Μείωση κατά 2,5% της ανεργίας το Δ τρίμηνο του 2017
Στο 21,2% διαμορφώθηκε το ποσοστό ανεργίας το τέταρτο τρίμηνο του 2017 από 23,6% το ίδιο τρίμηνο του 2016 σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
- 15 Μαρτίου 2018 14:23
Το τέταρτο τρίμηνο του 2017 σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του προηγούμενου χρόνου το ποσοστό της ανεργίας εμφανίζεται αυξημένη κατά 1% σε σύγκριση με το το τρίτο τρίμηνο λόγω της εποχικής απασχόλησης στον τουρισμό που «παραδοσιακά» διακόπτεται μέσα στο φθινόπωρο.
Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.736.333 άτομα και των ανέργων ςε 1.006.844 άτομα από 3.648.600 που ήταν το τέταρτο τρίμηνο του 2016 καταγράφοντας αύξηση κατά 2,4% ενώ μειώθηκε κατά 2,3 % σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο
Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 10,4% σε ετήσια βάση φτάνοντας στο 1.006,800 άτομα από 1.124 000 που ήταν το ίδιο τρίμηνο του 2016.
Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας παρατηρούνται στις γυναίκες, (26,3% έναντι 17,3% των αντρών ) στα άτομα ηλικίας 15 – 19 ετών ( 53% ) , στη Δυτική Μακεδονία ( 29,1%) και στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει έως λίγες τάξεις Δημοτικού. Το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικού δυναμικού παρατηρείται στους άνδρες, στα άτομα ηλικίας 30 – 44 ετών, στο Βόρειο Αιγαίο, στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και στα άτομα ξένης υπηκοότητας.
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,5%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 6,9%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και έχει αυξηθεί σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Κατά το Δ’ τρίμηνο του 2017 το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (65,8%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (22,7%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εμφανίζεται αύξηση στους αυτοαπασχολούμενους με προσωπικό και μείωση για τις άλλες κατηγορίες, ενώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος, εμφανίζεται αύξηση στην απασχόληση σε όλες τις κατηγορίες.
Μεγαλύτερη συγκέντρωση παρουσιάζουν οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (23,2%), και οι επαγγελματίες (19,7%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, ενώ σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στους χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και εξοπλισμού.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (45,4%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40 – 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (27,3%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (85,4%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες, ενώ το 11,4% δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 2,8% δηλώνει ότι έχει και δεύτερη εργασία, ενώ το 2,2% αναζητά εργασία αν και εργάζεται.
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί απολύθηκαν (27,5%) είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (27,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό ανέργων εργαζόταν στους κλάδους ξενοδοχείων και εστίασης (19,0%).
Πρόβλημα η μακροχρόνια ανεργία
Πρόβλημα παραμένει η μακροχρόνια ανεργία αφού οι 7 στους 10 όσων αναζητούν εργασία (71,8%) αναζητά εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι), ενώ ποσοστό 92,7% των ανέργων αναζητά εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 23,4%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 12%.
Η πλειονότητα των μη ενεργών ηλικίας 15 – 74 ετών δεν έχει εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (47,0%) ή έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία τους εργασία (25,4%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται, επειδή συνταξιοδοτήθηκε (64,8%) ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (10,5%).Οι βασικοί λόγοι που δεν αναζητούν εργασία οι μη ενεργοί είναι το ότι βρίσκονται σε σύνταξη (38,4%) ή εκπαιδεύονται (23,8%).
Το 1,7% των μη ενεργών αναζητά εργασία, αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμο να την αναλάβει, και το 1,6% δεν αναζητά εργασία, επειδή πιστεύει ότι δε θα βρει ή δε γνωρίζει που θα απευθυνθεί.