Αχτσιόγλου: Οι συντάξεις προστατεύτηκαν παρά τις επίμονες απαιτήσεις για περικοπές
Η υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι "η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2016 έχει διαμορφώσει ένα οικονομικά βιώσιμο και κοινωνικά αποτελεσματικό σύστημα, με γνώμονα τις αρχές της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αλληλεγγύης".
- 02 Μαρτίου 2019 19:11
«Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση που έγινε στη χώρα το 2016 έχει διασφαλίσει σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος και ταυτόχρονα έχει φτιάξει ένα σύστημα κοινωνικά αποτελεσματικό» τόνισε η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου.
Μιλώντας σε πάνελ για το ασφαλιστικό κατά την τρίτη ημέρα του 4ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε πως η οικονομική βιωσιμότητα του ασφαλιστικού δεν αμφισβητείται και ότι γίνεται γενικώς παραδεκτό ότι είναι ένα σύστημα το οποίο έτσι όπως έχει σχεδιαστεί θα μπορέσει να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο.
«Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει καταφέρει να στήσει ένα σύστημα ξανά στα πόδια του, να κάνει μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση και όχι περικοπών, για να μπορούμε να έχουμε ένα σύστημα που έχει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και μας δίνει τη δυνατότητα να κλείσουν πληγές του παρελθόντος» σημείωσε.
Το πιο σημαντικό, σύμφωνα με την υπουργό Εργασίας, είναι ότι το σύστημα αντιμετωπίζει και τις αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις που φαίνεται ότι θα συμβούν στη χώρα μας. «Έχουμε ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικά περιβάλλον. Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση λαμβάνει υπόψη αυτή την αρνητική εξέλιξη. Διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του συστήματος με αυτό ως δεδομένο» διαβεβαίωση η κ. Αχτσιόγλου.
Στη συνέχεια η υπουργός Εργασίας αναφέρθηκε στις βασικές αρχές στις οποίες στηρίχθηκε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2016. «Η βασική αρχή στην οποία στηρίχθηκε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση ήταν ο αναδιανεμητικός χαρακτήρας του συστήματος. Αυτός ήταν ο πυρήνας της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, εκεί δώσαμε τη μεγαλύτερη βαρύτητα» εξήγησε και συμπλήρωσε: το πρώτο μας μέλημα ήταν να φτιάξουμε ένα σύστημα το οποίο θα μπορέσει να καλύψει από τον κίνδυνο της φτώχειας σημερινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους.
Το σύστημα, επισήμανε, έχει και άλλες αρχές που το κάνουν να είναι ένα σύγχρονο σε ό,τι αφορά τα ευρωπαϊκά δεδομένα ασφαλιστικό σύστημα.
Εστιάζοντας περαιτέρω στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση, είπε πως λύνει μερικές από τις χρόνιες παθογένειες. «Δηλαδή, την πολυδιάσπαση, την πολυνομία, τις αδικίες που υπήρχαν και να προχωρήσουμε σε μια μεγάλη διοικητική μεταρρύθμιση, με την ενοποίηση όλων των ταμείων σε ένα, με το να θέσουμε έναν κανόνα για τον υπολογισμό των εισφορών για όλους τους εργαζόμενους, έναν κανόνα για τον υπολογισμό των παροχών για όλους τους συνταξιούχους και κυρίως μπορέσαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των διαρκών ελλειμμάτων, που είχαν τα συστήματά κοινωνικής ασφάλειας. Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ο ΕΦΚΑ είναι πλεονασματικός, το 2018 έκλεισε με ένα πλεονάσματα της τάξης του 1 δισεκ.. Όταν το παραλάβαμε το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, στις αρχές του 2015, ήταν βαθιά ελλειμματικό, με ένα έλλειμμα 1,1 δισεκ. ευρώ» ανέφερε.
Στο σημείο αυτό επισήμανε πως η αλλαγή αυτή στα οικονομικά του ασφαλιστικού φορέα «έχει βοηθήσει και σε ένα άλλο πεδίο, να μπορούμε σιγά-σιγά να κατευθύνουμε πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό όχι στην κοινωνική ασφάλιση, αλλά στην πρόνοια, στο πεδίο της κοινωνικής αλληλεγγύης»: Να αρχίζουμε να χτίζουμε κοινωνικό κράτος έτσι ώστε να μην είναι ανάγκη μονίμως οι συντάξεις να προσπαθούν να καλύψουν όλη την απουσία κοινωνικών παροχών, αλλά να υπάρξει ένα καλύτερο μείγμα πολιτικής, προσέθεσε.
Τέλος, θέλησε να σχολιάσει την πρόταση της ΝΔ για το ασφαλιστικό: «Η πρόταση αυτή, που ουσιαστικά μιλά για κατεύθυνση της επικούρισης αλλά και της υγείας στην ιδιωτική ασφάλιση, είναι βαθιά προβληματική. Ο κύριος λόγος είναι γιατί αφήνει ακάλυπτους τους σημερινούς συνταξιούχους και ασφαλισμένους» ανέφερε και συμπλήρωσε ότι «οι υπολογισμοί που κάναμε για τη μετάβαση στο σύστημα που προτείνει η ΝΔ, μιλά για ένα κόστος μετάβασης της τάξης των 55 δισεκ. προκειμένου να καλυφθούν σημερινοί συνταξιούχοι και ασφαλισμένοι γι’ αυτά που έχουν πληρώσει. Πρόκειται για ένα τεράστιο κόστος μετάβασης».