AFP/HBO/24 MEDIA LAB

ΝΤΕΙΒΙΝΤ ΣΑΙΜΟΝ: Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΤΟΥ WIRE ΜΙΛΑ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΣΤΟ MAGAZINE

Για τη νέα του σειρά We Own This City (που προβάλλεται στο Vodafone TV), ο Ντέιβιντ Σάιμον επιστρέφει στη Βαλτιμόρη 20 χρόνια μετά την πρεμιέρα του Wire. Από τότε, λέει στο Magazine, τα προβλήματα έχουν γίνει ακόμα μεγαλύτερα.

Την ερώτηση του πώς ένα τερατώδες σύστημα μπορεί να αποσυνθέτει την ίδια την κοινωνία την οποία υποτίθεται προστατεύει και ελέγχει, δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να την απαντήσει καλύτερα από τον Ντέιβιντ Σάιμον. Είτε μέσα από τη μυθοπλασία των σειρών του, είτε σε πρώτο πρόσωπο.

Ο Σάιμον έχοντας προηγουμένως προϋπηρεσία στο αστυνομικό ρεπορτάζ στη Βαλτιμόρη, μετέτρεψε τις εμπειρίες του και τις ιστορίες που έβλεπε γύρω του στο ίσως εμβληματικότερο δείγμα τηλεόρασης του 21ου αιώνα. Το Wire εμφανίστηκε στο ΗΒΟ, έτρεξε για 5 σεζόν και επανακαθόρισε το τι –μπορεί να– σημαίνει τηλεοπτική αφήγηση.

Τοποθετώντας το Wire στη #1 θέση των σειρών του 21ου αιώνα, γράφαμε για τις γωνίες της Βαλτιμόρης όπου «ολόκληρες αρμάδες από ανήλικα πιτσιρίκια, στρατιώτες ενός πολέμου δίχως αρχή και δίχως τέλος, σπρώχνουν ναρκωτικά σε ανώνυμους χρήστες, συντηρώντας ένα ολόκληρο σύστημα διαφθοράς και βρώμικου κέρδους, καθώς μια ολόκληρη κοινωνία κοιτά δίχως να κατανοεί». Το Wire «μετακινείται από σεζόν σε σεζόν, αλλάζοντας τα σκηνικά της (με θεματικό και φορμαλιστικό αποκορύφωμα την 4η σεζόν η οποία τολμά να απομακρυνθεί από τους βασικούς της ήρωες), εξετάζοντας κάθε φορά μια νέα πτυχή της σύγχρονης τραγωδίας μας».

20 χρόνια μετά την πρεμιέρα και 14 χρόνια μετά το φινάλε του Wire, ο Ντέιβιντ Σάιμον επιστρέφει στη Βαλτιμόρη για μια πιο σύγχρονη και αυτή τη φορά απόλυτα βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, ιστορία. Μαζί με τον συχνό του συνεργάτη Τζορτζ Πελεκάνος, με σκηνοθέτη τον Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν (της οσκαρικής ταινίας Η Μέθοδος των Γουίλιαμς) και με ένα φανταστικό καστ που συμπεριλαμβάνει τον Τζον Μπέρνθαλ, τον Τζος Τσαρλς (του Good Wife) και τον Τζέιμι Χέκτορ (του ίδιου του Wire), ο Σάιμον διασκευάζει το βασισμένο σε αληθινά γεγονότα βιβλίο We Own This City του ρεπόρτερ Τζάστιν Φέντον.

Στην σειρά με τον ίδιο τίτλο, λένε μέσα σε 6 επεισόδια την ιστορία μιας αστυνομικής ομάδας από το τμήμα της Βαλτιμόρης που δίχως να απαντά ή να ελέγχεται από κανέναν, ελέγχει τους δρόμους και βυθίζεται σε μια βαθιά διαφθορά– στο απόγειο μάλιστα της περιόδου των μαζικών φυλακίσεων.

HBO

Ο Σάιμον, έχοντας οργώσει την πόλη ως ρεπόρτερ κι έχοντας αφιερωθεί ως σεναριογράφος στο να λέει αυτές τις ιστορίες, έχει την δύναμη, έχει την καθαρότητα μυαλού και έχει την δημιουργική ωμότητα για εντοπίσει τη σύνδεση ανάμεσα στην ύπαρξη τέτοιων παράνομων ομάδων ισχύος με τις συστημικές πρακτικές που διαλύουν τον κοινωνικό ιστό, μεθοδικά εδώ και δεκαετίες. «Ζω εδώ. Ζω εδώ!», μας λέει με ένα ύφος σα να θέλει να εκραγεί, όταν μιλά για την απόφασή του να επιστρέψει με τις ιστορίες του στην μετα-Wire Βαλτιμόρη.

«Είχα πιάσει δουλειά σε εφημερίδα το 1982, στη Baltimore Sun, και δούλεψα εκεί 15 χρόνια. Σκόνταψα στην τηλεοπτική αφήγηση σχεδόν από ατύχημα, αφού έγραψα δύο βιβλία. Και ο τομέας μου είχε να κάνει με το σύστημα δικαιοσύνης», συνοψίζει τη διαδρομή του. «Οπότε τα δύο μου πρώτα σόου είχαν να κάνουν με την Βαλτιμόρη και με το έγκλημα», συνεχίζει αναφερόμενος στο The Wire, αλλά και στο Corner, τη μίνι σειρά που είχε προηγηθεί.

«Μετά δεν έκανα καν απόπειρα να επιστρέψω εδώ για 14 χρόνια! Κάναμε μια σειρά για τις εργατικές κατοικίες στο Γιόνκερς, κάναμε σειρά για την εισβολή στο Ιράκ. Πήγα να το αφήσω μόνο του! Αλλά ο Τζορτζ μου έφερε αυτό το νέο σόου», παραδέχεται. Πράγματι, μετά το Wire έκανε σειρές όπως το Show Me a Hero, το Generation Kill (αυτά στα οποία αναφέρεται), αλλά και το Treme για τη Νέα Ορλεάνη μετά την Κατρίνα, το The Deuce για τη βιομηχανία πορνό στη Νέα Υόρκη των ‘70s. Ο Πελεκάνος όμως με το We Own This City, τον έφερε πίσω. Στην πόλη (του). Στην Βαλτιμόρη.

Καθώς η σειρά κάνει πρεμιέρα (και προβάλλεται στην Ελλάδα αποκλειστικά στο Vodafone TV), ο θρύλος Ντέιβιντ Σάιμον μας μιλά μέσω Zoom για τις καταστροφικές πολιτικές που οδηγούν εδώ που είμαστε σήμερα, για το πώς τα πράγματα σήμερα είναι ακόμα χειρότερα από ό,τι παρουσίαζε στο Wire, για την απαισιοδοξία του απέναντι στα πράγματα, και για «performance art» του στο twitter.

Θεωρείς πως το We Own This City είναι κάτι σαν πνευματικό σίκουελ στο The Wire;
Νομίζω πως πολλοί άνθρωποι θα το αντιμετωπίσουν με αυτό τον τρόπο. Συγγενεύει με το Wire με την έννοια πως είναι μια κριτική πάνω στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών και τι κάναμε λάθος εκεί, με τις μαζικές φυλακίσεις κι όλα αυτά. Αυτός ήταν ο στόχος μας και αυτός παραμένει, οπότε με αυτή την έννοια οπωσδήποτε οι σειρές συνδέονται. Αυτό στο οποίο κοιτάμε τώρα είναι στην επόμενη γενιά του τι έκανε στη Βαλτιμόρη ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών, οι μαζικές συλλήψεις και η πλήρεις αποτυχία σε επίπεδων πολιτικής.

Αλλά αυτό είναι μια αληθινή ιστορία οπότε δεν υπάρχει σύνδεση με τους χαρακτήρες του Wire. Και βασικά είναι μια γενιά μετά. Αν θες να κάνω σύνδεση είναι αυτή: Άνθρωποι σαν τον Χερκ και τον Κάρβερ στο Wire, εκπαιδεύονται από ανθρώπους που είχαν ακόμα μέσα τους μια κάποια υπολειπόμενη αίσθηση του τι υποτίθεται ότι είναι ένα αστυνομικό τμήμα. Τώρα, μια γενιά μετά, οι Χερκ και οι Κάρβερ του κόσμου γίνανε πια διευθυντές και αφεντικά και ηγούνται του τμήματος, εκπαιδεύουν τους επόμενους, δίνουν στη νέα γενιά τη σοφία τους για το πώς είναι η δουλειά της αστυνομίας. Κι έχουν έτσι γίνει όλα πιο βαθύτερα δυσλειτουργικά και δυστοπικά, μέσα στο πέρασμα δύο γενεών αστυνόμευσης. Οπότε υπό αυτή την έννοια το We Own the City είναι για το πώς τα πράγματα πάνε τώρα ακόμα πιο στραβά.

Θυμήσου, όταν γράψαμε τις τελευταίες λέξεις του Wire ήταν 14 χρόνια πριν, κι αυτό είναι μια ολόκληρη ζωή για ένα αστυνομικό τμήμα. Οι καριέρες τους είναι 20 χρόνια τώρα. Αυτό που αντικρίζουμε εδώ είναι ένα επίπεδο δυστοπίας που διαπερνά τις γενιές. Στο Wire η δυστοπία δεν έφτανε καν κοντά στο τι θα βλέπαμε στην πραγματικότητα από τμήματα σαν αυτό για το οποίο μιλάμε στη σειρά.

Μιλώντας για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, είναι σημαντικές οι συνέπειες που έχει και σε άλλες χώρες εκτός των ΗΠΑ. Αναλογίζεσαι ποτέ την επίδραση της δουλειάς σου σε σχέση με την αναγκαιότητα του να ειπωθούν αυτές οι ιστορίες;
Ωχ, η επίδραση. Άκου, μοιάζω με χαλασμένος δίσκος πια όταν μιλάω για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, τα λέω 20 χρόνια. Από τότε που έγραψα το Corner, άρα πάνω από 20 χρόνια. Δεν ξέρω αν είχαμε κάτι αξιοσημείωτο… ίσως να πείσαμε αρκετούς ανθρώπους που βρίσκονται κάπου στο ενδιάμεσο, να στραφούν ενάντια σε αυτό τον πόλεμο και την καταστροφική του φύση, αλλά δεν έχουμε αλλάξει τις πολιτικές πουθενά.

Η Βαλτιμόρη συγκεκριμένα –κι αυτό νομίζω είναι κάτι που συνδέει πολλές πόλεις της Αμερικής– αφοσιώθηκαν τα τελευταία 30 χρόνια στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών. Κι ως συνέπεια αυτό κατέστρεψε την αστυνομική δουλειά με πολύ θεμελιώδεις τρόπους. Το είδα να συμβαίνει στην πόλη μας, αλλά συνέβη σε πολλά μέρη στην Αμερική.

Έχω συναίσθηση των ορέξεων της Αμερικής και τι έχει κάνει στον υπόλοιπο κόσμο η αντιφατική αντίδραση σε αυτές τις ορέξεις. Στην Κολομβία, στο Μεξικό. Κάποιες φορές φαίνεται σα να είμαστε διατεθειμένοι να πολεμήσουμε αυτόν τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών μέχρι τελευταίου μεξικάνου ή τελευταίου κολομβιανού. Θέλουμε εκείνοι να ζουν σε ζώνες πολεμου ώστε εμείς να προσποιούμαστε μια αυθεντικότητα που δεν υπάρχει στη χώρα μας. Το νιώθω αυτό και για την Βαλτιμόρη. Είναι όλοι διατεθειμένοι να πολεμήσουν αυτό τον πόλεμο εδώ, και κάνουν τις γειτονιές εμπόλεμες ζώνες, ώστε να προσποιούνται ότι αυτό συμβαίνει μόνο εδώ.

Υπάρχει ένα επιχείρημα που προσπαθούμε να κάνουμε με το σόου που είναι πολύ σημαντικό, νομίζω, κι είναι αυτό: Πρέπει να τελειώσουμε με τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών. Πρέπει να πάρουμε αυτή την πρόφαση με την οποία γίνεται ένας πόλεμος εναντίον των πιο ευπαθών κοινοτήτων, που έχουν τη μεγαλύτερη οικονομική στέρηση, πρέπει να το πάρουμε αυτό και να το πετάξουμε. Επειδή δεν λύνει τίποτα, δεν προσεγγίζει τον εθισμό με κάποιον ουσιώδη τρόπο και το μόνο που κάνει είναι γεμίζει τις φυλακές και να οδηγεί αστυνομικούς μακριά από το να κάνουν την αληθινή αστυνομική δουλειά που μπορεί να χρειάζεται μια πόλη. Τους οδηγεί στο να ενεργούν με τρόπο αποκτηνωμένο, εξευτελίζοντας πολίτες και ολόκληρες κοινότητες.

Υπάρχει τεράστια ανισότητα και αδικία, είναι εξοργιστικό. Αν λοιπόν ξυπνάς κάθε πρωί ως σεναριογράφος της τηλεόρασης με το σκεπτικό ότι α, σήμερα θα έχω μια επίδραση, τότε δε θα κατάφερνες να σηκωθείς!

Και ταυτόχρονα η επιρροή του Wire συνεχίζει να είναι τεράστια. Όταν ξεκινάς ένα νέο πρότζεκτ σαν αυτό, βρίσκεται σε ένα εντελώς δικό του χώρο για σένα;
Κανείς δεν βλέπει αυτά που κάνουμε όταν προβάλλονται. [γέλια] Οπότε απλά πάμε εκεί έξω, βρίσκουμε τις ιστορίες που θέλουμε να πούμε, και τις λέμε. Θέλω να πω, είμαι εξίσου χαρούμενος με το Treme, αλλά κανείς δεν– [γελάει]

Είμαι πολύ χαρούμενος που το Wire βρήκε το δρόμο του προς αυτή την οποιαδήποτε κληρονομιά κουβαλά. Αλλά ερχόμενοι σε αυτό εδώ το πρότζεκτ, αυτό είναι κάτι σαν coda πάνω στα όσα προσπαθούσαμε να πούμε με το Wire. Που είναι πως αν δίνεις έμφαση στα λάθος πράγματα, αν παίζεις τα παιχνίδια της στατιστικής, αν προμοτάρεις ανθρώπους για τους λάθος λόγους, αν σταματήσεις να υπηρετείς τις βασικές ιδέες της προστασίας και της εξυπηρέτησης του πολίτη, έχεις το λάθος είδος αστυνομικού τμήματος.

Πόσο έχει αλλάξει αυτή η πόλη από το Wire ως τώρα; Ή είναι τα προβλήματα ίδια;
Τα προβλήματα είναι χειρότερα. Είναι από την ίδια προέλευση και στο ίδιο φάσμα, αλλά είναι αποφασιστικά χειρότερα. Όταν κάλυπτα το αστυνομικό τμήμα στα 80ς και τα 90ς υπήρχε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά απέναντι στην διαφθορά. Αν ήθελες να δείρεις έναν ύποπτο στο δρόμο ήταν ο λόγος σου εναντίον του. Αν ήθελες να κλέψεις ήσουν εσύ μόνος σου, με τα φιλαράκια σου. Σε μια αστυνομική έφοδο ας πούμε, κάτω από ένα στρώμα έβρισκες 40.000 δολάρια, έδινες τα 30.000 στα στοιχεία και κράταγες τα 10 και τα μοιράζατε μεταξύ σας.

Αλλά πάμε τώρα μπροστά 20 χρόνια κυνισμού, αδιαφορίας, απώλειας της αποστολής του τι σημαίνει στα αλήθεια αστυνόμευση και του γιατί κάνεις αυτή τη δουλειά. Και φτάνουμε σε ένα σημείο που όχι μόνο παίρνεις τα λεφτά, αλλά σπρώχνεις τα ναρκωτικά πίσω στο δρόμο, συναλλάσσεσαι με εμπόρους. Ένα επίπεδο υπαρξιακής άρνησης που δεν υπήρχε στα 80ς και στα 90ς. Αλλά υπάρχει τώρα, κι αυτό το τμήμα άνοιξε το δρόμο.

Με κάποιο τρόπο, είναι φυσική εξέλιξη. Αν πας 50 χρόνια στο λάθος δρόμο, ή 30-40 χρόνια, όσο υπάρχει αυτός ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών στη χώρα, τότε μεγαλώνεις γενιές αστυνομικών που έχουν εκπαιδευτεί από γενιές αστυνομικών, που έχουν εκπαιδευτεί από γενιές αστυνομικών, και κανείς τους δεν πιστεύει σε τίποτα. Οπότε τώρα έχεις πια ένα επίπεδο διαφθοράς ανεπανόρθωτο με κάθε έννοια.

HBO


Πώς λύνεται αυτό το πρόβλημα; Είσαι οπτιμιστής;
Όχι στα αλήθεια. Δεν είμαι ποτέ οπτιμιστής. Αλλά θα πω, υπάρχουν δύο πράγματα που πρέπει να συμβούν. Μέρος του προβλήματος είμαστε εμείς, ο κόσμος, που ψηφίζουμε. Διαλέγουμε πολιτικούς που λένε ότι θα καθαρίσουν τις γωνίες, πως θα αντιμετωπίσουν σκληρά τα ναρκωτικά, πως θα γεμίσουν τις φυλακές. Πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε δεκτικοί απέναντι σε αυτή τη ρητορική.

Σε ατομικό επίπεδο, υπάρχει κάτι που είχα γράψει όταν τελείωσε το Wire. Ότι αν βρισκόμουν να είμαι ένορκος σε υπόθεση ναρκωτικών, που δεν υπάρχει βία, όπου η κατηγορία αφορά μόνο ναρκωτικά, αν με βάλεις ένορκο, θα ψηφίσω αθώος. Δεν με νοιάζει καν τι είναι τα στοιχεία. Δεν θα παίξω άλλο αυτό το παιχνίδι. Θα ακυρώσω το σώμα ενόρκων.

Πρέπει να σταλεί το μήνυμα, ότι αυτή είναι μια τακτική που καταστρέφει γειτονιές και οικογένειες, δεν λύνει τίποτα, και μάλιστα το επίπεδο καθαρότητας των ναρκωτικών είναι μεγαλύτερο από πριν. Δεν επιτυγχάνεται τίποτα έτσι και περιέργως, αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς, καταστρέφει και την αστυνομική δουλειά. Κανείς δεν κάνει αστυνομική δουλειά στην πόλη μου, οι συλλήψεις για όλα τα εγκλήματα έχουν καταβαραθρωθεί κι οι αστυνομικοί έχουν εκπαιδευτεί γνωρίζοντας πως μπορούν να πάρουν προαγωγή και χρήματα απλά αρπάζοντας κόσμο, φυτεύοντάς τους ναρκωτικά και λέγοντας πως αυτό το stash είναι δικό σου – εγώ θα πάρω το μπόνους μου.

Πρέπει οι απλοί άνθρωποι να πουν ότι δεν θα παίξω άλλο αυτό το παιχνίδι, δεν θα συμμετάσχω, δεν θα ψηφίσω όταν αυτό είναι το μήνυμα. Αλλά είναι είναι πολύς ο χρόνος που απαιτείται μέχρι να συντονιστεί ο κόσμος με αυτή την ιδέα.

Είναι δύσκολο έως αδύνατο να έρθει αλλαγή μέσα από μια σειρά αλλά συνεχίζεις αυτή την ανατομία της Αμερικής. Τι σε κρατά, τι σου δίνει ώθηση; Πολλές φορές φαίνεσαι θυμωμένος, στο twitter ας πούμε. Είναι ο θυμός λοιπόν; Είναι η απογοήτευση; Τι σε κρατά;
Δεν νιώθω πως είμαι θυμωμένος στην καθημερινότητα! Βλέπω το ματς το Σάββατο, γελάω με τα ίδια αστεία όπως όλοι… Αλλά όταν φτιάχνω 6 ώρες τηλεόρασης, μιας και από πολύ νωρίς είχα διαλέξει τη δημοσιογραφία, η ιδέα πως θα είναι απλά διασκέδαση, πως θα πω μια ιστορία απλά για να σε διασκεδάσω, μοιάζει με σπατάλη αυτής της ευκαιρίας. Πάντα με ενδιέφερε να επιχειρηματολογώ για το πολιτικό, για το κοινωνικοοικονομικό, για το τι κάνουμε τελικά. Το κάνει πιο ενδιαφέρον για μένα, δεν με κάνει θυμωμένο. Εκεί μου φαίνεται πως πρέπει τελικά να στέκομαι. Κάποιες φορές ακούγομαι υπερβολικός, το twitter για μένα είναι performance art [γελάει], ξέρεις, γελάω όταν τα πληκτρολογώ.

Αλλά για μένα αν οι ιστορίες αφορούν πάντα κάτι, θέλω πάντα να ξέρω πως τώρα ήρθα εδώ γύρω από τη φωτιά, για να πω μια ιστορία που αξίζει να ειπωθεί. Έτσι αισθάνομαι.

Το We Own This City προβάλλεται αποκλειστικά στην Ελλάδα στο Vodafone TV.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα