Δημοψήφισμα, η ήττα του Ραχόι

Δημοψήφισμα, η ήττα του Ραχόι

Η ήττα σε όλα τα μέτωπα της κυβέρνησης Ραχόι, το ζητούμενο του καταλανικού λαού για δημοκρατία και ελευθερία επιλογής και οι κίνδυνοι που παραμονεύουν τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα για την ενότητα της Ισπανίας

Από το πρωί της Κυριακής ξεκίνησε η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος στην Καταλονία, με αρκετά εμπόδια και την επέμβαση της ισπανικής αστυνομίας σε πολλά εκλογικά κέντρα. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η εκλογική διαδικασία φαντάζει σχεδόν αδύνατο να ολοκληρωθεί μέσα σε κανονικά πλαίσια, αφού αναμένεται να προκύψουν πολλαπλά προβλήματα σε ό,τι αφορά τη συνολική προσέλευση, την ίδια την ψηφοφορία, την καταμέτρηση κλπ. Το σίγουρο είναι πάντως, πως το ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί από το τελικό αποτέλεσμα του referéndum, στην ίδια την αντίδραση των Καταλανών πολιτών απέναντι στις αχαρακτήριστες “τακτικές” που υιοθέτησε η κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης τις τελευταίες εβδομάδες. Το συνταγματικό δικαστήριο έχει κηρύξει εξαρχής παράνομο το δημοψήφισμα και ο Ραχόι, ακόμα και την τελευταία ώρα, δείχνει ότι δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να επιτρέψει την ομαλή πραγματοποίησή του. Η κατάσταση στην Καταλονία παραμένει έκρυθμη, παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής (και προς τιμή τους), οι Καταλανοί πολίτες έχουν επιλέξει μόνο ειρηνικούς τρόπους διαμαρτυρίας και όλοι περιμένουν πλέον με αγωνία να δουν πώς θα ολοκληρωθεί αυτή η άτυπη – αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα και κρίσιμη από πολλές απόψεις – αναμέτρηση ανάμεσα στις δυο πλευρές. Στο σημερινό κείμενο, θα προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε το κλίμα που επικρατεί στην Καταλονία και την Ισπανία, καθώς και κάποια γενικότερα στοιχεία που θα βοηθήσουν στην κατανόηση μιας κατάστασης που ξέφυγε από τα όρια, τον έλεγχο και τη λογική, εξαιτίας κυρίως μιας χείριστης διαχείρισης από τα κέντρα εξουσίας της Μαδρίτης. Ας τα πάρουμε όμως ένα-ένα, από την αρχή.

Ήταν το βράδυ της 6ης Σεπτεμβρίου του 2017, όταν η πλειοψηφία της καταλανικής βουλής (οι υπέρ της ανεξαρτησίας παρατάξεις) ψήφισε τον νόμο για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος και στη συνέχεια επικύρωσε με διάταγμα την ισχύ του, στην πλέον ταραχώδη κοινοβουλευτική συνεδρίαση από την αποκατάσταση της δημοκρατίας και μετά. Η μάχη που δόθηκε ανάμεσα στις δυο πλευρές – των υπέρ και των κατά της ανεξαρτησίας – με νομικά και πολιτικά επιχειρήματα, οδήγησε στην αποχώρηση της μειοψηφίας (αντιπολίτευσης) από την αίθουσα, την ίδια στιγμή που στη Μαδρίτη η κεντρική κυβέρνηση και η Εισαγγελία ξεκινούσαν τη λήψη μέτρων, ώστε να “βραχυκυκλώσουν” με κάθε τρόπο εν τη γενέσει της, οποιαδήποτε πιθανότητα διενέργειας του δημοψηφίσματος. Ήταν το σημείο που η μια πλευρά ξεπέρασε τη λεγόμενη κόκκινη γραμμή και αυτό διότι για πρώτη φορά αναφερόταν ρητά και κατηγορηματικά ότι το αποτέλεσμα του referendum θα ήταν δεσμευτικό και θα οδηγούσε – στην περίπτωση που τα “ναι” θα πλειοψηφούσαν – στην ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Καταλονίας.

Οι βουλευτές της πλειοψηφίας χειροκροτούν την ψήφιση του νόμου για το δημοψήφισμα. Τα έδρανα της αντιπολίτευσης είναι άδεια, αφού οι βουλευτές της είχαν αποχωρήσει από την αίθουσα. Κάτω δεξιά διακρίνονται ο πρόεδρος της κυβέρνησης, Κάρλες Πουτζντεμόν και ο αντιπρόεδρος, Οριόλ Τζουνκέρας (AP Photo/Manu Fernandez)

Πριν περάσουν 24 ώρες από την επεισοδιακή συνεδρίαση του Parlament, το συνταγματικό δικαστήριο του κράτους κήρυξε αντισυνταγματικό τον νόμο του δημοψηφίσματος και παράνομη κάθε ενέργεια σχετική με τη διεξαγωγή του. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ξεκίνησε ένας ανοιχτός “πόλεμος” ανακοινώσεων ανάμεσα στον Ραχόι και τον πρόεδρο της Generalitat, Κάρλες Πουτζντεμόν, ένας πόλεμος που δυστυχώς εξελίχθηκε πολύ άσχημα, εκθέτοντας ανεπανόρθωτα την ισπανική κυβέρνηση και εξοργίζοντας όλους τους Καταλανούς, ακόμα και τους πιο μετριοπαθείς ή ακόμα και εκείνους που τάσσονταν κατά της λογικής του δημοψηφίσματος αλλά και εναντίον της απόσχισης από την Ισπανία. Αν θέλουμε να βρούμε την αιτία πάντως, που οδήγησε τον Πουτζντεμόν στην μετωπική σύγκρουση με τη Μαδρίτη, θα πρέπει να πάμε κάποια χρόνια πίσω και συγκεκριμένα στο 2012, τότε που το PP (Partido Popular), η κυβέρνηση της παραδοσιακής ισπανικής δεξιάς (με πρωθυπουργό τον Μαριάνο Ραχόι) πέτυχε μέσω του συνταγματικού δικαστηρίου να ακυρώσει την νομοθετική πράξη λειτουργίας της καταλανικής αυτονομίας, την οποία οι Καταλανοί είχαν ψηφίσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα.

Ήταν μια προκλητική πολιτική επιλογή, η οποία στην ουσία περιφρονούσε το καθεστώς της “ιστορικής αυτονομίας”, τίτλο που κατέχουν μόνο τρία (Καταλονία, Χώρα των Βάσκων & Γαλικία) από τα 17 συνολικά αυτόνομα διαμερίσματα που αποτελούν την ισπανική επικράτεια, επειδή μόνο αυτά είχαν το συγκεκριμένο προνόμιο της αυτοδιοίκησης και πριν τη δικτατορία του Φράνκο, κάτι που αναγνωρίστηκε εκ νέου στο Σύνταγμα του 1978. Η κατάργηση της καταλανικής αυτονομίας δεν ήταν συνολική, αλλά στόχευε συγκεκριμένα αποσπάσματα της νομοθετικής πράξης (14 άρθρα), όπως για παράδειγμα την περιγραφή της Καταλονίας ως ενός έθνους μέσα σε ένα άλλο, κάτι πολύ σημαντικό για τους Καταλανούς πολίτες, αφού η αναγνώριση της ξεχωριστής τους εθνικής ταυτότητας αποτελούσε έναν από τους βασικότερους πυλώνες, πάνω στον οποίο είχε στηριχτεί ολόκληρη η συμφωνία (αλλά και το πνεύμα) της νομοθετικής πράξης. Ο “χάρτης” των αυτόνομων διαμερισμάτων λειτουργούσε μέχρι τότε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, όμως η ξαφνική – και χωρίς λόγο – άρνηση της Μαδρίτης να συνεχίσει να αυτοχαρακτηρίζεται ως ένα έθνος το οποίο αποτελείται από άλλα έθνη (δεν είναι τυχαίο ότι η συγκεκριμένη αναφορά καταργήθηκε μόνο για την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων), άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.

Κάρλες Πουτζντεμόν (αριστερά) και Μαριάνο Ραχόι, οι δυο μεγάλοι πρωταγωνιστές του δημοψηφίσματος της 1ης Οκτωβρίου (AP Photo/Francisco Seco)

Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα με την οικονομική κρίση και τις τεράστιες περικοπές που αφορούσαν κυρίως στα δημόσια προγράμματα υγειονομικής περίθαλψης, παιδείας, στέγασης και γενικότερα κοινωνικής πολιτικής, που ξεπέρασαν σε ποσοστό το 15%, το μεγαλύτερο από κάθε άλλο αυτόνομο διαμέρισμα. Υπήρχε μια εύθραυστη ισορροπία όσο πρόεδρος της Generalitat ήταν ο Αρτούρ Μας, όταν όμως τον διαδέχτηκε ο Πουτζντεμόν, όλα φάνηκαν να αλλάζουν. Πριν έναν χρόνο περίπου, ο πρώην δημοσιογράφος και πρώην δήμαρχος της Τζιρόνα, υποσχέθηκε δημόσια “referéndum o referéndum”, δηλαδή δημοψήφισμα με κάθε τρόπο. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, τόσο η Μαδρίτη όσο και η Βαρκελώνη, χρησιμοποίησαν τον “πατριωτισμό”, ως εργαλείο σε αυτή τη σύγκρουση. Ο Ραχόι και το κόμμα του, αμφότεροι οχυρωμένοι εδώ και αρκετά χρόνια πίσω από μια αρτηριοσκληρωτική “λογική” αδιαλλαξίας απέναντι σε οτιδήποτε καταλανικό, αρνήθηκαν να διαπραγματευτούν – ακόμα και με τον εαυτό τους – τη φυσιολογική εξέλιξη μιας πορείας που θα απαιτούσε – το λιγότερο – μια τίμια συζήτηση πάνω στη βάση ενός χρήσιμου “εκμοντερνισμού” του Συντάγματος και της λειτουργίας των αυτόνομων διαμερισμάτων, κάτι που έχει συνειδητοποιήσει η πλειοψηφία των Ισπανών πολιτών (αλλά όχι ο ηγέτης τους).

Όσο και αν για την κεντρική κυβέρνηση αποτελεί αξεπέραστο ταμπού η λέξη “ομοσπονδία”, η Ισπανία θα είχε μόνο να κερδίσει από μια τέτοια πρωτοβουλία. Και παράλληλα, θα εξαφάνιζε από το προσκήνιο – και το παρασκήνιο – αχρείαστους και πολύ ενοχλητικούς πονοκεφάλους. Η χώρα είναι αρκετά ώριμη για να το δεχτεί, όμως οι μικροπολιτικές ενός “μεταμοντέρνου” όσο και ακατανόητου αρνητισμού, που ερμηνεύει κάθε πιθανότητα συνταγματικής αλλαγής ως απειλή απέναντι στον κεντρικό συγκεντρωτισμό, συνδέονται – οπωσδήποτε – άρρηκτα και με ανάλογες συμπεριφορές. Γιατί, αν τελικά θέλουμε να μείνουμε στην ουσία, είναι αδιάφορο το αν το δημοψήφισμα είναι νόμιμο, από τη στιγμή που ο Ραχόι, αγνοεί τελείως παράλογα, όχι την επιθυμία για ανεξαρτησία (αυτών που αποτελούσαν το 15% του καταλανικού πληθυσμού και μετά την άνοδο του PP στην εξουσία έχουν πλησιάσει το 50%), αλλά το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης του συνόλου των Καταλανών. Και όχι μόνο αγνοεί αυτό το δικαίωμά τους, αλλά φροντίζει να καταστήσει σαφές ότι η γνώμη τους δεν τον ενδιαφέρει καθόλου, ότι του είναι παγερά αδιάφορη. Αυτό που δεν έχει συνειδητοποιήσει ο Ραχόι, είναι πως με τις εικόνες της αστυνομίας να συλλαμβάνει στελέχη των independentistas και να προχωρεί σε κατασχέσεις εκλογικού υλικού, την ίδια στιγμή που ο κόσμος διαδηλώνει ειρηνικά στους δρόμους, το μόνο που πετυχαίνει είναι την μοναδική ρήξη που δεν μπορούν να διορθώσουν οι νόμοι: αυτήν της (πολιτικής) συμβίωσης.

Διαδήλωση για την ανεξαρτησία της Καταλονίας στη Βαρκελώνη (AP Photo/Emilio Morenatti)

Όποιος ουδέτερος παρατηρητής θελήσει να δει με ψυχρό μάτι τα τεκταινόμενα τις τελευταίες εβδομάδες στην Καταλονία, θα οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που τελικά πανηγυρίζουν και από τις δυο πλευρές, είναι τα ακραία στοιχεία, τόσο του PP όσο και των independentistas. Αν μέχρι πρόσφατα οι πολίτες της Καταλονίας χωρίζονταν ανάμεσα σε αυτούς που ήταν υπέρ της ανεξαρτησίας και σε εκείνους που ήταν εναντίον και συμφωνούσαν μόνο στο ότι έπρεπε να τους δοθεί το δικαίωμα να ψηφίσουν, πλέον ο Ραχόι κατάφερε να τους ενώσει στη σκέψη ότι θα είναι καλύτερο να φύγουν τελείως από ένα κράτος που υιοθετεί τέτοιες συμπεριφορές. Αυτό που δεν εννοεί να καταλάβει η κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης, είναι πως σύμφωνα με τους νόμους το δημοψήφισμα μπορεί να είναι παράνομο, αλλά το συναίσθημα της ανεξαρτητοποίησης όχι. Και αυτό το τελευταίο είναι υποχρεωμένη να το σεβαστεί. Οι απειλές, το μόνο που πέτυχαν, ήταν να αλλάξουν τελείως την προσέγγιση των Καταλανών. Όχι μόνο των independentistas, αλλά ολόκληρου του λαού, που πλέον απαιτεί το δικαίωμα όχι της απόσχισης ή της ανεξαρτητοποίησης, αλλά εκείνο της ελευθερίας στην επιλογή. “Αφήστε μας να ψηφίσουμε”, διαδηλώνουν και άραγε ποιος είναι εκείνος που θεωρεί ότι μπορεί να τους το στερήσει;

Πλέον το σημαντικό έχει ξεφύγει τελείως από το νομικό/συνταγματικό πλαίσιο. Κανέναν δεν ενδιαφέρει αν ο νόμος που ψηφίστηκε στο καταλανικό κοινοβούλιο, χρειάστηκε να περάσει μέσα από έναν λαβύρινθο παρατυπιών για να εγκριθεί από την πλειοψηφία. Κανέναν δεν ενδιαφέρει το ότι δεν απαιτείται μίνιμουμ προσέλευση του εκλογικού σώματος για να αναγνωριστεί το αποτέλεσμα. Κανέναν δεν ενδιαφέρει το ότι δεν χρειάζεται κάποια αυξημένη πλειοψηφία, αλλά απλά το 50% συν 1, για να ψηφιστεί η ανεξαρτησία από τη Βουλή. Και αν ρωτάτε τη γνώμη μου, καλά κάνουν και δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Ακόμα και η ερώτηση πάνω στο ψηφοδέλτιο, “Voleu que Catalunya sigui un estat independent en forma de república?”, έχει χάσει πλέον την αρχική της σημασία, αφού ο Ραχόι κατάφερε να φέρει στην πρώτη γραμμή της “μάχης”, το “votarem” (θα ψηφίσουμε), μένοντας απόλυτα εκτεθειμένος απέναντι σε ολόκληρο τον λαό της Καταλονίας, αλλά και στη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών της υπόλοιπης ισπανικής επικράτειας. Η Μαδρίτη συνεχίζει να επιμένει στο ίδιο βαρετό μοτίβο, ότι το δημοψήφισμα δεν πρόκειται να διεξαχθεί σε καμία περίπτωση. Έχει ήδη φροντίσει να εκφοβίσει ηγετικά στελέχη και εκπροσώπους των independentistas, κατάσχεσε το προεκλογικό υλικό, εξαφάνισε τα ενημερωτικά sites για το referéndum, έφερε χιλιάδες αστυνομικούς για να “περιφρουρήσει” τον νόμο και την τάξη, έλαβε τα “μέτρα” της, δηλώνοντας πανέτοιμη.

Η αστυνομία και η senyera, σε εκδήλωση υπέρ της ανεξαρτησίας (AP Photo/Emilio Morenatti)

Το βασικό ζήτημα έχει να κάνει πλέον με τη δημοκρατία και αυτή είναι η μεγαλύτερη ήττα της Μαδρίτης. Οι εικόνες που μας έρχονται από το πρωί της Κυριακής από την Καταλονία, καταδεικνύουν το μέγεθος της ήττας του Ραχόι. Το πολιτικό/νομικό σκάκι που παίχτηκε τις πρώτες ημέρες μετά την ανακήρυξη του δημοψηφίσματος, δεν απασχολεί πια την παρτίδα που παίζεται. Ούτε η σύνθεση των αντιμαχόμενων παρατάξεων, ούτε οι ακραίες “κραυγές” που ακούστηκαν και από τις δυο πλευρές, ούτε η κάλυψη που παρείχαν τα παραδοσιακά ΜΜΕ της πρωτεύουσας στην κυβέρνηση, ούτε καν η ασπίδα που ύψωσε η ίδια η El País, δημοσιεύοντας χωρίς την παραμικρή αιδώ, γκάλοπ για ένα υποτιθέμενο νόμιμο δημοψήφισμα (λες και η τωρινή κυβέρνηση της Ισπανίας θα δεχόταν ποτέ κάτι τέτοιο), το οποίο έβγαζε τα “ναι” στο 39% και τα “όχι” στο 54%, προσπαθώντας να διασκεδάσει τις έτσι κι αλλιώς χαμένες εντυπώσεις στον άτυπο ρόλο ενός αποτυχημένου κυβερνητικού “εκπροσώπου”. Η (θλιβερή) πραγματικότητα πλέον, είναι ο ανταρτοπόλεμος τον οποίο θέλοντας και μη, παίζουν οι independentistas, όμως η ουσία βρίσκεται στους χιλιάδες Καταλανούς που πλημμυρίζουν από το πρωί τους δρόμους και στέκονται μπροστά στα αστυνομοκρατούμενα εκλογικά κέντρα, διαδηλώνοντας το δικαίωμά τους στην ελεύθερη επιλογή.

Και εκεί, όσο και αν συνεργαστούν η Guardia Civil με την Policía Nacional (οι Mossos d’Esquadra είτε αποχώρησαν, είτε απλά παρακολουθούν τα τεκταινόμενα χωρίς να επεμβαίνουν, μια ακόμα ήττα για τον Ραχόι), το μήνυμα είναι ένα και μοναδικό: η ελευθερία της σκέψης, της βούλησης και της έκφρασης δεν μπορούν ούτε να περιοριστούν, ούτε να φυλακιστούν, ούτε – πολύ περισσότερο – να οριοθετηθούν τόσο απλά από νόμους, ακόμα και από συντάγματα. Και μπορεί ο Πουτζντεμόν να μην είναι κανένας άγιος (ερωτηματικά, τρύπες και “ενδιαφέροντα” κενά στις σχέσεις του, τις συμμαχίες του και τις δοσοληψίες του υπάρχουν πολλά), όμως θα ήμασταν άδικοι αν του δίναμε τον ρόλο του διαβόλου. Ο ίδιος και το παρεάκι του (Τζουνκέρας, Κασάλς, Ρομέβα κλπ), παρά το αριστερό ιδεολογικό τους υπόβαθρο, έχουν “παίξει” ουκ ολίγες φορές με τις έννοιες της “πατρίδας” και του “έθνους”, προβάλλοντας όμως ένα προφίλ που φροντίζει να “αριστερίζει” κατά το δοκούν. Ειδικότερα ο Οριόλ Τζουνκέρας (αντιπρόεδρος της καταλανικής κυβέρνησης), μια πραγματική πολιτική “αλεπού”, έχει κινηθεί αρκετές φορές ανάμεσα στον αποπροσανατολισμό και τη χειραγώγηση, προκαλώντας αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Από εκεί όμως, μέχρι την πλήρη καταπάτηση κάθε έννοιας λογικής, σεβασμού και ορίων, η απόσταση μοιάζει ίδια με εκείνη που χωρίζει το Palau de la Generalitat (έδρα της καταλανικής κυβέρνησης) από το Palacio de la Moncloa (έδρα της ισπανικής κυβέρνησης). 

Estelades μαζί με το “ναι” στην ανεξαρτησία σε μπαλκόνια της Βαρκελώνης (AP Photo/Emilio Morenatti)

Σήμερα ας έχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι υπόψη τους ότι ένα μικρό επεισόδιο είναι ικανό να ανάψει φωτιές που πολύ δύσκολα θα σβήσουν. Και πολύ περισσότερο ας το αναλογιστεί η κυβέρνηση της Μαδρίτης, που είναι εκείνη που έχει γεμίσει την Καταλονία με αστυνομία και ποιος ξέρει με τί άλλο ακόμα. Νομίζω ότι τα λόγια του Ισπανού (από τη Μαδρίτη) συγγραφέα Αντρές Μαουλεόν Αλμάγρο είναι τα πιο κατάλληλα για να κλείσουν το σημερινό κείμενο: “Το σίγουρο είναι ότι η ισπανική νομοθεσία δεν θα μπορεί να επιτυγχάνει για πάντα την ενότητα της Ισπανίας. Ο Ραχόι πιθανότατα να σκέφτεται ότι κέρδισε αυτή τη μάχη. Αλλά τον πόλεμο, αυτόν που στην πραγματικότητα θα κρίνει το τί θα συμβεί τα επόμενα χρόνια, τον κέρδισαν οι independentistas και μάλιστα θριαμβευτικά. Πριν ήταν ένα 15%. Τώρα πλέον είναι εύκολα μια τεράστια πλειοψηφία που δεν θέλει να δει την Ισπανία μπροστά της ούτε ζωγραφιστή. Και έχει και δίκιο. Πείτε μου λοιπόν, πώς θα το διορθώσουμε αυτό; Θα τους στείλουμε την αστυνομία; Θα τους υποχρεώσουμε να αγαπούν την Ισπανία; Θα τους υποχρεώσουμε να επιθυμούν την παραμονή τους στην Ισπανία; Αν βρείτε απάντηση, να την πείτε και σε μένα…”

Κεντρική φωτογραφία: AP Photo/Emilio Morenatti

Πηγές: elmundo.es, elpais.com, elperiodico.com, lavanguardia.com, hj.tribunalconstitucional.es

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα