Απαιτείται νέα στρατηγική στα ελληνοτουρκικά; Απαντούν Δ. Καιρίδης – Ν. Ανδρουλάκης

Απαιτείται νέα στρατηγική στα ελληνοτουρκικά; Απαντούν Δ. Καιρίδης – Ν. Ανδρουλάκης

Το Νews 24/7 θέτει το ερώτημα της ανάγκης διαμόρφωσης ή όχι μιας νέας εθνικής στρατηγικής σε πολιτικούς και κορυφαίους ειδικούς επιστήμονες. Απαντούν Δημήτρης Καιρίδης και Νίκος Ανδρουλάκης.

Το ερώτημα εάν η χώρα χρειάζεται μια νέα εθνική στρατηγική στα εθνικά θέματα και κυρίως στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, έρχεται όλο και πιο πολύ στην επικαιρότητα, κυρίως μετά τα νέα τετελεσμένα που επιχειρεί να δημιουργήσει η Άγκυρα στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή.

Το Νews 24/7 θέτει το ερώτημα της ανάγκης διαμόρφωσης ή όχι μιας νέας εθνικής στρατηγικής σε πολιτικούς και κορυφαίους ειδικούς επιστήμονες και σήμερα απαντούν ο καθηγητής και βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρης Καιρίδης και ο ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης.

Δημήτρης Καιρίδης, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων

Βουλευτής ΝΔ, Β1 Βόρειος Τομέας Αθηνών

Η ελληνική απάντηση στην τουρκική επιθετικότητα θα πρέπει να βασίζεται στην εθνική ομοψυχία και συνεννόηση

Η κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας χρήζει ψύχραιμης και αποφασιστικής απάντησης χωρίς υπέρμετρες και επικίνδυνες δραματοποιήσεις. Έτσι κι αλλιώς, το πρόβλημα «Τουρκία» είναι παλιό και θα μας ακολουθεί για πολύ καιρό και στο μέλλον. Η Τουρκία αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στη θάλασσα από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Στην ουσία, η Τουρκία απορρίπτει το νέο διεθνές δίκαιο της θάλασσας που δίνει στην Ελλάδα, χάρη στα νησιά της, θαλάσσιο χώρο δέκα φορές μεγαλύτερο από ότι στην Τουρκία.

Σε όλη αυτή την πορεία, το καινούργιο στοιχείο είναι η αποδυνάμωση του δυτικού προσανατολισμού της Τουρκίας,σε συνδυασμό με την οικονομική της πρόοδο, η μεγάλη κρίση που μαστίζει το ΝΑΤΟ, εξαιτίας, κυρίως, της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, η είσοδος νέων παικτών στο γεωστρατηγικό παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου, όπως η Ρωσία και, δευτερευόντως, η Κίνα, και η αστάθεια που πλήττει τον αραβικό κόσμο από το 2011 και μετά.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική απάντηση στην τουρκική επιθετικότητα θα πρέπει να βασίζεται στην εθνική ομοψυχία και συνεννόηση. Στο πλαίσιο αυτό, κρίσιμες είναι πρωτοβουλίες όπως η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού που μεγαλώνουν την Ελλάδα και ενισχύουν την εθνική προσπάθεια.

Επιπλέον, θα πρέπει να αναβαθμιστεί η αποτρεπτική ισχύς των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, με έξυπνο τρόπο, δεδομένων των περιορισμένων οικονομικών πόρων. Το βέβαιο είναι ότι χωρίς οικονομική ανάπτυξη δύσκολα μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη αποτροπή και γι΄ αυτό η προσέλκυση επενδύσεων, στην ελληνική περίπτωση, έχει και μια σημαντική εθνική διάσταση.

Τέλος, η Ελλάδα θα πρέπει να επιμείνει στην προσπάθεια δημιουργίας μιας κοινής ευρωπαϊκής άμυνας και να επιδιώξει τη στρατηγική συμμαχία με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όπως η Αίγυπτος και το Ισραήλ.

Πριν από 20 ακριβώς χρόνια, στη σύνοδο της ΕΕ στο Ελσίνκι, η Τουρκία αναγνωρίζονταν ως υποψήφια προς ένταξη χώρα, με τη συναίνεση της Ελλάδας. Η Τουρκία είχε τότε δεσμευτεί ότι θα έλυνε τις διμερείς της διαφορές με την Ελλάδα στη βάση του διεθνούς δικαίου και με τη βοήθεια του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Η Ελλάδα οφείλει να υπενθυμίζει διαρκώς αυτή την τουρκική δέσμευση, που αποτελεί και τη βάση της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας στην Ευρώπη μεταπολεμικά.

Νίκος Ανδρουλάκης ευρωβουλευτής του ΚΙΝΑΛ

Αντί να στρουθοκαμηλίζουμε, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το plan B

Στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι, η Ελλάδα υπό τον Κώστα Σημίτη έκανε μία μεγάλη στροφή στην εξωτερική της πολιτική και στον τρόπο που αντιμετώπιζε τις σχέσεις Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την πλήρη αντίθεσή της στην ενταξιακή πορεία της γειτονικής χώρας, η Ελλάδα έγινε θιασώτης της. Καθώς οι σχέσεις καλής γειτονίας είναι βασικό προαπαιτούμενο για την επιτυχή ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, η τότε Ελληνική Κυβέρνηση είχε πολύ σωστά υπολογίσει, ότι η Τουρκία στην πορεία του χρόνου θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει τις επεκτατικές της βλέψεις θα συμμορφωνόταν με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.

Αυτή η στρατηγική, όμως, δεν εφαρμόστηκε σε κενό αέρος. Αντιθέτως ξεδιπλώθηκε σε μια εποχή όπου η Τουρκία ήταν στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Επιπρόσθετα, αντανακλούσε συγκεκριμένες προτεραιότητες και επιλογές, ειδικά σε σχέση με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Ακόμη περισσότερο, επέτρεψε στην Ελλάδα να σταματήσει να χρησιμοποιείται ως το άλλοθι ευρωπαϊκών κρατών – μελών, και ειδικότερα της Γερμανίας και της Γαλλίας, πίσω από τον οποίο έκρυβαν την άρνησή τους να δεχτούν την Τουρκία ως υποψήφια χώρα.

20 χρόνια όμως μετά, η πολιτική αυτή φαίνεται να έχει φτάσει στα όριά της. Πλέον η Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας φαίνεται να μην ενδιαφέρει ούτε την Ένωση αλλά ούτε και την Τουρκία. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις προχωρούσαν με πολύ αργό ρυθμό και έχουν παγώσει τα τελευταία χρόνια. Ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και την Συνταγματική αναθεώρηση που ακολούθησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε επισήμως την επίσημη αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων καθώς η Τουρκία έχει πάψει να σέβεται βασικές αρχές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Κανείς δεν περιμένει ότι η Τουρκία θα γίνει ποτέ μέλος της Ένωσης. Η Ελλάδα βέβαια δεν μπορεί να πρωτοστατήσει στην αλλαγή της πολιτικής αυτής αλλά αντί να στρουθοκαμηλίζουμε, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το plan B.

Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν ξεκινήσει ήδη οι συζητήσεις για το μέλλον των Ευρω-Τουρκικών σχέσεων. Η χώρα μας λόγω της γεωγραφικής της θέσης θα είναι αυτή που θα υποστεί τις μεγαλύτερες συνέπειες. Για το λόγο αυτό πρέπει να συμμετάσχουμε σε αυτές τις συζητήσεις με ολοκληρωμένες προτάσεις που θα διασφαλίζουν τα εθνικά μας συμφέροντα. Δεν πρέπει να αφήσουμε η Τουρκία να μετεξελιχθεί σε έναν απλό εμπορικό εταίρο που θα εκμεταλεύεται τα ευεργετήματα της Τελωνειακής Ένωσης χωρίς υποχρεώσεις σε πολιτικό επίπεδο ή να αποδεχθούμε τον υπονομευτικό ρόλο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Πρέπει να διατηρήσουμε το κεκτημένο της Συμφωνίας στο Ελσίνκι, όπου οι όποιες Ελληνοτουρκικές διαφορές μετεξελίχθηκαν σε Ευρωτουρκικές. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την ολοένα και αυξανόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα