Τα σεξουαλικά εγκλήματα σχετίζονται και με το DNA

Τα σεξουαλικά εγκλήματα σχετίζονται και με το DNA

Έρευνα δείχνει πως τα γονίδια οδηγούν, σε μεγάλο βαθμό, στην διενέργεια σεξουαλικών εγκλημάτων. Δεν υπάρχει το «γονίδιο του βιαστή», τονίζουν οι επιστήμονες

Τα σεξουαλικής φύσης εγκλήματα έχουν και μια σημαντική κληρονομική διάσταση, καθώς πραγματοποιούνται πιο συχνά από μέλη ορισμένων οικογενειών, σύμφωνα με μια νέα σουηδοβρετανική επιστημονική έρευνα.

Η μελέτη είναι η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα και η σημαντικότερη, όσον αφορά την αναζήτηση των γενετικών αιτίων της σεξουαλικής εγκληματικότητας. Δείχνει ότι υπάρχει αξιοσημείωτο γενετικό υπόβαθρο, καθώς κάποιος άνδρας έχει πενταπλάσια πιθανότητα (σε σχέση με ένα μέσο άνθρωπο) να διαπράξει ένα σεξουαλικό έγκλημα, αν έχει πατέρα ή αδελφό που έχει καταδικαστεί για κάτι ανάλογο.

Οι ερευνητές του ιατρικού πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Στοκχόλμης και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχιατρικής επιδημιολογίας Νίκλας Λάνγκστρομ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο διεθνές επιδημιολογικό περιοδικό “International Journal of Epidemiology”, σύμφωνα με τις βρετανικές «Γκάρντιαν» και «Ιντιπέντεντ», ανέλυσαν στοιχεία για 21.566 άνδρες που είχαν καταδικαστεί για βιασμό, σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, παιδοφιλία και άλλα παρεμφερή εγκλήματα στη διάρκεια σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου το 2,5% των πατέρων και αδελφών αυτών των καταδικασμένων είχαν και οι ίδιοι καταδικαστεί για τέτοιες υποθέσεις στο παρελθόν. Το αντίστοιχο ποσοστό διάπραξης σεξουαλικών εγκλημάτων από στενούς συγγενείς είναι μόνο 0,5% στον γενικό πληθυσμό, πράγμα που δείχνει ότι η διενέργεια τέτοιων πράξεων είναι και θέμα γονιδίων.

Όπως δήλωσε ο Λάνγκστρομ, εκτιμάται ότι τα σεξουαλικά εγκλήματα εξαρτώνται σε ποσοστό περίπου 60% από διάφορους περιβαλλοντικούς παράγοντες και 40% από γενετικούς. Ο ίδιος τόνισε πάντως ότι «αυτό δεν σημαίνει πως οι γιοί και τα αδέλφια ενός ατόμου που διέπραξε σεξουαλικό έγκλημα, αναπόφευκτα θα κάνουν το ίδιο».

Οι επιστήμονες υπογράμμισαν επίσης -προς αποφυγή παρεξηγήσεων- ότι δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο «γονίδιο του βιαστή» ή της σεξουαλικής εγκληματικότητας. Αντίθετα, πρόκειται για έναν «αστερισμό» γονιδίων, τα οποία από κοινού προδιαθέτουν κάποιον να προβεί σε ένα σεξουαλικής φύσης αδίκημα.

Τα γονίδια επηρεάζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και αυτή, με τη σειρά της, επηρεάζει τις ψυχολογικές λειτουργίες και την προσωπικότητα ενός ανθρώπου. Δεν μπορεί να αποκλειστεί πάντως ότι μελλοντικές έρευνες θα εντοπίσουν πιο συγκεκριμένα γονίδια που αυξάνουν τη γενετική ροπή στο σεξουαλικό έγκλημα.

Το 60% της αιτιολογίας που αποδίδεται στο περιβάλλον, διακρίνεται αφενός σε κοινούς παράγοντες για όλη την οικογένεια (ανατροφή γονιών, εκπαίδευση, γειτονιά κ.α.) που αφορούν μόνο το 2% και αφετέρου σε εξατομικευμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες (τραύμα στο κεφάλι ή άλλο ιατρικό πρόβλημα, παιδική κακοποίηση από συγγενή, κακή επιρροή φίλων, προσωπικές εμπειρίες κ.α.) που αφορούν το 58%.

Οι ερευνητές επεσήμαναν επίσης πως το γεγονός ότι τα γονίδια παίζουν σημαντικό ρόλο στη «δημιουργία» ενός σεξουαλικού εγκληματία, δεν σημαίνει ότι αυτός έχει μικρότερη προσωπική ευθύνη γι’ αυτές τις απεχθείς πράξεις του.

Πηγή

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα