα πήγαν σύμφωνα με τις αρχικές προσδοκίες και οι πολίτες τους απόλαυσαν 30 χρόνια αδιατάρακτης προόδου, ασφάλειας και ευημερίας, (η λεγόμενη «χρυσή τριακονταετία» 1945-1975).
Μάλιστα, σε αυτές τις συνθήκες ιδρύθηκε και η Ευρωπαϊκή Ένωση με στόχο να αποτελέσει το θεσμικό οικοδόμημα αυτής της προοπτικής, να την κατοχυρώσει διεθνώς αλλά και να την υπερασπιστεί σε περιπτώσεις απειλών και αβεβαιότητας.
Στις χώρες του Νότου (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία) επικρατούσε τότε στρατιωτική δικτατορία και μόνο μετά την σχεδόν ταυτόχρονη πτώση των καθεστώτων στα μέσα της δεκαετίας του 1970 σχηματίστηκαν μεγάλα κεντροαριστερά κόμματα που έθεσαν παρόμοιους στόχους. Το έκαναν αυτό όμως με σημαντική καθυστέρηση και για αυτό όταν ανέβηκαν στην εξουσία την επόμενη δεκαετία πολλά πράγματα έγιναν βιαστικά, ενώ άλλα ήταν πλέον ανεπίκαιρα και ανεδαφικά.
Τέλος, στην Ιταλία – μια χώρα που βρισκόταν πάντα στο μεταίχμιο Βορρά και Νότου – το κίνημα της σοσιαλδημοκρατίας το ενσάρκωνε η Αριστερά και είχε ήδη κατοχυρώσει αρκετά από τα επιτεύγματα των άλλων χωρών χωρίς όμως ποτέ να μπορέσει να κυβερνήσει.
Η διαφορά φάσης μεταξύ Βορρά και Νότου ήταν και εξακολουθεί να είναι καθοριστικής σημασίας. Στις μεν χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, η σοσιαλδημοκρατία στηρίζεται στην επέκταση της παραγωγής και την συνακόλουθη εξέλιξη της ζήτησης και της διανομής.
Μετά τον πόλεμο, οι καταστροφές είναι μεγάλες και θέλουν ανοικοδόμηση, το εργατικό δυναμικό διευρύνεται ραγδαία με την συμμετοχή των γυναικών και την μετανάστευση, ενώ το κεφάλαιο συσσωρεύεται σε μεγάλες παραγωγικές μονάδες, πολλές από τις οποίες κρατικοποιούνται και επεκτείνονται ακόμα περισσότερο.
Με λίγα λόγια, η σοσιαλδημοκρατία βασίζεται στην μεγάλη παραγωγή και την συσσώρευση, προκειμένου να διασφαλίσει και να επεκτείνει την ευρύτερη διανομή των δημοσίων αγαθών (όπως υγεία και παιδεία) και την δικαιότερη αναδιανομή του εισοδήματος αφενός μέσω της φορολογίας και αφετέρου μέσω της παραγωγικότητας.
Όλα αυτά όμως φρενάρουν απότομα και πολλά ανατρέπονται στην δεκαετία του 1980. Η εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου λίγα χρόνια πριν, θέτει εκτός λειτουργίας μεγάλα τμήματα της παραδοσιακής βιομηχανίας και η ανεργία καλπάζει στις κοινωνίες όπου τις προηγούμενες δεκαετίες είχε συρρικνωθεί.
Στην διεθνή σκηνή επικρατούν πολιτικές που στόχο είχαν την επαναδιάταξη της παραγωγικής κλίμακας, απαξιώνοντας ένα σημαντικό μέρος της ασύμφορης πλέον εθνικής παραγωγής και αντικαθιστώντας το με την εμπορική απελευθέρωση και την παγκοσμιοποίηση των οικονομικών σχέσεων. Είχε σημάνει η ώρα των αναδυόμενων οικονομιών να διεκδικήσουν το μερίδιο τους στην παγκόσμια παραγωγή και συσσώρευση.
Οι αλλαγές δεν ήταν πάντοτε ήρεμες ούτε συναινετικές, αλλά συχνά έγιναν εν μέσω κοινωνικών εντάσεων και κρίσεων. Η σοσιαλδημοκρατία μπήκε σε κρίση με διαφορετική κάθε φορά έκβαση: σε άλλες περιπτώσεις αμύνθηκε (Σουηδία), σε άλλες ενέδωσε (Γερμανία) και σε άλλες διαλύθηκε (Γαλλία).
Τελικά σε όλες τις χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης έγιναν σημαντικές μεταρρυθμίσεις και οδήγησαν σε μια νέα εκδοχή του μεταπολεμικού οικονομικού μοντέλου. Πλέον η ανάγκη συνοχής συνυπάρχει με την ανταγωνιστικότητα, ενώ η κοινωνική ασφάλεια συμπλέει με την κινητικότητα και την διαρκή κατάρτιση σε νέες τεχνολογίες. Διαφορετικά όλων η θέση θα γίνεται πιο επισφαλής από την πίεση κυρίως της Κίνας αλλά και των υπόλοιπων αναδυόμενων οικονομιών.
Εκείνη ακριβώς την περίοδο επικρατούν και τα ομοειδή κεντροαριστερά κόμματα στην Νότια Ευρώπη, τα οποία όμως δεν έχουν μια στέρεη παραγωγική βάση να υπερασπιστούν προκειμένου να την επεκτείνουν και πάνω της να θεμελιώσουν την συσσώρευση πλούτου και εθνικού εισοδήματος (με εξαίρεση ίσως την Ισπανία).
Έτσι για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των στρωμάτων που τα στηρίζουν, τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας στρέφονται σχεδόν αποκλειστικά σε πολιτικές επέκτασης της ζήτησης. Οι αρνητικές συνέπειες δεν αργούν να φανούν.
Χωρίς ανταγωνιστική παραγωγική βάση, οι πολιτικές αυτές φέρνουν πληθωρισμό, ελλείμματα και υψηλό δημόσιο χρέος, διαμορφώνοντας έτσι μια «προβληματική συστάδα» ανάμεσα στην σοσιαλδημοκρατική οικογένεια της Ευρώπης που λίγο-πολύ παραμένει ως σήμερα. (Η Ιταλία πότε είναι μέσα, πότε έξω από αυτή την οικογένεια, ενώ η Ιρλανδία φαίνεται ότι τώρα πλέον τραβά τον δικό της δρόμο). Και οι πέντε χώρες πάντως πέρασαν από τις σφοδρές δοκιμασίες της χρηματο-οικονομικής κρίσης του 2008, αν και τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν για την διάσωση τους είχαν πολύ διαφορετική έκταση, ένταση και χρόνο.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι η ιστορική και θεμελιώδης διάκριση ανάμεσα στην κυρίως-παραγωγική σοσιαλδημοκρατία του Βορρά και την κυρίως-διανεμητική σοσιαλδημοκρατία του Νότου έχει μια σειρά από κρίσιμες συνέπειες στις μεταξύ τους σχέσεις, την πολιτική που πρέπει να ακολουθήσουν και τις προκλήσεις που θα έχουν όταν έλθουν στην εξουσία:
1.Συμμαχία του ευρωπαϊκού Νότου
Πρώτη συνέπεια είναι ότι η συμμαχία και η αλληλεγγύη με άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είναι μεν καλοδεχούμενη και επιδιωκτέα, αλλά δεν πρέπει να τρέφεται με ψευδαισθήσεις. Μην αναμένουμε ότι η κόκκινη σημαία θα ξεδιπλωθεί από την Λισαβόνα μέχρι την Στοκχόλμη, σκεπάζοντας την Αθήνα και το Βερολίνο.
Επί του πρακτέου, η στήριξη και η συμφωνία δεν θα παρέχεται και αφειδώς για να θεωρήσουμε ότι ανοίγουν οι κρουνοί της χρηματοδότησης διότι σε άλλες χώρες τα «αδελφά» κόμματα βρίσκονται σε άλλη φάση εξέλιξης, κοινωνικών αναγκών και πολιτικών σχεδιασμών. Καλό είναι που ενθουσιαστήκαμε με την εκλογή του Σολτς, αλλά μην νομίσουμε ότι θα τον έχουμε και στο τσεπάκι να υποστηρίζει την ελληνική κεντροαριστερά σε κάθε αίτημα και κάθε ευκαιρία!
Περισσότερο νόημα θα έχει να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο συνεννόησης με τους Πορτογάλους και τους Ισπανούς σοσιαλιστές για μια σειρά από πρωτοβουλίες στον ευρωπαϊκό Νότο. Θέματα όπως η μετανάστευση, η αποβιομηχάνιση, η κλιματική αλλαγή στην Μεσόγειο θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημεία συντονισμού και κινητοποίησης των κατάλληλων πολιτικών στην ΕΕ.
Επίσης η ξέφρενη αγορά γης από ξένους που κινδυνεύει να διώξει τις ντόπιες επιχειρήσεις και να τις αντικαταστήσει από ένα ανώνυμο και ανεξέλεγκτο «επενδυτικό κέντρο» στα εμιράτα ή σε εξωτικά νησιά, θα πρέπει να κινητοποιήσει μια κοινή άμυνα από τις χώρες αυτές για να αποφύγουν μια ανεπιθύμητη μετεξέλιξη τους σε εξαγορασμένες αποικίες, όπως ήδη συμβαίνει σε αρκετές περιοχές τους.
2.Προτεραιότητα στην παραγωγή
Δεύτερη συνέπεια είναι η ανάγκη να δοθεί από τις σοσιαλδημοκρατίες του Νότου η δέουσα σημασία για την παραγωγική ανασυγκρότηση των οικονομιών τους και να μην αφεθούν να καταλήξουν οι χώρες τους τόποι παροχής υπηρεσιών χαμηλής αξίας και μικρών τεχνολογικών απαιτήσεων. Να μην γίνουν δηλαδή περιφερειακές οικονομίες εξυπηρέτησης των ισχυρότερων του Βορρά.
Για την Ελλάδα, η προτεραιότητα αυτή έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία διότι στα χρόνια των Μνημονίων συντελέστηκε μία πρωτοφανής από-επένδυση του παραγωγικού και κυρίως του βιομηχανικού κεφαλαίου, η οποία μακράν απέχει από το να έχει αρχίσει να αντιμετωπίζεται.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μια σημαντική ευκαιρία, με την προϋπόθεση ότι θα κατευθυνθεί αποκλειστικά σε χρηματοδότησή υποδομών, δικτύων, παραγωγικών μονάδων και την συναφή κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού σε απαιτητικές νέες τεχνολογίες.
Η πολιτική αυτή απαιτεί σχέδιο, κινητοποίηση και προπάντων επιμονή για να μην ενδώσει σε πολυποίκιλες πιέσεις που θέλουν το Ταμείο να πηγαίνει σε αθλητικά γήπεδα, κεφάλαιο κίνησης επιχειρήσεων και καλλωπιστικά εργάκια στις διάφορες κωμοπόλεις, προκειμένου να απορροφηθούν τα κονδύλια!
3. Πράσινη Συμφωνία με μαζική απασχόληση
Τρίτη συνέπεια είναι η ανάγκη επεξεργασίας και διάδοσης ενός νέου οικονομικού μοντέλου που δεν θα βασίζεται πλέον στην αέναη επέκταση της παραγωγής και τους ανεξέλεγκτους κινδύνους που μπορούν να ελλοχεύουν. Σε αντίθεση δηλαδή με το προηγούμενο μοντέλο της άφθονης ενέργειας που έφτανε στα όρια της σπατάλης πόρων και έθεσε τον πλανήτη σε διακινδύνευση.
Θεωρητικά το πλαίσιο που χρειάζεται περιγράφεται από την λεγόμενη «Πράσινη Συμφωνία», η οποία θα περιορίσει δραστικά τις εκπομπές αερίων και ρύπων προς την ατμόσφαιρα. Καλό όμως είναι να θυμόμαστε ότι θα περιορίσει δραστικά και τις θέσεις απασχόλησης, γιατί άλλο είναι να μιλάμε για ένα μαζικό εργοστάσιο ηλεκτρισμού στην Πτολεμαΐδα με χιλιάδες εργαζόμενους και άλλο για ανεμογεννήτριες στα Άγραφα με μονοψήφιο αριθμό συντηρητών (και ίσως μερικής απασχόλησης).
Πώς άραγε θα καλυφθεί η διαφορά; Οι αναλύσεις μιλάνε για νέα επαγγέλματα ψηφιακού χαρακτήρα που θα δημιουργηθούν με την νέα βιομηχανική επανάσταση και την επιχειρηματικότητα, οι αριθμοί όμως εξακολουθούν να απέχουν παρασάγγας από τις ανάγκες για απασχόληση. Αυτή αποτελεί και την μεγαλύτερη πρόκληση για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία: πώς θα προκύψουν πολλές, ποιοτικές και παραγωγικές θέσεις εργασίας για την νέα γενιά. Και εδώ θα κριθεί η τύχη των σοσιαλδημοκρατικών φιλοδοξιών που έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και πάλι στο προσκήνιο.
*Ο Νίκος Χριστουδουλάκης είναι καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης και πρώην υπουργός Οικονομίας
27 άρθρα σημαντικών προσωπικοτήτων που μοιράζονται σκέψεις και απόψεις για την Ελλάδα και τη θέση της στο μέλλον. Ανακαλύψτε περισσότερα στο αφιέρωμα “2022: Η Ελλάδα Στο Μέλλον”