Δημήτρης Πιατάς: Ο εθελοντισμός είναι κατάρα. Εφευρέθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες όταν έγινε πάρτυ από μίζες

Δημήτρης Πιατάς: Ο εθελοντισμός είναι κατάρα. Εφευρέθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες όταν έγινε πάρτυ από μίζες

"Ο εθελοντισμός είναι κατάρα, είναι ύβρις. Μακάρι να τον χτυπήσουμε" λέει ο Δημήτρης Πιατάς, με αφορμή την "Πανδημία"

Είναι αναμφισβήτητα ένας από τους πιο δημοφιλείς ηθοποιούς της σύγχρονης ελληνικής σκηνής και από τους πιο αγαπητούς κωμικούς της γενιάς του.

Μετά από μια πορεία 40 και πλέον χρόνων στο θέατρο που είχε πάντοτε γνώμονα την αντίσταση «σε πράγματα που έχουν μια ευτέλεια», ο Δημήτρης Πιατάς δοκιμάζει τις δυνάμεις του στη μεγάλη οθόνη. Αυτή τη φορά κρατώντας το ρόλο του σκηνοθέτη σε μία ταινία που μιλάει για την κρίση, γραμμένη και σκηνοθετημένη μες την κρίση.

Η «Πανδημία» έκανε την πανελλήνια πρώτη της στις «Νύχτες Πρεμιέρας», ενώ αναμένεται να πάρει διανομή σύντομα για τις κινηματογραφικές αίθουσες.

Στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα μεγάλου μήκους, ο ηθοποιός πρωταγωνιστεί σε μια «μαύρη κωμωδία μιας εμπριμέ χρεωκοπίας», όπως περιγράφει ο ίδιος την «Πανδημία», μια απόπειρα μείξης της μυθοπλασίας και του ντοκιμαντέρ με φόντο την οικονομική κρίση. Σε μια Αθήνα, όπου υφίσταται την επιδρομή ενός ιού «Του Συνδρόμου της Τζοκόντα» (ο ασθενής παύει να έχει αντίληψη του περιβάλλοντος και διαρκώς χαμογελά ενώ η κοινωνία είναι σε χρεοκοπία και καταρρέει), ένας διάσημος παρουσιαστής μιας τηλεοπτικής εκπομπής «σκουπίδι, βρώμικης, κίτρινης σαν τη ζωή» κρατάει καλά κρυμμένο ένα μυστικό που απειλεί να καταστρέψει τα πάντα.

«Δεν φιλοδοξώ να είμαι ο σκηνοθέτης κινηματογράφου και να ακολουθήσω ένα τέτοιο δρόμο» ξεκαθαρίζει ο Δημήτρης Πιατάς μιλώντας στο ΑΠΕ. «Είμαι ένας άνθρωπος που έχω κάνει καριέρα πλέον. Είμαι ικανοποιημένος από την πορεία μου στο χώρο και δεν έχω κανένα απωθημένο». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο λόγος που βρέθηκε πίσω από τις κάμερες είναι επειδή σαν μαχόμενος καλλιτέχνης, την ώρα της κρίσης που η χώρα και ο κόσμος δοκιμάζεται, δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχος και να κάνει πράγματα ουδέτερα ή αδιάφορα.

«Επειδή τα ΜΜΕ καλλιεργούν μια τέτοιου είδους αντιμετώπιση για όλους εμάς τους καλλιτέχνες, δηλαδή του να είμαστε μόνο διασκεδαστές και άνθρωποι του διαλείμματος και όχι να έχουμε ένα πιο σημαντικό και ουσιαστικό ρόλο, αποφάσισα και εγώ μαζί με φίλους και εθελοντές (ευτυχώς ήταν αρκετοί και πολύ αξιόλογοι) να δώσουμε και εμείς με τα δικά μας όπλα- εν προκειμένω με την ερμηνεία μας και το χιούμορ μας- και με απόλυτη ελευθερία την δική μας απάντηση στο τι είναι κρίση και στο τι βιώνει ο κόσμος και η χώρα μας. Αυτό είναι η «Πανδημία». Ένα δικό μας παιχνίδι, σε αυτό που συμβαίνει γύρω μας», εξηγεί .

 

Η ταινία φέρει την προσωπική του σφραγίδα από την αρχή μέχρι το τέλος. «Μοιραία ήμουν ο άνθρωπος-ορχήστρα. Τα έκανα όλα. Και τον σκηνοθέτη και τον ηλεκτρολόγο και την καθαρίστρια». Για εκείνον, ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία ζωής και ουσίας. «Η ταινία δεν ήταν εύκολο να δημιουργηθεί, όλη η διαδικασία κράτησε τρία χρόνια. Δεν υπήρχαν χρήματα, και αντίστοιχα ένας παραγωγός , ο οποίος να με υποστηρίξει ή να με υποχρεώσει να την τελειώσω γρήγορα. Ελπίζω ότι δεν θα πλήξει και ο θεατής. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι αν περιμένετε να δείτε μια ηλίθια ταινία σε σχέση με το τι υπάρχει στην αγορά, δεν είναι. Είναι κάτι άλλο. Δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα το κρίνω, αλλά ο κόσμος..».

Το πρώτο πλάνο της «Πανδημίας» ξεκινάει με μία ανακοίνωση της Πολιτείας, που ενημερώνει το κοινό ότι θεσπίζει μία νέα φορολογία, φορολογία θανάτου. Όσοι ζουν στην Ελλάδα οφείλουν να πληρώσουν υποχρεωτικά για το θάνατό τους. «Πολύ ανησυχώ ότι μπορεί να βάλω ιδέες στο υπουργείο Οικονομικών …» λέει ο ηθοποιός χαριτολογώντας και εξηγεί τους λόγους που τον οδήγησαν να κάνει αυτήν την ταινία τώρα. «Αν δεν υπήρχε κρίση, αν δεν υπήρχε φτώχια παντού γύρω μας, πιθανώς να μην την έκανα. Με αυτή την έννοια- αν θέλετε- εκμεταλλεύτηκα την ίδια την κρίση. Καμιά φορά μπορεί να ανθίσει ένα λουλούδι ακόμα και όταν το περιβάλλον είναι άνυδρο. Αυτή τη στιγμή υφιστάμεθα τα δεινά μίας «πανδημίας», ενός μικροβίου το οποίο μας οδηγεί στην απόλυτη κατάρρευση. Πρέπει να αντισταθούμε με οποιονδήποτε τρόπο. Εγώ έκανα αυτή την ταινία και είμαι μαχόμενος καλλιτέχνης οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί».

Όπως υποστηρίζει, αυτό που τον ενδιαφέρει όταν παράγει ένα έργο είναι να αφήνει κάτι πίσω του. «Δηλαδή η τέχνη μου να μην είναι πασατέμπος, ένα τσόφλι που το φτύνεις και έχει χαθεί μετά τη βρώση του, αλλά να έχει και συνέχεια. Δεν είναι εύκολο απλώς είναι επιθυμητό».

Στην «Πανδημία», ο Δημήτρης Πιατάς υποδύεται έναν παρουσιαστή μίας τηλεοπτικής εκπομπής, ο οποίος κανιβαλίζει τους προσκεκλημένους του για να «χτυπάει» ακροαματικότητες, ενώ καταφέρνει να λαϊκίζει. «Χρησιμοποίησα ό,τι έχω δει όλα αυτά τα χρόνια στην ελληνική τηλεόραση, είτε είναι σοβαρές εκπομπές μεγάλων καναλιών, είτε εκπομπές σε περιφερειακά κανάλια, είτε εκπομπές- σκουπίδια. Το σίγουρο είναι ότι δεν έχω μιμηθεί κανέναν. Όλα αυτά λοιπόν τα έβαλα σε ένα μίξερ. Αυτό που προέκυψε είναι μια μείξη όλης της σαβούρας της κίτρινης τηλεοπτικής μας ζούγκλας».

Πλάι του, ο πρώην πρύτανης του πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδόσης Πελεγρίνης ενσαρκώνει έναν έγκριτο και σοβαρό δημοσιογράφο με οικονομικά, επαγγελματικά, υπαρξιακά και κλιμακτηριακά προβλήματα, που σκέφτεται να λάβει μέρος στην εκπομπή για να τονώσει τη δημοτικότητά του. Αλλά τελικά πέφτει στα νύχια του τηλεκανίβαλου Πιατά, ο οποίος συνηθίζει να προσκαλεί σε δείπνο τα υποψήφια θύματά του και ύστερα βγάζει τα άπλυτά τους στη φόρα -βορά στο αδηφάγο τηλεοπτικό κοινό, σε ζωντανή μετάδοση.

«Είχαμε μία εξαιρετική συνεργασία. Επειδή η ταινία έκανε τόσο καιρό να γυριστεί, προϋπέθετε μία απέραντη διαθεσιμότητα των συντελεστών. Έπρεπε οι ηθοποιοί να μπορούν να βρίσκονται στο γύρισμα την ίδια ώρα που μπορούσαν και οι τεχνικοί ή όταν είχαμε τα στοιχειώδη χρήματα για να μπορέσουμε να γυρίσουμε ένα πλάνο. Ο κ. Πελεγρίνης ήταν όχι μόνο συνεπέστατος, αλλά με βοήθησε ουσιαστικά , έχοντας παράλληλα ευθύνες προσωπικές με την πρυτανεία » λέει ο Δ. Πιατάς.

Η ταινία (στην οποία συμμετέχουν μεταξύ άλλων οι: Μ. Μητρούσης, Ν. Δραγούμη, Μ. Παπαδημητρίου, Λ. Παπαληγούρα, Θ.Τοκάκης, Λ. Πιστιόλα, Ι. Πιατά και ο δημοσιογράφος Αρης Χατζηστεφάνου) γυρίστηκε με εθελοντική συμμετοχή καλλιτεχνών και τεχνικών. Τον ρωτάμε αν πιστεύει ότι ο εθελοντισμός είναι η λύση στα οικονομικά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει σήμερα η τέχνη. «Όχι! Είναι κατάρα. Είναι ύβρις», απαντά. «Ο εθελοντισμός εφευρέθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όταν έγινε ένα πάρτυ από μίζες και χρήματα, που σήμανε και την αρχή της πτώχευσης για την Ελλάδα, και ανακαλύφθηκε από μία ελίτ κάποιων δήθεν πλουσίων, οι οποίοι ήθελαν να εκμεταλλευτούν την διαθεσιμότητα και την αγνότητα των ανθρώπων που θέλουν να προσφέρουν. Και μετά αυτός ο όρος διατηρήθηκε και στην κρίση, γιατί βολεύει κάποιους. Είναι απαράδεχτο. Δεν το συζητώ. Είμαι έξαλλος με αυτή την ιστορία. Το ότι το έκανα δεν σημαίνει ότι το επικροτώ. Μακάρι να χτυπήσουμε τον εθελοντισμό!».

Αυτόν τον καιρό ο Δημήτρης Πιατάς κάνει πρόβες για την παράσταση «Ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές» του Ρόμπερτ Μπολτ, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, η οποία θα ανοίξει τη χειμερινή σεζόν του Εθνικού θεάτρου. Μαζί του επί σκηνής θα δούμε τους Γ. Μιχαλακόπουλο, Γ.Μοσχίδη, Στ. Γουλιώτη, Α. Παπαδοπούλου και Α. Μυλωνά. Όσο για το τι κρατάει από την από τη συμμετοχή του στην καλοκαιρινή παραγωγή «Θεσμοφοριάζουσες» σε σκηνοθεσία Γ. Κιμούλη, ο ίδιος λέει: «Έχει τελειώσει. Κοιτάζω πάντοτε το αύριο και όχι το χθες».

Πηγή: ΑΜΠΕ

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα