Ηλίας Γιαννακάκης: “Θεωρώ πως ό,τι έχει συμβεί με την ΕΡΤ είναι ένα κακό όνειρο”
Το NEWS 247 σε μια εκτενή συνέντευξη με τον σκηνοθέτη Ηλία Γιαννακάκη, με αφορμή την πρόσφατη διάκριση της ταινίας του, 'Χαρά', στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Η συζήτηση είχε πολλή 'Χαρά', σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο και, μοιραία, τα τεκταινόμενα στην ΕΡΤ, αφού ο Ηλίας Γιαννακάκης έχει σκηνοθετήσει σχεδόν 40 ντοκιμαντέρ για το 'Παρασκήνιο'
- 21 Ιουλίου 2013 09:53
Η Χαρά είναι μια παράξενη γυναίκα κοντά στα 50 που εισβάλει σε ένα μαιευτήριο και κλέβει ένα μωρό. Θα δεθεί μαζί του, θα το λατρέψει και όταν χρειαστεί, θα σκοτώσει για αυτό. Στη συνέχεια, οι αρχές θα της το πάρουν, η ίδια θα δικαστεί και θα φυλακιστεί, δίχως να προσπαθήσει καν να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Η ‘Χαρά’ δεν είναι μια εύκολη ταινία. Αυτό το γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους ο σκηνοθέτης της, Ηλίας Γιαννακάκης, γι’ αυτό και η ικανοποίηση μετά την ειδική μνεία στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου μοιάζει διπλή, καθώς καμία διάκριση δεν θεωρούνταν δεδομένη.
Το News 247 ξεκίνησε να μιλά με τον Ηλία Γιαννακάκη, που παρεμπιπτόντως έχει σχεδόν ολικά ως τώρα αφιερωθεί στο χώρο του ντοκιμαντέρ, για τα νοήματα της ‘Χαράς’ και κατέληξε να ακούει τη φωνή και την αγωνία ενός ανθρώπου που έχει προσφέρει στην (καλή) δημόσια τηλεόραση και τη θέλει πίσω. Με επιχειρήματα.
Μιλήστε μου για την επιτυχία της ‘Χαράς’ στο Εδιμβούργο. Ήταν κάτι που περιμένατε;
“Η ‘Χαρά’ είναι η δεύτερη ταινία μυθοπλασίας που κάνω. Κυρίως ασχολούμαι με το ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση, αλλά και το σινεμά, όπως η ‘Μακρόνησος’. Το μόνο που θα έλεγα για τη ‘Χαρά’ είναι πως πιστεύω πολύ στη συγκεκριμένη ταινία. Για την επιτυχία ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Όταν είδα το τελικό αποτέλεσμα πριν μονταριστεί, θεώρησα ότι πράγματι έχει ενδιαφέρον και μπορώ να την προβάλω οπουδήποτε χωρίς να φοβάμαι.
Η μόνη αξιολόγηση που μπορώ να κάνω για την ταινία και την κάνω επειδή το λένε όλοι πια, είναι πως η Αμαλία Μουτούση είναι συγκλονιστική. Μετά τις προβολές στο Εδιμβούργο και στα άλλα φεστιβάλ που παίχτηκε (Θεσσαλονίκη, Σανγκάη, Κάρλο Βιβάρι), υπήρχε πολύωρη κουβέντα για την ταινία, χωρίς βέβαια να μπορώ να δώσω όλες τις απαντήσεις”.
Πώς καταλήξατε σε μια τόσο αμφιλεγόμενη κεντρική ιδέα για την ταινία σας;
“Ήξερα ότι ήθελα να κάνω μια ταινία για ένα γυναικείο χαρακτήρα που βρίσκεται σε ένα όριο. Μια γυναίκα που θα διεκδικήσει το δικαίωμά της να υπάρχει μέσα στην ιδιαιτερότητά της. Μου έλειπε όμως η ιστορία. Διάβασα τότε για μια Αλβανή κοπέλα που είχε μπει σε ένα μαιευτήριο και είχε αρπάξει ένα βρέφος για να κινητοποιήσει το φίλο της που την είχε παρατήσει. Αυτό είναι το μόνο πραγματικό κομμάτι της ταινίας.
Η ιστορία μου είχε εξαρχής μια ηρωίδα κοντά σε ένα άκρο. 50 ετών, που άρα δύσκολα θα κάνει πια παιδί, μόνη, αυτο-απομονωμένη, μια γυναίκα σαν τους ανθρώπους που βλέπουμε στην απέναντι πολυκατοικία και μας φαίνονται περίεργοι. Η ταινία τη βάζει εξ αρχής σε κάτι πολύ ακραίο. Από τη μία, είναι η ηρωίδα που κάνει απεχθείς εξωτερικά πράξεις, και από την άλλη είναι η κοινωνία που την προσλαμβάνει σαν ένα τέρας.
Μέσω της ταινίας λοιπόν, μπορούμε να δούμε ότι αυτή η γυναίκα δεν είναι τόσο τέρας, γιατί κάτω από τις παραξενιές της, κρύβει μια ακεραιότητα. Όταν την πιάνουν, δεν υπερασπίζεται τον εαυτό της και αυτή ακριβώς είναι η ακεραιότητα της. Το απόσταγμα όλης της ταινίας είναι αυτό: “Μπορούμε να αντέξουμε ένα πρόσωπο χωρίς εξωτερική κανονικότητα, το οποίο ταυτόχρονα έχει μια ακεραιότητα που μας ξενίζει”;
Νομίζω ότι τελικά παίρνετε το μέρος της. Κάνω λάθος;
“Ναι, αλλά με τη βασική διαφορά ότι δεν ήθελα να γίνει όλο αυτό με έναν κατασκευασμένο τρόπο. Μέχρι να μπούμε στο μοντάζ, δεν ήμουν σίγουρος για το πώς θα λειτουργήσουν οι ισορροπίες. Θυμάμαι που αναρωτιόμασταν αν η Χαρά θα βγει σαν τέρας, αν θα τη μισήσουν όλοι, αν θα τη δουν αδιάφορα. Όλα αυτά δεν ήταν στο χέρι μας. Όπως εισπράττω από τις προβολές, η ηρωίδα αυτή περνάει παραδόξως με ένα θετικό τρόπο και αυτό με χαροποιεί. Το στοίχημα της ταινίας ήταν να δείξεις έναν άνθρωπο που πράγματι κουβαλάει αντινομίες και ανισότητες, αλλά να μπορείς να διακρίνεις βαθύτερα κάτι θετικό. Γι’ αυτό λέγεται ‘Χαρά’ η ταινία. Είναι σαν ένα παιδί, βλέπει τα πράγματα πρωτογενώς”.
Νιώθετε ότι προδίδετε το ντοκιμαντέρ κάνοντας μεγάλου μήκους;
“Καθόλου. Για μένα είναι ακριβώς η ίδια μήτρα. Η ‘Αλεμάγια’, η προηγούμενη ταινία μυθοπλασίας μου 10 χρόνια πριν ήταν μια ταινία που δεν θα ‘λεγες ότι την έκανε ένας του ντοκιμαντέρ. Ήταν λιτή, αλλά πιο κλασικής δραματουργίας. Με τη ‘Χαρά’, ήρθα σε κάτι που είναι πιο κοντά στο ίδιο το ντοκιμαντέρ”.
Γνωρίζω ότι διαθέτετε ένα πληρέστατο κινηματογραφικό αρχείο. Πότε κολλάτε το μικρόβιο του σινεφίλ; Ποιες είναι οι πρώτες ταινίες που θυμάστε να βλέπετε;
“Το μικρόβιο το έχω από πάρα πολύ μικρός. Ήταν κι ο πατέρας μου σινεφίλ, έβλεπε πιο εμπορικές ταινίες, γουέστερν, πολεμικές. Σιγά σιγά μετά τα 17-18, άρχισα να βλέπω πιο ‘δύσκολο’ σινεμά, ευρωπαϊκές ταινίες, γιαπωνέζικες. Το σινεμά ήταν μια καταφυγή στα δύσκολα παιδικά και εφηβικά χρόνια που είχα.
“Το απόσταγμα όλης της ταινίας είναι αυτό: “Μπορούμε να αντέξουμε ένα πρόσωπο χωρίς εξωτερική κανονικότητα, το οποίο ταυτόχρονα έχει μια ακεραιότητα που μας ξενίζει”;
Θυμάμαι ότι όταν πολύ μικρός είδα τον ‘Λόρενς της Αραβίας’ είχα ξετρελαθεί από τα γενικά πλάνα της ερήμου που είχε τραβήξει ο David Lean και από την εμβληματική μορφή του Peter O’ Toole. Επίσης, έβλεπα πολλή ασπρόμαυρη ιταλική κωμωδία, είχα εθιστεί σε όλα αυτά.
Από ένα σημείο κι έπειτα, ο Bresson και ο Dreyer ήταν οι δύο σκηνοθέτες που μέχρι σήμερα θεωρώ ότι έχουν προχωρήσει περισσότερο απ’ όλους τους άλλους”.
Έχετε το ίδιο πάθος και για τον αμερικάνικο κινηματογράφο;
“Εννοείται, είμαι μανιακός. Θέλω να σημειώσω επιπλέον ότι ο ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος βγάζει διαμάντια. Εδώ και χρόνια μπορώ να πω ότι έχει πάρει τη θέση του ευρωπαϊκού με πολύπλοκες και ιδιαίτερες δημιουργίες που δεν τις συναντάς πολύ πλέον στην Ευρώπη. Λατρεύω όλα τα είδη του κινηματογράφου. Μέχρι πριν 10 χρόνια, έλεγα ότι δε βλέπω μιούζικαλ, αλλά τα ‘ανακάλυψα’ πια και μ’ αρέσουν πολύ”.
Πιστεύετε ότι η άνοιξη του σύγχρονου ελληνικού σινεμά με αποκορύφωμα τις μεγάλες διεθνείς επιτυχίες του Λάνθιμου συνεχίζεται ή εποχή ήταν και πέρασε;
“Το ελληνικό σινεμά δεν είχε ποτέ περιθώρια ως εθνική παραγωγή να κάνει μεγάλα πράγματα, γιατί οι συνθήκες ήταν ανέκαθεν δυσμενείς. Άρα ό,τι συμβαίνει είναι αποτέλεσμα της ατομικής προσπάθειας ενός σκηνοθέτη και των ανθρώπων γύρω του. Τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια πως είχαμε ένα βαθύ κάθισμα, πριν το ξέσπασμα αυτού του σύγχρονου ρεύματος που ξεκίνησε περίπου μια δεκαετία με τον Γιάννη Οικονομίδη και το ‘Σπιρτόκουτο’ για να φτάσουμε στον Κούτρα, την Τσαγγάρη, το Λάνθιμο.
“Ο ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος βγάζει διαμάντια. Εδώ και χρόνια μπορώ να πω ότι έχει πάρει τη θέση του ευρωπαϊκού”
Έχουν γίνει πολύ αξιόλογες ταινίες, αλλά και υπερτιμημένες. Κατά τη γνώμη μου, υπερτιμημένες είναι αυτές που σχετίζονται άμεσα με την κρίση τον τελευταίων χρόνων. Το θεωρώ ευκαιριακό και όχι τόσο έντιμο. Ίσως ακούγεται βαρύς ο χαρακτηρισμός, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να ερμηνεύσεις τη σύγχρονη κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα τη στιγμή που συμβαίνει. Αυτό μπορεί να το κάνει καλά ένα ρεπορτάζ, που πάντα έχει την προσέγγιση εκείνης της στιγμής, όχι μια ταινία. Γι’ αυτό μ’ άρεσαν δουλειές όπως του Λάνθιμου ή του Κούτρα. Γιατί δεν πήγαν να κάνουν μια άμεση μεταγραφή των όσων συμβαίνουν στην Ελλάδα της κρίσης στις ταινίες τους.
Νιώθετε ισότιμο μέλος αυτού του σύγχρονου ρεύματος που εντοπίζετε;
“Το ελληνικό σινεμά ήταν πάντα ένα κλειστό κύκλωμα με μεγάλο ανταγωνισμό. Κι αυτό το έζησα περισσότερο από ποτέ με τη ‘Χαρά’. Όσο μεγάλη αποδοχή είχε στο εξωτερικό, άλλο τόσο μεγάλη επιφύλαξη διέκρινα από τους συναδέλφους μου εδώ. Υπήρχαν κάποιοι εξαιρετικά θερμοί μετά την προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία ήταν από επιφυλακτικοί έως ενοχλημένοι. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να βλέπει κανείς με ψυχραιμία και ψυχρότητα. Το μόνο που μένει στο τέλος είναι οι ταινίες”.
Είναι ο Παντελής Βούλγαρης ο μεγαλύτερος δάσκαλός σας;
“Η πρώτη μου δουλειά ήταν βοηθός του Παντελή. Δεν θα ‘λεγα ότι ακολούθησα το ύφος του στις ταινίες μου, αλλά η επιρροή του ήταν μεγάλη. Είναι τεράστια υπόθεση να είσαι δίπλα σε ένα σπουδαίο σκηνοθέτη, να βλέπεις το ήθος του πάνω στη δουλειά και το βάθος που θα επιλέξει για την προσέγγιση του. Ο Παντελής δεν θα γυρίσει ένα πλάνο αν δεν είναι όλα τέλεια, αν δεν ψάξει και το παραμικρό στοιχείο του ντεκόρ ή του φωτισμού. Αυτά είναι το καλύτερο σχολείο. Ο καθένας μετά κάνει τις δικές του ταινίες.
“Όσο μεγάλη αποδοχή είχε στο εξωτερικό η “Χαρά”, άλλο τόσο μεγάλη επιφύλαξη διέκρινα από τους συναδέλφους μου εδώ”
Πιο μεγάλη επιρροή για μένα ήταν η θητεία μου στο Παρασκήνιο, στην ιστορική εκπομπή της ΕΡΤ. Είμαι εδώ και 15 χρόνια σταθερός σκηνοθέτης εκεί και διαμορφώθηκα πάρα πολύ στο ‘Παρασκήνιο’, γυρίζοντας 35-40 ντοκιμαντέρ. Είναι το πιο σημαντικό κομμάτι της καλλιτεχνικής μου διάστασης και ως επιρροή και ως αποτέλεσμα”.
Έχετε δουλέψει πολύ στην ΕΡΤ, έχετε παράγει χειροπιαστό έργο και βλέπετε τις τελευταίες εξελίξεις. Πώς νιώθετε με το κλείσιμο (και το σήριαλ) της ΕΡΤ;
“Έπεσα από τα σύννεφα. Είχα μια πληροφορία την προηγούμενη μέρα γι’ αυτό που έγινε, αλλά δεν την πίστεψα. Γέλασα κιόλας. Δεν φανταζόμουν ότι θα υπήρχε άνθρωπος που θα έκανε κάτι τέτοιο.
Η ΕΡΤ πράγματι είχε προβλήματα όλα αυτά τα χρόνια. Όποιος είναι μέσα, το γνωρίζει. Όμως, τα τελευταία 3-4 χρόνια είχε εξυγιανθεί οικονομικά κι αυτό προκύπτει αβίαστα από το γεγονός ότι ήδη από πέρυσι η κυβέρνηση πήρε 75 εκ. από το ανταποδοτικό τέλος και τα διέθεσε για τα φωτοβολταϊκά. Δεν μπορείς να πάρεις 75 εκ. ευρώ από μία μη υγιή οικονομικά εταιρία. Από την άλλη, πράγματι, η ΕΡΤ έχει υποφέρει από το συνδικαλισμό και από το πολιτικό πατρονάρισμα, αλλά ό,τι κι αν συνέβαινε, δεν παύει να είναι μία βασικότατη σταθερά στην ελληνική πραγματικότητα.
Αυτή τη στιγμή ο Έλληνας βλέπει τηλεόραση μόνο από τα ιδιωτικά κανάλια. Αν δεν καταλαβαίνουμε τι καταστροφή σημαίνει αυτό, τι να πω; Η ΕΡΤ έπρεπε να συνεχίσει και να εξυγιανθεί με μια στιβαρή κίνηση από την όποια κυβέρνηση”.
Κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι είστε υπέρμαχος της ΕΡΤ γιατί ζούσατε από αυτήν.
“Μα δεν το αρνούμαι αυτό, είναι μια πραγματικότητα. Αλλά εγώ βλέπω ΕΡΤ από 7 χρονών. Μόνο ΕΡΤ. Ιδιωτικά κανάλια έχω δει μόνο για κάποιον αγώνα ή κάποια πολύ συγκεκριμένη εκπομπή. Δεν θα μπορούσα να διανοηθώ τον εαυτό μου χωρίς να βλέπω ΕΡΤ, ταινίες, το ‘Παρασκήνιο’, την κινηματογραφική λέσχη του Μπακογιαννόπουλου, το ‘Μονόγραμμα’. Θεωρώ σαν ένα κακό όνειρο αυτό που περνάμε.
“Η ΕΡΤ έχει υποφέρει από το συνδικαλισμό και από το πολιτικό πατρονάρισμα, αλλά δεν παύει να είναι μία βασικότατη σταθερά στην ελληνική πραγματικότητα”
Εξάλλου, η ΕΡΤ είναι μια ιστορία που έχει κατασυκοφαντηθεί. Μιλούσαν όλοι για το ανταποδοτικό τέλος των 4 ευρώ το μήνα, ενώ στην καθημερινότητα χαλάμε ένα σωρό χρήματα σε μπούρδες. Όλο αυτό ήταν μια κατασυκοφάντηση που τη βλέπαμε να συντελείται καιρό τώρα. Όλα τα κόμματα έχουν υποστηρίξει κατά καιρούς το κλείσιμο της ΕΡΤ κι έτσι πέρασε στην κοινή γνώμη ότι η ΕΡΤ ήταν η αιτία του κακού.
Αυτό που τελικά κατάφεραν είναι να μείνουμε χωρίς ούτε ένα κανάλι με πρόγραμμα που δεν προσβάλει τη νοημοσύνη του κόσμου”.
Η ‘Χαρά’ του Ηλία Γιαννακάκη θα προβληθεί προς τα τέλη Οκτωβρίου σε δύο αίθουσες στην Αθήνα.