Η Ισλανδία είπε οριστικό αντίο στο ΔΝΤ
Με βάση το χρονοδιάγραμμα του προγράμματος, η Ισλανδία θα εξοφλούσε το ΔΝΤ στις 31 Αυγούστου του 2016. Επί της ουσίας, η αποπληρωμή σημαίνει και την ολοκλήρωση του προγράμματος στη χώρα
- 11 Οκτωβρίου 2015 07:40
Η Ισλανδία αποχαιρέτισε το ΔΝΤ και την Κριστίν Λαγκάρντ μιας και κατάφερε να αποπληρώσει πρόωρα το υπόλοιπο των υποχρεώσεων της προς το Ταμείο.
Η χώρα των Βίκινγκς κατέβαλλε 334 εκατομμύρια δολάρια, ενώ πληρώνοντας 11 δόσεις μαζί, αποπλήρωσε στην ουσία το σύνολο των υποχρεώσεων της από το δάνειο ύψους 2,1 δισ δολαρίων που είχε λάβει το 2008.
Οι τελευταίες δόσεις έπρεπε να αποπληρωθούν ως τις 31 Αυγούστου του 2016.
Σε δηλώσεις του από το Ρέικιαβικ, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας επισήμανε ότι “η πρόωρη εξόφληση του δανείου είναι ένδειξη της επιτυχίας του προγράμματος και της επιτυχημένης συνεργασίας με το προσωπικό του ΔΝΤ”.
“Η πρόωρη αποπληρωμή από την Ισλανδία σηματοδοτεί την επιτυχημένη ολοκλήρωση μιας εντατικής συνεργασίας με το Ταμείο που ξεκίνησε στο απόγειο μιας βαθιάς χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το ΔΝΤ προσβλέπει να συνεχίσει την στενή και εποικοδομητική σχέση με τις ισλανδικές αρχές”, ανέφερε από τη δική της μεριά η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ.
Το χρονικό της χρεωκοπίας
Η Ισλανδία, με πληθυσμό περίπου 320 χιλιάδες κατοίκους, ήταν μια αρκετά πλούσια χώρα, ωστόσο υπήρξε ένα από τα πρώτα θύματα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
Το 2003 η κυβέρνηση ιδιωτικοποίησε όλες τις τράπεζες, με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Οι τράπεζες αυτές , δείχνοντας μεγάλα ποσοστά κερδών, μέσω των λογαριασμών IceSave, προσέλκυσαν πολλούς Βρετανούς και Ολλανδούς επενδυτές. Παράλληλα όμως, με την αύξηση των επενδύσεων, αυξανόταν και το εξωτερικό χρέος των τραπεζών.
Το 2003, το χρέος της Ισλανδίας που είχε βέβαια δικό της νόμισμα, έφθασε το 200% του ΑΕΠ, ενώ το 2007 σκαρφάλωσε στο ασύλληπτο 900%. Οι τρεις βασικές τράπεζες της Ισλανδίας, Landbanki, Kapthing και η Glitnir πτώχευσαν. Η κορόνα έχασε το 85% της αξίας της έναντι του Ευρώ και στο τέλος του ίδιου χρόνου η Ισλανδία κήρυξε πτώχευση.
Οι διεθνείς οικονομικοί κύκλοι πίεζαν την Ισλανδία να πάρει δραστικά μέτρα. Το ΔΝΤ και η ΕΕ ήθελαν “αγοράσουν” το χρέος, με το επιχείρημα, ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η Ισλανδία να ξεπληρώσει την Βρετανία και την Ολλανδία.
Ο λαός αντέδρασε σκληρά, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί η τότε κυβέρνηση και να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές, το 2009.
Η νέα κυβέρνηση αποτελούνταν από έναν αριστερό συνασπισμό, ο οποίος καταδίκασε μεν το νεοφιλελεύθερο οικονομικό σύστημα, πλην όμως ήταν έτοιμος να δανειστεί χρήματα για να αποπληρώσει τις τράπεζες, όταν ο πρόεδρος της χώρας, Όλαφ Γκρίμσον, αρνήθηκε να επικυρώσει τον νόμο, ο οποίος ανάγκαζε τους πολίτες να σηκώσουν τα βάρη των Ισλανδών τραπεζιτών και αποφάσισε να διενεργήσει δημοψήφισμα.
Στο δημοψήφισμα, τον Μάρτιο του 2010, το 93% των Ισλανδών ψήφισε κατά της πληρωμής των χρεών.
Το ΔΝΤ πάγωσε τους δανεισμούς αμέσως, αλλά ο λαός δεν πτοήθηκε.
Έτσι ξεκίνησαν μια σειρά έρευνες για αστικές και ποινικές ευθύνες, κατά των υπευθύνων για την οικονομική κρίση. Όμως οι Ισλανδοί δεν σταμάτησαν εκεί και αποφάσισαν να υιοθετήσουν νέο σύνταγμα, το οποίο θα απάλλασσε την χώρα από την κυριαρχία των ξένων κέντρων οικονομίας.
Η Βρετανία και η Ολλανδία απειλούσαν με σκληρή καταστολή, η οποία θα οδηγούσε τη χώρα σε απομόνωση. Η Βρετανική κυβέρνηση απειλούσε να παγώσει τις καταθέσεις και τις αποταμιεύσεις των Ισλανδών. Το ΔΝΤ απειλούσε να στερήσει στη χώρα οποιαδήποτε βοήθεια, λίγο πριν διενεργηθεί το δημοψήφισμα.
Ο Όλαφ Γκρίμσον, αρνήθηκε δύο φορές να υπογράψει νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία, η χώρα του θα επέστρεφε στη Βρετανία τα 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ, που της οφείλει, μετά την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος το 2008, αναγκάζοντας τη βρετανική κυβέρνηση να αποζημιώσει τους Βρετανούς καταθέτες που είχαν λογαριασμούς σε ισλανδικές τράπεζες και αναγνώρισε μόνο τους Ισλανδούς καταθέτες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπήκε στη δικαστική διαμάχη εναντίον της Ισλανδίας, υποστηρίζοντας ότι η χώρα είχε παραβιάσει την ευρωπαϊκή οδηγία για την εγγύηση των καταθέσεων και τους κανόνες μη διάκρισης καταθετών.
Το δικαστήριο δικαίωσε την Ισλανδία και επεσήμανε, ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα πρέπει να αναθεωρηθεί, στη βάση της ενίσχυσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, εν μέσω οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ισλανδίας Όλαφουρ Γκρίμσον, η ανάκαμψη οφείλεται στο γεγονός ότι οι Ισλανδοί αντιμετώπισαν με εντελώς διαφορετικό τρόπο την κρίση σε σχέση με τις χώρες της ευρωζώνης:
Όπως επισήμανε σε παλαιότερη συνέντευξη του στην Deutsche Welle:
“Κατ’ αρχήν διαπιστώσαμε νωρίς πως δεν πρόκειται μόνο για μια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, αλλά για μια βαθιά πολιτική και κοινωνική κρίση. Και αυτό μας οδήγησε σε μεταρρυθμίσεις στα εν λόγω πεδία. Αφήσαμε τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν. Η Ισλανδία δεν έσωσε τις προβληματικές της τράπεζες. Επιδιώξαμε να αποδώσουμε δικαιοσύνη και παράλληλα να αλλάξουμε τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Ο δεύτερος λόγος της επιτυχίας είναι ότι δεν τηρήσαμε τις δυτικές συνταγές για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Διερωτήθηκα πολλές φορές γιατί να αντιμετωπίζουμε τις τράπεζες σαν να είναι οι Άγιοι Τόποι της οικονομίας. Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τις τράπεζες από άλλες επιχειρήσεις; Οι τράπεζες είναι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και όταν διαπράττουν μεγάλα λάθη θα πρέπει να χρεοκοπούν. Σε διαφορετική περίπτωση τους δημιουργούμε την εντύπωση πως μπορούν να παίρνουν μεγάλα ρίσκα χωρίς ευθύνη. Δεν γίνεται όταν έχουν επιτυχία να σημειώνουν μεγάλα κέρδη και όταν αποτυγχάνουν να καλείται ο φορολογούμενος να πληρώσει τον λογαριασμό.
Φυσικά και βοήθησε πολύ το γεγονός ότι είχαμε το δικό μας νόμισμα. Προχωρήσαμε στην υποτίμηση της κορώνας και αυτό ήταν σημαντικό. Ωστόσο, όλες οι άλλες κινήσεις που κάναμε δεν είχαν σχέση με την υποτίμηση. Στηρίξαμε το σύστημα προνοίας. Δώσαμε τη δυνατότητα στους πολίτες να συμμετάσχουν στις πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Αφήσαμε τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν και φτιάξαμε άλλες. Αυτά θα τα κάναμε ακόμη και εάν ήμασταν μέλος της ευρωζώνης.
Η ισλανδική εμπειρία μπορεί να λειτουργήσει ως “εγερτήριο κάλεσμα” για τους άλλους. Να τους κάνει να επανεξετάσουν τις καθεστηκυίες στρατηγικές των τελευταίων 30 ετών. Η αντίδραση του ΔΝΤ στην ισλανδική περίπτωση ήταν ενδιαφέρουσα. Το πρόγραμμα διαχείρισης της κρίσης του ΔΝΤ ολοκληρώθηκε πριν από ενάμισι χρόνο. Στην αποχαιρετιστήρια σύσκεψη, οι υψηλόβαθμοι εκπρόσωποι του ΔΝΤ παραδέχθηκαν ότι διδάχθηκαν πολλά από την ισλανδική εμπειρία”.