Μηχανή του Χρόνου: Η πλουσιότερη γυναίκα στην Αμερική που αρνήθηκε να πληρώσει για τη θεραπεία του γιου της
Κυκλοφορούσε στους δρόμους του Μανχάταν φορώντας ένα απλό και φθαρμένο μαύρο φόρεμα και δεν μιλούσε σε κανέναν. Tην αποκαλούσαν «μάγισσα της Wall Street» κι έμεινε στην ιστορία όχι γιατί υπήρξε η πλουσιότερη γυναίκα της Αμερικής και τεράστιο επιχειρηματικό μυαλό, αλλά ως η μεγαλύτερη τσιγκούνα
- 15 Μαρτίου 2018 14:47
Από την mixanitouxronou.gr
Η Χέτι Ρόμπινσον γεννήθηκε στη Μασαχουσέτη το 1834. Μεγάλωσε με τον πατέρα της και τον παππού της, καθώς η μητέρα της αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας. Η οικογένεια ήταν πλούσια και οι δύο άνδρες έμαθαν από νωρίς το μικρό κορίτσι να αγαπά το χρήμα. Μάλιστα από πολύ νεαρή ηλικία έμαθε θα διαβάζει εκθέσεις χρηματιστηριακών αγορών.
Ο αδερφός της είχε πεθάνει μικρός και οι γονείς της της άφησαν 5 εκατομμύρια δολάρια. Όταν αργότερα πέθανε και η θεία της, η οποία άφησε 2 εκατομμύρια δολάρια σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς, η Χέτι προσέβαλε τη διαθήκη σε δικαστήριο παρουσιάζοντας μια άλλη, η οποία ωστόσο αποδείχθηκε πλαστή.
Με τα κεφάλαια που διέθετε άρχισε της μπίζνες. Είχε ταλέντο στη διαπραγμάτευση των ακινήτων και ασχολήθηκε με τις αγοραπωλησίες σιδηροδρόμων. Δάνεισε τεράστια ποσά σε τράπεζες που κινδύνευαν με χρεοκοπία. «Αγοράζω όταν τα πράγματα είναι σε χαμηλές τιμές και κανείς δεν τα θέλει. Tα κρατάω μέχρι να αποκτήσουν αξία και μετά τα πουλάω», έλεγε το 1907 στους New York Times.
Παθολογική τσιγκουνιά
Παρά το γεγονός ότι οι άνδρες την κυνηγούσαν, η Χέτι δεν παντρεύτηκε πριν από τα 33 της. Επέλεξε για σύζυγό της τον επίσης πλούσιο Εντουαρντ Χένρι Γκριν, ο οποίος όμως δεν ήταν ούτε τόσο έξυπνος ούτε τόσο οικονόμος όσο η σύζυγός του. Η σχέση τους δεν πήγαινε πολύ καλά και ο λόγος δεν ήταν άλλος από το χρήμα. Η Χέτι δεν ξόδευε σχεδόν τίποτα σε αντίθεση με τον Εντουαρντ, ο οποίος ήταν πιο χαλαρός. Εκείνη προσπάθησε να διαχωρίσει τις περιουσίες τους, πράγμα ανήκουστο για την εποχή. Τελικά ο Έντουαρντ έφυγε από το σπίτι, αλλά όταν αρρώστησε επέστρεψε και η Χέτι τον φρόντισε λίγους μήνες μέχρι τον θάνατό του. Από τότε η Χέτι φορούσε ένα μαύρο φόρεμα για το οποίο πολλοί έλεγαν ότι δεν άλλαζε ποτέ.
Παρά τα πλούτη της, η Χέτι Γκριν έζησε μια υπερβολικά λιτή ζωή. Τα παιδιά της φορούσαν μεταχειρισμένα ρούχα, ενώ όταν πήγαινε σε εστιατόρια παζάρευε τις τιμές. Όταν ο γιος της είχε ένα ατύχημα και χτύπησε το πόδι του, τον πήγε σε μια κλινική. Οι γιατροί την αναγνώρισαν και ζήτησαν χρήματα και τότε εκείνη πήρε το παιδί κι έφυγε χωρίς να έχει θεραπευτεί το πόδι του. Για να μην ξοδέψει δεκάρα έγινε γιατρός του εαυτού της, όταν της παρουσιάστηκε κήλη. Έβαλε μια ράβδο στην κοιλιά της την οποία συγκρατούσε με τα εσώρουχά της. Γνώριζε ότι ο κόσμος δεν είχε καλή άποψη γι΄ αυτήν αλλά επέμενε στην άποψη να διατηρήσει τον τρόπο ζωής που είχε επιλέξει. «Δεν είμαι σκληρή γυναίκα» έλεγε σε συνεντεύξεις της. «Αλλά επειδή δεν έχω γραμματέα να ανακοινώνω κάθε πράξη μου, πολλοί με αποκαλούν στρυφνή, κλειστή και τσιγκούνα. Μου αρέσει να ζω ήσυχα, δεν μου αρέσει άλλος τρόπος ζωής».
Το τέλος
Καθώς γερνούσε, οι συνήθειές της γίνονταν όλο και πιο παράξενες. Μετακόμιζε συχνά σε φθηνά διαμερίσματα, παρά τα δεκάδες ακίνητα που είχε, ώστε να αποφεύγει τον Τύπο αλλά και τους επίδοξους κλέφτες. Κοιμόταν έχοντας μια αλυσίδα με κλειδιά από θυρίδες τυλιγμένη στη μέση της και με ένα όπλο δεμένο στο χέρι της. Η Χέτι Γκριν πέθανε το 1916 σε ηλικία 81 χρόνων μετά από μια σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων. Η περιουσία της τότε ξεπερνούσε τα 100 εκατομμύρια δολάρια. Οι New York Times έγραψαν πως «αν και η κυρία Γκριν ήταν μία από τις πλουσιότερες γυναίκες στην Ιστορία και είχε τον έλεγχο των σιδηροδρόμων, δεν είχε δικό της αυτοκίνητο». Τις τελευταίες μέρες της ζωή της τις πέρασε στο μικρό διαμέρισμα του γιου της.
Μετά τον θάνατό της τα παιδιά της άρχισαν να κάνουν μια ζωή που θα την έκανε έξαλλη. Ο γιος της έγινε συλλέκτης πανάκριβων αντικειμένων. Όταν η κόρη της πέθανε το 1961 άφησε όλη την περιουσία που είχε κληρονομήσει από τη μάνα της, σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς, ακολουθώντας το παράδειγμα της θείας. Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπήρχε κανείς να προσβάλει τη διαθήκη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ ΣΤΗ ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ