Αλέξης Γρηγορόπουλος: Μια καθόλου τυχαία δολοφονία
Ο Κορκονέας βγάζει το όπλο, τεντώνει τα χέρια στην ευθεία και πυροβολεί εν ψυχρώ. Δύο πυροβολισμοί. Ένας νεαρός πέφτει κάτω. Μια κοινωνία που δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια.
- 06 Δεκεμβρίου 2020 11:13
“Στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες”. Κάθε 6η Δεκεμβρίου θα είναι η μέρα του Αλέξη, όσο κι αν δεν αρέσει η διατύπωση αυτή σε πολλούς.
Θα είναι η μέρα του Παιδιού που δεν πρέπει να το θυμόμαστε επειδή δεν υπάρχει πια, αλλά θα έπρεπε να το θυμόμαστε για τα επιτεύγματά του. Και είναι η μέρα εγρήγορσης για το μέλλον κάθε παιδιού που γεννήθηκε και θα γεννηθεί σε αυτόν τον πολύπαθο τόπο.
Λίγο μετά τη δολοφονία από το χέρι του Κορκονέα και με τη χώρα εν μέσω ταραχών, ο Τζιμης Πανούσης, μέσα από τον μεγεθυντικό φακό τη σάτιρας, έδινε μια αξιομνημόνευτη ερμηνεία για το “κράτος που σε κλέβει και σε πυροβολεί” (City FM 99.5).
“Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως μιλάμε περί σχεδίου αποσταθεροποίησης του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του από τους αναρχικούς, τους αντιεξουσιαστές και τους συνοδοιπόρους των κομμουνιστών που δεν επιτρέπουν να ολοκληρώσει το έργο της το οποίο ξεκίνησε με το μανιφέστο εναντίον των νταβατζήδων στου Μπαϊρακτάρη και έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς. Με τους Βατοπεδισμούς του Εφραίμ, το πνευματικό έργο του Ρουσόπουλου, τα 53 σπίτια του Βουλγαράκη, τα ολυμπιακά ακίνητα που μουλιάζουν το ένα μετά το άλλο, τις ασφαλίτικες μεταρρυθμίσεις στα Ταμεία, με τα σχέδια του Αλογοσκούφη και των Golden Monks που οραματίζονταν μια Ελλάδα γήπεδο γκολφ πράσινη και τρύπια, χωρίς δέντρα, με ανθισμένες μεζονέτες, χωρίς βρώμικα δημόσια νοσοκομεία δωρεάν, με εκδοροσφαγείς ιδιωτικά πολυιατρεία, με πολίτες υπάκουους και με φορολογική συνείδηση. Ως γνωστόν, το κράτος είναι παιδί της βίας και της νύχτας, σε κλέβει κι ύστερα πυροβολεί εκείνον που θα διαμαρτυρηθεί επειδή τον κλέβουν”.
Την ίδια στιγμή κάποιοι παραποιούσαν το βίντεο-ντοκουμέντο της δολοφονίας και άλλοι ξεκινούσαν το προβλεπόμενο ξέπλυμα με τα περί εξοστρακισμών.
Η δολοφονία του Γρηγορόπουλου ήρθε σε μια ιστορική συγκυρία, σε μια τομή της ελληνικής ιστορίας και έγινε μέρος της. Το διογκωμένο Κράτος του πλαστικού χρήματος, η κοινωνία της ψευδεπίγραφης ευμάρειας, η γενιά του εκσυγχρονισμού, κοιμόταν ύπνο βαθύ στα απόνερα των περίλαμπρων Ολυμπιακών Αγώνων και της μπαλωμένης εθνικής μας υπερηφάνειας. Η μία κυβέρνηση διαδεχόταν την άλλη νομίζοντας πως θα βρει πεδίο λαμπρό για ρεμούλες, μοχλεύσεις, μιζαδορίσματα και κομματικά πάρτι με το νέο νόμισμα, εξαγοράζοντας την ίδια ώρα ψηφοφόρους και συνειδήσεις με πλαστά στοιχεία περί της οικονομικής πορείας της χώρας και με “αλληλέγγυους” διορισμούς.
Η δολοφονία του Γρηγορόπουλου έφερε πολύ απλά στην επιφάνεια τη φωνή της αόρατης γενιάς που έβλεπε τη σπατάλη, αλλά δεν είχε κίνητρο για να αντιδράσει. Ο “Δεκέμβρης του 2008” ξεκίνησε ως οργή και ύστερα η στάχτη του, έγινε λίπασμα για να ανθίσει το κίνημα της αγανάκτησης, λίγα χρόνια μετά. Τα ίδια παιδιά που βγήκαν στους δρόμους τότε, είναι τα ίδια παιδιά που ανδρώθηκαν με την ύφεση, που έφυγαν στο εξωτερικό ή έμεινα για να παλέψουν με την αβεβαιότητα.
Μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου ήρθαν οι χρεοκοπίες των τρύπιων Ταμείων, τα “σωτήρια” μνημόνια, οι χρυσές αυγές και οι χρυσές χωματερές και το τέλος των ψευδαισθήσεων μέσα στη σταθερή διαχρονικότητα του νεοελληνικού ψυχοδράματος.
Η εκτέλεση του 16χρονου Αλέξη στα Εξάρχεια ήταν το επιστέγασμα της κρατικής ασυδοσίας. Ήταν η επίδειξη δύναμης ενός αποκτηνωμένου συστήματος που έβλεπε τον πολίτη σαν μηχανή, σαν πελάτη και σαν υποψήφιο θύμα και θύτη μαζί. Όχι σαν σύμμαχο.
Τα ίδια στοιχεία κατασταλτικής ατιμωρησίας και κρατικής αυθαιρεσίας επανέρχονται όλο και πιο δυναμικά σήμερα, την ώρα που η πανδημία φέρνει στην επιφάνεια τις ίδιες παθογένειες, με τρόπο διαφορετικό. Δυστυχώς, την ώρα που οι δολοφόνοι του Καλτεζά και του Αλέξη κυκλοφορούν ελεύθεροι, οι 16αρηδες του 2008, γίνονται οι 30αρηδες των νέων αδιεξόδων.
Οι ταγοί της νέας πατριδοκαπηλείας βρίσκουν πατήματα να ξεδιπλώσουν το μετακαπιταλιστικό τους δόγμα μέσα στα πλαίσια μιας κανονικότητας που φαντάζει μουδιασμένη και μισή. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να θυμόμαστε και να τιμούμε τους νεκρούς του χθες, αλλά να αναζητούμε τις αιτίες που θα προκαλέσουν τις εκρήξεις του αύριο. Το ζητούμενο είναι να προχωράμε μπροστά όπως μπορούμε, αλλά και χωρίς κανένα εφησυχασμό.
Το ζητούμενο είναι να δικαιωθούν οι μνήμες μέσα από απαντήσεις και μέσα από τη διαρκή εγρήγορση.
Δώδεκα χρόνια μετά δεν ξεχνάμε τον φονιά, δεν ξεχνάμε τα ψέματα, δεν ξεχνάμε τα πρόσωπα που δεν έχυσαν δάκρυ, αλλά δεν ξεχνάμε και εκείνους που έστησαν στα πόδια της τη Χρυσή Αυγή, και θέλουν να στείλουν την κοινωνία προς τη συντήρηση, την οπισθοδρόμηση και τον φόβο, με πρόσχημα την ασφάλεια και την τάξη.
Αύριο δεν θα κοντραριστούμε για τις σπατάλες και για όσα χάθηκαν. Αύριο θα κοντραριστούμε για όσα δεν έγιναν την ώρα της νέας κρίσης, έστω με καθυστέρηση. Για το μέλλον κάθε παιδιού που γεννήθηκε και θα γεννηθεί σε αυτόν τον πολύπαθο τόπο.