outnow.ch

ΟΙ ΠΙΟ ΑΓΡΙΟΙ ΘΑΝΑΤΟΙ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

Από τη γυναίκα που τη βίασαν και την έκοψαν σε δώδεκα κομμάτια μέχρι τα φίδια που έστειλε ο Θεός σε όσους γκρίνιαζαν στον Μωυσή για το φαγητό.

Η Βίβλος είναι γεμάτη ιστορίες, και στους περισσότερους από μας έχουν φτάσει απλώς ένα μικρό μέρος τους. Μπορεί να γνωρίζουμε τις σημαντικότερες, αλλά αγνοούμε κάποιες απ’ τις πιο γοητευτικές. Και πολλές από αυτές, είναι ιστορίες βίας και αίματος που θα έκαναν το σημερινό σινεμά να σκύψει με ντροπή το κεφάλι του.

Ακολουθούν έξι ιστορίες με ένα κοινό χαρακτηριστικό: τον βίαιο θάνατο κάποιου βιβλικού ήρωα -ή και περισσότερων του ενός:

Θάνατος από βαρεμάρα;

Ακόμη και ο μεγαλύτερος ρήτορας μπορεί να σε κάνει να βαρεθείς, και αυτή είναι μια αλήθεια που τη μάθαμε από πολύ νωρίς, απ’ τα χρόνια του Αποστόλου Παύλου. Και βασικά, εεε, απ’ τον ίδιο τον Απόστολο Παύλο.

Όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων, μια μέρα ο Παύλος πήγε να μιλήσει στους χριστιανούς της Μακεδονίας και της Ελλάδας, που προφανώς ακόμη δεν ήταν και κανένα μεγάλο κοινό. Έκατσε να φάει μαζί τους, και όπως συμβαίνει καμιά φορά στα τραπεζώματα, η κουβέντα ξέφυγε για κάποιες ώρες.

Ο Παύλος μιλούσε μιλούσε μιλούσε, δεν σταματούσε με τίποτα, με αποτέλεσμα να νυχτώσει και οι υπηρέτες να αναγκαστούν να ανάψουν τα λυχνάρια.

Το κήρυγμά του το άκουγε κι ένας νέος που λεγόταν Εύτυχος, ο οποίος είχε κάνει το λάθος να καθίσει στο περβάζι του παραθύρου, τρεις ορόφους πάνω από τη γη. Από ό, τι φαίνεται νύσταξε, τα μάτια του άρχισαν να κλείνουν σιγά σιγά και έτσι βρέθηκε έξω απ’ το παράθυρο, να κείτεται στο έδαφος, νεκρός.

Ο Απόστολος Παύλος έτρεξε έξω, φωνάζοντας σε όλους να μην πανικοβληθούν. Έπεσε πάνω στον νεαρό, τον αγκάλιασε και τον επανέφερε στη ζωή. Λίγα λεπτά αργότερα, η ομιλία του -και το φαγητό- θα συνεχίζονταν κανονικά.

outnow.ch

“Μη με αφήσεις να πεθάνω από γυναικείο χέρι”

Θα μπορούσε να είναι ένα απ’ τα πολλά ονόματα που κατά καιρούς έχουν δώσει στον Σατανά -και πιθανότατα να το ήθελε και να είναι ο Σατανάς-, αλλά ο Αβιμέλεχ ήταν απλώς ένας ακόμη βασιλιάς με τραγικό τέλος. Και που έστειλε και πολύ κόσμο να συναντήσει το δικό του πρόωρο τραγικό τέλος.

Όταν, λοιπόν πέθανε ο Γεδεών, ο γιος του ο Αβιμέλεχ αποφάσισε ότι έπρεπε να δράσει γρήγορα αν ήθελε να καθίσει ο ίδιος στον θρόνο. Και η σκέψη του είχε μια λογική, καθώς είχε άλλα 70 αδέρφια που περίμεναν από πίσω. Έτσι έτρεξε στην οικογένεια της μητέρας του, δανείστηκε ένα μεγάλο ποσό για την εποχή και προσέλαβε μία ομάδα δολοφόνων. Αυτή η ομάδα έτρεξε στο παλάτι και σκότωσε τα 69 αδέρφια του, καθώς ο μικρότερος ο Ιωάθαμ, κατάφερε να τους το σκάσει, αφού πρώτα καταράστηκε τον Αβιμέλεχ και όλους όσοι τον ακολουθούσαν.

Όπως ήδη θα υποψιάζεσαι αυτός ο τύπος δεν εξελίχθηκε και στον ιδανικότερο βασιλιά. Βάναυσος και δυνάστης ακόμα και του ίδιου του λαού, κάποτε δεν δίστασε να κάψει ζωντανά χίλια γυναικόπαιδα, προκειμένου να σκοτώσει και τους αντάρτες που βρίσκονταν ανάμεσά τους.

Σε μια απ’ τις μάχες του, λοιπόν, κατάφερε να κατακτήσει την πόλη Θηβήν, με τους κατοίκους όμως να προλαβαίνουν να κρυφτούν στην κορυφή ενός καλά οχυρωμένου πύργου.

Όταν ο Αβιμέλεχ πλησίασε για να πυρπολήσει στον πύργο, μία γυναίκα πέταξε από την κορυφή του πύργου, ένα κομμάτι μυλόπετρας το οποίο τον βρήκε στο κεφάλι, θρυμματίζοντας το κρανίο του. Ετοιμοθάνατος ο Αβιμέλεχ, ζήτησε από τον υπηρέτη του, να τον σκοτώσει εκείνος, προκειμένου να μην μπορεί να πει κανείς ότι τον σκότωσε μία γυναίκα.

Κρεσέντο βιβλικού σεξισμού, αν θες τη γνώμη μου.

Έστειλε ο Θεός φίδια στους δικούς του; Φυσικά

Όταν οι άνθρωποι ακούν “πληγές”, σκέφτονται κατευθείαν εκείνες του Φαραώ, τις επτά, όμως στην πραγματικότητα οι μάστιγες και οι συμφορές ποτέ δεν σταμάτησαν αριθμητικά σε αυτές. Η Βίβλος είναι γεμάτη από “πληγές”.

Ίσως η πιο δραματική από όσες δεν πολυγνωρίζουμε να είναι η “μάστιγα των φιδιών” που στάλθηκαν για να “διδάξουν” τους Ισραηλίτες να μην παραπονιούνται για τις συνθήκες που αντιμετώπιζαν στην έρημο όσο τη διέσχιζαν, φεύγοντας από την Αίγυπτο.

Η αλήθεια είναι ότι γκρίνιζαν πολύ στον Μωυσή λεγοντάς του διάφορα όπως “τι μας έφερες να πεθανουμε εδώ στις ερημιές, ούτε ψωμί δεν έχουμε” ή “τι θα γίνει με το νερό, κορακιάσαμε”.

Έτσι ο Θεός, σε μια προσπάθεια να τους συνετίσει ήσυχα και ωραία, τους έστειλε δεκάδες δηλητηριώδη φίδια ανάμεσά τους, με αποτέλεσμα -προφανώς- πολλοί άνθρωποι να πεθάνουν.

Όταν ο λαός γύρισε πάλι προς τον Μωυσή παρακαλώντας για βοήθεια, εκείνος προσευχήθηκε και άκουσε τον Θεό να του λέει:

“Φτιάξε ένα χάλκινο φίδι και τοποθέτησέ το πάνω σε ένα κοντάρι. Όποιος δαγκωθεί, μπορεί να το κοιτάξει και να ζήσει”. Ο Μωυσής έκανε ό, τι του είπε ο Θεός, αλλά μέχρι να γίνουν όλα αυτά, ήδη είχαν πεθάνει αρκετοί.

outnow.ch

Η παλλακίδα που την έκοψαν κομμάτια

Στο βιβλίο των Κριτών, στο κεφάλαιο 19, αναφέρεται η ιστορία ενός Λευίτη και της παλλακίδας του, μια ιστορία αρκετά ανατριχιαστική, όχι τόσο για τον Λευίτη όσο για τη γυναίκα.

Αυτή η παλλακίδα ανήκε, λοιπόν, σε έναν Λευίτη αλλά επειδή κάτι στράβωσε μεταξύ τους, σηκώθηκε και έφυγε για την οικογένειά της, που ζούσε σε άλλη πόλη. Ο Λευίτης όμως την ήθελε ακόμη και έτσι πήγε στο σπίτι της για να τη ζητήσει σπίτι. Και πράγματι αυτό έγινε. Τον καλοδέχτηκαν και του την επέστρεψαν.

Στο ταξίδι της επιστροφής, όταν οι δυο τους βρέθηκαν στην πόλη Γαβαά, ζήτησαν από ένα τρίτο άτομο, άγνωστο, να τους φιλοξενήσει. Δέχτηκε. Όσο όμως εκείνοι ετοιμάζονταν να κοιμηθούν, “μερικοί από τους πονηρούς άντρες της πόλης περικύκλωσαν το σπίτι. Χτυπώντας την πόρτα, φώναξαν στον ηλικιωμένο που ήταν ιδιοκτήτης του σπιτιού, ‘Βγάλε έξω τον άντρα που ήρθε στο σπίτι σου για να ασελγήσουμε πάνω του’”.

Ο οικοδεσπότης προσπάθησε να τους αποτρέψει, προσφέροντάς τους αντί για τον Λευίτη την παρθένα κόρη του(!) και στη συνέχεια την παλλακίδα. Εκείνοι όμως εξακολουθούσαν να θέλουν τον Λευίτη, με αποτέλεσμα εκείνος να σπρώξει την παλλακίδα έξω από το σπίτι, για να πέσει στα χέρια τους. Τελικά οι άντρες αρκέστηκαν σ’ αυτήν και αφού τη βίασαν όλο το βράδυ, με την αυγή, την άφησαν ελεύθερη.

Εκείνη έπεσε στην πόρτα του σπιτιού, όπου λίγες ώρες μετά ο Λευίτης θα την έβρισκε νεκρή. Φόρτωσε τότε το σώμα της σ’ ένα γαϊδούρι κι έφυγε για τον τόπο του. Όταν έφτασε στο σπίτι του, πήρε ένα μαχαίρι και διαμέλισε τη νεκρή γυναίκα σε δώδεκα κομμάτια και τα έστειλε σε όλες τις φυλές του Ισραήλ.

Και με αυτήν την πράξη, κατάφερε να συγκεντρώσει στρατό για να ζητήσει εκδίκηση. Σίγουρα μία από τις πιο παράξενες ιστορίες που βρίσκει κανείς εκεί μέσα.

Ένα παλούκι στον κρόταφο του εχθρού

Η Δεββώρα ήταν η μοναδική γυναίκα από τους 12 Κριτές που κυβέρνησαν για ένα διάστημα διαδοχικά τους Ισραηλίτες και γενικά ήταν μια από τις πιο δυνατές γυναίκες της Βίβλου.

Αν και ήταν σημαντική πνευματική ηγέτης, χρειαζόταν άντρες για αρχηγούς των στρατευμάτων της. Έτσι, όταν βρέθηκε μπροστά στην απειλή του Σισάρα, του αρχηγού των Χαναναίων, κάλεσε τον Βαράκ να πολεμήσει για την ίδια. Εκείνος συμφώνησε αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η Δεββώρα θα τον ακολουθούσε στο πεδίο της μάχης.

Η Δεββώρα δέχτηκε αλλά θεώρησε προσβλητική την απαίτησή του, και έτσι προφήτευσε ότι ο Βαράκ δεν θα κέρδιζε καμία δόξα από τη νίκη του επί του Σισάρα, γιατί τον δεύτερο θα τον σκότωνε μία γυναίκα.

Πράγματι στη μάχη, οι δυνάμεις του Σισάρα διαλύθηκαν και ο Χαναναίος κατέφυγε τρέχοντας στη σκηνή μίας γυναίκας με το όνομα Ιαήλ που θεωρητικά ήταν με το μέρος του. Η Ιαήλ έκρυψε τον Σισάρα στη σκηνή της, κάτω από ένα σκέπασμα. Του έδωσε να φάει και να πιεί, και μόλις εκείνος αποκαμωμένος έπεσε σε βαθύ ύπνο, τότε εκείνη έδειξε τις πραγματικές προθέσεις της. Η Ιαήλ πήρε έναν πάσσαλο από τη σκηνή κι ένα σφυρί, τον πλησίασε κι έμπηξε το παλούκι στο κρόταφό του τόσο βαθιά, που το διαπέρασε και καρφώθηκε στη γη. Ο Σισάρα πέθανε ακαριαία -προφανώς.

Αν και η πράξη της Ιαήλ στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια προδοσία, το πρόσωπό της αποτιμάται γενικά θετικά στη Βίβλο. Κλασική περίπτωση όπου η ιστορία γράφεται από τους νικητές.

outnow.ch

Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ!”

Αυτός ο τύπος θα έβρισκε έναν πολύ παράξενο και αστείο θάνατο, τόσο ντροπιαστικό όσο πιθανότατα να του άξιζε κιόλας.

Ελκυστικός, άτακτος και επαναστάτης, ο γιος του βασιλιά Δαβίδ, ήταν από τις πλέον αγαπημένες φυσιογνωμίες τόσο του λαού όσο και του πατέρα του. Όμως δεν έζησε την εύκολη και άνετη ζωή για την οποία προοριζόταν.

Όταν η αδελφή του, Ταμάρ, βιάστηκε από τον ετεροθαλή αδερφό τους, Αμνών, ο Αβεσσαλώμ τα άφησε όλα στην άκρη και η μόνη του έγνοια πια ήταν η εκδίκηση. Έτσι κάλεσε σε γλέντι όλους τους γιους του βασιλιά Δαβίδ, μέθυσε τον Αμνών και έβαλε τους άντρες του να τον δολοφονήσουν. Ως εδώ καλά -μάλλον.

Ο Δαβίδ εξοργίστηκε όταν το έμαθε, ο Αβεσσαλώμ τράπηκε σε φυγή, και τελικά μετά από λίγο καιρό θα κατάφερνε να επιστρέψει μιας και ο πατέρας του τον αγαπούσε παθολογικά και δεν μπορούσε να του κρατήσει άλλο μουτράκια.

Όταν όμως ο λαός άρχισε να διαμαρτύρεται για τις αυστηρές δικαστικές αποφάσεις του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ άρχισε να διαδίδει αριστερά δεξιά ότι θα έκανε καλύτερη δουλειά από τον πατέρα του αν καθόταν στον θρόνο.

Έτσι, με τη βοήθεια μιας μερίδας νέων υποστηρικτών, ο Αβεσσαλώμ αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς και ο Δαβίδ δεν είχε άλλη λύση απ’ το να τον αντιμετωπίσει στο πεδίο της μάχης.

Η ώρα αυτή θα έρθει, ο κακομαθημένος γιος θα χάσει και για να αποφύγει τη σύλληψη, θα το σκάσει προς το δάσος πάνω σε ένα μουλάρι.

Οι διώκτες του, αν και είχαν εντολή απ’ τον ίδιο τον βασιλιά να μην τον πειράξουν και να τον πιάσουν ζωντανό, δεν υπάκουσαν. Όταν τα θαυμαστά για την ομορφιά τους μακριά ξανθά μαλλιά του Αβεσσαλώμ θα πιαστούν στα κλαδιά ενός δέντρου, εκείνος θα ακινητοποιηθεί. Θα μείνει εκεί κρεμασμένος από το δέντρο, μην μπορώντας να ξεμπλέξει τα μαλλιά του και ο αρχηγός του βασιλικού στρατού, ο Ιωάβ, αντί να σεβαστεί το σπάνιας γελοιότητας θέαμα που του προσέφερε, θα τρυπήσει με το δόρυ τρεις φορές την καρδιά του. Κρίμα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα