Εμπόριο και εστίαση στον “αναπνευστήρα”
Χαμένη χρονιά χαρακτηρίζεται από το σύνολο της αγοράς εμπορίου και εστίασης αυτή που φεύγει, με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί για το 2021
- 23 Δεκεμβρίου 2020 15:23
Διαταραχή, που για μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων απειλεί και την επιβίωση τους, έφερε η πανδημία, η οποία εδώ και 10 μήνες έχει απορρυθμίσει πλήρως την καθημερινότητα, τις οικονομικές συναλλαγές και την λειτουργία της αγοράς. Πλην των σούπερ μάρκετ και των φαρμακείων, το σύνολο της αγοράς εμπορίου και εστίασης κοιτάζοντας την ανασκόπηση του 2020, θεωρεί το εν λόγω έτος μια “χαμένη χρονιά”.
Αν και ακόμη δεν έχει πλήρως αποτιμηθεί η επίπτωση, καθώς τα κυβερνητικά μέτρα (αναστολές, επιδόματα, μείωση ενοικίων, και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως η επιστρεπτέα προκαταβολή), διατηρούν έστω στον “αναπνευστήρα” τις επιχειρήσεις, εν τούτοις οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για βέβαια λουκέτα μέσα στο 2021.
Η εστίαση και το λιανεμπόριο – πέρα από τους κλάδους του τουρισμού και των μεταφορών- είναι ίσως οι κλάδοι με τη μεγαλύτερες απώλειες μέσα στη δυστοπική χρονιά του 2020, και εκείνες που εξακολουθούν να ατενίζουν με αβεβαιότητα το 2021, καθώς οι υγειονομικές συνθήκες –παρά τα lockdowns και τις απαγορεύσεις- συνεχίζουν να καθιστούν αμφίβολη την επαναλειτουργία τους. Ακόμη κι αν ο ιός εξαφανιζόταν ως δια μαγείας αύριο, οι επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν τη νέα χρονιά την βέβαιη ύφεση (άνω του 10%) και τη συνακόλουθη συρρίκνωση εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών.
Έως το καλοκαίρι, ενσωματώνοντας τόσο το πρώτο γενικό απαγορευτικό της άνοιξης όσο και το εξανεμισμένο τουριστικό ρεύμα είχε οδηγήσει σε μείωση τζίρου στην εστίαση που μεσοσταθμικά υπολογίζεται σε 40% πανελλαδικά. Μετά το νέο απαγορευτικό του Νοεμβρίου που συνεχίζεται με άγνωστη ημερομηνία λήξης, οι παράγοντες της αγοράς εστίασης κάνουν πλέον λόγο για μείωση τζίρου τουλάχιστον κατά 60% έως το τέλος του χρόνου, γεγονός που οδηγεί μοιραία σε λουκέτα επιχειρήσεων.
Η διέξοδος του delivery αποτελεί τάση που κέρδιζε έδαφος και πριν το νέο lockdown, αφού ακόμη και γκουρμέ εστιατόρια στρέφονταν σε τέτοιες λύσεις, ωστόσο, σε καμιά περίπτωση αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το τζίρο του φυσικού εστιατορίου. Σε ότι αφορά τους εργαζόμενους πριν το νέο lockdown υπολογίζεται ότι ήδη 170.000 είχαν τεθεί σε αναστολή. Τελούν δε σε καθεστώς απόλυτης αβεβαιότητας, καθώς ήδη έχουν χαρακτηριστεί “περιττοί”. Σημειώνεται επίσης ότι ο κλάδος της εστίασης εξακολουθεί να απασχολεί (ακόμη και σε επιχειρήσεις 12μηνης λειτουργίας) αδήλωτους εργαζομένους, το πλήθος των οποίων δεν έχει αποτιμηθεί.
Την άνοιξη και κατά τη διάρκεια του πρώτου γενικού απαγορευτικού, οι απώλειες αν και σημαντικές κινήθηκαν για το εμπόριο στο επίπεδο του 10%-30%. Η επιβολή απαγορεύσεων ωστόσο το Νοέμβριο, που επεκτάθηκαν καθ’όλο το πλέον εμπορικό δίμηνο της χρονιάς, αλλάζουν επί τα χείρω τις προβλέψεις με την αγορά να θεωρεί μετριοπαθώς ότι θα χαθεί τουλάχιστον το 50% του ετήσιου τζίρου. Μάλιστα, αυτή η δεύτερη μέσα σε λίγους μήνες αναστολή λειτουργίας του λιανεμπορίου –των φυσικών καταστημάτων, για την ακρίβεια– αναμένεται να επιφέρει ισχυρό πλήγμα όχι μόνο στις μικρές αλλά και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Κι αυτό διότι μπορεί οι τελευταίες να έχουν επενδύσει σημαντικά ποσά στις υποδομές που απαιτούνται για την ταχύτερη διεκπεραίωση των ηλεκτρονικών παραγγελιών, όμως αυτές σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες, ειδικά στην παρούσα φάση, όπου αναμένεται βαθιά ύφεση στην οικονομία. Η δε αδυναμία των υπηρεσιών ταχυμεταφορών να διεκπεραιώσουν τις παραδόσεις παραγγελιών, λειτούργησε σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς ως “κόφτης” της πιθανής επιθυμίας για αγορές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νέος κύκλος ύφεσης στον οποίο εισήλθε το λιανεμπόριο και συνολικά η οικονομία έρχεται έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα ανάπτυξης, το οποίο ακολούθησε τη μεγάλη κάμψη του κλάδου εξαιτίας της πρόσφατης χρηματοοικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στην Ετήσια Εκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2019 της ΕΣΕΕ, την περίοδο 2009-2018 το λιανεμπόριο απώλεσε σωρευτικά το 28,71% του τζίρου του, ενώ σε απόλυτο ποσό η μεταβολή ήταν 14,35 δισ. ευρώ.
Τα μερίδια
Παρά το γεγονός του ότι ο τζίρος των φυσικών καταστημάτων δεν συγκρίνεται, εν τούτοις, λιγότεροι χαμένοι της περιόδου είναι εκείνοι που είχαν πρόσβαση στο ηλεκτρονικό κανάλι πωλήσεων. Σύμφωνα με εκτιμήσεις φέτος ο τζίρος του e-commerce στην Ελλάδα (μόνο για αγορές προϊόντων) θα αγγίξει τα 15 δις. ευρώ από 7,5 δις.ευρώ το 2019. Από αυτή την πίτα ωφελούνται τόσο τα μεγάλα οργανωμένα δίκτυα (κυρίως ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών, λόγω της προετοιμασίας τους αλλά και της υψηλής ζήτησης για τέτοιου είδους προϊόντα) αλλά και μικρές επιχειρήσεις που στράφηκαν στο online κανάλι. Σ’αυτό το “πάρτι” ωστόσο, δεν συμμετέχουν όλοι καθώς σύμφωνα με εκτιμήσεις μόνο το 20% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων διαθέτει πρόσβαση. Ωστόσο, και μεγάλες επιχειρήσεις μένουν εκτός, όπως για παράδειγμα η αλυσίδα Jumbo, που οι υποδομές της δεν σήκωσαν την αυξημένη ζήτηση αλλά και αλυσίδες ένδυσης και υπόδησης, που εκ φύσεως αδυνατούν να πουλήσουν online, όταν ο καταναλωτής δεν έχει τη δυνατότητα να προβάρει τα προϊόντα στα φυσικά καταστήματα.
Το μερικό δε άνοιγμα τη μια για τις χονδρικές πωλήσεις (δηλαδή σε επαγγελματίες) αλλά και το περιβόητο click away, μοιάζουν ως “ασπιρίνες” για τον μεγάλο ασθενή. Το σύνολο των επιχειρήσεων μικρών και μεγάλων, αντιμετωπίζει με δυσθυμία την εν λόγω πρακτική, αφενός γιατί δεν φαίνεται ικανή να καλύψει απώλειες πωλήσεων, και αφετέρου γιατι δημιουργεί πολλά διαχειριστικά προβλήματα. Εν πολλοίς εκτιμούν πως απλώς θα εκτονώσει την πίεση που ασκείται στις εταιρείες ταχυμεταφορών, χωρίς να προσφέρει κάτι σημαντικό στα ταμεία τους.
Πέρα από τη μάχη μικρών – μεγάλων επιχειρήσεων για το συρρικνωμένο καταναλωτικό εισόδημα, φέτος παρατηρήθηκε η μετακίνηση της ζήτησης στα εν λειτουργία δίκτυα, δηλαδή τα σούπερ μάρκετ και τα φαρμακεία.
Όσον αφορά τα φαρμακεία, το “κλέψιμο” μεριδίων αφορά κυρίως στην αγορά των καλλυντικών, ωστόσο, κρίνεται περιορισμένο. Αντιθέτως, τα σούπερ μάρκετ σχεδόν καθ’όλη τη χρονιά λειτούργησαν ως “πολυκαταστήματα”, κερδίζοντας όχι μόνο από τις πωλήσεις τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, το σύνολο του οργανωμένου λιανεμπορίου “τρέχει” με ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 10%. Για αυτό το λόγο, εξάλλου, οι υπόλοιπες επιχειρήσεις ως υποχρεωμένες να παραμένουν σε lockdown, πίεσαν ώστε να “απαγορευτούν”, οι πωλήσεις συγκεκριμένων ειδών (ηλεκτρικές μικροσυσκευές, είδη ρουχισμού, βιβλία, οικιακά είδη κτλ). Οι περιορισμοί, παρά το ικανοποίησαν τις γκρίνιες, δεν φαίνεται να ανέκοψαν την άνοδο των πωλήσεων στα σούπερ μάρκετ, προκαλώντας ταυτόχρονα σύγχυση στην εσωτερική τους λειτουργία, αλλά κυρίως στους καταναλωτές. Από την άλλη, υπήρξε και ο κλάδος που έκανε σημαντικές προσλήψεις και επενδύσεις, τόσο για να προσαρμοστεί στα υγειονομικά δεδομένα, όσο και για να αναπτύξει – μέσα σε λίγους μήνες- το online κανάλι. Συνολικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) οι επενδύσεις των αλυσίδων σούπερ μάρκετ για την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών τους καταστημάτων υπολογίζονται ότι από τις αρχές του έτους έως τον Σεπτέμβριο ανήλθαν σε 4,7 εκατ. ευρώ και υπολογίζεται ότι στο σύνολο του 2020 θα φτάσουν τα 8 εκατ. ευρώ.
Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.