Τα 15 Σημαντικότερα Λάθη Στη Διαπραγμάτευση
Τα 15 σημεία "αστοχίας" των διαπραγματεύσεων μέχρι σήμερα, μία ημέρα πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου
- 04 Ιουλίου 2015 10:32
1) Προεκλογικές υποσχέσεις: Τόσο το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» όσο και η δημιουργία υπερβολικών προσδοκιών για τις ρεαλιστικές δυνατότητες μίας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα της οικονομίας και της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, εγκλώβισαν στη συνέχεια την κυβέρνηση του σε έναν αγώνα επίτευξης του αδύνατου, αφήνοντας την έκθετη σε κριτική τόσο από το εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις που κάτω από την πίεση των δανειστών υπέγραψαν υποσχέσεις για την επίτευξη «δημοσιονομικών άθλων», ο ΣΥΡΙΖΑ επέβαλλε ο ίδιος στον εαυτό του ένα σκληρό «Μνημόνιο υποσχέσεων», το οποίο χρησιμοποιήθηκε μετέπειτα ως όπλο εναντίον του τόσο σε επίπεδο επικοινωνιακό, ώστε οι Ευρωπαίοι εταίροι να αποποιηθούν των ευθυνών τους όσο η διαπραγμάτευση ναυαγούσε όσο και σε επίπεδο ουσίας αφού ο πήχης τέθηκε, όντως, εξ αρχής υπερβολικά ψηλά. Αξίζει να σημειωθεί πως οι δημοσκοπήσεις πριν και μετά την παρουσίαση του προγράμματος της Θεσσαλονίκης κυμαίνονταν στα ίδια ακριβώς επίπεδα, αποδεικνύοντας πως το εκλογικό κέρδος εξ αυτών για το ΣΥΡΙΖΑ ήταν ανύπαρκτο αλλά το βάρος των προσδοκιών που ανέλαβε να σηκώσει πολύ μεγάλο. Ο ελληνικός λαός ήθελε απλά κάποιον να πει, αρχικά, την αλήθεια και να προσπαθήσει στη συνέχεια με τη μέγιστη οικονομική και πολιτική ευφυΐα και διπλωματία για το καλύτερο δυνατό. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
2) Μετεκλογικές υποσχέσεις: Αντί μετά την εκλογική νίκη της η κυβέρνηση να «κατεβάσει ταχύτητα» στις υποσχέσεις και τη δημιουργία προσδοκιών για το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, «πάτησε γκάζι» και δημιούργησε «προσδοκίες στο τετράγωνο». Η επιλογή αυτήν την εγκλώβισε ακόμη περισσότερο στο κυνήγι του απραγματοποίητου και την εξώθησε στη στρατηγική όξυνσης των σχέσεων με τους αντισυμβαλλόμενους, η οποία λειτούργησε εναντίον της.
3) Εξασφάλιση δημιουργικής ασάφειας αντί χρηματοδότησης στη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου: Αντιμετωπίζοντας με την εκλογή της ένα χρηματοδοτικό κενό ύψους 40, περίπου, δις ευρώ για την επόμενη τριετία και χρηματοδοτικές ανάγκες μεγαλύτερες των 25 δις ευρώ για το 2015, η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα θα έπρεπε από την πρώτη στιγμή να θέσει ως κυρίαρχο θέμα στην ατζέντα της το ζήτημα της εξασφάλισης της χρηματοδότησης της χώρας ως αντάλλαγμα για οποιοδήποτε συμφωνία επέκτασης του προηγούμενου προγράμματος. Αντίθετα, δηλώνοντας ευθαρσώς ότι δε ζητά χρήματα, οδηγήθηκε στη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου χωρίς κανένα οικονομικό αντάλλαγμα.
4) Η ερμηνεία της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου: Η κυβέρνηση επέλεξε να δει τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου ως το μέσο για επίτευξη λιγότερης λιτότητας και κουρέματος του χρέους. Οι δανειστές, όμως, δεν την είδαν ως τίποτε περισσότερο από μία τετράμηνη επέκταση του υπάρχοντος προγράμματος. Εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκε ότι η κυβέρνηση είδε κάτι που τελικά δεν υπήρχε και αυτό επηρέασε επί τα χείρω την πορεία της διαπραγμάτευσης.
5) Η «στροφή» προς τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν: Η κυβέρνηση εξελέγη από τον ελληνικό λαό για να πετύχει μία καλύτερη συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους, να σταματήσει τη λιτότητα, να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση και να διαγράψει ένα τμήμα του χρέους. Τα αλλεπάλληλα ταξίδια στη Ρωσία, στην Κίνα και το άνοιγμα στο Ιράν, όπως αποδείχτηκε, δε βοήθησαν στην επίτευξη κανενός από αυτούς τους στόχους. Η δε συμφωνία για το φυσικό αέριο σίγουρα θα μπορούσε να γίνει αφού πρώτα η κυβέρνηση επετύγχανε αυτό για το οποίο εξελέγη.
6) Οι στρατηγικές του «game theory»: Η κυβέρνηση «πόνταρε τα ρέστα της» στο στοίχημα ότι οι «Θεσμοί» θα αναγκαστούν να υποχωρήσουν στις προτάσεις της υπό το φόβο ενός GRexit που θα ήταν καταστροφικός για την ευρωζώνη. Αυτό που δε σκέφτηκε ήταν ότι καθώς το 70-80% των ψηφοφόρων διαχρονικά επιθυμούν την παραμονή στο ευρώ, οι Θεσμοί γνώριζαν εξ αρχής πως αν κάποια στιγμή ετίθετο το δίλημμα «ευρώ ή Σύριζα» η πλειοψηφία θα επέλεγε το ευρώ. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση πόνταρε σε ένα ανύπαρκτο διαπραγματευτικό χαρτί, όχι γιατί είχε άδικο ότι η ΕΕ δεν επιθυμεί με τίποτε το GRexit αλλά γιατί παρέβλεψε πως δεν το επιθυμούν πρωτίστως οι Έλληνες και αυτό το γνωρίζουν οι δανειστές. Το λάθος αυτό ήταν από τα πιο καθοριστικά για την αποτυχία της διαπραγμάτευσης.
7) Το εσκεμμένο ροκάνισμα του χρόνου: Στηριζόμενη στην παραπάνω λανθασμένη παραδοχή, η κυβέρνηση ροκάνισε το χρόνο μετά την 20η Φεβρουαρίου θεωρώντας ότι αυτός κυλούσε υπέρ της. Στην πραγματικότητα, όμως, κυλούσε εναντίον της προκαλώντας ασφυξία στην ελληνική οικονομία και αφόρητη πίεση στην ίδια.
8) Η παρ’ ολίγον αποφυλάκιση Ξηρού: Η παρ’ ολίγον αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού η οποία προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο με τις ΗΠΑ και έληξε με την άρνηση του να φορέσει βραχιολάκι λόγω «θρησκευτικών πεποιθήσεων και … γιατί αυτό περιγράφεται και στην Αποκάλυψη» δε βοήθησε καθόλου στην εμφανή απ’ την πρώτη στιγμή προσπάθεια των ΗΠΑ να πιέσει τη Γερμανία για μία καλύτερη συμφωνία για την Ελλάδα. Αντίθετα, η στάση των ΗΠΑ έκτοτε έγινε λιγότερη θετική για την Ελλάδα.
9) Η διγλωσσία σε εσωτερικό και εξωτερικό: Με την Ελλάδα στο διεθνές προσκήνιο εδώ και πέντε χρόνια είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως οι δηλώσεις αξιωματούχων της κυβέρνησης θα παρέμεναν εντός των συνόρων της. Παρόλα αυτά εκείνοι επέλεξαν συχνότερα απ’ ότι όχι, να κάνουν άλλες δηλώσεις στο εσωτερικό και άλλες στο εξωτερικό υπονομεύοντας την αξιοπιστία τους και δίνοντας έρεισμα στον ευρωπαϊκό τύπο να τους επικρίνει.
10) Η αδυναμία κατάθεσης οιασδήποτε καινοτόμου και ρεαλιστικής πρότασης: Η κυβέρνηση δεν κατέθεσε ούτε μία καινοτόμο πρόταση που να βοηθά στην επίλυση οποιουδήποτε από τα προβλήματα αντιμετώπιζε. Αρκέστηκε στη δημιουργική ασάφεια για μήνες, για να καταλήξει σε ένα παιχνίδι υπαναχωρήσεων στις κακές και στερεοτυπικές προτάσεις των δανειστών.
11) Το δημοψήφισμα στο «παρά πέντε»: Όσα επιχειρήματα και αν μπορεί κανείς να παρουσιάσει υπέρ ή κατά του δημοψηφίσματος, όλοι συμφωνούν ότι αν έχει κάτι να προσφέρει αυτό θα ήταν πολύ μεγαλύτερης χρησιμότητας αν πραγματοποιείτο νωρίτερα, για παράδειγμα τον Απρίλιο. Η προκήρυξη του λίγο πριν τη λήξη της προθεσμίας για την καταβολή προγραμματισμένης δόσης στο ΔΝΤ και τη λήξη του προγράμματος επέφερε το αντανακλαστικό πάγωμα του ELA και προκάλεσε το καταστροφικό κλείσιμο των τραπεζών.
12) Οι διαψευσθείσες επιβεβαιώσεις για αποπληρωμή του ΔΝΤ: Αποτυγχάνοντας η κυβέρνηση να καταβάλλει την προγραμματισμένη δόση στο ΔΝΤ προκάλεσε ένα πρωτοφανές πλήγμα στην αξιοπιστία της και έβαλε άλλο ένα εμπόδιο στο δρόμο προς την επίτευξης μίας συμφέρουσας για την Ελλάδα συμφωνίας.
13) Το κλείσιμο των τραπεζών: Καταλήγοντας στο κλείσιμο των τραπεζών η κυβέρνηση βρέθηκε όχι απλά με την πλάτη στον τοίχο αλλά κρεμασμένη απ’ τον γκρεμό. Αν πριν την τραπεζική αργία η πίεση για αποδοχή μίας μη συμφέρουσας συμφωνίας ήταν πολύ μεγάλη, μετά απ’ αυτήν έγινε αφόρητη. Το κυριότερο, το κλείσιμο των τραπεζών μετέτρεψε την πίεση σε ανάγκη καθώς όσο χρόνος κυλάει, οι τράπεζες στερεύουν από ρευστό και η οικονομία παγώνει, με αποτέλεσμα να έρχεται όλο και πιο κοντά η ανάγκη για έκδοση IOUs ή κάποιας μορφής παράλληλου νομίσματος, ανοίγοντας την πόρτα για πολύ μεγάλες περιπέτειες. Επιπλέον, το κλείσιμο των τραπεζών αύξησε θεαματικά τις πιθανότητες για την ανάγκη νέας διάσωσης τους η οποία αυτή τη φορά ενδέχεται να οδηγήσει σε κούρεμα καταθέσεων με ό,τι δεινό αυτό συνεπάγεται για τη χώρα.
14) Η λήξη του προηγούμενου προγράμματος χωρίς νέα συμφωνία: Αν υπήρχε κάτι θετικό από το προηγούμενο πρόγραμμα αυτό ήταν τα χρήματα που αναλογούσαν στην Ελλάδα. Μετά το λάθος της υπογραφής της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου χωρίς την εξασφάλιση τμήματος αυτών των χρημάτων, η κυβέρνηση τα στέρησε από τη χώρα ολοσχερώς αφήνοντας το πρόγραμμα να λήξει, πυροβολώντας με αυτόν τον τρόπο τα πόδια της στην πορεία για την εξεύρεση μίας λύσης.
15) Οι νέες «προεκλογικές» υποσχέσεις ενόψει του δημοψηφίσματος: Μάλλον όχι σοφότερη από τα λάθη του παρελθόντος, η κυβέρνηση για άλλη μία φορά έταξε «άθλους» εν όψει της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, υποσχόμενη, μεταξύ άλλων εντός 48 ωρών από τη λήξη του πως θα έχει πετύχει μία συμφέρουσα συμφωνία για την Ελλάδα, θα έχει εξασφαλίσει λιγότερη λιτότητα και βιωσιμότητα του χρέους, θα έχει ανοίξει τις τράπεζες και θα έχει αποτρέψει την ανάγκη νέας διάσωσης τους και κουρέματος των καταθέσεων. Επιπλέον, εγγυάται ότι οι καταθέσεις κάτω των 100 χιλιάδων ευρώ είναι εξασφαλισμένες, όταν το ταμείο εγγυήσεων καταθέσεων έχει μόλις 2 δις ευρώ ενώ δεν υπάρχει ευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε και στο analitis.gr
* Ο Πάνος Παναγιώτου είναι τεχνικός αναλυτής χρηματιστηριακών αγορών, εκδότης του www.analitis.gr , διευθυντής της Ελληνικής Κοινότητας Τεχνικών Αναλυτών στην Αγγλία ( www.ekta.gr) και διευθυντής εκπαίδευσης και έρευνας της Enalos LTD στο Λονδίνο. Είναι δημιουργός λογισμικών αυτοματοποίησης της τεχνικής ανάλυσης (3F, DomiStock) και συγγραφέας χρηματιστηριακών και οικονομικών βιβλίων. Άρθρα και συνεντεύξεις του δημοσιεύονται για μιάμιση δεκαετία σε πληθώρα ΜΜΕ ενώ είναι συχνός καλεσμένος σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές .