Η Μέρα της Μαρμότας έχει (υπογε)γραμμένο τέλος
Το μνημόνιο του περασμένου καλοκαιριού, γίνεται κριτήριο κυβερνητικής βούλησης και στο θρανίο της αξιολόγησης κάθονται οι πιο πιστοί οι μαθητές με "αντάλλαγμα", την αποφυγή εκλογών
- 07 Μαΐου 2016 07:13
Αμοιβαία επωφελής συμφωνία, “version 2016”. Ένα χρόνο μετά, οι “διαπραγματεύσεις” είναι και πάλι ο κύριος όρος στη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ εν μέσω διαβουλεύσεων με ΔΝΤ και λοιπούς θεσμούς για τα νέα μέτρα, αλλά και για τα νέα (ακόμη πιο) επιπρόσθετα μέτρα σε περίπτωση που δεν “αποδώσουν” τα υπόλοιπα.
Το Μαξίμου το τελευταίο διάστημα έχει φέρει στην πρώτη θέση της “φαρέτρας” του την πίστη στην “εφαρμογή της συμφωνίας του Αυγούστου”, όπως αναφέρουν στελέχη της συγκυβέρνησης σε συνεντεύξεις τους στα media. Προσωπικά, δεν μπορώ να δικαιολογήσω την εμμονή αυτή όσο κι αν την καταλαβαίνω σαν επικοινωνιακό “παιχνίδι” στρατηγικής για εσωτερική κατανάλωση, μιας και επί της ουσίας ανάγουμε σε “θέσφατο” ένα μνημόνιο που υπεγράφη άρον άρον και που μας δεσμεύει δημοσιονομικά για τα επόμενα τουλάχιστον, τρία χρόνια. Μάλλον μέχρι το επόμενο μνημόνιο δηλαδή.
Συμφωνώ από την άλλη πως τα μέτρα που προσπαθεί να επιβάλλει το ΔΝΤ αποτελούν ακόμη μια καταστρατήγηση της εθνικής ανεξαρτησίας αλλά και των διαδικασιών της Ευρωζώνης και αν μη τι άλλο, η Ε.Ε. οφείλει να επιμείνει στην εύρεση κοινής λύσης για να προστατεύσει ό,τι έχει απομείνει από την ελλειμματική αυτοδυναμία της που ξεθωριάζει χρόνο με τον χρόνο.
Το ΔΝΤ διεκδικεί ρόλο πολιτικού διαχειριστή των ευρωπαϊκών υποθέσεων
Σε περίπτωση που το Eurogroup υιοθετήσει τα μέτρα που καταθέτει η Λαγκάρντ και απαιτεί να ψηφιστούν από το ελληνικό κοινοβούλιο, θα μιλάμε για ολική καταπάτηση κάθε συνθήκης και για επιβολή του νόμου του ισχυρού σε μια παρτίδα εξουσίας, που θέτει ακόμα και την ίδια την Κομισιόν σε ρόλο μη πρωταγωνιστικό.
Για όσους βέβαια διερωτώνται για πιο λόγο η Γερμανία συμφωνεί με το ΔΝΤ παρά την αντίθεση Γιούνκερ, η απάντηση είναι απλή. Μα γιατί οι “ισχυρές” Λαγκάρντ και Μέρκελ διαχειρίζονται τα κύρια χρηματικά ποσά που διακινούνται, αλλά και τα κέρδη από τους δανεισμούς. Κάπως έτσι επιθυμούν όσο το δυνατόν πιο επαυξημένες “δικλίδες” ασφαλείας για τις “επενδύσεις” τους.
Από την άλλη, αυτό που αφορά εμάς και μας “χτυπά” στην καθημερινή μας ζωή, είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει αποικία χρέους στην οποία εν μέσω πενταετίας ύφεσης, δεν εφαρμόζεται επαρκώς καμία μεταρρύθμιση. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο της πρόβλημα.
Άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα κριθεί εν τέλει και οριστικά από το αν και κατά πόσο θα μπορέσει να εφαρμόσει -με έναν “επιτρεπόμενο” κοινωνικό γνώμονα- τις νέες μεταρρυθμίσεις που το ίδιο το κόμμα του Α. Τσίπρα υπέγραψε και δεσμεύτηκε να υλοποιήσει μέσα στο προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα, ενώ καλό θα ήταν να αφήσει τις “κορώνες” περί πίστης στο προσυμφωνηθέντα της περασμένης σεζόν, στην άκρη. Γιατί;
Γιατί ναι μεν η διαπραγμάτευση με το ΔΝΤ είναι υπαρκτή και ρεαλιστική, αλλά όχι σε εθνικό επίπεδο και από εθνικούς φορείς στον ρόλο του ενορχηστρωτή. Στην πραγματικότητα υπαγορεύεται από την πλευρά της Ευρώπης (βλέπε Γιούνκερ) λόγω Κοινοτικών συμφερόντων, και κάπως έτσι έρχεται και στα δικά μας δεδομένα, ως αποτέλεσμα.
Ένα λογικό και ρεαλιστικό “χαρτί” που θα έπρεπε να παίξει σε μεγαλύτερο βαθμό το Μαξίμου, θα ήταν η προσήλωση στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της διαπλοκής και η ανάδειξη της δικής του “καθαρότητας” έναντι των υπολοίπων που κυβερνούσαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτό είναι και το μόνο επιχείρημα που του έχει απομείνει μαζί με τη διευθέτηση των ριζωμένων παθογενειών: Της μίζας, της διαφθοράς και του πελατειακού κράτους. Από εκεί και πέρα, η “αριστερή” μαρκίζα, στέκεται πλέον όρθια με λαμπιόνια σβηστά.
Το ασφαλιστικό και το φορολογικό αποτελούν ξεκάθαρα προαπαιτούμενα στα πλαίσια κυβερνητικής προσπάθειας για επαύξηση της εμπιστοσύνης από πλευράς θεσμών, όσο και αν διατείνεται ο κ. Βούτσης για το αντίθετο, ότι δηλαδή η ψήφιση τους εντός Σαββατοκύριακου αποτελεί πρωτοβουλία της κυβέρνησης και μόνο.
Τέλος, οι εκλογές δεν συμφέρουν κανέναν και δεν θα είχαν και κάποιο ιδιαίτερο νόημα αυτή τη στιγμή. Ως έχουν τα πράγματα, αυτοδύναμη κυβέρνηση δεν μπορεί να προκύψει, παρά μόνο κυβέρνηση συνεργασίας. Την επαύριο πιθανών νέων εκλογών θα είχαμε είτε συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ με Ποτάμι, είτε ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (με τους ΑΝΕΛ όμως να έχουν αποδυναμωθεί κατά πολύ) ή συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με τις δυνάμεις που θα μπορούσε να συστρατεύσει. Η κυβέρνηση θα ήταν και πάλι μνημονιακή και η εφαρμογή του υπάρχοντος μνημονίου, δεδομένη. Συν τοις άλλοις, οι εκλογές θα αποσταθεροποιήσουν και πάλι το τοπίο, θα προκαλέσουν ανασφάλεια και οικονομική ζημιά και στο τέλος της ημέρας, απλά θα αλλάξουν τα πρόσωπα, αλλά όχι την ουσία.
(Φωτογραφία: sooc.gr)
*Ο Χρήστος Δεμέτης είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου και ολοκλήρωσε το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, “Πολιτισμικές Σπουδές και Ανθρώπινη Επικοινωνία”. Εργάστηκε στον Όμιλο του Πηγάσου. Από τον Μάιο του 2012 βρίσκεται στην 24 Media και αρθρογραφεί στο NEWS247.