Να υπάρξει πλέον κοινή πολιτική για την υγεία, αλλά με σοβαρή ενίσχυση των δαπανών και του δημόσιου τομέα
Η πολιτική της ΕΕ για την υγεία έως τώρα συμπληρώνει τις εθνικές πολιτικές, στην πράξη όμως καθοδηγεί και σπρώχνει τα κράτη μέλη στην ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, σε βάρος του δημοσίου. Τι συμβαίνει τα -πολλά- τελευταία έτη
- 27 Μαρτίου 2020 07:41
Η κρίση του κορονοϊού φέρνει στο προσκήνιο πολλά δομικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αποδείχτηκε με την τηλεδιάσκεψη του Συμβουλίου Κορυφής την Πέμπτη, που κατέληξε στο διχασμό των ηγετών μετά την άρνηση για το ευρωομόλογο.
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αναδεικνύει η κρίση του κορονοϊού είναι ασφαλώς η πολιτική για την υγεία που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολιτική που συμπληρώνει τις εθνικές πολιτικές, ουσιαστικά όμως καθοδηγεί τα κράτη μέλη στην περικοπή των δημοσίων δαπανών για την υγεία και την όλο και μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση του κλάδου υγείας.
Η προώθηση των ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα) οδήγησαν σε μεταφορά μεγάλων κεφαλαίων από το δημόσιο σε ιδιωτικά συμφέροντα, ενώ ευρωβουλευτής κατέθεσε στοιχεία πως οι Βρυξέλλες ζήτησαν πάνω από 50 φορές από τα κράτη-μέλη να μειώσουν τις δαπάνες για την υγεία, αποδεικνύοντας ότι η πολιτική στον κλάδο δεν αποτελεί ακριβώς προνόμιο των χωρών!
Χαρακτηριστικό των περικοπών είναι ότι φημισμένα συστήματα υγείας κατέρρευσαν, δεκάδες χιλιάδες γιατροί και πολύ περισσότεροι νοσηλευτές τα εγκατέλειψαν (ή απολύθηκαν), μειώθηκαν οι οργανικές θέσεις σε αυτά, την ίδια στιγμή που οι πολίτες πλήρωναν περισσότερους φόρους, αλλά όταν χρειαζόταν υγεία δεν την είχαν πάντοτε και –αν είχαν χρήματα- θα έπρεπε να προσέφευγαν στα ιδιωτικά ιατρεία και στις ιδιωτικές κλινικές. Μόνο στην Ελλάδα οι δαπάνες για την υγεία, τα πρώτα χρόνια των Μνημονίων, σημείωναν περικοπές που πλησίαζαν διψήφιο αριθμό, ενώ το δημόσιο σύστημα υγείας δέχτηκε συκοφαντική επίθεση ακόμα και από κάποιους που σήμερα καλούν τους πολίτες να χειροκροτούν στα μπαλκόνια τους ήρωες γιατρούς και νοσηλευτές.
Τα χρόνια αυτά, άλλωστε, κυβερνήσεις συνέβαλαν ώστε τομείς της δημόσιας υγείας, όπως πχ το φάρμακο, να αποτελούν πεδία σκανδάλων και καταλήστευσης του δημοσίου χρήματος, με πρωταγωνιστές πολλές φορές κρατικά στελέχη αλλά και πολιτικούς και μέσα ενημέρωσης. Μόνο τυχαίο γεγονός δεν αποτελεί η δημιουργία μεγάλων λόμπι στο χώρο της υγείας, με κάποια από αυτά μάλιστα –όπως είναι κοινό μυστικό- να στεγάζονται πολύ κοντά στα γραφείς της ΕΕ, στις Βρυξέλλες.
Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό, πως μετά την έλευση του ιού Sars πριν από 17 χρόνια, δεν υπήρξαν έρευνες για την αντιμετώπιση της μετεξέλιξής του και νέων επιδημιών και πανδημιών από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες επικέντρωσαν τις έρευνές τους σε τομείς κατ’ εξοχήν κερδοφόρους, όπως ο καρκίνος, το βιάγκρα και το αλτσχάιμερ, με αποτέλεσμα να βρεθούμε τελείως ανέτοιμοι απέναντι στο νέο ιό! Χαρακτηριστικό δε της υποβάθμισης του τομέα της υγείας είναι ότι η νέα –πολυδιαφημισμένη- Κομισιόν ανέθεσε το χαρτοφυλάκιο της υγείας σε πρόσωπο χωρίς ιδιαίτερο κύρος, και συγκεκριμένα την Κύπρια Επίτροπο.
Η έλευση του κορονοϊού, ωστόσο, αλλάζει(;) τα δεδομένα. Κύκλοι στις Βρυξέλλες εκτιμούν πως πλέον ο τομέας της υγείας θα πρέπει να αποτελέσει τομέα της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Δυνάμεις στο Ευρωκοινοβούλιο συμφωνούν, υπό την προϋπόθεση πως θα υπάρξει σοβαρή ενίσχυση του δημόσιου τομέα. Η συζήτηση που αρχίζει να ξεκινά για την κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για την υγεία προβλέπεται μακρά, αν και εφόσον κρίνουμε από το διχασμό για το ευρωομόλογο δύσκολα θα είναι και αποτελεσματική…