ΤτΕ: Πιάσαμε τους στόχους για τα κόκκινα δάνεια
Λίγο πριν το τέλος του έτους, οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν- μέσα από πωλήσεις δανείων αλλά και από διαγραφές- να πιάσουν τους στόχους που είχαν θέσει στα business plans και να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια
- 05 Δεκεμβρίου 2017 15:30
Πολύ θετική εξέλιξη που καταγράφεται και πιστοποιείται από τη σημερινή έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για την πορεία των επιαφαλειών το γ΄ τρίμηνο. Αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί ότι μειώθηκαν τόσο τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), όσο και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ( ΜΕΑ, αυτά που αφορούν και ρα ρυθμισμένα που ξαναγυρίζουν στο κόκκινο).
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου του 2017, που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, τα ΜΕΑ άγγιξαν τα 99,14 δισεκ. ευρώ και τα ΜΕΔ τα 70,24 δισεκ. ευρώ, μεγέθη χαμηλότερα κατά 0,8% (ή 796 εκατ. ευρώ) και 0,1% (ή 89 εκατ. ευρώ) αντίστοιχα από το στόχο που είχε αρχικώς τεθεί.
Όπως επισημαίνεται η θετική αυτή επίδοση αυτή ήταν αποτέλεσμα κυρίως των πωλήσεων δανείων σε τρίτους και των διαγραφών, που συνολικά μείωσαν τα ΜΕΑ κατά 2,5 δις. ευρώ, αντισταθμίζοντας τις νέες εισροές κόκκινων δανείων.
Κι αυτό διότι ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate), αν και μειώθηκε για πρώτη φορά εντός του 2017, αγγίζοντας το 2%, ξεπερνώντας όμως και πάλι το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και αναδεικνύοντας ξανά τις διαγραφές δανείων ως το σημαντικότερο μέσο μείωσης των ΜΕΑ.
Για αυτό το τρίμηνο εξαιρετικά σημαντική υπήρξε και η επίδραση των πωλήσεων, οι οποίες αφορούσαν όμως σχεδόν στο σύνολό τους μεμονωμένη συναλλαγή συγκεκριμένης τράπεζας. Οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε 1,1 δισεκ. ευρώ για το τρίτο τρίμηνο, αγγίζοντας τα 4,4 δισεκ. ευρώ για το εννεάμηνο.
Οι πωλήσεις δανείων αντίστοιχα ανήλθαν σε 1,4 δισεκ. ευρώ για το τρίτο τρίμηνο, αγγίζοντας τα 1,8 δισεκ. ευρώ για το εννεάμηνο. Οι σημαντικότερες εισροές ΜΕΑ παρατηρήθηκαν και αυτή την περίοδο στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, αλλά αντισταθμίστηκαν από τον υψηλό ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων στο εν λόγω χαρτοφυλάκιο. Η μείωση των ΜΕΑ που προήλθε από εισπράξεις και ρευστοποιήσεις ήταν περιορισμένη.
Όπως προαναφέρθηκε, τον κυριότερο παράγοντα μείωσης αποτέλεσαν οι διαγραφές και πωλήσεις δανείων, ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
Αξιοσημείωτο είναι το ποσοστό των ΜΕΑ που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων, το 14,5% των ΜΕΑ τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό το ποσοστό ξεπερνά το 30%.
Ο δείκτης ΜΕΑ παραμένει υψηλός στα περισσότερα χαρτοφυλάκια. Στο τέλος του Σεπτεμβρίου του 2017, άγγιζε το 43,3% για το στεγαστικό, το 53,2% για το καταναλωτικό και το 43,6% για το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
Στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, η μεγαλύτερη συγκέντρωση ΜΕΑ παρατηρείται στο χαρτοφυλάκιο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 66,5%), καθώς και στο χαρτοφυλάκιο των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ – δείκτης ΜΕΑ: 59,0%).
Σταθερά καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 24,5%) και στα ναυτιλιακά δάνεια (δείκτης ΜΕΑ: 34,8%).
Η κάλυψη από προβλέψεις σε επίπεδο συστήματος έχει μειωθεί οριακά, αγγίζοντας το 48,0% το Σεπτέμβριο του 2017, από 48,3% το Ιούνιο, κυρίως λόγω των εκτεταμένων διαγραφών και πωλήσεων δανείων, τα οποία είχαν υψηλή κάλυψη από προβλέψεις. Εφόσον συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων (με ανώτατη αξία το υπόλοιπο του δανείου προ προβλέψεων απομείωσης), η κάλυψη των ΜΕΑ που επιτυγχάνεται είναι σχεδόν πλήρης.
Οι αλλαγές στους στόχους
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, ο χρονικός ορίζοντας μείωσης των ΜΕΑ δεν έχει μεταβληθεί, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης θα επιτευχθεί κατά τα δύο τελευταία έτη, το 2018 και το 2019. Παρατηρούνται, ωστόσο, κάποιες διαφοροποιήσεις στους παράγοντες μείωσης των ΜΕΑ σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή. Συγκεκριμένα:
Συνεπώς το υπόλοιπο έναρξης των ΜΕΑ για τις ελληνικές εμπορικές και συνεταιριστικές τράπεζες κατά τη νέα στοχοθεσία (Ιούνιος 2017 – Δεκέμβριος 2019) διαμορφώθηκε στα 101,8 δισεκ. ευρώ (τα εν λόγω ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν ανοίγματα εκτός 3 ισολογισμού ύψους περίπου 1 δισεκ. ευρώ).
Οι τράπεζες στοχεύουν σε μείωση των ΜΕΑ κατά 37% κατά την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώνοντας το αναμενόμενο υπόλοιπο των ΜΕΑ στα 64,6 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019. Σημειώνεται ότι ο νέος στόχος είναι χαμηλότερος κατά 2,2 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την υποβολή του Σεπτεμβρίου του 2016.
Οι τράπεζες σκοπεύουν να επισπεύσουν την πώληση δανείων, κυρίως στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο και σε μικρότερο βαθμό στο καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες στοχεύουν σε επιπλέον πωλήσεις ύψους 4,7 δισεκ. ευρώ, αγγίζοντας τα 11,6 δισεκ. ευρώ συνολικές πωλήσεις για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019.
Μέρος των επιπλέον πωλήσεων (1,4 δισεκ. ευρώ) έχει ήδη πραγματοποιηθεί κατά το 3ο τρίμηνο του 2017 μέσω τιτλοποίησης και μεταφοράς ΜΕΑ από μη συστημική τράπεζα. – Επιπρόσθετα, οι τράπεζες σκοπεύουν να αυξήσουν τα ποσά των διαγραφών κατά περίπου 1,2 δισεκ. ευρώ, κυρίως στο χαρτοφυλάκιο λιανικής.
– Παρόλα αυτά, οι τράπεζες πραγματοποίησαν συντηρητικότερες εκτιμήσεις όσον αφορά τις καθαρές εισροές ΜΕΑ σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή στοιχείων.
Η εισροή νέων ΜΕΑ για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019 αυξάνεται κατά 1,2 δισεκ. ευρώ, ενώ αντίθετα η αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (curing) μειώνεται κατά 2,5 δισεκ. ευρώ.
Οι τράπεζες ενσωμάτωσαν στα μοντέλα τους χειρότερες μακροοικονομικές υποθέσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη υποβολή (ρυθμός αύξησης ΑΕΠ, διαθέσιμο εισόδημα), οι οποίες επηρέασαν το ρυθμό εκ νέου αθέτησης (re-default rate), καθώς και τις καθαρές εισροές ΜΕΑ.
Η χαμηλότερη αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων σχετίζεται σε ένα βαθμό και με τα υψηλότερα ποσά πωλήσεων και διαγραφών. – Οι λοιποί παράγοντες μείωσης των ΜΕΑ δεν παρουσιάζουν μεταβολή σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή. Οι εκποιήσεις καλύψεων παραμένουν κύριος παράγοντας ύψους 10,6 δισεκ. ευρώ.
Τα ΜΕΑ ως ποσοστό των συνολικών ανοιγμάτων αναμένεται να μειωθούν σταδιακά και να αγγίξουν το 35,2% το 2019. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι λίγο υψηλότερο από τον προηγούμενο στόχο του 33,9%, εξαιτίας των διαφορετικών παραγόντων μείωσης των ΜΕΑ, αλλά και της χαμηλότερης εκτιμώμενης πιστωτικής επέκτασης.
Για την ίδια περίοδο, τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια – ΜΕΔ) αναμένεται να μειωθούν κατά 47%, δηλαδή από 72,8 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2017 σε 38,6 δισεκ. ευρώ το 2019. Ο σχετικός δείκτης ΜΕΔ αναμένεται να μειωθεί από 36,1% σε 21,1% την ίδια χρονική περίοδο.