ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΡΙΝΗ/ 24 MEDIA LAB

Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ “ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ” ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΛΥΕΤΑΙ

Ένας συλλογικός τόμος που έρχεται να δείξει ότι σε ένα περιβάλλον μόνιμης κρίσης, δεν είναι αδυναμία να νοιαζόμαστε. Μιλήσαμε με έναν από τους συγγραφείς του, τον ακαδημαϊκό Ανδρέα Χατζηδάκη.

Χρηματοπιστωτική κρίση, προσφυγική κρίση, κλιματική κρίση, πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος. Το σπιράλ της αβεβαιότητας που ζούμε εδώ και 15 χρόνια μας διδάσκει συνεχώς πράγματα, άσχετα αν εμείς συνήθως αγνοούμε τα μαθήματα. Ένα από αυτά είναι το πόσο ανάγκη έχουμε την φροντίδα. Ή, αν θέλετε, πόσο έρχεται να προστεθεί στις προηγούμενες και η κρίση της φροντίδας. Τη μετατρέψαμε σε προϊόν και την απομονώσαμε σε μια γωνία του σύγχρονου lifestyle βάζοντας αρνητικό πρόσημο στην αλληλεξάρτηση. Θεωρώντας, δηλαδή, αδυναμία όχι μόνο το να νοιάζεσαι αλλά (κυρίως) το να θες να νοιάζονται για σένα.

Η πανδημία ήρθε με εμφατικό τρόπο να αναδείξει αυτήν την κρίση. Όταν ξαφνικά απομονωθήκαμε, συνειδητοποιήσαμε την αξία της συνύπαρξης που μέχρι τότε παίρναμε για δεδομένη. Αλλά είδαμε και τη μεγάλη εικόνα, ειδικά στη χώρα μας: το τίμημα της ανεπαρκούς συντήρησης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, της «εξυγίανση» όταν χρησιμοποιείται ως ευφημισμός της αποδυνάμωσης, της επί χρόνια δυσφήμησης του ιατρονοσηλευτικού προσώπου (…που μετά βγαίναμε στα μπαλκόνια να χειροκροτήσουμε).

5 ακαδημαϊκοί στη Μεγάλη Βρετανία αποφάσισαν να σχηματίσουν την «Κολεκτίβα της Φροντίδας» (The Care Collective) για να επανανοηματοδοτήσουν την ανάγκη της. Ξεκίνησαν ως λέσχη ανάγνωσης και μετά από δύο χρόνια ατέλειωτων συζητήσεων παρέδωσαν Το Μανιφέστο της Φροντίδας, έναν συλλογικό τόμο που δεν έχει σκοπό μόνο να κατακρίνει την κορπορατική αναλγησία κυβερνήσεων και πολυεθνικών αλλά να προτείνει και λύσεις. (Στο μεταξύ προέκυψε και η πανδημία, κι ο προοδευτικός εκδοτικός οίκος Verso τους προέτρεψε να επισπεύσουν για να συνδεθούν με το επίκαιρο.)

Ανάμεσά τους κι ο Ανδρέας Χατζηδάκης, καθηγητής Μάρκετινγκ και Καταναλωτικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Royal Holloway του Λονδίνου. Απάντησε στις ερωτήσεις μας για την πολιτική της φροντίδας, τη λεπτή γραμμή μεταξύ ευχολογίου και πρότασης, την αποενοχοποίηση της αλληλεξάρτησης…

Ανδρέας Χατζηδάκης

Πώς προέκυψε η ιδέα του Care Collective; Πώς πάρθηκε η απόφαση να φύγει από τα όρια της ακαδημίας και να έρθει σε επαφή με το ευρύ κοινό;
Η «Κολεκτίβα της Φροντίδας» (Care Collective) ξεκίνησε ως πρωτοβουλία ανάγνωσης βιβλίων. Γνωριζόμασταν από διάφορους ακαδημαϊκούς κι ακτιβιστικούς κύκλους, και κάποια στιγμή αποφασίσαμε να μελετήσουμε και να στοχαστούμε από κοινού την έννοια της φροντίδας. Μετά από περίπου δύο χρόνια ανάγνωσης, ξεκινήσαμε να γράφουμε το Μανιφέστο. Είχαμε πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη να οραματιστούμε έναν εναλλακτικό κόσμο που θα έβαζε τη φροντίδα στο κέντρο της ύπαρξής του. Η φροντίδα δεν είναι κάτι που αφορά μόνο αυτούς κι αυτές που δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους. Ούτε κάτι με το οποίο θα έπρεπε να ασχολούνται κυρίως οι γυναίκες, οι (κακο)πληρωμένες μετανάστριες και γενικά όσες και όσοι είναι έξω από τον κύκλο του δημόσιου λόγου και της «παραγωγικής» οικονομίας. Η φροντίδα (ή και η έλλειψη αυτής) είναι εγγενής σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις και κλίμακες της καθημερινής ζωής. Θέλαμε επίσης το όραμα αυτό να βρει την καλύτερη δυνατή απήχηση – εξού και η απόφαση μας να προσεγγίσουμε έναν εκδοτικό οίκο (Verso) με ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

Τα τελευταία 15 χρόνια ζούμε μια τρικυμία που έκανε την κρίση μόνιμη πραγματικότητα. Αυτό τι μας δείχνει; Ότι έχουμε ανάγκη για περισσότερη φροντίδα ή ότι την είχαμε παραμελήσει;
Και τα δύο. Όπως γράφουμε στο μανιφέστο, κι όπως έχουν πει άλλωστε κι άλλες/άλλοι πριν από εμάς, η έλλειψη, υποτίμηση κι «αορατοποίηση» της φροντίδας είναι δομική. Πηγάζει από μία βαθιά αντίφαση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής κι οργάνωσης: την προφανή ανάγκη διατήρησης της ζωής και την ταυτόχρονη αποσταθεροποίησή της από την τυφλή προτεραιοποίηση της συσσώρευσης κέρδους. Η λύση γι’ αυτή την αντίφαση, όπως λέει και η Έμμα Ντάουλινγκ, είναι μια σειρά από συνεχόμενα «μπαλώματα»: η εμφυλοποίηση και περιθωριοποίησή της, η συστημική της ανάθεση σε εργάτριες του παγκόσμιου Νότου, η εμπορευματοποίηση κι αυτοματοποίησή της. Τέτοια μπαλώματα όμως είναι από τη φύση τους προσωρινά κι επιφανειακά. Μεταφέρουν την κρίση για αργότερα, ενώ παραβλέπουν τις δομικές αιτίες που την προκάλεσαν.

Δημιουργεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής το ζητούμενο του «σκληραγωγημένου» ανθρώπου/εργαζόμενου-ης/ φίλου-ης/ συντρόφου κι εραστή κτλ.; Δαιμονοποιεί την αναζήτησή φροντίδας ως ένδειξη αδυναμίας; Ένας από τους πλέον διαβασμένους «γκουρού» της εποχής, ο Τζόρνταν Πίτερσον, θεωρεί όσους την έχουν ανάγκη «κακομαθημένους softies»…
Ναι. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής στηρίζεται στο φαντασιακό του ατομικισμού και της ανταγωνιστικής κατανάλωσης. Πρέπει όλοι να είμαστε ανεξάρτητοι κι ανεξάρτητες, δηλαδή επιχειρηματίες του εαυτού μας, και να επενδύουμε διαρκώς στο βιογραφικό μας, στο brand που προβάλλουμε στα κοινωνικά μίντια κ.ο.κ. Με πιο κοινωνιολογικούς όρους αν θες, να επενδύουμε στη διαρκή ανέλιξη του πολιτισμικού και οικονομικού μας κεφαλαίου. Σε αυτό το μοντέλο η αλληλεξάρτηση και η ευαλωτότητα θεωρούνται αδυναμίες. Για εμάς όμως, είναι αναπόσπαστα κομμάτια της ανθρώπινης ύπαρξης μας. Μόνο μέσα από την εναγκαλίαση τους και την ενίσχυση των συλλογικών μας θεσμών και υποδομών φροντίδας μπορούμε να γίνουμε πιο δυνατοί και δυνατές απέναντι σε οποιαδήποτε κρίση. Όπως λέει και η Τζούντιθ Μπάτλερ – παίζοντας με το γνωστό απόφθεγμα της Σιμόν Ντε Μπόβουαρ «δεν γεννιόμαστε γυναίκες, γινόμαστε γυναίκες» – «δεν γεννιόμαστε ανεξάρτητοι, γινόμαστε ανεξάρτητες». Η επιπλέον ειρωνεία είναι ότι αυτοί κι αυτές που δηλώνουν ανεξάρτητες και δυνατοί είναι συνήθως οι πιο εξαρτημένοι-ες από μια σειρά από υπηρεσίες φροντίδας: από το καθάρισμα του σπιτιού τους μέχρι επισκέψεις σε ψυχολόγους και προσωπικούς μέντορες.

Η Ναομι Κλάιν σχολιάζοντας Το Μανιφέστο της Φροντίδας σημείωσε: «η φροντίδα πρέπει να πάψει να είναι εμπορεύσιμη ύλη: είναι μια πρακτική, μια θεμελιώδης αξία, μια βάση αρχών πάνω στην οποία νέες πολιτικές μπορούν και πρέπει να χτιστούν». Πώς μπορεί να γίνει εφικτό όταν π.χ. το “Medicare for All” είναι βασικό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης σε μια υπερδύναμη όπως οι ΗΠΑ, ενώ ακόμα και σε μια μικρότερη χώρα όπως η Ελλάδα δεν στάθηκε ούτε η πανδημία αφορμή για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας;
Αυτό μπορεί να γίνει εφικτό μόνο μέσα από την συλλογική συνειδητοποίηση ότι η λογική της αγοράς δεν συμβαδίζει με τη λογική της φροντίδας. Αξίες όπως η ενσυναίσθηση, η υπομονη, η αγάπη, η αφοσίωση κ.ο.κ. – απαραίτητα συστατικά των περισσότερων μορφών φροντίδας – δεν δύναται να ποσοτικοποιηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να επιφέρουν ευκαιρίες για κέρδος. Δεδομένης της αδυναμίας κέρδους, η αγορά τείνει να υποτιμάει και να παραβλέπει τέτοιες ποιοτικές μεταβλητές. Σε πολιτισμικό επίπεδο, ο θεσμός της αγοράς βασίζεται μεταξύ άλλων στην πεποίθηση ότι οι αξίες της (καταναλωτικής) επιλογής και ελευθερίας είναι πιο σημαντικές και επιθυμητές από την αλληλεξάρτηση και την φυσική-συναισθηματική επένδυση στις ανθρώπινες σχέσεις, αξίες που είναι εγγενείς στις μη εμπορευματοποιημένες σχέσεις φροντίδας. Φυσικά, η ταυτόχρονη απαξίωση του κράτους πρόνοιας ή/και η γραφειοκρατικοποίηση του δεν βοηθάει στο να γίνει αυτό αντιληπτό με περισσότερη ευκρίνεια.

Πού τραβιέται η γραμμή σχετικά με το τι είναι προοδευτικό ευχολόγιο και το τι εφικτή πολιτική πρόταση όσον αφορά το περιεχόμενο του Μανιφέστου;
Θα έλεγα ότι αυτή είναι μια γραμμή που τραβιέται κι αναπροσαρμόζεται συνεχώς ανάλογα με τις εξελίξεις. Για παράδειγμα, ο πόλεμος της Ουκρανίας πήγε σχεδόν οποιαδήποτε προσπάθεια ανάδειξης κι αντιμετώπισης της κρίσης της φροντίδας τραγικά βήματα πίσω – από την επανατοποθέτηση κρατικών κονδυλίων σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς αντί για περισσότερες υπηρεσίες πρόνοιας και φροντίδας, μέχρι την επιστροφή σε μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ο πλανήτης όμως συνεχίζει να φλέγεται και οι ανάγκες μας για φροντίδα αυξάνονται. Αυτά που ίσως κάποιοι και κάποιες θεωρούν προοδευτικά ευχολόγια σε λίγα χρόνια μπορεί να αποδειχτούν άμεσα διλήμματα μεταξύ ανθρώπινης επιβίωσης και καθολικής παρακμής.

Στο τέλος της ημέρας, έχει η φροντίδα πολιτικό/ιδεολογικό πρόσημο;
Δεν υπάρχει φροντίδα χωρίς πολιτικό ή ιδεολογικό πρόσημο, όπως δεν υπάρχει και πολιτική που να μην εμπεριέχει λογικές φροντίδας και αφροντισίας. Αυτό είναι κάτι που το φεμινιστικό κίνημα έκανε σαφές, για παράδειγμα, όσον αφορά την θηλυκοποίηση της φροντίδας: την ιδέα ότι οι ανδρικές εργασίες πληρώνονται με μισθούς ενώ οι γυναικείες εργασίες φροντίδας, και δη αυτές που γίνονται στο σπίτι δεν θεωρούνται έμμισθη εργασία αλλά κάτι που αυτονόητα οι γυναίκες κάνουν καλύτερα και που απολαμβάνουν από τη φύση τους. Για αυτό δεν πληρώνονται με λεφτά παρά μόνο με «αγάπη». Οτιδήποτε κάνουμε, από τον τρόπο που φροντίζουμε τους κοντινούς, και τους όχι τόσο κοντινούς, μας ανθρώπους, μέχρι αυτά που θεωρούμε αυτονόητα ή όχι τόσο αυτονόητα περί τι τύπου φροντίδας αξίζουμε, προσδιορίζονται από εκάστοτε πολιτικές και ιδεολογίες φροντίδας. Σκοπός του μανιφέστου μας λοιπόν είναι να προβάλλουμε το πολιτικό υπόβαθρο της φροντίδας, και να οραματιστούμε έναν κόσμο που θα είναι ουσιαστικά φροντιστικός για όλες, όλα, όλους.

Το εξώφυλλο του βιβλίου

(Απόσπασμα από την εισαγωγή του τόμου)

Αλλά, ποιοι είμαστε εμείς που μιλάμε για φροντίδα και τι ακριβώς εννοούμε λέγοντας «φροντίδα»; Η «Κολεκτίβα της Φροντίδας» ξεκίνησε αρχικά ως πρωτοβουλία ανάγνωσης βιβλίων – ήμασταν ακαδημαϊκοί και ακτιβίστριες σε διάφορα κινήματα περιβαλλοντολογικής και κοινωνικής δικαιοσύνης. Αποφασίσαμε να διαβάσουμε και να σκεφτούμε συλλογικά την έννοια της φροντίδας και τις πολλαπλές πτυχές της. Θελήσαμε να κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος αυτό που ήδη βλέπαμε ως μία τρομακτικά πολυδιάστατη και αμιγώς παγκόσμια κρίση φροντίδας: αυξανόμενες εισοδηματικές ανισότητες, ατελείωτοι πόλεμοι, άνοδος του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, επικείμενη περιβαλλοντική καταστροφή.

Μετά περίπου δύο χρόνια ανάγνωσης και ατελείωτων συζητήσεων, αποφασίσαμε να γράψουμε το Μανιφέστο. Ένα από τα κύρια κίνητρά μας ήταν η ανάγκη να οραματιστούμε έναν εναλλακτικό κόσμο που θα έβαζε τη φροντίδα στο ουσιαστικό κέντρο της ύπαρξής του. Έναν κόσμο, με άλλα λόγια, που θα έπαιρνε τη φροντίδα στα σοβαρά: όχι ως κάτι με το οποίο ασχολούνται τα θηλυκά και συναισθηματικά υποκείμενα, οι (κακο)πληρωμένες μετανάστριες και γενικά όσες και όσοι είναι έξω από τον κύκλο των επίσημων συζητήσεων και της «παραγωγικής» οικονομίας. Κάπως κουρασμένες και κουρασμένοι με τις δυστοπικές προβλέψεις του μέλλοντος, θελήσαμε να αντιπροτείνουμε ένα πιο προοδευτικό, αν όχι ουτοπικό, σενάριο.

(…) Πού βρισκόμαστε τώρα; Στην Ελλάδα της αφροντισίας, των γυναικοκτονιών, των οικονομικών πολιτικών της λιτότητας, των καταστρεπτικών πυρκαγιών και της ευρύτερης εμπέδωσης του ατομικισμού. Πολλοί και πολλές ελπίζανε, όπως κι εμείς, ότι η παγκόσμια εμπειρία του Covid-19 θα εξελισσόταν σε ένα ιστορικό μάθημα για τη συλλογική μας τρωτότητα, αλληλεξάρτηση κι επιτακτική ανάγκη για πιο συνεργατικούς και συλλογικούς τρόπους συμβίωσης. Αντ’ αυτού, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι ίσως το αντίθετο να έχει επιτευχθεί. Μία πρόσφατη επαναληπτική έρευνα ερωτηματολογίου στην Αυστραλία για παράδειγμα, βρήκε ότι οι πολίτες της μετα-κόβιντ εποχής έχουν γίνει πιο συντηρητικοί και νοιάζονται εμφανώς λιγότερο για την κοινωνία και το περιβάλλον σε σύγκριση με αντίστοιχες απαντήσεις των ετών 2017, 2018 και 2019.

Η έννοια της φροντίδας εξακολουθεί πεισματικά να έχει ιδιαίτερη, και κάπως αφοπλιστική, ψυχοκοινωνική δύναμη. Ήρθε η ώρα να την πολιτικοποιήσουμε.

Κι όμως, στη χιονισμένη Αθήνα του προηγούμενου Φεβρουαρίου, τυχαίες περαστικές και κάτοικοι προσπαθούν με κάθε μέσο να σώσουν τις πορτοκαλιές και τις νεραντζιές που αγκομαχούν από το υπερβολικό βάρος του χιονιού. Λίγους μήνες μετά, στις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου, άγνωστες ανοίγουν τα σπίτια τους σε πυρόπληκτους αγνώστους για όσο καιρό χρειαστεί μέσω κοινωνικών δικτύων και νεοσύστατων πλατφορμών. Είναι σαν οι πιο προοδευτικές μορφές φροντίδας να είναι πάντα σε επαγρύπνηση, έτοιμες να ενεργοποιηθούν. Κι όμως, διαρκώς απειλούνται και επισκιάζονται από θεσμούς και συστημικούς παράγοντες που επιμένουν να διαφημίζουν και να προβάλλουν ως αρετές την αφροντισία και τις πιο συντηρητικές λογικές φροντίδας (που εστιάζουν στους «δικούς μας», τους «ανθρώπους σαν εμάς» κ.ο.κ.).

Τι θα γινόταν αν η φροντίδα ήταν το πρωταρχικό και κύριο μέτρο με το οποίο διαρκώς φιλτράρουμε τους πάντες και τα πάντα; Από τη μία, απέχουμε πολύ από το ουτοπικό όραμα του Μανιφέστου. Από την άλλη, η έννοια της φροντίδας εξακολουθεί πεισματικά να έχει ιδιαίτερη, και κάπως αφοπλιστική, ψυχοκοινωνική δύναμη. Ήρθε η ώρα να την πολιτικοποιήσουμε. Με άλλα λόγια, καιρός να πάρουμε τη φροντίδα στα σοβαρά.

«Το Μανιφέστο της Φροντίδας» κυκλοφορεί στα ελληνική από τις εκδόσεις ΡΟΠΗ. Το Σάββατο 7/5, στις 17.00, θα γίνει παρουσίαση του βιβλίου στο Goethe Institut Athen (Ομήρου 14-16). Συνομιλούν οι: Αθηνά Αθανασίου-Αντρέας Χατζηδάκης-Μαριάννα Φωτάκη-Jamie Hakim-Lynne Segal και συντονίζει η Ειρήνη Αβραμοπούλου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα