“Κυβέρνηση Τζαννετάκη” ή “Βρώμικο ’89”;
Σαν σήμερα, 2 Ιουλίου 1989, ορκίζονταν η κυβέρνηση Τζαννετάκη. Μία κυβέρνηση στην οποία συνυπήρχε η Νέα Δημοκρατία και Συνασπισμός με σκοπό να στείλει τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο
- 02 Ιουλίου 2014 08:18
Εάν υπάρχει μία χρονιά που να σημάδεψε όσο καμία άλλη το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα σε όλο τον πλανήτη αυτή δεν είναι άλλη από το 1989. Πτώση του τείχους του Βερολίνου, κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, επεισόδια στην Πλατεία Τιενανμέν στο Πεκίνο, διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Σε ένα τέτοιο σκηνικό η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να μην έχει το δικό της μερίδιο “δημοσιότητας” καθώς μετά από δεκαετίες που Δεξιοί και Αριστεροί βρέθηκαν ακόμη και να αλληλοσκοτώνονται στον εμφύλιο ενώθηκαν τέτοιες ημέρες σε μία κυβέρνηση που είχε ως σκοπό να στείλει τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Για κάποιους ήταν το “βρώμικο ’89” για κάποιους άλλους απλώς μία αναγκαστική συγκυβέρνηση που έπρεπε να δημιουργηθεί ώστε να μην διαγραφούν τα σκάνδαλα “Κοσκωτά” και “υποκλοπών”.
2 Ιουλίου 1989, 25 χρόνια πίσω. Ο Τζαννής Τζαννετάκης, ο βουλευτής Α Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας και απόστρατος Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ακουμπάει το χέρι του στο Ευαγγέλιο και ορκίζεται Πρωθυπουργός της χώρας. Μίας κυβέρνησης η οποία θα έχει για πρώτη φορά στην σύνθεση της τόσο πρόσωπα από την Δεξιά όσο και από την Αριστερά. Για να ξεδιαλύνουμε το κουβάρι πως φτάσαμε σε αυτή την ιστορική συγκυβέρνηση αξίζει να σταθούμε σε ορισμένα κομβικά σημεία της χρονιάς που είχε προηγηθεί.
Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είχε βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο καθώς πρωτοκλασάτα της στελέχη (ο αντιπρόεδρος της Μένιος Κουτσόγιωργας και ο πρώην υπουργός Γιώργος Πέτσος) φέρεται να είχαν ενεργή συμμετοχή στο μεγαλύτερο μεταπολεμικό σκάνδαλο που γνώρισε η χώρα, αυτό της Τράπεζας Κρήτης. Παράλληλα τα σκάνδαλα των υποκλοπών (Τόμπρας) και της αγοράς του Αιώνα σε συνδυασμό με την “αντιλαϊκή” οικονομική πολιτική της δεύτερης τετραετίας (Υπ. Εθν. Οικονομίας Κώστας Σημίτης) είχαν δημιουργήσει ένα κοκτέιλ που δύσκολα θα μπορούσε να καταπιεί ο ελληνικός λαός στις εκλογές της 18ης Ιουνίου. Σπασμωδικές κινήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου η τοποθέτηση του Τσοβόλα (δώσ’ τα όλα) στην θέση του Υπ. Εθν. Οικονομίας και η αλλαγή του εκλογικού νόμου σε ένα σύστημα που πλησιάζει προς την απλή αναλογική ώστε να αποφευχθεί η διαφαινόμενη ισχυρή αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας. Παίζοντας τα, όλα για όλα ένα μήνα πριν τις εκλογές ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοινώνει στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ ότι δεν θα είναι υποψήφιος βουλευτής ο, επι 25 χρόνια συνεργάτης του, Μένιος Κουτσόγιωργας.
Σε ένα άλλο στρατόπεδο, αυτό της Αριστέρας, η εικόνα ήταν μεικτή. Από την μία υπήρχε η αμηχανία απέναντι στα τεκταινόμενα στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλόκ και από την άλλη η ιστορική ευκαιρία μπροστά στην κατάρρευση ενός “σάπιου και φαύλου” ΠΑΣΟΚ. Στα πλαίσια αυτά το “ορθόδοξο” ΚΚΕ του Χαρίλαου Φλωράκη και η ευρωκομμουνιστικών καταβολών ΕΑΡ (όπως έχει στο μεταξύ μετονομασθεί το ΚΚΕ Εσωτερικού) του Λεωνίδα Κύρκου ενώνουν τις δυνάμεις τους κάτω από τον “Συνασπισμό της Αριστεράς και την Προόδου”. Η προοπτική να αποτελέσει η Αριστερά έναν νέο ισχυρό πόλο προβάλλονταν όλο και πιο πιθανή ενισχυόμενη μάλιστα από δημοσκοπήσεις που την παρουσίαζαν ως δεύτερο κόμμα πίσω από την Νέα Δημοκρατία.
Στον τρίτο πόλο, αυτό της Νέας Δημοκρατίας, επικρατεί κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας. Όχι τόσο για το εάν είναι πρώτο κόμμα. Κάτι που κανείς δεν αμφιβάλει αλλά για το εάν το ποσοστό που θα συγκεντρώσουν στις εκλογές θα τους παρέχει την δυνατότητα να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Στα πλαίσια αυτά ο πρόεδρος του κόμματος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ξεκινάει μία επίθεση φιλίας προς την Αριστερά. Παρίσταται στα εγκαίνια του γλυπτού του Βασίλη Δωρόπουλου στην πλατεία Κλαυθμώνος το οποίο είναι αφιερωμένο στην Εθνική Συμφιλίωση ενώ στα τέλη Απριλίου συνεορτάζει το Πάσχα στην ιδιαίτερη πατρίδα του τα Χανιά μαζί με τον βουλευτή του ΚΚΕ, Μίκη Θεοδωράκη. Ο μουσικοσυνθέτης είδε έχει σηκώσει την μπαγκέτα του για την συγχορδία που θα ακολουθήσει: “ Καθώς σήμερα αυτό που δεσπόζει είναι η παλλαϊκή επιταγή για κάθαρση και εθνική συμφιλίωση, δύο Χανιώτες πολιτικοί που δεν ανήκουν στην ίδια παράταξη σμίγουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους για να βαδίσουν μαζί από τον Επιτάφιο στην Ανάσταση”. Είχε προηγηθεί και η δήλωση του στο ραδιόφωνο του Αθήνα 9,84: “Να απαλλαγούμε από τους κλέφτες (σ.σ. του ΠΑΣΟΚ). Λοιπόν, αν ενώσουμε τα χέρια Δεξιοί και Αριστεροί και απαλλαγούμε από τους κλέφτες, τότε νομίζω ότι στις 19 Ιουνίου θα μπορέσουμε να έχουμε τις διαφορές μας ξανά, σε πιο υγιή βάση”.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 18ης Ιουνίου έδειξε ότι όντως οι δύο πλευρές έπρεπε να ενώσουν τις δυνάμεις τους εάν ήθελαν να πετύχουν τον σκοπό τους. Η Νέα Δημοκρατία αν και συγκέντρωσε το 44,5% των ψήφων αντιπροσωπεύονταν μόνο από 145 βουλευτές, το ΠΑΣΟΚ που όλοι έβλεπαν συντριβή του κατάφερε να κρατηθεί στο 39,15% και να διαθέτει 125 βουλευτές ενώ ο Συνασπισμός το μόνο που κατάφερε ήταν να συγκεντρώσει μία μονάδα παραπάνω από ότι είχαν πάρει μαζί τα 2 ΚΚΕ στις εκλογές του 1985 φτάνοντας στο 13,12%. Στην Βουλή αυτή παρουσία θα είχε και η Δημοκρατική Ανανέωση του Κωστή Στεφανόπουλου καθώς και ο συνδυασμός των Μουσουλμάνων της Θράκης (σ.σ. δεν είχε τεθεί ακόμη σε ισχύ το πλαφόν του 3%).
Την επομένη ακόμη τα δύο μεγάλα κόμματα τα οποία και τα δύο είχαν την δυνατότητα δημιουργίας κυβέρνησης εάν συνεργαζόντουσαν με τον Συνασπισμό άρχισαν να ρίχνουν τα δίχτυα τους. Ο μεν Μητσοτάκης έχοντας το δυνατό χαρτί της κάθαρσης ως σημαία και φυσικά κλείνοντας το μάτι στην Αριστερά στην προοπτική μίας εξόντωσης του Ανδρέα Παπανδρέου που θα σήμαινε και διάλυση του ΠΑΣΟΚ και από την άλλη ο Ανδρέας Παπανδρέου ξαναπαίζοντας με τον μπαμπούλα της Δεξιάς: “Η συντήρηση είναι πράγματι πρώτο κόμμα, ωστόσο υπάρχει στην Βουλή δημοκρατική πλειοψηφία που μπορεί να εγγυηθεί μία προοδευτική λύση”.
Ο γάμος Δεξιάς – Αριστεράς λίγο έλειψε να τιναχθεί στον αέρα από την αρχική επιμονή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να θέτει όρο να είναι ο ίδιος πρωθυπουργός ως ο αρχηγός του κόμματος που εμπιστεύεται το 44,25% του ελληνικού λαού και της πρότασης του Ανδρέα Παπανδρέου, που πλέον τα έπαιζε όλα για όλα, και πρότεινε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον “δεξιό” Κωστή Στεφανόπουλο ώστε να προχωρήσει το λαικό αίτημα για κάθαρση. Τελικά οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί (Μητσοτάκης, Φλωράκης και Κύρκος) σε έναν από τους πολλούς γύρους εντολών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη, κατέληξαν στον “ιστορικό συμβιβασμό” και στην κυβέρνηση που πέρασε στην ιστορία ως “κυβέρνηση Τζαννετάκη”. Μία κυβέρνηση που είχε συμφωνηθεί ότι ήταν ειδικού σκοπού – την παραπομπή των εμπλεκομένων στο σκάνδαλο Κοσκωτά στο Ειδικό Δικαστήριο – περιορισμένου χρόνου – έως τον Οκτώβριο – και με την συμμετοχή υπουργών του Συνασπισμού. Συγκεκριμένα η Αριστερά κατέλαβε δύο κομβικά υπουργεία, το Εσωτερικών με τον Νίκο Κωνσταντόπουλο και το Δικαιοσύνης με τον Φώτη Κουβέλη.
Κλυδωνισμοί στο ΚΚΕ
Η συγκυβέρνηση της Δεξιάς με την Αριστερά πέρα από την λογική οξύτατη αντίδραση του ΠΑΣΟΚ προκάλεσε και έντονες αναταραχές στις τάξεις του Συνασπισμού και ιδιαίτερα στο ισχυρό του κομμάτι, αυτό του ΚΚΕ. Το πρώτο πλήγμα έρχεται από τον Κώστα Κάππο, ιστορικό στέλεχος και κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κόμματος. Τρεις ημέρες μετά την ορκωμοσία της κυβέρνησης θα δηλώσει: “Πιστεύω ότι η συνεργασία αυτή είναι ολέθρια για το ΚΚΕ που τείνει να υποταχθεί σε μικροαστικές και αστικές «εκσυγχρονιστικές» θέσεις”. Ηταν η πρώτη φωνή και προοίμιο αντίστοιχων κινήσεων που θα ακολουθήσουν (βλέπε κίνημα Γράψα στην ΚΝΕ) και που θα οδηγήσουν για άλλη μία φορά στην διάσπαση της Αριστεράς.
Λάδι στην φωτιά ρίχνει και η απόφαση της (συγ)κυβέρνησης στις 29 Αυγούστου του 1989, με αφορμή την συμπλήρωση 40 χρόνων από την λήξη του εμφυλίου να κάψει στην υψικάμινο της Χαλυβουργικής και στην πρωτεύουσα κάθε νομού 8 εκατομμύρια φακέλους Αριστερών. Αρκετοί αντιστασιακοί διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την άστοχη και άκαιρη καταστροφή πολύτιμου ιστορικού υλικού.
Παραπομπή Παπανδρέου
Η αποστολή της “συγκυβέρνησης” για την οποία άλλωστε συγκροτήθηκε, ολοκληρώνεται στις 20 και στις 27 Σεπτεμβρίου (σ.σ. στις 26 Σεπτεμβρίου δολοφονείται ο Παύλος Μπακογιάννης από την 17 Νοέμβρη) όταν η Βουλή με τις ψήφους της ΝΔ και του ΣΥΝ σε δύο τρικυμιώδεις συνεδριάσεις της, αποφασίζει την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο προβλεπόμενο από το Σύνταγμα Ειδικό Δικαστήριο, τόσο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, όσο και για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Η κυβέρνηση Τζαννετάκη θα ολοκληρώσει το έργο της στις 7 Οκτωβρίου και θα προκηρύξει εκλογές για τις 7 Οκτωβρίου. Εκλογές από τις οποίες η Αριστερά θα είναι η μεγάλη χαμένη καθώς το ποσοστό της θα κατρακυλήσει στο 10,96%, απόρροια των εσωκομματικών τριβών που προκάλεσε η συγκυβέρνηση αλλά και των εξελίξεων που έτρεχαν στην Ευρώπη (πτώση του τείχους του Βερολίνου).